Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Ανδρέα Ευσταθιάδη (2002) 3 ΑΑΔ 436

(2002) 3 ΑΑΔ 436

[*436]5 Ιουνίου, 2002

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΑΡΧH ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟY ΚYΠΡΟΥ,

Εφεσείουσα,

v.

ΑΝΔΡΕΑ ΕΥΣΤΑΘΙΑΔΗ,

Εφεσιβλήτου.

(Aναθεωρητική Έφεση Aρ. 2989)

 

Ακυρωτική Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Επανεξέταση ― Σημείο έναρξης της επανεξέτασης ― Στοιχεία κρίσης για τα οποία δεν διαπιστώθηκε μεμπτότητα, δεν υποκαθίστανται με άλλα.

Ακυρωτική Απόφαση Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Επανεξέταση ― Σύσταση Διευθυντή για διαδικασία προαγωγών, που έγινε ενώπιον αναρμόδιου οργάνου (μη νόμιμα συγκροτημένου), δεν μπορεί να τεθεί στην επανεξέταση ως έχει ενώπιον του νέου οργάνου ― Πρέπει να γίνει νέα σύσταση.

Κατά την επανεξέταση που ακολούθησε την ακυρωτική απόφαση, λόγω κακής συγκρότησης του διοικητικού συμβουλίου, δόθηκε η σύσταση του Διευθυντή που είχε δοθεί στο παρελθόν, ο οποίος στο μεταξύ είχε αποβιώσει.

Πρωτοδίκως η επίδικη διοικητική απόφαση προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους, ακυρώθηκε.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Νόμιμα στοιχεία κρίσης ή, ακριβέστερα, στοιχεία κρίσης σε σχέση με τα οποία δεν διαπιστώθηκε μεμπτότητα μέχρι το χρονικό σημείο που ενδιαφέρει, λαμβάνονται υπόψη κατά την επανεξέταση και δεν υποκαθίστανται με άλλα.

2.  Η νομιμότητα της σύστασης από εσωτερικής άποψης, δηλαδή ως προς το περιεχόμενό της, δεν έχει ακόμα τεθεί υπό κρίση και επομέ[*437]νως στο μεταξύ, για τον υπό συζήτηση σκοπό, θεωρείται νόμιμη. Αλλού εν προκειμένω είναι το πρόβλημα. Αφορά στην ίδια την υπόσταση της σύστασης. Ο τέως Γενικός Διευθυντής είχε κληθεί από αναρμοδίους, εμφανίστηκε ενώπιον αναρμοδίων και τα όσα ανέφερε, προορίζοντάς τα ως σύσταση βάσει του Καν. 23(3) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86), τα ανέφερε σε αναρμοδίους. Οι οποίοι όπως τόνισε ο πρωτόδικος Δικαστής δεν είχαν, ενόψει των περιστάσεων, ούτε δυνατότητα να ζητούσαν διευκρινίσεις. Τα όσα αναφέρθηκαν στην εμφανιζόμενη ως Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και στο εμφανιζόμενο ως Διοικητικό Συμβούλιο, που δεν τελούσαν υπό νόμιμη συγκρότηση, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν σύσταση όπως το ίδιο δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν σύσταση αν απευθύνονταν σε οποιουσδήποτε άλλους αναρμόδιους τρίτους.  Με την κήρυξη της δεύτερης απόφασης της Α.Η.Κ. ως άκυρης λόγω αναρμοδιότητας, κατέρρευσε από κάθε άποψη η διαδικασία στην έκταση την οποία κάλυπτε η αναρμοδιότητα περιλαμβανομένης και της δυνατότητας νόμιμα να λαμβανόταν σύσταση.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Αντωνιάδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 295,

Δημοκρατία v. Πιτσιλλίδη (1990) 3 Α.Α.Δ. 4330,

Αργυρίδης v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 376,

Δημοκρατία v. Κοντογιώργη (2001) 3 Α.Α.Δ. 1037,

Τορναρίτη κ.ά. v. Α.Η.Κ., Υπόθ. Αρ. 348/98 κ.ά., ημερ. 2.2.2000,

Γρηγορίου v. Α.Η.Κ., Υπόθ. Αρ. 411/98, ημερ. 11.8.1999,

Βασιλείου v. Α.Η.Κ., Υπόθ. Αρ. 796/98, ημερ. 10.3.2000.

Έφεση.

Έφεση από την καθ’ ης η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Προσφυγή Aρ. 329/98), ημερομηνίας 22/12/99, με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή, κατόπιν τρίτης επανεξέτασης, του ιδίου ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή Προσωπικού της Aρχής.

[*438]Κ. Στιβαρού για Γ. Κακογιάννη, για την Εφεσείουσα.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσίβλητο.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Α.Η.Κ., ημερ. 21 Μαρτίου 1995, για προαγωγή του ενδιαφερομένου προσώπου, Γενέθλιου Παπαδόπουλου, στη θέση Διευθυντή Προσωπικού ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 13 Δεκεμβρίου 1996 λόγω πλημμέλειας στην υπέρ του ενδιαφερομένου προσώπου σύσταση που ο Διευθυντής διατύπωσε τόσο στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και στο Διοικητικό Συμβούλιο. Ακολούθησε επανεξέταση κατά την οποία ο Διευθυντής προέβη σε νέα σύσταση, πάλι υπέρ του ενδιαφερομένου προσώπου. Με τη δεύτερη απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, ημερ. 27 Δεκεμβρίου 1996, επαναπροήχθη το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Προσεβλήθη και αυτή και την 1 Δεκεμβρίου 1997 ακυρώθηκε λόγω παράνομης συγκρότησης του Διοικητικού Συμβουλίου, ενόψει της απόφασης της πλήρους Ολομέλειας στην Αντωνιάδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 295. Ας σημειωθεί δε πως η κακή συγκρότηση του Συμβουλίου αντανακλούσε και στη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής. Στην τρίτη εξέταση, που άρχισε από το στάδιο της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, λήφθηκε υπόψη τόσο από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή όσο και από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, η κατά τη δεύτερη εξέταση σύσταση του Διευθυντή ο οποίος στο μεταξύ είχε αποβιώσει. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου, ημερ. 23 Φεβρουαρίου 1998, προήχθη ξανά το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Προσεβλήθη και η τρίτη απόφαση. Τέθηκαν προς εξέταση διάφοροι λόγοι, μεταξύ των οποίων και δύο που αφορούσαν τη σύσταση. Με τον ένα προβλήθηκε ότι θα έπρεπε να είχε ζητηθεί νέα σύσταση και όχι να χρησιμοποιείτο η προηγούμενη.  Με τον άλλο προβλήθηκε ότι ακόμα και αν η προηγούμενη σύσταση ήταν παραδεκτή, δεν ήταν εντούτοις αιτιολογημένη.

Ο συνάδελφος που εξέτασε την υπόθεση πρωτόδικα έκρινε ότι ο πρώτος λόγος ευσταθούσε και επομένως δεν εξέτασε τον δεύτερο ή οποιονδήποτε από τους άλλους τεθέντες οι οποίοι έπονταν σε σειρά. Ερμήνευσε τις αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Δημοκρα[*439]τία ν. Πιτσιλλίδη (1990) 3 Α.Α.Δ. 4330 και Αργυρίδης ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 376 - τις οποίες συζήτησε η πλήρης Ολομέλεια στη Δημοκρατία ν. Κοντογιώργη (2001) 3 Α.Α.Δ. 1037 - να σημαίνουν ότι κατά την επανεξέταση θα πρέπει να ζητείται νέα σύσταση, με αναφορά πάντοτε στον προηγούμενο κρίσιμο χρόνο, ακόμα και όπου η ήδη δοθείσα δεν είχε κριθεί ότι «έπασχε κατά τι». Θεωρούμε, με εκτίμηση προς τον συνάδελφό μας, εσφαλμένη αυτή την ερμηνεία. Νόμιμα στοιχεία κρίσης ή, ακριβέστερα, στοιχεία κρίσης σε σχέση με τα οποία δεν διαπιστώθηκε μεμπτότητα μέχρι το χρονικό σημείο που ενδιαφέρει, λαμβάνονται υπόψη κατά την επανεξέταση και δεν υποκαθίστανται με άλλα.

Ο συνάδελφος πρόσθεσε ωστόσο και δεύτερο, ανεξάρτητο έρεισμα για την κατάληξη στην οποία ήχθη. Αυτό ήταν το ότι η σύσταση είχε δοθεί σε παράνομα συγκροτημένο Διοικητικό Συμβούλιο όπως το ίδιο είχε ενωρίτερα δοθεί στην παράνομα συγκροτημένη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα:

«Πέραν της νομολογίας, υπάρχει και ουσιαστικός λόγος για την άποψη αυτή. Η σύσταση του Γενικού Διευθυντή δεν είναι αφ’ εαυτής οριστική ως το τέλος του πράγματος. Το Διοικητικό Συμβούλιο είχε κάθε δικαίωμα να του ζητήσει διευκρινίσεις, όπως και είχε πράξει κατά την πρώτη διαδικασία (ίδε προσφυγή 491/95), ώστε να ήταν σε θέση να την αξιολογήσει σωστά και πληροφορημένα. Πώς θα μπορούσε όμως αυτό να εγίνετο αν η δέουσα σύσταση εκρίνετο να ήταν η του κ. Χατζηπασχάλη, αφού αυτός είχε ήδη αποβιώσει. Καθ’ όσον το Διοικητικό Συμβούλιο κατά την προηγούμενη επανεξέταση που εδόθη η σύσταση του κ. Χατζηπασχάλη δεν ήταν συγκροτημένο και δεν συνεδρίαζε νόμιμα, η ενώπιον του λήψη της σύστασης του κ. Χατζηπασχάλη δεν μπορούσε να δεσμεύει το νέο και νόμιμο Διοικητικό Συμβούλιο το οποίο και δικαίωμα και υποχρέωση είχε να διαμορφώσει τη δική του άποψη επί της σύστασης του Γενικού Διευθυντή, με αναφορά και σε οποιεσδήποτε διευκρινίσεις ήθελε τυχόν ζητήσει από αυτόν ………………………………………............

……………………………………………………………………

τα όσα έχουν λεχθεί αναφορικά με τη δυνατότητα του Διοικητικού Συμβουλίου να ζητήσει διευκρινίσεις από το Γενικό Διευθυντή ως προς τη σύσταση του ισχύουν και αναφορικά με την αντίστοιχη δυνατότητα της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής ως προς τις ενώπιον της απόψεις του Γενικού Διευθυντή.»

Το ίδιο σε φυσιογνωμία ζήτημα απασχόλησε πρωτόδικα και σε [*440]άλλες υποθέσεις αργότερα. Εμφανίστηκε διάσταση. Στη μια, την Τορναρίτη κ.ά. ν. Α.Η.Κ., Υπόθ. Αρ. 348/98 κ.ά., ημερ. 2 Φεβρουαρίου 2000 (Νικολάου, Δ.) προσεγγίστηκε με παρόμοιο τρόπο· ενώ σε δύο άλλες, τη Γρηγορίου ν. Α.Η.Κ., Υπόθ. Αρ. 411/98, ημερ. 11 Αυγούστου 1999 (Ηλιάδη, Δ.) και Βασιλείου ν. Α.Η.Κ., Υπόθ. Αρ. 796/98, ημερ. 10 Μαρτίου 2000 (Κραμβή, Δ.) εκφράστηκε αντίθετη άποψη.

Όπως προαναφέραμε, η νομιμότητα της σύστασης από εσωτερικής άποψης, δηλαδή ως προς το περιεχόμενό της, δεν έχει ακόμα τεθεί υπό κρίση και επομένως στο μεταξύ, για τον υπό συζήτηση σκοπό, θεωρείται νόμιμη. Αλλού εν προκειμένω είναι το πρόβλημα. Αφορά στην ίδια την υπόσταση της σύστασης. Ο τέως Γενικός Διευθυντής είχε κληθεί από αναρμοδίους, εμφανίστηκε ενώπιον αναρμοδίων και τα όσα ανέφερε, προορίζοντάς τα ως σύσταση βάσει του Καν. 23(3) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86), τα ανέφερε σε αναρμοδίους. Οι οποίοι όπως τόνισε ο συνάδελφός μας δεν είχαν, ενόψει των περιστάσεων, ούτε δυνατότητα να ζητούσαν διευκρινίσεις. Τα όσα αναφέρθηκαν στην εμφανιζόμενη ως Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και στο εμφανιζόμενο ως Διοικητικό Συμβούλιο, που δεν τελούσαν υπό νόμιμη συγκρότηση, δεν μπορούσαν να αποτελέσουν σύσταση όπως το ίδιο δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν σύσταση αν απευθύνονταν σε οποιουσδήποτε άλλους αναρμόδιους τρίτους. Με την κήρυξη της δεύτερης απόφασης της Α.Η.Κ. ως άκυρης λόγω αναρμοδιότητας, κατέρρευσε από κάθε άποψη η διαδικασία στην έκταση την οποία κάλυπτε η αναρμοδιότητα περιλαμβανομένης και της δυνατότητας νόμιμα να λαμβανόταν σύσταση.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο