Αντωνίου Ιάκωβος και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 669

(2002) 3 ΑΑΔ 669

[*669]18 Οκτωβρίου, 2002

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

1. ΙΑΚΩΒΟΣ ΑΝΤΩΝIΟΥ,

2. ΑΝΘΟYΛΛΑ ΘΕΟΦIΛΟΥ,

3. ΝΙΚOΛΑΣ ΞΥΔA,

4. ΧΡΥΣΤAΛΛΑ ΧΑΡΤΣΙΩΤΗ,

5. ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,

6. ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗ,

7. ΝΙΚΗ Χ''ΓΙΑΝΝΗ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσίβλητης-Καθ’ ης η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3047)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Μετονομασία θέσεων σύμφωνα με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ. 6) του 1996           (Ν. 57(ΙΙ)/1996) και έγκριση 12 νέων θέσεων ― Δεν απαιτείτο έγκριση νέου σχεδίου υπηρεσίας για την πλήρωσή τους ― Το λεκτικό του νόμου ήταν σαφές ― Τερματισμός της διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων ακυρώθηκε.

Οι εφεσείοντες επεδίωξαν τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση, την ακύρωση της απόφασης της ΕΔΥ, με την οποία τερματίστηκε η διαδικασία πλήρωσης 12 νέων θέσεων προαγωγής που εγκρίθηκαν βάσει του περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμου (Αρ.6) του 1996 [Ν.57(ΙΙ)/1996].

Πρωτόδικα κρίθηκε πως νόμιμα η διαδικασία τερματίστηκε εν αναμονή της έγκρισης νέου σχεδίου υπηρεσίας.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεκτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

Στον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ. 6) του [*670]1996 [Ν. 57(ΙΙ)/1996] προβλέφθηκε κονδύλι για 12 θέσεις Τελωνειακών Λειτουργών Α΄ (κλίμακα Α11), με την ακόλουθη επεξήγηση:

"Προηγουμένως καλούμενες "Τελώνες (κλίμακα Α11 επεκτεινόμενη κατά δυο προσαυξήσεις)". Οι κάτοχοι των θέσεων κατά την ημερομηνία ψήφισης του παρόντος Νόμου να διατηρήσουν ως προσωπική την κλίμακα Α11 επεκτεινόμενη κατά δύο προσαυξήσεις".

Με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ. 19) του 1997 [Ν. 57(ΙΙ)/97] ψηφίστηκε κονδύλι για έξι θέσεις Τελωνειακού Λειτουργού Α΄ (κλίμακα Α11), με την ακόλουθη επεξήγηση:

"Έξι νέες θέσεις. Οι κάτοχοι των θέσεων κατά την ημερομηνία ψήφισης του περί Προϋπολογισμού Νόμου του 1997 (9(II) του 1997) διατηρούν ως προσωπική την Κλίμακα Α11 επεκτεινόμενη κατά δύο προσαυξήσεις".

Η ΕΔΥ αποφάσισε τον τερματισμό της διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων και οι εφεσείοντες, ως λειτουργοί που προσδοκούσαν προαγωγή στις θέσεις, άσκησαν προσφυγή. Με πρώτο αίτημα την ακύρωση της απόφασης για τερματισμό της διαδικασίας πλήρωσης των κενών θέσεων.

Το ερώτημα αν ήταν νέες οι θέσεις αποτέλεσε το βασικό άξονα των επιχειρημάτων των δυο πλευρών στην παρούσα υπόθεση.  Πρωτοδίκως κρίθηκε πως επρόκειτο για νέες θέσεις.

Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα αυτής της κατάληξης.

Γνώμονας πρέπει να είναι ο Νόμος και υπάρχει εν προκειμένω η σαφής επεξήγηση, στο πλαίσιο των προνοιών του, πως οι θέσεις Τελωνειακού Λειτουργού Α΄ είναι "οι προηγουμένως καλούμενες Τελώνες». Είναι σαφές ότι έχουμε απλή μετονομασία των υφιστάμενων θέσεων και, βεβαίως, αλλαγή στην κλίμακά τους, που δε θα επηρέαζε τους ήδη κατόχους τους. Αυτοί, παρά τη θέσπιση του Νόμου θα εξακολουθούσαν να δικαιούνται στις δυο προσαυξήσεις, ως ήδη αλλά και ως στη συνέχεια κατέχοντες την ίδια θέση. Δε θα είχε νόημα αυτή η νομοθετική πρόνοια εάν εθεωρείτο πως η θέση Τελωνειακού Λειτουργού Α΄ ήταν νέα, για την οποία θα χρειαζόταν νέο σχέδιο υπηρεσίας όταν, εκτός των αμέσως πιο πάνω, γίνεται αναφορά και στη διατήρηση του μισθολογικού καθεστώτος για τους κατόχους των θέσεων «κατά την ημερομηνία ψήφισης του παρόντος νόμου».

Ισχύουν τα ίδια και σε σχέση με το Ν. 57(ΙΙ)/97. Η επεξήγηση εκεί [*671]πως οι έξι θέσεις για τις οποίες ψηφίστηκε κονδύλι θα ήταν νέες, σαφώς δεν αναφέρεται στο θέμα.  Εκείνος ο Νόμος πρόβλεψε τη δημιουργία έξι επιπρόσθετων θέσεων, από αυτή την άποψη νέων.  Σε σχέση δηλαδή με τις υφιστάμενες 12. Οι θέσεις Τελωνειακού Λειτουργού Α΄ στο πλαίσιό του αναφέρονται στις όμοιες θέσεις όπως αυτές είχαν μετονομασθεί με το Ν. 57(ΙΙ)/96, εξ ου και η περαιτέρω επεξήγηση σε σχέση με τους κατόχους των θέσεων "κατά την ημερομηνία ψήφισης του περί Προϋπολογισμού Νόμου του 1997 [Ν. 9(ΙΙ)/97]".

Με δοσμένη τη νομοθετική ρύθμιση, υπήρχε καθήκον ενέργειας και η ΕΔΥ παρανόμως τερμάτισε τη διαδικασία πλήρωσης των θέσεων.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Κυπριακή Δημοκρατία v. Γεωργίου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 603,

Χριστοδουλίδου κ.ά. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 335/97, ημερ. 21.3.2000.

Έφεση.

Έφεση από τους αιτητές - λειτουργούς οι οποίοι προσδοκούσαν προαγωγή στις επίδικες θέσεις - εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπόθεση Aρ. 695/99), ημερομηνίας 25/4/2000, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή τους κατά της απόφασης της E.Δ.Y. να τερματίσει τη διαδικασία πλήρωσης επτά θέσεων Tελωνειακού Λειτουργού A΄ και κρίθηκε νόμιμος ο τερματισμός της διαδικασίας με αναφορά και στο Άρθρο 27 του N. 1/90 σε σχέση με το περιεχόμενο των σχεδίων υπηρεσίας και τον Kανονισμό 6 των περί Δημόσιας Yπηρεσίας (Γενικών Kανονισμών) του 1991 (K.Δ.Π. 98/91) σε σχέση με την διαδικασία έγκρισης σχεδίων υπηρεσίας στην περίπτωση δημιουργίας νέων θέσεων.

Ε. Νικολαΐδου, για τους Εφεσείοντες.

Τ. Πολυχρονίδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.

[*672]ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Στον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ. 6) του 1996 [Ν. 57(ΙΙ)/1996] προβλέφθηκε κονδύλι για 12 θέσεις Τελωνειακών Λειτουργών Α΄ (κλίμακα Α11), με την ακόλουθη επεξήγηση:

"Προηγουμένως καλούμενες "Τελώνες (κλίμακα Α11 επεκτεινόμενη κατά δυο προσαυξήσεις)". Οι κάτοχοι των θέσεων κατά την ημερομηνία ψήφισης του παρόντος Νόμου να διατηρήσουν ως προσωπική την κλίμακα Α11 επεκτεινόμενη κατά δύο προσαυξήσεις".

Με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ. 19) του 1997 [Ν. 57(ΙΙ)/97] ψηφίστηκε κονδύλι για έξι θέσεις Τελωνειακού Λειτουργού Α΄ (κλίμακα Α11), με την ακόλουθη επεξήγηση:

"Έξι νέες θέσεις. Οι κάτοχοι των θέσεων κατά την ημερομηνία ψήφισης του περί Προϋπολογισμού Νόμου του 1997  (9(II) του 1997) διατηρούν ως προσωπική την Κλίμακα Α11 επεκτεινόμενη κατά δύο προσαυξήσεις".

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), επειδή θεώρησε πως υπήρξε παράλειψη υποβολής πρότασης για πλήρωση θέσεων Τελωνειακού Λειτουργού Α΄, με απoφάσεις της ημερομηνίας 7.11.97 και 17.11.98, κίνησε το μηχανισμό πλήρωσης ενόψει του άρθρου 29 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90). Οι έξι από αυτές τις θέσεις αντιστοιχούσαν προς τις προβλεπόμενες στον πιο πάνω Νόμο του 1997. Η έβδομη προέκυψε από την αφυπηρέτηση του κατόχου της. Δεν συμπληρώθηκε όμως η διαδικασία. Η ΕΔΥ ζήτησε γνωμάτευση από τη Νομική Υπηρεσία σε σχέση με το κατά πόσο η πλήρωση των θέσεων προϋπέθετε την έγκριση νέων σχεδίων υπηρεσίας γι’ αυτές. Η απάντηση δεν ήταν ακριβώς καταφατική. Διατυπώθηκε η άποψη πως το θέμα δεν στερείται αμφιβολιών και η συμβουλή για αναμονή μέχρι την έγκριση νέων σχεδίων υπηρεσίας προκρίθηκε ως η εγκυμονούσα λιγότερους κινδύνους περιπλοκών. Η ΕΔΥ αποφάσισε τον τερματισμό της διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων και οι εφεσείοντες, ως λειτουργοί που προσδοκούσαν προαγωγή στις θέσεις, άσκησαν προσφυγή. Με πρώτο αίτημα την ακύρωση της απόφασης για τερματισμό της διαδικασίας πλήρωσης των κενών θέσεων και με δεύτερο, θα λέγαμε αδοκίμως αφού εδώ υπήρξε θετική απόφαση της διοίκησης, για αναγνώριση και αποδοκιμασία της παράλειψης της οφειλόμενης ενέργειας για πλήρωση των θέσεων.

Παρόμοιο θέμα είχε απασχολήσει στην Κυπριακή Δημοκρατία [*673]ν. Δαυΐδ Γεωργίου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 603. Στο πλαίσιο της άποψης της διοίκησης πως απαιτούνταν νέα σχέδια υπηρεσίας ανέκυψε ως κρίσιμο το κατά πόσο με τον Προϋπολογισμό δημιουργήθηκαν νέες θέσεις. Η Ολομέλεια αποδέκτηκε την αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή ο Προϋπολογισμός δεν είχε δημιουργήσει νέες θέσεις αλλά μόνο αντικατέστησε τους τίτλους και τις κλίμακες ήδη υφιστάμενων θέσεων. Απέρριψε, επομένως, την έφεση της Δημοκρατίας κατά της πρωτόδικης ακυρωτικής απόφασης. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας που εξέδωσε ο Ηλιάδης, Δ.:

"Έχουμε εξετάσει προσεκτικά τις διάφορες εισηγήσεις που έχουν υποβληθεί και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή. Από τη φρασεολογία του Νόμου 8(ΙΙ)/96 φαίνεται ότι ο Νόμος δεν δημιούργησε νέες θέσεις αλλά αντικατέστησε τον τίτλο και τις Κλίμακες ήδη υφιστάμενων θέσεων. Η διαφοροποίηση που επήλθε στον τίτλο και στη μισθοδοσία δεν επέβαλλε την έγκριση νέων σχεδίων υπηρεσίας. Με την εφαρμογή του Νόμου προέκυψε η υποχρέωση απόδοσης των δικαιωμάτων στους δικαιούχους. Η αντίληψη της Διοίκησης ότι θα έπρεπε να εγκριθούν νέα σχέδια υπηρεσίας είναι λανθασμένη.  Η πιο πάνω εκτίμηση σε συνδυασμό με τη σχετική καθυστέρηση που παρατηρήθηκε οδηγεί στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι η στάση της Διοίκησης συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας.

Αναφορικά με το συσχετισμό του άρθρου 27 του Νόμου 1/90 επικροτούμε την πρωτόδικη απόφαση ότι το πιο πάνω άρθρο δεν μπορεί να συνδεθεί με τις πρόνοιες του Νόμου 8(ΙΙ)/96.  Και τούτο γιατί, όπως ορθά σημειώνεται στην πρωτόδικη απόφαση, το άρθρο 27 προβλέπει τα γενικά καθήκοντα και τις ευθύνες μιας υπό πλήρωση θέσης. Στην παρούσα περίπτωση οι εφεσίβλητοι κατείχαν ήδη τις θέσεις για τις οποίες ίσχυαν συγκεκριμένα Σχέδια Υπηρεσίας."

Το ερώτημα αν ήταν νέες οι θέσεις αποτέλεσε και το βασικό άξονα των επιχειρημάτων των δυο πλευρών στην παρούσα υπόθεση. Πρωτοδίκως κρίθηκε πως επρόκειτο για νέες θέσεις. Εξηγήθηκε πως βρίσκονταν "σε διαφορετική κλίμακα". Στην κλίμακα Α11. Περαιτέρω, έγινε αναφορά στο γεγονός ότι με το Ν. 57(ΙΙ)/97 προβλέφθηκε νέα θέση Τελώνη στην κλίμακα Α11. Επίσης, σε προηγηθείσα απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου κατά την οποία θα τροχιοδρομείτο αναδιάρθρωση που θα περιλάμβανε την κατανομή των θέσεων του Τμήματος Τελωνείων σε επιστημονική κατηγορία στην οποία θα εντάσσονταν και οι Τελωνειακοί Λειτουργοί Α΄, σε τε[*674]χνική στην οποία θα εντάσσονταν και οι Τελώνες και σε βοηθητική. Και εξηγήθηκε πως "τα γενικά καθήκοντα και οι ευθύνες της επίδικης θέσης δεν μπορεί να είναι τα ίδια με εκείνα των υφιστάμενων σχεδίων υπηρεσίας τα οποία αφορούσαν στην προηγούμενη θέση Τελώνη". Επομένως, με αναφορά και στο άρθρο 27 του Ν. 1/90 σε σχέση με το περιεχόμενο των σχεδίων υπηρεσίας και τον Κανονισμό 6 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Γενικών Κανονισμών) του 1991 (Κ.Δ.Π. 98/91) σε σχέση με τη διαδικασία έγκρισης σχεδίων υπηρεσίας στην περίπτωση δημιουργίας θέσεων, καταλήγει πως δεν υπήρχε καθήκον πλήρωσης των θέσεων. Αντίθετα, όπως θεωρήθηκε, ήταν αδύνατη η προώθηση της διαδικασίας και ο τερματισμός της ήταν νόμιμος.

Οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα αυτής της κατάληξης και μεταξύ άλλων, παραπέμπουν στη διαφορετική τοποθέτηση της Δημοκρατίας στην περίπτωση της υπόθεσης Κρυστάλλω Χριστοδουλίδου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας – Προσφυγή 335/97, ημερομηνίας 21.3.00. Επιχειρηματολόγησε εκεί υπέρ της άποψης πως οι θέσεις που δημιούργησε ο Ν. 57(ΙΙ)/96 δεν ήταν νέες και πως απλώς υπήρξε μετονομασία τους. Η Δημοκρατία υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση.

Γνώμονας πρέπει να είναι ο Νόμος και έχουμε εν προκειμένω τη σαφή επεξήγηση, στο πλαίσιο των προνοιών του, πως οι θέσεις Τελωνειακού Λειτουργού Α΄ είναι "οι προηγουμένως καλούμενες Τελώνες». Θεωρούμε πως είναι σαφές ότι έχουμε απλή μετονομασία των υφιστάμενων θέσεων και, βεβαίως, αλλαγή στην κλίμακά τους, που δε θα επηρέαζε τους ήδη κατόχους τους.  Αυτοί, παρά τη θέσπιση του Νόμου θα εξακολουθούσαν να δικαιούνται στις δυο προσαυξήσεις ως ήδη αλλά και ως στη συνέχεια κατέχοντες την ίδια θέση.  Δε θα είχε νόημα αυτή η νομοθετική πρόνοια εάν εθεωρείτο πως η θέση Τελωνειακού Λειτουργού Α΄ ήταν νέα, για την οποία θα χρειαζόταν νέο σχέδιο υπηρεσίας όταν, εκτός των αμέσως πιο πάνω, γίνεται αναφορά και στη διατήρηση του μισθολογικού καθεστώτος για τους κατόχους των θέσεων "κατά την ημερομηνία ψήφισης του παρόντος νόμου".

Ισχύουν τα ίδια και σε σχέση με το Ν. 57(ΙΙ)/97. Η επεξήγηση εκεί πως οι έξι θέσεις για τις οποίες ψηφίστηκε κονδύλι θα ήταν νέες, σαφώς δεν αναφέρεται στο θέμα. Εκείνος ο Νόμος πρόβλεψε τη δημιουργία έξι επιπρόσθετων θέσεων, από αυτή την άποψη νέων. Σε σχέση δηλαδή με τις υφιστάμενες 12. Οι θέσεις Τελωνειακού Λειτουργού Α΄ στο πλαίσιό του αναφέρονται στις όμοιες θέσεις όπως αυτές είχαν μετονομασθεί με το Ν. 57(ΙΙ)/96, εξ ου και η περαιτέρω επεξήγη[*675]ση σε σχέση με τους κατόχους των θέσεων "κατά την ημερομηνία ψήφισης του περί Προϋπολογισμού Νόμου του 1997 [Ν. 9(ΙΙ)/97]".

Με δοσμένη τη νομοθετική ρύθμιση, δε διαφοροποιείται η κατάσταση με παραπομπή είτε στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που προηγήθηκε είτε με αναφορά στο άρθρο 27 του Ν. 1/90 ή στους Κανονισμούς σε σχέση με τη διαδικασία έγκρισης σχεδίων υπηρεσίας. Όπως ακριβώς και στην περίπτωση της υπόθεσης Κυπριακή Δημοκρατία ν. Δαυΐδ Γεωργίου (ανωτέρω). Επομένως, υπήρχε καθήκον ενέργειας και η ΕΔΥ παρανόμως τερμάτισε τη διαδικασία πλήρωσης των θέσεων.

Οι εφεσείοντες είχαν εισηγηθεί και παραβίαση της αρχής της ισότητας με τον ισχυρισμό πως σε άλλες περιπτώσεις η ΕΔΥ προχώρησε πάνω σε διαφορετική βάση. Ενόψει της κατάληξης στην οποία έχουμε αχθεί δε χρειάζεται να μας απασχολήσουν οι λόγοι έφεσης που αφορούν σ’ αυτή τη δευτερεύουσα πτυχή. Η έφεση επιτυγχάνει, με έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο