Ιωσηφίδης Χρίστος και Άλλη ν. Aνδρέα Δαβερώνα και Άλλων (2002) 3 ΑΑΔ 147

(2002) 3 ΑΑΔ 147

[*147]12 Μαρτίου, 2002

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

(Αναθεωρητική Έφεση Aρ. 3190)

ΧΡΙΣΤΟΣ ΙΩΣΗΦΙΔΗΣ,

Εφεσείων-Ενδιαφερόμενο Μέρος,

v.

1. ΑΝΔΡΕΑ ΔΑΒΕΡΩΝΑ,

2. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΣΑΠΗ,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤIAΣ, ΜEΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΔΗΜOΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣIAΣ,

Καθ’ης η αίτηση.

 

(Αναθεωρητική Έφεση Aρ. 3194)

ΚΥΠΡΙΑΚH ΔΗΜΟΚΡΑΤIA, ΜEΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΔΗΜOΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣIAΣ,

Εφεσείουσα-Καθ’ ης η αίτηση,

v.

1. ΑΝΔΡEΑ ΔΑΒΕΡΩNΑ,

2. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΣAΠΗ,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών.

(Aναθεωρητικές Eφέσεις Aρ. 3190, 3194)

 

Ακυρωτική Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Δεδικασμένο ― Εκτείνεται μόνο στο λόγο της ακύρωσης ― Εν προκειμένω το δεδικασμένο αφορούσε την κατάχρηση εξουσίας στην απόφαση του Υπουργού να αποσύρει την πρόταση για πλήρωση της θέσης.

Έννομο Συμφέρον ― Υποψηφίου για διορισμό να προσβάλει τον διο[*148]ρισμό τρίτου ― Το έννομο συμφέρον καθίσταται ενεστώς, μόνο με τη δημοσίευση της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Τροποποίηση της απόφασης διορισμού, ως προς την ημερομηνία έναρξης του διορισμού ― Η νέα απόφαση είναι βεβαιωτική ως προς τον ίδιο το διορισμό ― Οι αιτητές στην προσφυγή κατά του διορισμού, δεν όφειλαν να προσβάλουν τη νέα απόφαση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Διορισμός κατ’ επανεξέταση βάσει γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα ότι προέκυπτε δεδικασμένο πως η Ε.Δ.Υ. όφειλε να διορίσει το ενδιαφερόμενο μέρος ― Πλάνη της γνωμάτευσης οδήγησε σε ακύρωση της απόφασης.

Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ― Κατά πόσο η Ε.Δ.Υ. με νέα σύνθεση, δύναται να λάβει νέα απόφαση ως προς το ζήτημα των προσόντων υποψηφίου ― Εφόσον η προηγούμενη απόφαση παρέμεινε internum της διοίκησης, μπορούσε.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Δικαστικός έλεγχος ― Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά το διοικητικό όργανο, εκδίδοντας κρίσεις επί της ουσίας.

Ο εφεσείων προσέβαλε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία ο διορισμός του από την Ε.Δ.Υ. ακυρώθηκε, επειδή η Ε.Δ.Υ. κατά πλάνη ακολούθησε γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας κατά πλειοψηφία την έφεση (απόφαση Γαβριηλίδη, Δ., συμφωνούντων των Αρτεμίδη, Κωνσταντινίδη, Ηλιάδη, Δ.Δ.), αποφάσισε ότι:

1. Προβλήθηκε ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι το ζήτημα των προσόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου (εφεσείοντα) δεν απασχόλησε την Ολομέλεια στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη, ούτε και ήταν το αντικείμενο της υπόθεσης και, επομένως, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να παραμείνει προσκολλημένη στην κρίση της προηγούμενης Επιτροπής καθόσον αφορά τα προσόντα του γιατί τέτοια υποχρέωση δεν απέρρεε από το ακυρωτικό δεδικασμένο της υπόθεσης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη.

    Η Ολομέλεια απέρριψε την έφεση με μόνο το σκεπτικό ότι, όπως είχε διαπιστώσει και το πρωτόδικο Δικαστήριο, η εκ μέρους του Υπουργού απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της θέσης «… εγένετο με μοναδικό σκοπό να εμποδισθεί ο διορισμός του αιτητή …». Κατά κατάχρηση, δηλαδή, εξουσίας. Η κρίση αυτή, και μόνη, της Ολομέλειας [*149]συνιστούσε ακυρωτικό δεδικασμένο. Τίποτε περισσότερο. Ούτε το πρωτόδικο Δικαστήριο ούτε η Ολομέλεια ακύρωσε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη της ΕΔΥ, ώστε να τίθεται θέμα είτε ακυρωτικού δεδικασμένου ως εκ της ακύρωσης τέτοιας πράξης ή παράλειψης είτε υποχρέωσης προς συμμόρφωση με απόφαση που ακύρωσε τέτοια πράξη ή παράλειψη.

2. Άλλος λόγος έφεσης που προβλήθηκε είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι εφεσίβλητοι Γ. Κασάπης και Α. Δαβερώνας είχαν έννομο συμφέρον για να προσβάλουν το διορισμό του εφεσείοντα Χρ. Ιωσηφίδη.

    Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Το γεγονός ότι οι Γ. Κασάπης και Α. Δαβερώνας δεν πρόσβαλαν με προσφυγή την απόφαση για απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της θέσης, δεν τους στέρησε την ιδιότητα του υποψήφιου για τη θέση και, επομένως, ούτε το έννομο συμφέρον να προσβάλουν την πλήρωσή της μετά την ακύρωση της απόσυρσης, εφόσον αυτοί μεν εξακολουθούσαν να είναι υποψήφιοι ο δε Χρ. Ιωσηφίδης προτιμήθηκε για διορισμό αντί αυτών. Το ότι δε, κατά ή περί τον Ιούνιο του 1989, έλαβαν γνώση του γεγονότος ότι η ΕΔΥ είχε προτιμήσει το Χρ. Ιωσηφίδη, αντί αυτών, δεν εξυπακούει και ότι έλαβαν γνώση οποιασδήποτε εκτελεστής πράξης διορισμού του Χρ. Ιωσηφίδη στην επίδικη θέση. Τέτοια πράξη δεν υπήρξε τότε. Εκτελεστή πράξη διορισμού του κ. Χρ. Ιωσηφίδη υπήρξε, για πρώτη και μοναδική φορά, μόνο το 1996, με τη δημοσίευσή της, στις 16.2.1996, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Τότε και μόνο οι Γ. Κασάπης και Α. Δαβερώνας είχαν ενεστώς έννομο συμφέρον να προσφύγουν στο Δικαστήριο.

3. Ο επόμενος λόγος έφεσης αναφέρεται στην ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 24.2.1998, με την οποία απέρριψε την προδικαστική ένσταση του εφεσείοντα Χρ. Ιωσηφίδη σύμφωνα με την οποία, «οι τρεις συνεκδικαζόμενες προσφυγές κατέστησαν πλέον άνευ αντικειμένου εφόσον παρήλθε άπρακτη η προθεσμία των 75 ημερών που τάσσει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος για την άσκηση προσφυγής από της ημέρας της δημοσίευσης της διοικητικής πράξης ή απόφασης, εν προκειμένω της απόφασης της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.1997, που δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 30.05.1997.

    Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Η ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 24.2.1998, βρίσκει το Δικαστήριο απόλυτα σύμφωνο. Παρατίθεται απόσπασμα:

«Η δεύτερη απόφαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.97 είναι ταυτό[*150]χρονα και σιωπηρά βεβαιωτική του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους στη συγκεκριμένη θέση την οποία ήδη κατείχε. Με τη δεύτερη απόφαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.97 δεν καταργήθηκε η νομική κατάσταση που δημιούργησε η πρώτη απόφαση. Η πράξη ή απόφαση επιλογής και διορισμού του Χρ. Ιωσηφίδη στην επίδικη θέση παρέμεινε αλώβητη και συνακόλουθα αποφαίνομαι ότι οι συνεκδικαζόμενες προσφυγές εφόσον προσβάλλουν την πρώτη πράξη και ή απόφαση εξακολουθούν να διατηρούν το ίδιο αντικείμενο το οποίο ουδέποτε απώλεσαν. »

4. Άλλος λόγος έφεσης που προβάλλεται είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι «Στην προκείμενη περίπτωση, η ΕΔΥ, ενήργησε αντίθετα προς την κρίση της, θεωρώντας προφανώς ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα.».

    Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Εκείνο που η ΕΔΥ θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει ήταν ότι, σύμφωνα με τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, το ακόλουθο, μεταξύ άλλων, απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη ενέπιπτε, εσφαλμένα στο ακυρωτικό δεδικασμένο: «Με την ολοκλήρωση της έρευνας για τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη και την απόφαση η οποία λήφθηκε, εξέλιπε κάθε λόγος για τη μη υλοποίηση της απόφασης για διορισμό του…».

5. Ο επόμενος λόγος έφεσης είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι «Και ενόσω η απόφαση της ΕΔΥ με την προηγούμενη σύνθεση παρέμεινε internum μέχρι την ώρα που η ΕΔΥ υπό νέα σύνθεση επιλήφθηκε ξανά του θέματος, αυτή η απόφαση μπορούσε να αλλάξει, εφόσον η ΕΔΥ υπό τη νέα σύνθεση είχε την γνώμη ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση.».

    Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι «Προδήλως, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να παραμείνει προσκολλημένη στην κρίση της προηγούμενης Επιτροπής, καθόσον αφορά τα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου γιατί αφ’ ενός τέτοια υποχρέωση δεν απέρρεε από το ακυρωτικό δεδικασμένο της υπόθεσης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη, και αφετέρου η απόφαση της προηγούμενης Επιτροπής για διορισμό του κ. Ιωσηφίδη παρέμεινε μέχρι τέλους ως internum της Επιτροπής αφού ουδέποτε δημοσιεύθηκε.».

6. Ο τελευταίος λόγος έφεσης που προβάλλεται είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε και ή παρέλειψε να αποφασίσει επί [*151]του επίδικου θέματος της κατοχής των προσόντων της θέσης από το Χρ. Ιωσηφίδη.

    Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Αφ’ ης στιγμής το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι εσφαλμένα η ΕΔΥ, ενεργώντας υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης, θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να δεχθεί ότι ο Χρ. Ιωσηφίδης κατείχε τα προσόντα της θέσης, δεν ήταν θέμα του Δικαστηρίου να υποκαταστήσει την ΕΔΥ και να κρίνει το ίδιο κατά πόσο ο Χρ. Ιωσηφίδης κατείχε ή όχι τα εν λόγω προσόντα. Η εξέταση του θέματος ανήκε και πάλι στην ΕΔΥ κατά την επανεξέταση.

    Ο Χατζηχαμπής Δ., διαφώνησε με την απόφαση και εξέδωσε δική του απόφαση μειοψηφίας.

Οι εφέσεις απορρίπτονται κατά πλειοψηφία με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Ιωσηφίδης v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 795/90, ημερ. 3.12.1992,

Δημοκρατία v. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495.

Εφέσεις.

Εφέσεις από την καθ’ ης η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yποθέσεις Aρ. 348/96 και 349/96), ημερομηνίας 31/1/2001, με την οποία έγιναν δεκτές οι προσφυγές των αιτητών και ακυρώθηκε ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας, Tμήμα Πολεοδομίας και Oικήσεως, αναδρομικά από 1/7/1990.

Ο Εφεσείων στην Α.Ε.3190, Xρ. Ιωσηφίδης, εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσίβλητους στις Α.Ε. 3190 και 3194.

Αντ. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ’ ης η αίτηση στην Α.Ε. 3190 και για την Εφεσείουσα στην Α.Ε. 3194.

Το Ενδιαφερόμενο Μέρος στη Α.Ε. 3194, Χρ. Ιωσηφίδης, εμφανίζεται αυτοπροσώπως.

Cur. adv. vult.

[*152]ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση της πλειοψηφίας, με την οποία συμφωνούν οι Δικαστές Αρτεμίδης, Κωνσταντινίδης, Ηλιάδης και Γαβριηλίδης, θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ.. Ο Δικαστής Χατζηχαμπής θα δώσει τη δική του χωριστή απόφαση.

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 8.6.1989 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) συνήλθε με σκοπό την πλήρωση μιας θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Η θέση ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής. Οι υποψήφιοι ήσαν, μεταξύ άλλων, ο κ. Χρ. Ιωσηφίδης, εξωτερικός υποψήφιος, και οι κ.κ. Α. Δαβερώνας και Γ. Κασάπης, εσωτερικοί υποψήφιοι. Η ΕΔΥ επέλεξε τον κ. Χρ. Ιωσηφίδη ως τον καταλληλότερο για διορισμό. Δεν πρόλαβε, όμως, να του κοινοποιήσει την απόφασή της. Tην επομένη, 9.6.1989, ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, με τηλεφώνημά του προς τον Πρόεδρο της ΕΔΥ, εξέφρασε αμφιβολίες, όπως ο ίδιος βεβαίωσε και με επιστολή του που ακολούθησε στις 10.6.1989, κατά πόσο ο κ. Χρ. Ιωσηφίδης ικανοποιούσε τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα. Ως αποτέλεσμα της παρέμβασης αυτής, η ΕΔΥ, αφού συμβουλεύθηκε και το Γενικό Εισαγγελέα, ανέστειλε την εφαρμογή της απόφασής της για διορισμό του κ. Χρ. Ιωσηφίδη μέχρις ότου ερευνηθεί περαιτέρω το θέμα των προσόντων του.  Εκκρεμούσης της έρευνας, στις 20.7.1989, η αρμόδια Αρχή, ο Υπουργός Εσωτερικών, ενεργώντας μέσω του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου, απέσυρε την πρόταση για την πλήρωση της θέσης με το δικαιολογητικό ότι «το Υπουργείο επιθυμεί να εξετάσει το Σχέδιο Υπηρεσίας της εν λόγω θέσεως». Παρά ταύτα, η ΕΔΥ ολοκλήρωσε την έρευνά της και κατέληξε στη διαπίστωση ότι ο κ. Χρ. Ιωσηφίδης ικανοποιούσε τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προσόντα. Τη διαπίστωσή της δε αυτή την κοινοποίησε στην αρμόδια Αρχή. Όμως, η τελευταία δεν μετέβαλε τη θέση της. Επέμεινε στην απόσυρση της πρότασης για την πλήρωση της θέσης. Κατόπιν τούτου, η ΕΔΥ, μετά από συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα, διέκοψε τη διαδικασία πλήρωσης της θέσης.

Η απόφαση της αρμόδιας Αρχής να αποσύρει την πρόταση για την πλήρωση της θέσης προσβλήθηκε με την Προσφυγή 795/1990. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχθηκε την προσφυγή και ακύρωσε την επίδικη απόφαση με το σκεπτικό (ratio decidendi) ότι η απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της θέσης «… εγένετο με μοναδικό σκοπό να εμποδισθεί ο διορισμός του αιτητή …». Κατά κατάχρηση, δηλαδή, εξουσίας. (Βλ. Προσφυγή Αρ. 795/90, Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας, 3.12.1992).

Εναντίον της ακυρωτικής απόφασης η Δημοκρατία άσκησε έφεση [*153]η οποία και απορρίφθηκε με το σκεπτικό ότι «Κάτω από οποιοδήποτε φακό κι αν κριθούν τα γεγονότα, το μόνο λογικό συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί είναι εκείνο που είχε εξαγάγει το πρωτόδικο Δικαστήριο.». (Βλ. Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495).

Εν τω μεταξύ, στις 11.9.1992, δημοσιεύτηκε η θέση Διευθυντή Πολεοδομίας. Ήταν και αυτή θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Οι δε απαιτήσεις του σχετικού Σχεδίου Υπηρεσίας, αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων, ήσαν ακριβώς οι ίδιες με εκείνες του Σχεδίου Υπηρεσίας του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Ο κ. Χρ. Ιωσηφίδης υπέβαλε αίτηση για διορισμό. Η ΕΔΥ, υπό νέα τώρα σύνθεση, στις 8.3.1993, έκρινε ότι ο κ. Χρ. Ιωσηφίδης δεν κατείχε τα προσόντα της θέσης του Διευθυντή Πολεοδομίας και, συνεπακόλουθα, ούτε του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας.

Στις 5.1.1996 η ΕΔΥ, υπό την ίδια νέα σύνθεση, συνήλθε για να αποφασίσει περί του πρακτέου σε συμμόρφωση με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη. Ενώπιόν της είχε, εκτός από την απόφαση, και δύο σχετικές επιστολές/γνωμοδοτήσεις του Γενικού Εισαγγελέα, ημ. 22.12.1995 και 4.1.1996. Η επιστολή/γνωμοδότηση της 4.1.1996 είχε ως εξής:

«Εν συνεχεία επιστολής μου ημερομηνίας 22 Δεκεμβρίου 1995, επιθυμώ να διευκρινίσω ότι όσον αφορά το θέμα της προσφοράς θέσης προς τον κ. Ιωσηφίδη ουδεμία διακριτική εξουσία έχετε, διότι πρόκειται περί σαφούς υποχρέωσης, η οποία προκύπτει από το ακυρωτικό δεδικασμένο (Άρθρο 146.5 του Συντάγματος). Επομένως υπέχετε υποχρέωση να του προσφέρετε τη θέση σύμφωνα με την πιο πάνω επιστολή μου.

Νοείται βεβαίως ότι οιοσδήποτε θεωρεί ότι έχει έννομο συμφέρον δύναται να προσβάλει εντός της συνταγματικής προθεσμίας την απόφαση περί διορισμού του κ. Ιωσηφίδη και τούτο γιατί η προθεσμία θα αρχίσει να ισχύει από τώρα.

Ενόψει των ανωτέρω δεν τίθεται θέμα επιφύλαξης θέσης των παρόντων μελών της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ως προς το εάν έχει ή όχι τα προσόντα ο κ. Ιωσηφίδης και τούτο διότι η απόφαση που καλείσθε να λάβετε δεν επηρεάζει τη δυνατότητα έρευνας για τα προσόντα του σε οποιαδήποτε μελλοντική διαδικασία ενώπιόν σας.

Καθ’ όσον αφορά τις εκκρεμείς προσφυγές του κ. Ιωσηφίδη με Αρ. 666/91, 816/93 και 513/95 θα αποσυρθούν. Επομένως δεν [*154]τίθεται θέμα επανεξέτασης των προσόντων του κ. Ιωσηφίδη.»

Ακολούθως, η ΕΔΥ πήρε την πιο κάτω απόφαση (πρακτικά της 5.1.1996):

«Η Επιτροπή, αφού μελέτησε τις πιο πάνω επιστολές, αποφάσισε ότι τόσο η απόφαση του Δικαστηρίου όσο και η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα την υποχρεώνουν να προχωρήσει στο διορισμό του Ιωσηφίδη προς υλοποίηση των νομικών απαιτήσεων. Η Επιτροπή θεωρεί ότι οφείλει να πράξει τούτο, διατηρεί όμως την άποψη ότι, υπό το φως της απόφασης της παρούσας Επιτροπής, που λήφθηκε στις 8.3.93 (θέμα Β.(1)(2) των πρακτικών), με την οποία κρίθηκε ότι ο Ιωσηφίδης δεν κατέχει τα προσόντα της θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας, η προσφορά σε αυτόν διορισμού προς υλοποίηση απόφασης της προηγούμενης Επιτροπής και ικανοποίηση των νομικών απαιτήσεων δεν εξυπακούει οποιαδήποτε υποχρέωση ή δέσμευση της παρούσας Επιτροπής όπως αναγνωρίσει σ’ αυτόν την κατοχή των προσόντων που απαιτούνται για τη συγκεκριμένη θέση ή για άλλη παρόμοια θέση στην οποία απαιτούνται τα ίδια προσόντα, και ότι εάν και όταν παρουσιαστεί τέτοιο θέμα η Επιτροπή θα το εξετάσει υπό το φως της νομολογίας που θα ισχύει.

Στη συνέχεια η Επιτροπή προχώρησε στον καθορισμό ημερομηνίας ισχύος του αναδρομικού διορισμού του Ιωσηφίδη και, αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία και έλαβε υπόψη ότι αν η προηγούμενη Επιτροπή ολοκλήρωνε τη διαδικασία διορισμού του θα μεσολαβούσε σχετική καθυστέρηση μέχρι να εξασφαλιστεί ποινικό μητρώο από την Αστυνομία, έκρινε ως λογική ημερομηνία διορισμού την 1.7.90.

Ενόψει των πιο πάνω, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφέρει στον ΙΩΣΗΦΙΔΗ Χρίστο διορισμό στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας, Τμήμα Πολεοδομίας και Οίκησης, αναδρομικά από 1.7.90.»

Η πιο πάνω απόφαση της ΕΔΥ προσβλήθηκε, από τους εφεσίβλητους, με τις προσφυγές 348/96 και 349/96, και ακυρώθηκε από το συνέδελφό μας που τις εκδίκασε πρωτόδικα με το ακόλουθο σκεπτικό:

«Προκύπτει από το περιεχόμενο της επίδικης απόφασης ότι η ΕΔΥ αποφάσισε το διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση μετά την απόφαση της Ολομέλειας στην Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω) και αφού ελαβε υπόψη σειρά [*155]γνωματεύσεων που η ίδια είχε ζητήσει. Η τελευταία των γνωματεύσεων πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης είναι αυτή του Γενικού Εισαγγελέα η οποία περιέχεται σε επιστολή του ημερ. 4.1.96 προς τον Πρόεδρο της ΕΔΥ και την παραθέτω:

…………………………………………………………………...…………………………………………………………………...........

Η ΕΔΥ, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης διατυπώνει σαφώς τη διαφωνία της προς την κρίση της προηγούμενης Επιτροπής ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση και αναφέρεται σε δική της προγενέστερη απόφαση ημερ. 8.3.93 στην οποία εμπεριέχεται η διαπίστωση ότι ο κ. Ιωσηφίδης δεν κατείχε τα προσόντα της θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Είναι φανερό ότι, στην προκείμενη περίπτωση, η ΕΔΥ, ενήργησε αντίθετα προς την κρίση της, θεωρώντας προφανώς ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα. Προδήλως, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να παραμείνει προσκολλημένη στην κρίση της προηγούμενης Επιτροπής καθόσον αφορά τα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου γιατί αφ’ ενός τέτοια υποχρέωση δεν απέρρεε από το ακυρωτικό δεδικασμένο της υπόθεσης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω), και αφετέρου η απόφαση της προηγούμενης Επιτροπής για διορισμό του κ. Ιωσηφίδη παρέμεινε μέχρι τέλους ως internum της Επιτροπής αφού ουδέποτε δημοσιεύθηκε

….............................................................................................................

...............................................................................................................

Και ενόσω η απόφαση της ΕΔΥ με την προηγούμενη σύνθεση παρέμεινε internum μέχρι την ώρα που η ΕΔΥ υπό νέα σύνθεση επιλήφθηκε ξανά του θέματος, αυτή η απόφαση μπορούσε να αλλάξει, εφόσον η ΕΔΥ, υπό τη νέα σύνθεση, είχε τη γνώμη ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση. Η ΕΔΥ υπό τη νέα σύνθεση διατηρούσε τη δυνατότητα να εξετάσει εκ νέου το θέμα των προσόντων και ύστερα από τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας να καταλήξει στα δικά της συμπεράσματα ενδεχομένως διαφορετικά από εκείνα της προηγούμενης και να αποφασίσει ότι δεν μπορούσε να διορίσει πρόσωπο που δεν ήταν προσοντούχο. Βλ. Zacharias Ktorides and Another v. Republic (Council of Ministers and Others) (1973) 3 C.L.R. 171, Michael and Another v. The Public Service Commission (1982) 3 C.L.R. 726 και Frangoullides and Another v. The Public Service Commission (1985) 3 C.L.R. 1680.

[*156]Ωστόσο η ΕΔΥ, ενεργώντας υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης προχώρησε στο διορισμό του ενδιαφερόμενου προσώπου στην επίδικη θέση μολονότι σαφώς διατηρούσε την άποψη ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν κατείχε τα προαπαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα. Προδήλως η ΕΔΥ θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα ενώ ταυτόχρονα φαίνεται πως παρερμήνευσε το λόγο (ratio decidendi) της Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω) και τα εξ αυτής έννομα αποτελέσματα.

Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω στη διαπίστωση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει νομικά και αναπόφευκτα πρέπει να ακυρωθεί.»

Με τις ενώπιόν μας εφέσεις αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι «το ζήτημα των προσόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου (εφεσείοντα) δεν απασχόλησε την Ολομέλεια στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη ούτε και ήταν το αντικείμενο της υπόθεσης» και, επομένως, «η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να παραμείνει προσκολλημένη στην κρίση της προηγούμενης Επιτροπής καθόσον αφορά τα προσόντα του … γιατί … τέτοια υποχρέωση δεν απέρρεε από το ακυρωτικό δεδικασμένο της υπόθεσης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη …». Και τούτο γιατί η Ολομέλεια ασχολήθηκε εκτενώς με τα προσόντα του εφεσείοντα στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη αφού, στη σελίδα 503, αναφέρει τα εξής:

«… η διαδικασία για την πλήρωση της θέσης είχε συμπληρωθεί και η παρέμβαση του κ. Ιωαννίδη συνιστούσε εξωγενή παράγοντα.

Κρίνεται απαράδεκτη η επαναδιερεύνηση θεμάτων που άπτονται απόφασης της Ε.Δ.Υ. για την πλήρωση κενής θέσης με αφορμή τις ταλαντεύσεις κυβερνητικού λειτουργού για τα προσόντα του επιλεγέντα, οι οποίες εκφράζονται έξω από το πλαίσιο της νενομισμένης διαδικασίας.»

Και στη σελίδα 509 τα εξής:

«Ένα χρόνο μετά την απόφαση για αναστολή του διορισμού του κ. Ιωσηφίδη και επαναδιερεύνησης των προσόντων του, ολοκληρώθηκε η έρευνα και η ΕΔΥ αποφάσισε ότι ο εφεσίβλητος ικανοποιούσε τα προσόντα που προέβλεπε το σχέδιο υπηρεσίας …. Με την ολοκλήρωση της έρευνας για τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη και την απόφαση η οποία λήφθηκε εξέλιπε κάθε λόγος για τη μη υλοποίηση της απόφασης για διορισμό του … Η διαπίστωση αυτή έπρεπε να είχε διανοίξει την οδό για την εξωτερίκευση της απόφασης για το διορισμό του κ. Ιωσηφίδη …».

Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί. Τα πιο πάνω αποσπάσματα από τη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη αποτελούν απλώς διαπιστώσεις και ή σχόλια που διατυπώνονται από την Ολομέλεια στα πλαίσια της παράθεσης του ιστορικού υπόβαθρου της υπόθεσης. Και που υποστυλώνουν το σκεπτικό που ακολουθεί. Δεν αποτελούν, όμως, μέρος του σκεπτικού στη βάση του οποίου η Ολομέλεια οδηγήθηκε στην απόρριψη της έφεσης. Η Ολομέλεια απέρριψε την έφεση με μόνο το σκεπτικό ότι, όπως είχε διαπιστώσει και το πρωτόδικο Δικαστήριο, η εκ μέρους του Υπουργού απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της θέσης «… εγένετο με μοναδικό σκοπό να εμποδισθεί ο διορισμός του αιτητή …». Κατά κατάχρηση, δηλαδή, εξουσίας. Η κρίση αυτή, και μόνη, της Ολομέλειας συνιστούσε ακυρωτικό δεδικασμένο. Τίποτε περισσότερο. Ούτε το πρωτόδικο Δικαστήριο ούτε η Ολομέλεια ακύρωσε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη της ΕΔΥ ώστε να τίθεται θέμα είτε ακυρωτικού δεδικασμένου ως εκ της ακύρωσης τέτοιας πράξης ή παράλειψης είτε υποχρέωσης προς συμμόρφωση με απόφαση που ακύρωσε τέτοια πράξη ή παράλειψη.*

[*158]Άλλος λόγος έφεσης που προβάλλεται είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι οι εφεσίβλητοι Γ. Κασάπης και Α. Δαβερώνας είχαν έννομο συμφέρον για να προσβάλουν το διορισμό του εφεσείοντα Χρ. Ιωσηφίδη. Και τούτο για το λόγο ότι (α) εφόσον, αντίθετα με το Χρ. Ιωσηφίδη, δεν πρόσβαλαν με προσφυγή την απόφαση για απόσυρση της πρότασης για πλήρωση θέσης σημαίνει ότι την αποδέχθηκαν και, επομένως, έπαυσαν να έχουν έννομο συμφέρον για διορισμό μετά την ακύρωση της απόσυρσης από το Δικαστήριο ως αποτέλεσμα της προσφυγής 795/90 που καταχώρησε ο Χρ. Ιωσηφίδης, (β) κατά το χρόνο υλοποίησης του διορισμού του Χρ. Ιωσηφίδη (16.2.1996) ο μεν Γ. Κασάπης είχε αφυπηρετήσει από την ανώτερη θέση Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, στην οποία είχε, από 1.5.1991, προαχθεί, ο δε Α. Δαβερώνας είχε ήδη, από 15.7.1994, προαχθεί στη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση για διορισμό του Χρ. Ιωσηφίδη ουδόλως να επηρεάζει «την επαγγελματική τους ανέλιξη και ενδεχομένως την οικονομική τους κατάσταση», όπως είπε το πρωτόδικο Δικαστήριο, και, (γ) οι Γ. Κασάπης και Α. Δαβερώνας έλαβαν γνώση της εκτελεστής πράξης, με την οποία αποκλείστηκαν για προαγωγή στην επίδικη θέση, κατά ή περί τον Ιούνιο 1989, και όχι με τη δημοσίευση του διορισμού του Χρ. Ιωσηφίδη στις 16.2.1996 εφόσον, μάλιστα, ο διορισμός του Χρ. Ιωσηφίδη περιήλθε σε γνώση τους, σύμφωνα με το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος, κατά ή περί τον Ιούνιο του 1989.

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Το γεγονός ότι οι Γ. Κασάπης και Α. Δαβερώνας δεν πρόσβαλαν με προσφυγή την απόφαση για απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της θέσης δεν τους στέρησε την ιδιότητα του υποψήφιου για τη θέση και, επομένως, ούτε το έννομο συμφέρον να προσβάλουν την πλήρωσή της μετά την ακύρωση της απόσυρσης, εφόσον αυτοί μεν εξακολουθούσαν να είναι υποψήφιοι ο δε Χρ. Ιωσηφίδης προτιμήθηκε για διορισμό αντί αυτών. Το ότι δε, κατά ή περί τον Ιούνιο του 1989, έλαβαν γνώση του γεγονότος ότι η ΕΔΥ είχε προτιμήσει το Χρ. Ιωσηφίδη, αντί αυτών, δεν εξυπακούει και ότι έλαβαν γνώση οποιασδήποτε εκτελεστής πράξης διορισμού του Χρ. Ιωσηφίδη στην επίδικη θέση. Τέτοια πράξη δεν υπήρξε τότε. Εκτελεστή πράξη διορισμού του κ. Χρ. Ιωσηφίδη υπήρξε, για πρώτη και μοναδική φορά, μόνο το 1996, με τη δημοσίευσή της, στις 16.2.1996, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.  Τότε και μόνο οι Γ. Κασάπης και Α. Δαβερώνας είχαν ενεστώς έννομο συμφέρον να προσφύγουν στο Δικαστήριο.

Ο επόμενος λόγος έφεσης αναφέρεται στην ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 24.2.1998, με την οποία [*159]απέρριψε την προδικαστική ένσταση του εφεσείοντα Χρ. Ιωσηφίδη σύμφωνα με την οποία, «οι τρεις συνεκδικαζόμενες προσφυγές κατέστησαν πλέον άνευ αντικειμένου εφόσον παρήλθε άπρακτη η προθεσμία των 75 ημερών που τάσσει το άρθρο 146.3 του Συντάγματος για την άσκηση προσφυγής από της ημέρας της δημοσίευσης της διοικητικής πράξης ή απόφασης, εν προκειμένω της απόφασης της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.1997 που δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 30.05.1997. Το ενδιαφερόμενο μέρος διατείνεται πως η άπρακτη πάροδος των 75 ημερών κατέστησε τελεσίδικη την απόφαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.03.1997 η οποία έχει τον χαρακτήρα εκτελεστής διοικητικής πράξης στην οποία ενσωματώθηκε η πράξη και/ή απόφαση του διορισμού ημερομηνίας 05.01.1996 που δημοσιεύθηκε στις 16.02.1996.»

Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Η ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 24.2.1998, μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους και την παραθέτουμε:

«Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) στις 5.1.96 διόρισε το ενδιαφερόμενο μέρος Χρίστο Ιωσηφίδη στη μόνιμη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας και Οικήσεως αναδρομικά από 1.7.90. Η δημοσίευση του διορισμού στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας έγινε στις 16.2.96.

Με τις τρεις αυτές συνεκδικαζόμενες προσφυγές επιδιώκεται η ακύρωση της πράξης και/ή απόφασης του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους ως άκυρης, παράνομης και στερημένης οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

Το ενδιαφερόμενο μέρος κατά την αποδοχή του διορισμού του στην επίδικη θέση, επιφύλαξε τα δικαιώματά του μόνο όσο αφορά την ημερομηνία ισχύος του διορισμού του και συνακόλουθα, κατεχώρησε την προσφυγή αρ. 236/96 που είχε ως μόνο αντικείμενο την ημερομηνία έναρξης ισχύος του διορισμού.  Το δικαστήριο αποδέχθηκε τη θέση του κ. Ιωσηφίδη χωρίς να ασχοληθεί καθόλου, όπως άλλωστε ήταν φυσικό με οποιοδήποτε άλλο θέμα εφόσον το παράπονο του κ. Ιωσηφίδη αφορούσε μόνο την ημερομηνία έναρξης του διορισμού του.

Εκκρεμούσας της εκδίκασης των τριών προσφυγών, η ΕΔΥ στις 26.3.97 συμμορφούμενη προς την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην Προσφυγή Αρ. 236/96, ημερομ. 4.3.97, καθόρισε ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους την 1.7.89 αντί την 1.7.90. Η απόφαση της [*160]ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.97 δημοσιεύθηκε στις 30.5.97 στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Κατόπιν των ανωτέρω, το ενδιαφερόμενο μέρος προβάλλει τώρα τον ισχυρισμό ότι οι τρεις συνεκδικαζόμενες προσφυγές κατέστησαν πλέον άνευ αντικειμένου εφόσον παρήλθε άπρακτη η προθεσμία των 75 ημερών που τάσσει το άρθρο 146.3 του Συντάγματος για την άσκηση προσφυγής από της ημέρας της δημοσίευσης της διοικητικής πράξης ή απόφασης, εν προκειμένω της απόφασης της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.97 που δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 30.5.97. Το ενδιαφερόμενο μέρος διατείνεται πως η άπρακτη πάροδος των 75 ημερών κατέστησε τελεσίδικη την απόφαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.97 η οποία έχει τον χαρακτήρα εκτελεστής διοικητικής πράξης στην οποία ενσωματώθηκε η πράξη και/ή απόφαση του διορισμού ημερομηνίας 5.1.96 που δημοσιεύθηκε στις 16.2.96.

…………………………………………………...……………….

……………………………………………………...…………….

Καθίσταται πρόδηλο ότι η ΕΔΥ κατά τη νέα εξέταση στις 26.3.97 δεν επελήφθη του όλου θέματος του διορισμού αλλά ασχολήθηκε μόνο με τον επανακαθορισμό της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του διορισμού. Η ημερομηνία έναρξης της ισχύος του διορισμού, οποιαδήποτε και αν είναι αυτή η ημερομηνία, δεν αμφισβητείται από κανένα. Η αμφισβήτηση επικεντρώνεται σ’ αυτή τούτη την πράξη και/ή απόφαση του διορισμού ημερομηνίας 5.1.96.

Από τα πιο πάνω γεγονότα προκύπτει ότι πρόκειται για δύο διαφορετικές διοικητικές πράξεις που αφορούν τον διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στην μόνιμη θέση Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας και Οικήσεως. Η πρώτη είναι εκείνη που δημοσιεύθηκε στις 16.2.96 με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος διορίστηκε στη θέση από 1.7.90 και η δεύτερη είναι εκείνη που δημοσιεύθηκε στις 30.5.97 η οποία ανακάλεσε την προηγούμενη κατά την έκταση που αφορά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους και έδωσε αναδρομική ισχύ στην έναρξη του διορισμού από 1.7.1989. Η δεύτερη απόφαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.97 είναι ταυτόχρονα και σιωπηρά βεβαιωτική του διορισμού του ενδιαφερόμενου μέρους στη συγκεκριμένη θέση την οποία ήδη κατείχε. Με τη δεύτερη απόφαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.97 δεν καταργήθηκε η νομική κατάσταση που δημιούργησε η πρώτη απόφαση. Η πράξη ή απόφαση επιλογής και διορισμού του Χρ. Ιωσηφίδη στην επίδικη θέση πα[*161]ρέμεινε αλώβητη και συνακόλουθα αποφαίνομαι ότι οι συνεκδικαζόμενες προσφυγές εφόσον προσβάλλουν την πρώτη πράξη και ή απόφαση εξακολουθούν να διατηρούν το ίδιο αντικείμενο το οποίο ουδέποτε απώλεσαν. Βλ. Ieronymides and Others v. Republic (1963) 3 C.L.R. 2424

Άλλος λόγος έφεσης που προβάλλεται είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι «Στην προκείμενη περίπτωση, η ΕΔΥ, ενήργησε αντίθετα προς την κρίση της, θεωρώντας προφανώς ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα.».

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Εκείνο που η ΕΔΥ θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει ήταν ότι, σύμφωνα με τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, το ακόλουθο, μεταξύ άλλων, απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη ενέπιπτε, εσφαλμένα όπως ήδη εξηγήσαμε, στο ακυρωτικό δεδικασμένο: «Με την ολοκλήρωση της έρευνας για τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη και την απόφαση η οποία λήφθηκε εξέλιπε κάθε λόγος για τη μη υλοποίηση της απόφασης για διορισμό του…».

Ο επόμενος λόγος έφεσης είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι «Και ενόσω η απόφαση της ΕΔΥ με την προηγούμενη σύνθεση παρέμεινε internum μέχρι την ώρα που η ΕΔΥ υπό νέα σύνθεση επιλήφθηκε ξανά του θέματος, αυτή η απόφαση μπορούσε να αλλάξει, εφόσον η ΕΔΥ υπό τη νέα σύνθεση είχε την γνώμη ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση.». Και τούτο για το λόγο ότι, μετά την απόφαση της Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη, η απόφαση της ΕΔΥ, με την προηγούμενή της σύνθεση, ότι ο Χρ. Ιωσηφίδης κατείχε τα προσόντα της θέσης, έπαυσε να είναι internum της ΕΔΥ, με αποτέλεσμα η ΕΔΥ, υπό τη νέα της σύνθεση, να υπέχει νομική υποχρέωση να προχωρήσει στο διορισμό του Χρ. Ιωσηφίδη στην επίδικη θέση.

Ούτε και αυτός ο λόγος ευσταθεί. Ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι «Προδήλως, η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να παραμείνει προσκολλημένη στην κρίση της προηγούμενης Επιτροπής καθόσον αφορά τα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου γιατί αφ’ ενός τέτοια υποχρέωση δεν απέρρεε από το ακυρωτικό δεδικασμένο της υπόθεσης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (ανωτέρω), και αφετέρου η απόφαση της προηγούμενης Επιτροπής για διορισμό του κ. Ιωσηφίδη παρέμεινε μέχρι τέλους ως internum της Επιτροπής αφού ουδέποτε δημοσιεύθηκε.».

[*162]Ο τελευταίος λόγος έφεσης που προβάλλεται είναι ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε και ή παρέλειψε να αποφασίσει επί του επίδικου θέματος της κατοχής των προσόντων της θέσης από το Χρ. Ιωσηφίδη.

Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Αφ’ ης στιγμής το πρωτόδικο Δικαστήριο διαπίστωσε ότι εσφαλμένα η ΕΔΥ, ενεργώντας υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης, θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να δεχθεί ότι ο Χρ. Ιωσηφίδης κατείχε τα προσόντα της θέσης, δεν ήταν θέμα του Δικαστηρίου να υποκαταστήσει την ΕΔΥ και να κρίνει το ίδιο κατά πόσο ο Χρ. Ιωσηφίδης κατείχε ή όχι τα εν λόγω προσόντα. Η εξέταση του θέματος ανήκε και πάλι στην ΕΔΥ κατά την επανεξέταση.

Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠHΣ, Δ.: Αποφασιστικής σημασίας στην έκβαση των εφέσεων αυτών είναι, κατά την άποψή μου, η απόφαση στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495. Η υπόθεση εκείνη έκρινε ότι ήταν παράνομη η απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της θέσης του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Επισημαίνω ότι η απόσυρση της πρότασης έγινε μετά που η ΕΔΥ, αφού έκρινε τον κ. Ιωσηφίδη προσοντούχο, τον επέλεξε ως τον καταλληλότερο για διορισμό στην εν λόγω θέση αλλά πριν κοινοποιηθεί η απόφαση της ΕΔΥ στον κ. Ιωσηφίδη και μετά που η ΕΔΥ, αφού, ως αποτέλεσμα των παρεμβάσεων, ανέστειλε την απόφαση της και επαναδιερεύνησε τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη, τον έκρινε και πάλι προσοντούχο και έκρινε ότι οι λόγοι που προβλήθησαν από το Υπουργείο Εσωτερικών για απόσυρση της πρότασης δεν ήσαν ικανοποιητικοί. Επισημαίνω επίσης ότι η απόσυρση της πρότασης ήταν το αποτέλεσμα παρεμβάσεων και διεργασιών, με έναυσμα την εκ των υστέρων αμφισβήτηση από το Γενικό Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως των προσόντων του κ. Ιωσηφίδη, που εκρίθησαν από την Ολομέλεια ως απαράδεκτες, περιλαμβανομένης της προσπάθειας τροποποίησης του σχεδίου υπηρεσίας ώστε να αποκλείετο ο κ. Ιωσηφίδης ως εξωτερικός υποψήφιος.

Με αυτό το υπόβαθρο, η άποψη μου είναι ότι ορθά η ΕΔΥ, κατά την επανεξέταση, θεώρησε εαυτή δεσμευμένη από την εν λόγω απόφαση να προσφέρει τον ήδη αποφασισθέντα διορισμό στον κ. Ιωσηφίδη. Το θέμα δεν ήταν καθόλου θέμα δεδικασμένου ως προς τα προσόντα αλλά απλώς θέμα συνέχισης της διαδικασίας από το σημείο στο οποίο είχε, κακώς, διακοπεί. Και το σημείο εκείνο ήταν μετά από τη διαπίστωση ότι ο κ. Ιωσηφίδης ήταν προσοντούχος αλ[*163]λά και μετά από τη λήψη της απόφασης για διορισμό του. Αυτό είναι και το νόημα της αναφοράς στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη, ανωτέρω, από τον Πική, Δ. (ως ήτο τότε), δίδοντας την απόφαση της Ολομέλειας, ότι (σ. 503):

"..... η διαδικασία για την πλήρωση της θέσης είχε συμπληρωθεί και η παρέμβαση του κ. Ιωαννίδη συνιστούσε εξωγενή παράγοντα.

Κρίνεται απαράδεκτη η επαναδιερεύνηση θεμάτων που άπτονται απόφασης της Ε.Δ.Υ. για την πλήρωση κενής θέσης με αφορμή τις ταλαντεύσεις κυβερνητικού λειτουργού για τα προσόντα του επιλεγέντα, οι οποίες εκφράζονται έξω από το πλαίσιο της νενομισμένης διαδικασίας."

Αλλά και της Αναφοράς στη σ. 509, σε συνάρτηση με την επαναδιερεύνηση των προσόντων του κ. Ιωσηφίδη από την Ε.Δ.Υ., ότι:

"Με την ολοκλήρωση της έρευνας για τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη και την απόφαση η οποία λήφθηκε εξέλιπε κάθε λόγος για τη μη υλοποίηση της απόφασης για το διορισμό του."

Αν ήταν άλλως, και επιτρέπετο στην Ε.Δ.Υ. να επαναδιερευνήσει τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη κατά την επανεξέταση, θα εξουδετερώνετο η απόφαση της Ολομέλειας ότι κακώς η πρόταση απεσύρθη. Και αν η Ε.Δ.Υ. δεν μπορούσε να επαναδιερευνήσει το θέμα των προσόντων του κ. Ιωσηφίδη μετά από τις παρεμβάσεις που έγιναν, τοσούτο μάλλον δεν μπορούσε να το επαναδιερευνήσει μετά από την ακύρωση από την Ολομέλεια της απόσυρσης της πρότασης που επανέφερε τα πράγματα στο στάδιο στο οποίο η ήδη ληφθείσα απόφαση για διορισμό του κ. Ιωσηφίδη δεν είχε κοινοποιηθεί. Υποχρέωση της Ε.Δ.Υ. κατά την επανεξέταση ήταν λοιπόν να συνεχίσει τη διαδικασία από το στάδιο εκείνο και όχι να επανέλθει στο θέμα των προσόντων, όχι διότι τούτο ήταν δεδικασμένο αλλά διότι δεν εγείρετο πλέον.

Αναφορά στο ίδιο το πρακτικό της Ε.Δ.Υ. αποκαλύπτει ότι αυτό ακριβώς είναι που θεώρησε η Ε.Δ.Υ. ότι τη δέσμευε και όχι το ότι τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη είχαν κριθεί ως δεδικασμένο από την Ολομέλεια:

"Η Επιτροπή, αφού μελέτησε τις πιο πάνω επιστολές, αποφάσισε ότι τόσο η απόφαση του Δικαστηρίου όσο και η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα την υποχρεώνουν να προχω[*164]ρήσει στο διορισμό του Ιωσηφίδη προς υλοποίηση των νομικών απαιτήσεων." (υπογράμμιση δική μου).

Και αυτό είναι που είχε υπ’ όψη του και ο Γενικός Εισαγγελέας, στις δύο επιστολές του οποίου βασίσθηκε η ΕΔΥ κατά την επανεξέταση. Στην επιστολή της 4.1.1996 ο Γενικός Εισαγγελέας λέγει:

"..... όσον αφορά το θέμα της προσφοράς θέσης προς τον κ. Ιωσηφίδη ουδεμία διακριτική εξουσία έχετε, διότι πρόκειται περί σαφούς υποχρέωσης, η οποία προκύπτει από το ακυρωτικό δεδικασμένο (Άρθρο 146.5 του Συντάγματος). Επομένως υπέχετε υποχρέωση να του προσφέρετε τη θέση σύμφωνα με την πιο πάνω επιστολή μου." (υπογράμμιση δική μου).

Σημαντική είναι και η περαιτέρω παρατήρηση του Γενικού Εισαγγελέα που επίσης καταδεικνύει ότι το θέμα δεν αφορούσε το δεδικασμένο των προσόντων του κ. Ιωσηφίδη αλλά απλώς τη συμπλήρωση της διαδικασίας από το στάδιο στο οποίο είχε μείνει:

"Ενόψει των ανωτέρω δεν τίθεται θέμα επιφύλαξης θέσης των παρόντων μελών της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ως προς το εάν έχει ή όχι τα προσόντα ο κ. Ιωσηφίδης και τούτο διότι η απόφαση που καλείσθε να λάβετε δεν επηρεάζει τη δυνατότητα έρευνας για τα προσόντα του σε οποιαδήποτε μελλοντική διαδικασία ενώπιόν σας." (υπογράμμιση δική μου).

Και η ίδια η Ε.Δ.Υ. στο πρακτικό της, κάνοντας αναφορά στο θέμα των προσόντων του κ. Ιωσηφίδη, δεν έπραξε τούτο αποφαινόμενη και πάλι επί των προσόντων του αλλά μόνο για να διευκρινίσει ότι δεν εδεσμεύετο ως προς τα προσόντα του κ. Ιωσηφίδη σε μελλοντικές διαδικασίες:

"Η Επιτροπή θεωρεί ότι οφείλει να πράξει τούτο, διατηρεί όμως την άποψη ότι, υπό το φως της απόφασης της παρούσας Επιτροπής, που λήφθηκε στις 8.3.93 (θέμα Β.(1)(2) των πρακτικών), με την οποία κρίθηκε ότι ο Ιωσηφίδης δεν κατέχει τα προσόντα της θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας, η προσφορά σε αυτόν διορισμού προς υλοποίηση απόφασης της προηγούμενης Επιτροπής και ικανοποίηση των νομικών απαιτήσεων δεν εξυπακούει οποιαδήποτε υποχρέωση ή δέσμευση της παρούσας Επιτροπής όπως αναγνωρίσει σ’ αυτόν την κατοχή των προσόντων που απαιτούνται για τη συγκεκριμένη θέση ή για άλλη παρόμοια θέση στην οποία απαιτούνται τα ίδια προσόντα, και ότι εάν και όταν παρου[*165]σιαστεί τέτοιο θέμα η Επιτροπή θα το εξετάσει υπό το φως της νομολογίας που θα ισχύει." (υπογράμμιση δική μου).

Δεν μπορώ λοιπόν να συμφωνήσω με την άποψη του αδελφού μου Δικαστή ο οποίος επελήφθη της προσφυγής πρωτοδίκως ότι (σ. 13):

"Η ΕΔΥ, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης διατυπώνει σαφώς τη διαφωνία της προς την κρίση της προηγούμενης Επιτροπής ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για διορισμό στην επίδικη θέση και αναφέρεται σε δική της προγενέστερη απόφαση ημερ. 8.3.93 στην οποία εμπεριέχεται η διαπίστωση ότι ο κ. Ιωσηφίδης δεν κατείχε τα προσόντα της θέσης Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Είναι φανερό ότι, στην προκείμενη περίπτωση, η ΕΔΥ, ενήργησε αντίθετα προς την κρίση της, θεωρώντας προφανώς ότι είχε δέσμια υποχρέωση να ακολουθήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα."

Η Ε.Δ.Υ. δεν επανατοποθετήθηκε επί των προσόντων του κ. Ιωσηφίδη ούτε θεώρησε εαυτή δεσμευμένη ως προς τούτα. Η μόνη δέσμευση της, όπως την αντελήφθη και η ίδια, ήταν να συνεχίσει τη διαδικασία από το στάδιο στο οποίο επανήλθε μετά από την απόφαση της Ολομέλειας.  Και, συνεχίζοντας την, προσέφερε τον ήδη αποφασισθέντα διορισμό στον κ. Ιωσηφίδη.

Όσο θα εξαρτάτο λοιπόν από εμένα θα επέτρεπα τις εφέσεις.

Oι εφέσεις απορρίπτονται κατά πλειοψηφία με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο