Ανωτάτη Δικαστική Επιτροπή Αθλητισμού (ΑΔΕΑ) v.Aθλητικού Ποδοσφαιρικού Ομίλου Ελλήνων Λευκωσίας (2002) 3 ΑΑΔ 235

(2002) 3 ΑΑΔ 235

[*235]19 Απριλίου, 2002

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ,

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΝΩTΑΤΗ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ (ΑΔΕΑ)

Εφεσείοντες-Καθ’ ων η αίτηση,

v.

ΑΘΛΗΤΙΚΟΥ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ΕΛΛΗΝΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

Εφεσιβλήτου-Αιτητή.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2896)

 

Ανώτατη Δικαστική Επιτροπή Αθλητισμού ― Πρωτοβάθμια δικαιοδοσία της και πότε ασκείται, βάσει των περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμων 1969-1996 ― Ορθά αποφασίστηκε πως η ΑΔΕΑ δεν είχε εν προκειμένω υπό τις περιστάσεις πρωτόδικη δικαιοδοσία να εκδικάσει την αθλητική διαφορά των δύο σωματείων.

Πρωτόδικα η απόφαση της ΑΔΕΑ να απορρίψει, ως μη έχουσα δικαιοδοσία, την προσφυγή του ΑΠΟΕΛ, ακυρώθηκε.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η ανάληψη δικαιοδοσίας εκ μέρους της ΑΔΕΑ για την εκδίκαση υποθέσεων ως πρωτοβάθμια Δικαστική Επιτροπή, βασίζεται στο Άρθρο 9 των περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμων 1969-1996. Προκύπτει ότι για να έχει δικαιοδοσία η ΑΔΕΑ θα πρέπει να υπάρχει αθλητική δικαστική διαφορά και το καταστατικό της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας να μην προβλέπει για την εκδίκαση της διαφοράς από την ίδια.

Σύμφωνα δε με το Άρθρο 2, αθλητική δικαστική διαφορά είναι και διαφορά που προκύπτει μεταξύ αθλητικών σωματείων και περιλαμβάνει όλες τις διαφορές που έχουν σχέση με τον αθλητισμό και κάθε παράβαση των κανονισμών.

Είναι πρόδηλο από τις πρόνοιες των Άρθρων 2 και 17(7), ότι το [*236]καταστατικό της ΚΟΠ προβλέπει ρητά πως επιλύεται η διαφορά μεταξύ δύο σωματείων που σχετίζεται με το συμβόλαιο ενός μη Κύπριου ποδοσφαιριστή. Η διαφορά που προέκυψε μεταξύ των δύο σωματείων ανάγεται στη σύμβαση μεταξύ του μη Κύπριου ποδοσφαιριστή και του ΑΠΟΕΛ και ειδικότερα στην ερμηνεία του όρου 16. Το ΑΠΟΕΛ με βάση τις πρόνοιες της νομοθεσίας έπρεπε να παραπέμψει την διαφορά στα αρμόδια όργανα της ΚΟΠ για τις αξιούμενες θεραπείες σύμφωνα με το Άρθρο 17(7). Και στην περίπτωση μη ικανοποίησης του να προσφύγει στην ΑΔΕΑ εφεσιβάλλοντας την απόφαση των οργάνων της ΚΟΠ. Στην παρούσα υπόθεση η ΑΔΕΑ εστερείτο πρωτόδικης δικαιοδοσίας να επιληφθεί της διαφοράς. Το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης ότι, επειδή προϋπήρξαν διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο σωματείων οι οποίες δεν κατέληξαν σε αποτέλεσμα, δημιουργήθηκε “αθλητική διαφορά” και κατά λογική συνέπεια η ΑΔΕΑ απέκτησε δικαιοδοσία, είναι εσφαλμένο.  Δεν είναι δυνατό από ενέργειες των δύο σωματείων να αποδοθεί δικαιοδοσία στην ΑΔΕΑ, ενάντια στις πρόνοιες της νομοθεσίας.

Η ΑΔΕΑ ορθά αποφάσισε ότι δεν είχε πρωτόδικη δικαιοδοσία να εκδικάσει την αθλητική διαφορά μεταξύ των δύο σωματείων.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τους καθ’ ων η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Προσφυγή Aρ. 573/98), ημερομηνίας 29/7/99, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση της AΔEA ότι αυτή δεν είχε δικαιοδοσία σαν πρωτοβάθμια Δικαστική Eπιτροπή να επιλύσει την διαφορά η οποία προέκυψε μεταξύ του αθλητικού σωματείου AΠOEΛ και ενός μη Kύπριου ποδοσφαιριστή με τον οποίο το AΠOEΛ είχε υπογράψει συμβόλαιο συνεργασίας.

Ε. Σατράκη για Σ. Σαμψών, για τους Εφεσείοντες.

Π. Σπανός, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ..

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο Γιουγκοσλάβος ποδοσφαιριστής Vesco Mihajlovic υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με το σωματείο ΑΠΟΕΛ (εφεσίβλητου) για την περίοδο αρχικά από 1.7.93 μέχρι την 30.6.95, το οποίο ανανεώθηκε, σύμφωνα με τις πρόνοιες της [*237]συμφωνίας, για περίοδο δύο ακόμα χρόνων μέχρι τις 30.6.97.  Σύμφωνα με το άρθρο 16 του αρχικού συμβολαίου το ΑΠΟΕΛ θα μπορούσε να ζητήσει τέλος μεταγραφής αν ο ποδοσφαιριστής υπέγραφε πριν από τη λήξη της πιο πάνω συμφωνίας συμβόλαιο συνεργασίας με άλλη ομάδα.

Ένα χρόνο πριν από τη λήξη της συμφωνίας, στις 29.5.96 ο ποδοσφαιριστής υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με το σωματείο Ανόρθωση.

Στις 2.4.98 το ΑΠΟΕΛ καταχώρησε στην ΑΔΕΑ (εφεσείοντες) την προσφυγή αρ. 2/98 για εκδίκαση αθλητικής διαφοράς μεταξύ του ιδίου και του σωματείου Ανόρθωση με την οποία ζητούσε την καταβολή ποσού £300.000,- ως αποζημιώσεις.

Η ΑΔΕΑ με απόφαση της ημερομηνίας 1.7.1998 απέρριψε την προσφυγή του ΑΠΟΕΛ αρ. 2/98 (πιο πάνω) με το αιτιολογικό ότι εστερείτο δικαιοδοσίας σαν πρωτοβάθμια Δικαστική Επιτροπή.  Το σχετικό απόσπασμα της απόφασης της ΑΔΕΑ έχει ως εξής:-

“Για τη διαφορά η οποία αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής 2/98 το ΑΠΟΕΛ δεν έχει απευθυνθεί προς την ΚΟΠ για την επίλυση της διαφοράς όπως προβλέπει το άρθρο 17(7) των Γενικών Κανονισμών. Εν όψει του γεγονότος το Καταστατικό της ΚΟΠ προβλέπει ρητά για την ερμηνεία και τον τρόπο εφαρμογής των όρων του συμβολαίου μεταξύ ενός μη Κυπρίου ποδοσφαιριστή και του σωματείου του, θεωρούμε ότι όσον αφορά την προσφυγή 2/98 δεν έχουμε δικαιοδοσία σαν πρωτοβάθμια Δικαστική Επιτροπή να επιληφθούμε της υπόθεσης εφ’ όσον το καταστατικό της ΚΟΠ ρητά προβλέπει για τον τρόπο επίλυσης της διαφοράς η οποία έχει εγερθεί μεταξύ των δύο σωματείων και συγκεκριμένα με τη διαδικασία της Επιτροπής Επίλυσης Διαφορών.”

Το ΑΠΟΕΛ προσέφυγε με την προσφυγή αρ. 573/98 στο Ανώτατο Δικαστήριο για την ακύρωση της απόφασης της ΑΔΕΑ. Ο συνάδελφος που εκδίκασε την προσφυγή σε πρώτο βαθμό ακύρωσε την απόφαση της ΑΔΕΑ γιατί, όπως απεφάνθη ήταν αποτέλεσμα νομικής πλάνης. Αναφέρονται στην ακυρωτική απόφαση τα εξής:-

“Το συμπέρασμα της ΑΔΕΑ ότι δεν έχει δικαιοδοσία σαν πρωτοβάθμια Δικαστική Επιτροπή να επιληφθεί της ερμηνείας και του τρόπου εφαρμογής των όρων του συμβολαίου μεταξύ ενός μη Κυπρίου ποδοσφαιριστή και του σωματείου του δεν είναι ορ[*238]θό. Ανεξάρτητα από την ορθή ερμηνεία του άρθρου 16 του αρχικού συμβολαίου του ποδοσφαιριστή που είχε υπογράψει με το σωματείο ΑΠΟΕΛ, η διαφορά αφορά τα δύο σωματεία και όχι διαφορά μεταξύ του ΑΠΟΕΛ και του ποδοσφαιριστή. Τα δύο σωματεία είχαν μεταξύ τους σχετικές επαφές γύρω στις 12/12/97 για την επίλυση της απαίτησης, που όμως δεν καρποφόρησαν. Η αποτυχία των πιο πάνω διαπραγματευτικών προσπαθειών οδήγησε στη δημιουργία “αθλητικής διαφοράς”. Η συμπερίληψη του ποδοσφαιριστή στον τίτλο της προσφυγής ως καθ’ ου η αίτηση 2 (όπως φαίνεται στη σχετική απόφαση της ΑΔΕΑ της 1/7/98) είναι λανθασμένη. Ο ποδοσφαιριστής δεν ήταν διάδικος, αφού η προσφυγή δεν στρεφόταν εναντίον του αλλά εναντίον του σωματείου ΑΝΟΡΘΩΣΗ.

Με βάση τα πιο πάνω έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η σχετική απόφαση που αφορά την προσφυγή 2/98 είναι αποτέλεσμα νομικής πλάνης.”

Εναντίον της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης η ΑΔΕΑ καταχώρησε την παρούσα έφεση, προβάλλοντας ένα και μόνο λόγο, ότι, η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη γιατί στην πραγματικότητα δεν υπήρχε αθλητική δικαστική διαφορά, σύμφωνα με το άρθρο 2, μεταξύ των δύο σωματείων και επομένως έπρεπε να τύχει εφαρμογής το άρθρο 17(7) των γενικών κανονισμών της οικείας ομοσπονδίας, δηλαδή της ΚΟΠ.

Η ανάληψη δικαιοδοσίας εκ μέρους της ΑΔΕΑ για την εκδίκαση υποθέσεων ως πρωτοβάθμια Δικαστική Επιτροπή βασίζεται στο άρθρο 9 των περί Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού Νόμων 1969-1996. Προκύπτει ότι για να έχει δικαιοδοσία η ΑΔΕΑ θα πρέπει να υπάρχει αθλητική δικαστική διαφορά και το καταστατικό της οικείας αθλητικής ομοσπονδίας να μην προβλέπει για την εκδίκαση της διαφοράς από την ίδια.

Σύμφωνα δε με το άρθρο 2 αθλητική δικαστική διαφορά είναι και διαφορά που προκύπτει μεταξύ αθλητικών σωματείων και περιλαμβάνει όλες τις διαφορές που έχουν σχέση με τον αθλητισμό και κάθε παράβαση των κανονισμών.

Το άρθρο 2 έχει ως ακολούθως:-

“Οιανδήποτε διαφορά ήτις ήθελεν αναφυή μεταξύ αθλητικών σωματείων ή μεταξύ αθλητικών ομοσπονδιών, αθλητικών σωματείων, αθλητών, προπονητών, διαιτητών και κριτών, περιλαμβάνει δε [*239]πάσα διαφορά σχέσιν έχουσαν προς τον αθλητισμό και πάσαν παράβασιν ή μη συμμόρφωσιν προς οιανδήποτε διάταξιν των δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδομένων Κανονισμών.”

Το δε άρθρο 17(7) αναφέρει:-

“(7) Διά την εγγραφήν μη Κυπρίου ποδοσφαιριστού εις το Μητρώον της Ομοσπονδίας απαιτείται η υποβολή αιτήσεως επί καθορισμένου υπό του Διοικητικού Συμβουλίου εντύπου, το οποίον δέον να συνοδεύεται εκτός άλλων, και υπό πιστοποιημένου αντιγράφου του μεταξύ του Σωματείου και του ποδοσφαιριστού Συμβολαίου. Το εν λόγω Συμβόλαιον, άμα τη καταθέσει του εις την Ομοσπονδίαν, καθίσταται υποχρεωτικόν τόσον διά το Σωματείον όσο και διά τον ποδοσφαιριστήν η δε Ομοσπονδία έχει αρμοδιότητα εφαρμογής των όρων του Συμβολαίου διά του ορισμού υπό του Διοικητικού Συμβουλίου τριμελούς Επιτροπής Επιλύσεως Διαφορών.

Το εν λόγω Συμβόλαιον δέον απαραιτήτως να περιέχει μεταξύ άλλων, σαφή πρόνοιαν, ως ήθελεν αύτη καθοριστεί υπό του Διοικητικού Συμβουλίου, διά το μέλλον του ποδοσφαιριστού, άμα τη λήξει του Συμβολαίου, ή άμα τη λύσει του, είτε μονομερώς είτε δι’ αμοιβαίας συμφωνίας.”

Είναι πρόδηλο από τις πρόνοιες των πιο πάνω άρθρων ότι το καταστατικό της ΚΟΠ προβλέπει ρητά πως επιλύεται η διαφορά μεταξύ δύο σωματείων που σχετίζεται με το συμβόλαιο ενός μη Κύπριου ποδοσφαιριστή. Η διαφορά που προέκυψε μεταξύ των δύο σωματείων ανάγεται στη σύμβαση μεταξύ του μη Κύπριου ποδοσφαιριστή και του ΑΠΟΕΛ και ειδικότερα στην ερμηνεία του όρου 16. Το ΑΠΟΕΛ με βάση τις πρόνοιες της νομοθεσίας έπρεπε να παραπέμψει την διαφορά στα αρμόδια όργανα της ΚΟΠ για τις αξιούμενες θεραπείες σύμφωνα με το άρθρο 17(7). Και στην περίπτωση μη ικανοποίησης του να προσφύγει στην ΑΔΕΑ εφεσιβάλλοντας την απόφαση των οργάνων της ΚΟΠ. Στην παρούσα υπόθεση η ΑΔΕΑ εστερείτο πρωτόδικης δικαιοδοσίας να επιληφθεί της διαφοράς. Το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης ότι, επειδή προϋπήρξαν διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο σωματείων οι οποίες δεν κατέληξαν σε αποτέλεσμα, δημιουργήθηκε “αθλητική διαφορά” και κατά λογική συνέπεια η ΑΔΕΑ απέκτησε δικαιοδοσία, είναι εσφαλμένο.  Δεν είναι δυνατό από ενέργειες των δύο σωματείων να αποδοθεί δικαιοδοσία στην ΑΔΕΑ ενάντια στις πρόνοιες της νομοθεσίας.

[*240]Καταλήγουμε κατά συνέπεια ότι η ΑΔΕΑ ορθά αποφάσισε ότι δεν είχε πρωτόδικη δικαιοδοσία να εκδικάσει την αθλητική διαφορά μεταξύ των δύο σωματείων.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’  έφεση.

Η επίδικη διοικητική απόφαση επικυρώνεται.

H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο