Εταιρεία Αστικών Λεωφορείων Πάφου (ΑΛΕΠΑ) Λτδ και Άλλη v.Γεώργιου Ψαλτά (2001) 3 ΑΑΔ 834

(2001) 3 ΑΑΔ 834

[*834]20 Σεπτεμβρίου, 2001

[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΑΜΒΗΣ,

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 2700)

ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΣΤΙΚΩΝ ΛΕΩΦΟΡΕΙΩΝ ΠΑΦΟΥ (ΑΛΕΠΑ) ΛΤΔ.,

Εφεσείουσα-Ενδιαφερόμενο Μέρος,

v.

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΨΑΛΤΑ,

Εφεσιβλήτου-Αιτητή.

 

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 2707)

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΔΕΙΩΝ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

Εφεσείουσα-Καθ’ ης η αίτηση,

v.

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΨΑΛΤΑ,

Εφεσιβλήτου-Αιτητή.

(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 2700, 2707)

 

Έννομο Συμφέρον ― Χαρακτηριστικά ― Προσωπικό ― Δεν θεμελιώνεται μόνο με το ενδιαφέρον ― Πρέπει ο αιτητής να υφίσταται βλάβη από την πράξη.

Πρωτόδικα κρίθηκε πως ο εφεσίβλητος είχε έννομο συμφέρον προσβολής της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών με την οποία χορηγήθηκε άδεια οδικής χρήσης στην εφεσείουσα για τέσσερα νέα λεωφορεία στη διαδρομή για την οποία κατείχε άδεια, και η επίδικη απόφαση ακυρώθηκε.  Κατ’ έφεση ξανατέθηκε το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος του αιτητή/εφεσίβλητου.

[*835]Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεκτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

Κατά το Άρθρ. 146.2 του Συντάγματος για να είναι δεκτή η προσφυγή πρέπει το έννομο συμφέρον του αιτητή να είναι άμεσο και ενεστώς και ο αιτητής να υφίσταται βλάβη λόγω του δεσμού του με τη προσβαλλόμενη πράξη.

     Εδώ δε θεμελιώνει προσωπικό έννομο συμφέρον μόνο το ενδιαφέρον του αιτητή για χορήγηση άδειας σε άλλη περιοχή της Πάφου,  εφόσον, όπως έγινε δεκτό, ο ίδιος δεν αποτάθηκε ούτε είχε τέτοια άδεια.   Ως εκ τούτου δε θίγεται με οποιοδήποτε τρόπο ούτε υφίσταται βλάβη.  Ήταν, επομένως, έκδηλη η έλλειψη έννομου συμφέροντος, που μπορούσε να διαπιστωθεί από την αρχή, με βάση το αναντίλεκτο μαρτυρικό υλικό, που καθιστά απαράδεκτη την αίτηση ακυρώσεως.

Οι εφέσεις επιτυγχάνουν με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73,

Τσαγγάρης v. Δημοκρατίας, (1998) 3 Α.Α.Δ. 434.

Εφέσεις.

Εφέσεις από το ενδιαφερόμενο μέρος (Α.Ε.2700) και έφεση από την καθ’ ης η αίτηση (Α.Ε. 2707) εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 347/97) ημερομηνίας 31/7/98 με την οποία αποδέχθηκε την προσφυγή του αιτητή και ακύρωσε την απόφαση απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής την οποία άσκησε κατά της παραχώρησης στο ενδιαφερόμενο μέρος άδειας οδικής χρήσης για τέσσερα νέα λεωφορεία προς εξυπηρέτηση διαδρομών στην πόλη και επαρχία Πάφου.

Τ. Παπαδόπουλος, για την Εφεσείουσα στην Έφεση Αρ. 2700.

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Εφεσείουσα στην Έφεση Αρ. 2707.

Α. Χριστοφίδου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

[*836]ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σ. Νικήτας.

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η εφεσείουσα εταιρεία ασχολείται με τη μεταφορά επιβατών. Διαθέτει για το σκοπό αυτό αριθμό λεωφορείων.  Κέντρο των δραστηριοτήτων της είναι η πόλη και επαρχία της Πάφου. Προβάλλοντας την ανάγκη για πληρέστερη εξυπηρέτηση των διαδρομών που εκτελούσε, αποτάθηκε για άδεια οδικής χρήσης για 4 νέα λεωφορεία των 55 θέσεων το καθένα “στη διαδρομή όπως  η ενιαία άδεια με αρ. 655/Δ”, την οποίαν κατείχε.

Στην πραγματικότητα υποβλήθηκαν 4 χωριστές αιτήσεις.  Ο εκπρόσωπος του Τμήματος Οδικών Μεταφορών παρέστη κατά την πρώτη συνεδρίαση της Αρχής Αδειών (Α.Α.) Σχετικά με το θέμα των συγκοινωνιακών αναγκών δήλωσε ότι:

“........είναι αποδεδειγμένο ότι είναι πολύ δύσκολο να διαπιστωθεί αν πράγματι υπάρχουν ανάγκες ή όχι. Έρχεται όμως η ίδια η εταιρεία και μας το επιβεβαιώνει και εμείς δεν έχουμε λόγο να αμφισβητήσουμε τους ισχυρισμούς τους.”

Η Α.Α., ύστερα από ακρόαση της υπόθεσης, στην οποία κλήθηκε και παραβρέθηκε ο εφεσίβλητος, έχει εγκρίνει και τις 4 αιτήσεις, υιοθετώντας προς τούτο, όπως ρητά αναφέρει, την εισήγηση του Τμήματος.

Πρέπει να αποσαφηνιστεί ότι η ενιαία άδεια της εφεσείουσας, στην οποία περιλήφθηκαν τα νέα λεωφορεία, εξαίρεσε τη διαδρομή αρ. 7 της οδικής γραμμής Πέγειας-Πάφου, την οποία εξυπηρετούσε ο εφεσίβλητος, που κατείχε σχετική άδεια. Ο τελευταίος άσκησε ιεραρχική προσφυγή κατά της εν λόγω απόφασης.  Ωστόσο η Αναθεωρητική Αρχή Αδειών (Α.Α.Α.) επικύρωσε την απόφαση:

“καθότι η ΑΛΕΠΑ έχει έννομα συμφέροντα στην αστική περιοχή της Πάφου και η χορήγηση της άδειας δικαιολογείται από τις ανάγκες και την οργάνωση της εταιρείας.”

Όπως διαπιστώνει ο πρωτόδικος δικαστής, ο εφεσίβλητος δεν αντέταξε οτιδήποτε το ουσιαστικό στην τοποθέτηση της εταιρείας ότι δε θίγεται συμφέρον του αιτητή, αφού:

“Η ενιαία άδεια δεν περιλαμβάνει τις περιοχές του χωριού Πέγειας και του Αγίου Γεωργίου και κατά συνέπεια δεν επηρεάζει τα έννομα συμφέροντα του Γ. Ψαλτά (εφεσιβλήτου)....”

[*837]

Η επίδικη απόφαση ακυρώθηκε για δυο λόγους, ουσιαστικά  επάλληλους. Πρώτον, ότι οι εμπλεκόμενες Αρχές δεν είχαν προβεί σε δική τους έρευνα. Και, δεύτερον, δε διερευνήθηκαν τα ζητήματα που η Α.Α. πρέπει να λαμβάνει υπόψη κατά την ενάσκηση της διακριτικής της εξουσίας να χορηγεί άδειες οδικής χρήσης, όπως αυτά εξειδικεύονται στο εδ. 3 (α) έως (ε) του άρθρ. 8 του περί Ρυθμίσεως της Τροχαίας Μεταφοράς Νόμου του 1982 (αρ. 9/82) (έκταση μεταφορικών αναγκών, ύπαρξη άλλων ομοειδών επιχειρήσεων, η αναγκαιότητα της προτεινόμενης γραμμής για το δημόσιο συμφέρον κ.λ.π.). Η μοιρολατρική τρόπον τινά αντιμετώπιση, αναφορικά με τις δυσκολίες διαπίστωσης των αναγκών από το εν λόγω Τμήμα έτσι ανερεύνητα, και η αποδοχή συνάμα των εκτιμήσεων της εταιρείας, αντιβαίνει τόσο προς την ευρύτερη υποχρέωση του οργάνου να ερευνήσει όσο και προς τις διατάξεις του νόμου. Η προσφυγή λοιπόν πέτυχε πάνω σ’ αυτή τη διττή βάση. Πρέπει να λεχθεί ότι, προηγουμένως, ο πρωτόδικος δικαστής απέρριψε κοινή εισήγηση της Δημοκρατίας και της εταιρείας ότι ο εφεσίβλητος δεν είχε έννομο συμφέρον να στραφεί με προσφυγή κατά της επίδικης απόφασης.

Οι δύο χωριστές εφέσεις κατά της εκαλλούμενης απόφασης (από την εταιρεία και τη Δημοκρατία) συνεκδικάστηκαν για ευνόητους λόγους. Επαναφέρουν δε το ζήτημα ύπαρξης έννομου συμφέροντος. Είναι ο μόνος λόγος έφεσης που προβάλλει η Δημοκρατία. Η εταιρεία, πλην του λόγου αυτού, ισχυρίζεται ότι λανθασμένα κρίθηκε: (1) ότι το άρθρ. 8 του Ν. 9/82 είναι εφαρμοστέο στην προκείμενη περίπτωση. και (2) ότι δεν έγινε η αναμενόμενη έρευνα από τις εμπλεκόμενες αρχές αδειοδότησης.

Για να θεμελιώσει την άποψη του για την ύπαρξη έννομου συμφέροντος, ο πρωτόδικος δικαστής αναφέρθηκε και στον καθηγητή Π. Δ. Δαγτόγλου “Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο”, 2η έκδοση, παραγ. 551.  Η ουσία του σχετικού αποσπάσματος είναι ότι ο αποδέκτης διοικητικής απόφασης, όπως ήταν εδώ ο εφεσίβλητος, έχει αυτομάτως, λόγω της ιδιότητας του αυτής, πιθανολογήσει το απαιτούμενο έννομο συμφέρο γιατί η πράξη τον “αφορά”.  Επισημαίνουμε εν τούτοις ότι διευκρινίζεται στο ίδιο απόσπασμα ότι ο κανόνας δεν ισχύει “αν προκύπτει στη συγκεκριμένη περίπτωση πλήρης έλλειψη έννομου συμφέροντος”.

Το θέμα εξετάζει η Γλυκερία Π. Σιούτη στο βιβλίο της “Το Έννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως” (1998) στις σελ. 55, 56:

[*838]

“Από τη διατύπωση της ανωτέρω νομοθετικής διάταξης, μπορεί να ανακύψει το ζήτημα αν το νόημα της είναι ότι ο αποδέκτης της πράξης μπορεί πάντοτε να την προσβάλλει παραδεκτώς με αίτηση ακύρωσης, ασχέτως αν συντρέχουν στο πρόσωπο του και οι δύο προϋποθέσεις συνδρομής του εννόμου συμφέροντος, δηλ. χωρίς να απαιτείται να υφίσταται αυτός βλάβη.

Την άποψη ότι ο αποδέκτης μπορεί να ασκήσει αίτηση ακύρωσης χωρίς να θίγονται από την ατομική πράξη έννομα συμφέροντα του, είχε δεχθεί η παλαιότερη νομολογία ...........................

Η άποψη αυτή βεβαίως δεν επικράτησε τελικώς και εγκαταλείφθηκε.  Δεν είναι δυνατόν ο νόμος να θέλησε να επιτρέψει μια άσκοπη δίκη κατά μιας πράξης, η οποία δεν βλάπτει τον αιτούντα κατ’ ουδένα τρόπο έστω και αν τον αφορά.”

Κατά το άρθρ. 146.2 του Συντάγματος για να είναι δεκτή η προσφυγή πρέπει το έννομο συμφέρον του αιτητή να είναι άμεσο και ενεστώς και ο αιτητής να υφίσταται βλάβη λόγω του δεσμού του με τη προσβαλλόμενη πράξη. Βλέπε Σ. Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73 και Τσαγγάρης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 434.

Εδώ δε θεμελιώνει προσωπικό έννομο συμφέρον μόνο το ενδιαφέρον του αιτητή για χορήγηση άδειας σε άλλη περιοχή της Πάφου,  εφόσον, όπως έγινε δεκτό, ο ίδιος δεν αποτάθηκε ούτε είχε τέτοια άδεια.  Ως εκ τούτου δε θίγεται με οποιοδήποτε τρόπο ούτε υφίσταται βλάβη. Ήταν, επομένως, έκδηλη η έλλειψη έννομου συμφέροντος, που μπορούσε να διαπιστωθεί από την αρχή, με βάση το αναντίλεκτο μαρτυρικό υλικό, που καθιστά απαράδεκτη την αίτηση ακυρώσεως.

Για το λόγο αυτό ακυρώνουμε την εκκαλούμενη απόφαση, χωρίς να υπάρχει ανάγκη να προχωρήσουμε περαιτέρω στους άλλους λόγους έφεσης που έθεσε η εταιρεία, καθώς και το διάταγμα εξόδων.  Η απόφαση του διοικητικού οργάνου επικυρώνεται.  Επιδικάζουμε τα έξοδα πρωτόδικα και κατ’ έφεση υπέρ των εφεσειόντων.

Οι�εφέσεις επιτυγχάνουν με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο