Πολυβίου Παναγιώτα ν. Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών (2001) 3 ΑΑΔ 828

(2001) 3 ΑΑΔ 828

[*828]20 Σεπτεμβρίου, 2001

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ,

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΠΟΛΥΒΙΟΥ,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

ν.

ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΙΣΟΤΙΜΗΣ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ ΒΑΡΩΝ,

ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Καθ΄ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2801)

 

Κεντρικός Φορέας Ισότιμης Κατανομής Βαρών ― Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Προσόντα ― Επιλογή υποψηφίου που έπετο σε βαθμολογίες με την αιτιολογία ότι είχε πρόσθετο προσόν που δεν προβλεπόταν ― Παράνομη αλλά και αντιφατική αιτιολογία υπό τις περιστάσεις ιδίως λόγω της υπερτίμησης του απαραίτητου προσόντος έναντι άλλων απαραίτητων στο σχέδιο υπηρεσίας.

Η εφεσείουσα που είχε καλύτερη βαθμολογία στο γραπτό διαγωνισμό, επεδίωξε τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση, την ακύρωση της απόφασης διορισμού των ενδιαφερομένων προσώπων αντί αυτής.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

     Η όλη προσέγγιση του Δ.Σ. στο θέμα των προσόντων υπήρξε λανθασμένη, όπως επίσης και η επικρότηση της από την πρωτόδικη απόφαση.  Αυτό που έγινε ήταν, ουσιαστικά, να καταστεί καθοριστικό κριτήριο ή υπερκριτήριο επιλογής το συγκεκριμένο πτυχίο, ενώ, με βάση τα διαζευκτικά προσόντα, έχουν απόλυτη ισοδυναμία.  Διαφορετικά δεν θα είχε σημασία η ευρύτητα προσόντων που θεσπίζει το Σχέδιο Υπηρεσίας και η συνακόλουθη πλατειά επιλογή, που διασφαλίζει η ποικιλομορφία των απαιτούμενων πτυχίων.  Η διάκριση που έγινε δεν μπορεί να δικαιολογηθεί.  Σύμφωνα με το μέρος της απόφασης που παρατέθηκε, προκύπτει ότι η “υπεροχή σε προσόντα” ήταν εκείνο που στην ουσία υπαγόρευσε τη ληφθείσα απόφαση.  Η [*829]περίπτωση της κας. Λ. Ευσταθίου είναι πιο κτυπητή γιατί έχει ακριβώς το ίδιο δίπλωμα.

     Η νομολογία δεν έχει καθιερώσει τέτοιο κανόνα. 

     Υπάρχει τέλος στην απόφαση του Δ.Σ. ένα αντινομικό προς αυτήν στοιχείο που πρέπει να επισημανθεί.  Δεν επιλέγηκαν (από τον κατάλογο των 8) υποψήφιοι με σαφώς υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα και αξιόλογη πείρα είτε στη δημόσια υπηρεσία είτε στον ιδιωτικό τομέα με την αντιφατική αιτιολογία ότι αυτά δεν απαιτούνταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας. 

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Πολυβίου v. Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών, Υπόθ. Αρ. 191/96, ημερ. 10.6.1997,

Χρίστου v. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας (1998) 3 Α.Α.Δ. 604,

Μιλλώσιας κ.ά. v. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 311/99, 646/99, ημερ. 25.5.2001.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 901/97) ημερομηνίας 15/2/99 με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της κατά της εκ νέου προαγωγής, κατόπιν επανεξέτασης, των δύο ενδιαφερομένων μερών στη θέση Λειτουργού (Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών).

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.

Α. Χ. Πούγιουρος, για τον Εφεσίβλητο.

Λ. Βασιλείου για Ε. Μαρκίδου, για τα Ενδιαφερόμενα μέρη.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σ. Νικήτας.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.:  Ο Κεντρικός Φορέας Ισότιμης Κατανομής Βα[*830]ρών (εφεσίβλητος) είχε προκηρύξει δύο κενές θέσεις Λειτουργού (Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών). Ύστερα από τη συμπλήρωση των διαδικασιών, ο εφεσίβλητος πλήρωσε τις θέσεις, διορίζοντας (με απόφαση πλειοψηφίας) τα Ενδιαφερόμενα Μέρη Λουκία Ευσταθίου (Ε.Μ. 1) και Σοφία Σοφοκλέους-Χατζηκυριάκου (Ε.Μ. 2).  Τις αρμοδιότητες αυτές ασκεί, με βάση τη διάταξη του άρθρου 11 του ομότιτλου Νόμου (αρ. 141/89), το Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) του Φορέα.  Έχουν περαιτέρω θεσπιστεί οι ομώνυμοι κανονισμοί, οι οποίοι αφορούν τους όρους πρόσληψης και υπηρεσίας των υπαλλήλων του, που συμπληρώνουν το πλαίσιο των εξουσιών αυτών (Βλ. Κ.Δ.Π. 206/95).

Το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε τους διορισμούς στην προσφυγή αρ. 191/96, Παναγιώτα Πολυβίου ν. Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών, ημερ. 10/6/97.  Οι λόγοι ήταν ότι έπασχε η σύνθεση του Δ.Σ. και επίσης η αιτιολογία της απόφασης.  Η πλήρωση των θέσεων επανεξετάστηκε από τον εφεσίβλητο, που επανέλαβε την απόφαση του, διορίζοντας πάλι τα Ε.Μ..  Με αποτέλεσμα η ίδια αιτήτρια να προσφύγει εκ νέου. Το Δ.Σ., στο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την επανεξέταση, άλλαξε σύνθεση. Γιαυτό και αγνοήθηκε το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης. Λήφθηκε όμως υπόψη η βαθμολογία των υποψηφίων στις γραπτές εξετάσεις που έγιναν την πρώτη φορά.  Ας σημειωθεί ότι υπήρχαν αρχικά 155 τόσοι υποψήφιοι, αλλά ο τελικός κατάλογος (που περιέλαβε και τους διαδίκους) περιορίστηκε σε 8 από αυτούς.

Η εφεσείουσα είχε καλύτερη βαθμολογία στη γραπτή εξέταση, δηλαδή 82 β. έναντι 77 του Ε.Μ. 1 και 78 του Ε.Μ. 2.  Η διαφορά όμως χαρακτηρίστηκε από το Δ.Σ. ως “πολύ οριακή”. Ο δικαιολογητικός λόγος για την επιλογή των διορισθέντων ήταν στην ουσία ότι τα προσόντα τους ήταν τέτοια που θα τους επέτρεπαν να εκτελούν καλύτερα τα καθήκοντα της θέσης. Το Ε.Μ. 2 και η εφεσείουσα έχουν ακριβώς το ίδιο δίπλωμα, B.A. in Accounting and Financial Management του Essex University with Honours Class II (Division 2). Η εφεσείουσα το απέκτησε το 1993, ενώ το Ε.Μ. 2 το 1995.  Προηγουμένως, η τελευταία φοίτησε στο Cyprus College από το 1990-1992. Το άλλο προσόν της εφεσείουσας είναι στη Λογιστική: Levels I και II and Part of Level III του Certified Accountancy. Το ακαδημαϊκό προσόν του Ε.Μ. 1 είναι ΒSc in Economics with Second Class Honours (Upper Division), 1981.

Το αποτέλεσμα είναι, όπως κρίθηκε από την Ε.Δ.Υ., ότι και οι τρεις είχαν το απαιτούμενο από την παράγραφο 3(1) ακαδημαϊκό προσόν, η οποία απαιτεί:-

[*831]

“(1) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστο από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών: Οικονομικά, Διοίκηση Επιχειρήσεων, Δημόσια Διοίκηση, Νομικά (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law), Διαχείριση Περιουσιών, Πολιτικές Επιστήμες.”

Έχει σημασία να παραθέσουμε και το απόσπασμα της απόφασης του Δ.Σ., που περιέχει τη δικαιολόγηση της:-

“Επιλέγοντας την υποψηφία Ευσταθίου Λουκία η εν λόγω πλειοψηφία του Δ.Σ., πλην των ακαδημαϊκών προσόντων της, έλαβε υπόψη το περιεχόμενο των σπουδών της το οποίο συνάδει σε αυξημένο βαθμό με τα καθήκοντα της θέσης και γενικά τις δραστηριότητες του Φορέα καθώς επίσης και την 13 χρόνων εργασιακή πείρα της, σε διευθυντική θέση.

Επιλέγοντας την υποψηφία Σοφοκλέους Χ”Κυριάκου Σοφία, η ίδια πλειοψηφία του Δ.Σ. έκρινε ότι, υπερέχει των άλλων υποψηφίων γιατί το περιεχόμενο των σπουδών της συνάδει σε αυξημένο βαθμό με τα καθήκοντα της θέσης. Έκρινε επίσης ότι η Σοφοκλέους υπερέχει της Πολυβίου που έχει το ίδιο Πανεπιστημιακό Δίπλωμα γιατί όπως φαίνεται από τα στοιχεία του φακέλου της έχει παρακολουθήσει στο Cyprus College μαθήματα στη συλλογή και ανάλυση πληροφοριών το οποίο θεωρήθηκε ιδιαίτερα χρήσιμο σε σχέση με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης.”.

Ο πρωτόδικος Δικαστής δέχθηκε ως επαρκή την παραπάνω αιτιολογία. Θεώρησε δε ότι ήταν εύλογα επιτρεπτό να παραγνωρισθεί η διαφορά βαθμολογίας ως “πολύ οριακή” και επίσης ότι “τα ακαδημαϊκά τους προσόντα τις καθιστούσαν καταλληλότερες για την εκπλήρωση των καθηκόντων της θέσης”. Την άποψη του ενίσχυσε με την παρακάτω παραπομπή στην Θεοδόσης Χρίστου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας (1998) 3 Α.Α.Δ. 604:-

“Ό,τι πρέπει να διευκρινιστεί είναι ότι η αναφορά, στην απόφαση του Συμβουλίου, στα προσόντα του ενδιαφερομένου προσώπου δεν συσχετίζεται με την κατοχή, εκ μέρους του, πρόσθετων προσόντων από τα απαιτούμενα αλλά με την ευχέρεια που του παρείχαν τα προσόντα του να εκπληρώσει τα καθήκοντα της θέσης με μεγαλύτερη επιτυχία.”.

Ο δικηγόρος της εφεσείουσας υπέβαλε ότι πάσχει η εκκαλούμε[*832]νη απόφαση γιατί παραγνωρίστηκε αυθαίρετα και αναιτιολόγητα η βαθμολογική υπέρ της αιτήτριας διαφορά από τη μια και χρησιμοποιήθηκε ως κριτήριο επιλογής εξωγενές στοιχείο, δηλαδή προσόν χαμηλότερου επιπέδου από το απαιτούμενο από την άλλη.  Στην άλλη περίπτωση κρίθηκε ότι το μοναδικό προσόν του Ε.Μ. 1 “συνάδει σε αυξημένο βαθμό με τα καθήκοντα της θέσης” χωρίς να έχει προβλεφθεί τέτοια απαίτηση από το Σχέδιο Υπηρεσίας και χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε διαβάθμιση των προσόντων σε οποιαδήποτε διάζευξη της παραγράφου 3(1). Ο κ. Πούγιουρος υποστήριξε την ορθότητα της απόφασης, που ήταν, κατά την άποψή του, αποτέλεσμα της αντικειμενικής μελέτης των δεδομένων.  Ο δικηγόρος των Ε.Μ. συντάχθηκε επίσης με τα συμπεράσματα της απόφασης και τόνισε το συσχετισμό των καθηκόντων της θέσης, όπως εκτίθενται στο Σχέδιο Υπηρεσίας και των σπουδών του Ε.Μ. 2, στο Cyprus College. Ενώ για το Ε.Μ. 1 υπογραμμίστηκε και η πείρα της (σε ιδιωτική επιχείριση).

Η όλη προσέγγιση του Δ.Σ. στο θέμα των προσόντων υπήρξε λανθασμένη, όπως επίσης και η επικρότηση της από την πρωτόδικη απόφαση.  Αυτό που έγινε ήταν, ουσιαστικά, να καταστεί καθοριστικό κριτήριο ή υπερκριτήριο επιλογής το συγκεκριμένο πτυχίο, ενώ, με βάση τα διαζευκτικά προσόντα, έχουν απόλυτη ισοδυναμία.  Διαφορετικά δεν θα είχε σημασία η ευρύτητα προσόντων που θεσπίζει το Σχέδιο Υπηρεσίας και η συνακόλουθη πλατειά επιλογή, που διασφαλίζει η ποικιλομορφία των απαιτούμενων πτυχίων.  Η διάκριση που έγινε δεν μπορεί να δικαιολογηθεί.  Δεν θα επαναλάβουμε το μέρος της απόφασης που παραθέσαμε, από το οποίο προκύπτει ότι η “υπεροχή σε προσόντα” είναι εκείνο που στην ουσία υπαγόρευσε τη ληφθείσα απόφαση.  Η περίπτωση της κας. Λ. Ευσταθίου είναι πιο κτυπητή γιατί έχουμε ακριβώς το ίδιο δίπλωμα.

Η νομολογία δεν έχει καθιερώσει τέτοιο κανόνα.  Η παραπάνω παρατήρηση του Προέδρου του Δικαστηρίου στην Θεοδόσης Χρίστου, ανωτέρω, περιορίζεται στα γεγονότα της υπόθεσης εκείνης.  Άλλωστε αμέσως μετά διευκρινίζεται ότι:-

“Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η απόφαση λήφθηκε μέσα στα πλαίσια των εξουσιών του Συμβουλίου και υπό το πρίσμα των υπηρεσιακών στοιχείων των υποψηφίων.  Εφόσο διοικητική απόφαση λαμβάνεται μέσα στο νενομισμένο πλαίσιο και υπό το φως του συνόλου των σχετικών στοιχείων, ο μόνος λόγος για τον οποίο μπορεί να ακυρωθεί είναι ότι αυτή δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.”.

[*833]Υπάρχει τέλος στην απόφαση του Δ.Σ. ένα αντινομικό προς αυτήν στοιχείο που οφείλουμε να επισημάνουμε. Δεν επιλέγηκαν (από τον κατάλογο των 8) υποψήφιοι με σαφώς υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα και αξιόλογη πείρα είτε στη δημόσια υπηρεσία είτε στον ιδιωτικό τομέα με την αντιφατική αιτιολογία ότι αυτά δεν απαιτούνταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας.  Βλέπε, για παράδειγμα, τις περιπτώσεις της Παρασκευής Ματθαιοπούλου και Μαρίας Τσιάκκα που διέθεταν και μεταπτυχιακό (Μ.Α.)  στην ειδικότητα τους, καθώς και πείρα.

Παρόμοιο θέμα στις συνεκδικασθείσες προσφυγές αρ. 311/99 και 646/99, Γεώργιος Μιλλώσιας κ.ά. ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, ημερ. 25.5.01, αντιμετωπίστηκε ανάλογα:-

“Στην προκείμενη περίπτωση, παρά τη διευκρίνηση της Επιτροπής, φαίνεται ότι στην πράξη δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στα ακαδημαϊκά προσόντα και συγκεκριμένα το πτυχίο των Ε.Μ., και επέδρασε στη λήψη της επίδικης απόφασης. Δεν έχει άλλο νόημα, πιστεύω, η αναφορά σε “υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα”.

........................................................................................................

“Κατά τη γνώμη μου, με βάση ό,τι προεκτέθηκε, έχει θεμελιωθεί η ύπαρξη πλάνης αναφορικά με το χαρακτήρα και την εμβέλεια των προαπαιτουμένων από το σχέδιο υπηρεσίας, που είχε ρόλο στη διαμόρφωση της τελικής απόφασης.  Αν μη τι άλλο αιωρείται βάσιμη υποψία ότι η Επιτροπή πλανήθηκε στο θέμα αυτό, στοιχείο που, πάλιν, οδηγεί στο αυτό αποτέλεσμα: την ακυρότητα της απόφασης.”.

Είναι αναπόφευκτη, με βάση ό,τι επεξηγήθηκε, η επιτυχία της έφεσης. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, όπως και το διάταγμα εξόδων σε βάρος της εφεσείουσας.  Η τελευταία δικαιούται τα έξοδα της στην πρώτη δίκη, όπως επίσης και στην έφεση.

Η�έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο