Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ (2001) 3 ΑΑΔ 649

(2001) 3 ΑΑΔ 649

[*649]29 Ιουνίου, 2001

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΑΜΒΗΣ,

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσείων-Καθ’ ου η αίτηση,

ν.

ΛΕΩΦΟΡΕΙΑ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΛΤΔ,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2702)

 

Προσφορές ― Κατακύρωση προσφοράς υπό όρο/αναβλητική αίρεση ― Ορθά προσβλήθηκε η απόφαση κατακύρωσης που είναι η εκτελεστή απόφαση.

Πανεπιστήμιο Κύπρου ― Προσφορές ― Αρμόδιο όργανο το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου ― Εκχώριση αρμοδιότητας ― Μη επιτρεπτή από το νόμο ― Αναρμοδιότητα οργάνου που εξέδωσε την απόφαση κατακύρωσης.

Το Πανεπιστήμιο Κύπρου εφεσίβαλε την εκκαλούμενη ακυρωτική απόφαση με την οποία ακυρώθηκε δική του απόφαση, για κατακύρωση της προσφοράς για μεταφορά μαθητών στο ενδιαφερόμενο μέρος.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Ο όρος για εξασφάλιση της κατάλληλης άδειας οδικής χρήσης από τον επιτυχόντα προσφοροδότη αποτελεί, καθώς έχει ειπωθεί, παρεπόμενο ορισμό υπό μορφή αναβλητικής αίρεσης, που έθεσε η διοίκηση βάσει της αρχής της νομιμότητας.  Η επίδικη διοικητική απόφαση φέρει στο σύνολό της όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας εκτελεστής διοικητικής πράξης.  Ο εκτελεστός χαρακτήρας της προσβαλλόμενης απόφασης δεν αφαιρείται ούτε και επηρεάζεται από τον παρεπόμενο όρο που έχει τεθεί.  Η μη εκπλήρωση του συγκεκριμένου όρου από τον επιτυχόντα προσφοροδότη θα συνεπαγόταν ανάκληση της επίδικης απόφασης η οποία, κατά τα άλλα, φέρει όλα [*650]τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εκτελεστής διοικητικής πράξης.

     Η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη, υποκείμενη στον έλεγχο που προβλέπεται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος και ότι οι εφεσίβλητοι είχαν έννομο συμφέρον να αμφισβητήσουν το κύρος της με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο.

2.  Η διαχείριση και ο έλεγχος των διοικητικών υποθέσεων του Πανεπιστημίου και της περιουσίας του είναι αρμοδιότητα η οποία εκ του νόμου - Άρθρο 6(1)(α) ανήκει στο Συμβούλιο του Πανεπιστημίου.  Η  προκήρυξη και η κατακύρωση προσφορών είναι θέματα τα οποία εμπίπτουν στην διαχείριση των οικονομικών υποθέσεων του Πανεπιστημίου εντός της εννοίας του Άρθρου 6(1)(α) του νόμου. 

     Το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου στις 26.5.1995 αποφάσισε τη σύσταση επιτροπής με εντολή να μελετήσει προτάσεις για προκηρύξεις/κατακυρώσεις διαφόρων προσφορών. 

     Στην Επιτροπή που συστάθηκε, δόθηκε εντολή μόνο να μελετήσει προτάσεις για προκηρύξεις/κατακυρώσεις διαφόρων προσφορών και μόνο σε περίπτωση που η απόφασή της θα ήταν ομόφωνη θα μπορούσε να προχωρήσει στην προκήρυξη των προσφορών.  Εξ αντιδιαστολής, δεν ήταν μέσα στους όρους εντολής της Επιτροπής  να μελετήσει προτάσεις για προκηρύξεις - κατακυρώσεις προσφορών χωρίς συνεργασία με το Συμβούλιο Προσφορών ούτε και να αποφασίσει την κατακύρωση των προσφορών. 

     Δεν ήταν βάσει του νόμου δυνατή η εκχώρηση της αρμοδιότητας του Συμβουλίου για τη λήψη απόφασης.  Εν προκειμενω δε, η απόφαση του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου ημερ. 26.5.95 δεν συνιστούσε εκχώρηση αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου ως του αποφασίζοντος οργάνου επί θεμάτων διαχείρισης των οικονομικών του Πανεπιστημίου προς άλλο όργανο.  Το αντίθετο θα συνιστούσε παρανομία γιατί  ο περί Πανεπιστημίου Νόμος και οι σχετικοί κανονισμοί δεν παρέχουν εξουσία  εκχώρησης των αρμοδιοτήτων που κέκτηται το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου με βάση το Άρθρο 6(1)(α) του νόμου σε άλλο όργανο. 

      

     Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη ως ληφθείσα από αναρμόδιο όργανο. 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

[*651]Έφεση από τον Καθ’ ου η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 938/95) ημερομηνίας 7/8/98 με την οποία ακυρώθηκε η κατακύρωση της προσφοράς για τη μεταφορά φοιτητών με λεωφορεία από και προς το παράρτημα του Πανεπιστημίου στα Λατσιά στο ενδιαφερόμενο μέρος.

Δ. Βασιλειάδου για Γ. Τριανταφυλλίδη, για τον Εφεσείοντα.

Γ. Σεραφείμ για Τ. Παπαδόπουλο, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Τον Ιούλιο 1995 η Υπεπιτροπή Προσφορών του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου Κύπρου ζήτησε προσφορές - αρ. ΓΕΝ 029/95 - για τη μεταφορά φοιτητών με λεωφορεία από και προς το παράρτημα του Πανεπιστημίου στα Λατσιά για την περίοδο Σεπτεμβρίου 1995 - Ιουλίου 1996.

Οι εφεσίβλητοι, “Λεωφορεία Λευκωσίας Λτδ” και το ενδιαφερόμενο μέρος “Περιφερειακή Εταιρεία Αγροτικών Λεωφορείων Αγ. Μαρίνας (Ξυλιάτου), Ορούντας, Λαγουδερών, Σαράντι, Ξυλιάτου Λτδ” υπέβαλαν προσφορές.

Η Επιτροπή Αξιολόγησης των Προσφορών, απέστειλε έκθεση ημερ. 23.8.1995 στον Πρόεδρο του Συμβουλίου Προσφορών με την οποία εισηγείτο την κατακύρωση της προσφοράς στο χαμηλότερο προσφοροδότη, που ήταν το ενδιαφερόμενο μέρος, με τον όρο ότι σε διάστημα μιας εβδομάδας από την κατακύρωση της προσφοράς θα εξασφάλιζε κατάλληλη άδεια οδικής χρήσης από την Αρχή Αδειών. Η έκθεση διαλάμβανε επίσης εισήγηση ότι σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο μέρος δεν θα υπέβαλλε έγκαιρα την κατάλληλη άδεια, η προσφορά να κατακυρωθεί στην Εταιρεία Λεωφορείων Λευκωσίας Λτδ (εφεσίβλητους).

Η Υπεπιτροπή Προσφορών του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου σε συνεδρία που πραγματοποιήθηκε στις 31.8.1995  μελέτησε την έκθεση αξιολόγησης που ετοίμασε η Επιτροπή Αξιολόγησης και υιοθέτησε το περιεχόμενο της.  Η εν λόγω Υπεπιτροπή αποφάσισε την κατακύρωση της προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος υπό τον όρο ότι τούτο θα εξασφάλιζε και υπέβαλλε την κατάλληλη άδεια οδικής χρήσης. Η Υπεπιτροπή Προσφορών αποφάσισε επίσης πως αν το ενδια[*652]φερόμενο μέρος αποτύγχανε να εξασφαλίσει και υποβάλει την κατάλληλη άδεια, η προσφορά να κατακυρωθεί στον επόμενο προσφοροδότη δηλαδή, τους εφεσίβλητους.

Η απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς γνωστοποιήθηκε στο ενδιαφερόμενο μέρος με επιστολή των εφεσειόντων (“στο εξής “το Πανεπιστήμιο Κύπρου” ή “το Πανεπιστήμιο”) ημερ. 31.8.1995 η οποία παρατίθεται:

“Αναφέρομαι στην προσφορά σας για τη μεταφορά φοιτητών από και προς το παράρτημα του Πανεπιστημίου Κύπρου στα Λατσιά (Πρ. αρ. ΓΕΝ 029/95), και σε σημερινή τηλεφωνική επικοινωνία μας και επιθυμώ να σας πληροφορήσω και γραπτώς ότι αυτή έχει κατακυρωθεί ως ακολούθως:

1. Λεωφορεία 25 θέσεων £8,00 ανά διαδρομή χωρίς ΦΠΑ

2. Λεωφορεία 40 θέσεων £10,00 ανά διαδρομή χωρίς ΦΠΑ

3. Λεωφορεία 50 θέσεων £11,00 ανά διαδρομή χωρίς ΦΠΑ

4. Λεωφορεία 57 ή 55 θέσεων   £11,50 ανά διαδρομή χωρίς ΦΠΑ

Με βάση το πρόγραμμα που περιλαμβάνεται στους όρους των προσφορών το συνολικό κόστος της προσφοράς αναμένεται να ανέλθει στις £40 000,00.

Παρακαλώ όπως μέχρι την Τετάρτη 6 Σεπτεμβρίου 1995 υποβάλετε κατάλληλη άδεια την οποία θα πρέπει να εξασφαλίσετε από την Αρχή Αδειών, σύμφωνα με τους όρους της προσφοράς σας.

Παρακαλώ επίσης όπως υποβάλετε εγγύηση για πιστή εκτέλεση της προσφοράς, ίση με το 10% του συνολικού ποσού της προσφοράς σας.”

Κατόπιν σχετικού αιτήματος του ενδιαφερόμενου μέρους, δόθηκε παράταση του χρόνου εξασφάλισης και υποβολής της άδειας οδικής χρήσης.  Τελικά, η άδεια εξασφαλίστηκε, γεγονός το οποίο περιήλθε σε γνώση του Πανεπιστημίου στις 21.10.95.  Παρενθετικά αναφέρουμε ότι οι εφεσίβλητοι άσκησαν ανεπιτυχώς ιεραρχική προσφυγή εναντίον της απόφασης της Αρχής Αδειών για έκδοση άδειας οδικής χρήσης προς το ενδιαφερόμενο μέρος.  Εναντίον της απόφασης που εκδόθηκε στην ιεραρχική προσφυγή, οι εφεσίβλητοι άσκησαν προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η προσφυγή (αρ. 1/96) απέτυχε και το Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση που αφορούσε την έκδοση της άδειας οδικής χρήσης στους εφεσίβλητους.

[*653]Το Πανεπιστήμιο Κύπρου με επιστολή ημερ. 9.1.96 πληροφόρησε τους εφεσίβλητους ότι η προσφορά για τη μεταφορά των φοιτητών με λεωφορεία κατακυρώθηκε σε άλλο προσφοροδότη.

Η απόφαση του Πανεπιστημίου η οποία περιέχεται στην επιστολή ημερ. 31.8.1995 (ανωτέρω) προς τους εφεσίβλητους, ήταν το αντικείμενο της προσφυγής που άσκησαν οι εφεσίβλητοι στο Ανώτατο Δικαστήριο. Η επιτυχής έκβαση της προσφυγής επέφερε την ακύρωση της επίδικης απόφασης.

Με την παρούσα έφεση ζητείται ο παραμερισμός της πρωτόδικης απόφασης ως εσφαλμένης και επιδιώκεται η επικύρωση της προσβληθείσας με την προσφυγή διοικητικής απόφασης. Οι εφεσίβλητοι, με την αντέφεση που υπέβαλαν, προβάλλουν ισχυρισμούς περί παραλείψεων του δικάσαντος Δικαστή να αποφασίσει επί θεμάτων ουσίας που είχαν θιγεί πρωτοδίκως με στόχο να διαπιστωθεί η ευρύτερη έκταση της παρανομίας πάνω στην οποία θεμελιώνεται η ακυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.

Ο πρώτος λόγος έφεσης έχει ως κεντρικό άξονα τον ισχυρισμό ότι οι εφεσίβλητοι δεν είχαν έννομο συμφέρον άσκησης προσφυγής εναντίον μη εκτελεστής διοικητικής απόφασης. Η θέση των εφεσειόντων είναι ότι η επίδικη απόφαση δεν ήταν “εκτελεστή διοικητική πράξη καθ΄ ότι τελούσε υπό την αίρεση της εξασφάλισης από το ενδιαφερόμενο μέρος της σχετικής άδειας από την Αρχή Αδειών”.  Λέγουν οι εφεσείοντες, πως αν δεν κατάφερνε το ενδιαφερόμενο μέρος να εξασφαλίσει τη σχετική άδεια, η απόφαση ημερ. 31.8.1995 δεν θα ελάμβανε “σάρκα και οστά σε ό,τι αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος αλλά αντίθετα, η προσφορά θα κατακυρώνετο στην εφεσίβλητη εταιρεία” και εισηγούνται, ότι η μόνη απόφαση (των εφεσειόντων) που θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής ήταν εκείνη η οποία περιέχεται στην επιστολή τους ημερ. 9.1.96 με την οποία επληροφορούντο οι εφεσίβλητοι ότι η προσφορά τους δεν έγινε αποδεκτή καθ’ ότι είχε κατακυρωθεί η προσφορά άλλου προσφοροδότη.

Από το λεκτικό της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης διακρίνουμε το κύριο από το παρεπόμενο.  Η βούληση του διοικητικού οργάνου να κατακυρώσει την προσφορά στο ενδιαφερόμενο μέρος σαφώς είναι το κύριο. Το παρεπόμενο είναι ο όρος για εξασφάλιση και υποβολή της κατάλληλης άδειας οδικής χρήσης σε καθορισμένο χρονικό διάστημα. Ο όρος, που εμείς χαρακτηρίζουμε ως παρεπόμενο, ταυτίζεται με τον όρο που είχε περιληφθεί στην προκήρυξη της προσφοράς κάτω από την επικεφαλίδα “ΕΙΔΙΚΟΙ ΟΡΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ” που απευθυνόταν προς όλους τους προσφοροδότες.  [*654]Τον παραθέτουμε:

Εγκριση Αρχής Αδειών

Για την εκτέλεση των διαδρομών από και προς το παράρτημα του Πανεπιστημίου Κύπρου ο επιτυχών προσφοροδότης θα πρέπει να εξασφαλίσει κατάλληλη άδεια από την Αρχή Αδειών.”

Στην προκείμενη περίπτωση η συμπερίληψη του πιο πάνω όρου στους ειδικούς όρους της προσφοράς επενέργησε ως εχέγγυο για την ίση μεταχείριση όλων των ενδιαφερόμενων προσφοροδοτών.  Είναι αυτονόητο πως αν δεν υπήρχε ο συγκεκριμένος όρος, ο διαγωνισμός θα διεξαγόταν μεταξύ του ενός ή των ολίγων που ίσως ήδη διέθεταν την κατάλληλη άδεια.

Αυτό βέβαια θα ήταν όχι μόνο προς βλάβη του δημοσίου συμφέροντος αλλά θα ερχόταν και σε αντίθεση με ό,τι επιτάσσουν οι κανόνες της χρηστής διοίκησης.

Ο όρος για εξασφάλιση της κατάλληλης άδειας αποτελεί, καθώς έχει ειπωθεί, παρεπόμενο ορισμό υπό μορφή αναβλητικής αίρεσης, που έθεσε η διοίκηση βάσει της αρχής της νομιμότητας.  Η επίδικη διοικητική απόφαση φέρει στο σύνολό της όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα μιας εκτελεστής διοικητικής πράξης.  Ο εκτελεστός χαρακτήρας της προσβαλλόμενης απόφασης δεν αφαιρείται ούτε και επηρεάζεται από τον παρεπόμενο όρο που έχει τεθεί.  Η μη εκπλήρωση του συγκεκριμένου όρου από τον επιτυχόντα προσφοροδότη θα συνεπαγόταν ανάκληση της επίδικης απόφασης η οποία, κατά τα άλλα, φέρει όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της εκτελεστής διοικητικής πράξης.

Η απόφαση της Υπεπιτροπής Προσφορών του Πανεπιστημίου για κατακύρωση της προσφοράς στον επόμενο προσφοροδότη σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο μέρος θα αποτύγχανε να υποβάλει την κατάλληλη άδεια οδικής χρήσης, ουδέποτε δημοσιεύθηκε και έχει το χαρακτήρα  internum της διοίκησης, που δεν συναρτάται με το κύρος ή τον εκτελεστό χαρακτήρα της προσβαλλόμενης απόφασης, όπως αυτή έχει εξωτερικευθεί με την επιστολή του Πανεπιστημίου προς το ενδιαφερόμενο μέρος ημερ. 31.8.1995.

Ενόψει των όσων έχουμε προαναφέρει, αποφαινόμαστε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη, υποκείμενη στον έλεγχο που προβλέπεται από το άρθρο 146 του Συντάγματος και ότι οι εφεσίβλητοι είχαν έννομο συμφέρον να αμφισβητήσουν το κύρος της με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Εξετάστηκε πρωτοδίκως ζήτημα αρμοδιότητας του οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση.  Ο συνάδελφός μας που εκδίκασε την προσφυγή, με αναφορά στις πρόνοιες του άρθρου 17 του περί Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμου (Νόμος 144/89) που προβλέπει περί των Συμβουλίων των Σχολών του Πανεπιστημίου, διαπίστωσε ότι το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου χωρίς την έγκριση της Συγκλήτου, εκχώρησε τις εξουσίες του σε άλλο  μη νόμιμο όργανο το οποίο προέβη στην αξιολόγηση των προσφορών και τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.  Η συγκεκριμένη ενέργεια του Συμβουλίου κρίθηκε παράνομη, ως γενόμενη κατά παράβαση των προνοιών του περί Πανεπιστημίου Νόμου με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση.

Η πρωτόδικη απόφαση περιέχει σφάλμα.  Το Συμβούλιο για το οποίο γίνεται λόγος στην πρωτόδικη απόφαση και φέρεται ως το “Συμβούλιο του Πανεπιστημίου” λανθασμένα, ταυτίζεται με  “Συμβούλιο Σχολής”.  Λόγω της σύγχυσης που εμφιλοχώρησε, τα γεγονότα της υπόθεσης υπάχθηκαν στο άρθρο 17 του νόμου οι πρόνοιες του οποίου είναι άσχετες με το θέμα.

Το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου διέπεται από τα άρθρα 5-11 του νόμου και τους σχετικούς κανονισμούς που εκδόθηκαν με βάση το άρθρο 32 του νόμου.

Η διαχείριση και ο έλεγχος των διοικητικών υποθέσεων του Πανεπιστημίου και της περιουσίας του είναι αρμοδιότητα η οποία εκ του νόμου - άρθρο 6(1)(α)* ανήκει στο Συμβούλιο του Πανεπιστημίου. Έχουμε τη γνώμη ότι η  προκήρυξη και η κατακύρωση προσφορών είναι θέματα τα οποία εμπίπτουν στην διαχείριση των οικονομικών υποθέσεων του Πανεπιστημίου εντός της εννοίας του άρ[*656]θρου 6(1)(α) του νόμου.

Το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου στις 26.5.1995 αποφάσισε τη σύσταση επιτροπής με εντολή να μελετήσει προτάσεις για προκηρύξεις/κατακυρώσεις διαφόρων προσφορών. Παραθέτουμε τη σχετική απόφαση:

“7.Οικονομικά Θέματα

(α)   Αποφασίστηκε η σύσταση επιτροπής αποτελούμενης από τους κκ Α Πατσαλίδη, Ν Παπαμιχαήλ και Π Μαλλή, η οποία σε συνεργασία με το Συμβούλιο Προσφορών να μελετήσει προτάσεις για προκήρυξεις/κατακυρώσεις διαφόρων προσφορών. Σε περίπτωση που η απόφαση της επιτροπής είναι ομόφωνη, τότε οι προσφορές να προκηρυχθούν. Σε αντίθετη περίπτωση το θέμα θα επανέλθει στην επόμενη συνεδρία του Συμβουλίου.”

Η πιο πάνω απόφαση του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου ημερ. 26.5.95 καθορίζει τα όρια δράσης της Επιτροπής, ήτοι,

(α)   σε συνεργασία με το Συμβούλιο Προσφορών να μελετήσει (η Επιτροπή) προτάσεις για προκηρύξεις/κατακυρώσεις διαφόρων προσφορών.

(β)   σε περίπτωση που η απόφαση της Επιτροπής είναι ομόφωνη τότε οι προσφορές να προκηρυχθούν. 

Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι στην Επιτροπή που συστάθηκε, δόθηκε εντολή μόνο να μελετήσει προτάσεις για προκηρύξεις/κατακυρώσεις διαφόρων προσφορών και μόνο σε περίπτωση που η απόφασή της θα ήταν ομόφωνη θα μπορούσε να προχωρήσει στην προκήρυξη των προσφορών. Εξ αντιδιαστολής, δεν ήταν μέσα στους όρους εντολής της Επιτροπής  να μελετήσει προτάσεις για προκηρύξεις - κατακυρώσεις προσφορών χωρίς συνεργασία με το Συμβούλιο Προσφορών ούτε και να αποφασίσει την κατακύρωση των προσφορών.

Στην προκείμενη περίπτωση, υπάρχει ωστόσο, κάτι που είναι ακόμα πιο σημαντικό. Δεν ήταν βάσει του νόμου δυνατή η εκχώρηση της αρμοδιότητας του Συμβουλίου για τη λήψη απόφασης. Εν προκειμενω δε, η απόφαση του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου ημερ. 26.5.95 δεν συνιστούσε εκχώρηση αρμοδιοτήτων του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου ως του αποφασίζοντος οργάνου επί θεμάτων διαχείρισης των οικονομικών του Πανεπιστημίου προς άλλο όργανο. Το αντίθετο θα συνιστούσε παρανομία γιατί  ο περί Πανεπιστημίου Νόμος και οι σχετικοί κανονισμοί δεν παρέχουν εξουσία  εκχώρησης των αρμοδιοτήτων που κέκτηται το Συμβούλιο του Πανεπιστημίου με βάση το άρθρο 6(1)(α) του νόμου σε άλλο όργανο. 

Η περίπτωση που έχουμε ενώπιόν μας σαφώς διακρίνεται από την περίπτωση οργάνου στο οποίο ανήκει αποκλειστικά η αρμοδιότητα λήψης απόφασης, αναθέτει σε άλλο, γνωμοδοτικό όργανο, να γνωματεύσει επί θέματος για το οποίο η τελική απόφαση θα ληφθεί από το αποφασίζον όργανο.

Κατόπιν των ανωτέρω καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη ως ληφθείσα από αναρμόδιο όργανο. 

Η έφεση αποτυγχάνει στο σύνολό της και απορρίπτεται με έξοδα. Ενόψει του αποτελέσματος η αντέφεση στερείται αντικειμένου και δεν εξετάζεται.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο