Kεφάλα Σούζη, Kεντρικός Φορέας Iσότιμης KατανομήςBαρών ν. (Αρ. 1) (2003) 3 ΑΑΔ 59

(2003) 3 ΑΑΔ 59

[*59]24 Ιανουαρίου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΙΣΟΤΙΜΗΣ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ ΒΑΡΩΝ,

Εφεσείων-Καθ’ου η αίτηση,

v.

ΣΟΥΖΗΣ ΚΕΦΑΛΑ (ΑΡ. 1),

Εφεσίβλητης-Αιτήτριας.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3445)

 

Σχέδια Υπηρεσίας ― Έγκρισή τους από το Υπουργικό Συμβούλιο με υποσημείωση ότι τα διαζευκτικά προσόντα θα επιλέγονται από την αρμόδια αρχή, σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας ― Η σημείωση δεν είναι εκτός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του Νόμου ― Δεν αποτελεί τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας.

Πρωτοδίκως η προσφυγή της εφεσίβλητης πέτυχε.  Είχε αποφασιστεί, πως η πρόνοια στην σημείωση του επίδικου σχεδίου υπηρεσίας ήταν εκτός του εξουσιοδοτικού πλαισίου του Νόμου, εφόσον επέτρεπε τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας από την αρμόδια αρχή, χωρίς την απαιτούμενη από τον νόμο έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Ακολούθησε η παρούσα έφεση κατά της πιο πάνω πρωτόδικης απόφασης.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η πρωτόδικη απόφαση, ότι το σχέδιο υπηρεσίας ήταν χωρίς εξουσιοδότηση (ultra vires), δεν είναι ορθή. Η Σημείωση (2) στο σχέδιο υπηρεσίας και η συνεπακόλουθη Σημείωση (2) στην προκήρυξη των θέσεων, δεν συνιστούν διαφοροποίηση ή τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας, αλλά, στην πραγματικότητα, προσδιορισμό των αναγκών της Υπηρεσίας.  Το σχέδιο υπηρεσίας όπως εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο ενείχε την αναγνώριση πως τα προσόντα που καθόριζε θα ήταν τα απαιτούμενα, ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας, τις οποίες βέβαια καθορίζει η αρμόδια αρχή.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

[*60]Αναφερόμενες υποθέσεις:

Σοφιανός και άλλοι v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 334,

Νικολάου v. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου, Α.Ε. 3056, ημερ. 15/11/2002.

Έφεση.

Έφεση τον καθ’ ου η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 181/2001) ημερομηνίας 13/5/02, με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός δύο Ενδιαφερομένων μερών στη θέση Γενικού Γραφέα στο Φορέα.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα-Καθ’ου η αίτηση.

Ρ. Καλλίγερου, για την Εφεσίβλητη-Αιτήτρια.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

(α)    Τα γεγονότα

Το σχέδιο υπηρεσίας του Γενικού Γραφέα στον Κεντρικό Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών καθορίστηκε σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών (Σύσταση, Σκοποί, Αρμοδιότητες και άλλα Συναφή Θέματα) Νόμου αρ. 141/89 και των περί Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών (Σχέδια Υπηρεσίας) Κανονισμών του 2000 και εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 16 του Νόμου 141/89.

Το πιο πάνω σχέδιο περιελάμβανε μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:

“ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΦΕΑΣ: (Θέση Πρώτου Διορισμού)

.......................................................................................................

.......................................................................................................

Απαιτούμενα προσόντα:

(1)   ..................................................................................................

[*61](2)       ..................................................................................................

(3)   ..................................................................................................

(4)   Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν επιτύχει –

(α)          Στην Ενδιάμεση Εξέταση στη Λογιστική (Intermediate) του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου ή σε οποιαδήποτε άλλη εξέταση που ήθελε εγκριθεί ως ισότιμη από τον Υπουργό Οικονομικών,

ή/και

(β)          σε εξετάσεις που διεξάγονται ή αναγνωρίζονται από το Υπουργείο Παιδείας–

(i) στην ελληνική και αγγλική  δακτυλογραφία με ταχύτητα 35 τουλάχιστο λέξεις κατά λεπτό, ή/και

(ii)     στην ελληνική και αγγλική στενογραφία με ταχύτητα 80 τουλάχιστο λέξεις κατά λεπτό.

(5)   ...................................................................................................

Σημειώσεις:

(1)   .................................................................................................

(2)   Τα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο (4) πιο πάνω θα καθορίζονται κατά τη δημοσίευση της θέσης ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας.”

Όταν οι καθ’ων η αίτηση αποφάσισαν την πλήρωση δύο θέσεων γραφέα, προέβηκαν στην κήρυξη των δύο θέσεων με τη δημοσίευση του πιο κάτω σχεδίου υπηρεσίας:

“Απαιτούμενα προσόντα:

(1)   .................................................................................................

(2)   ..................................................................................................

(3)   ..................................................................................................

(4)   Οι υποψήφιοι πρέπει να έχουν επιτύχει –

(α)          Στην Ενδιάμεση Εξέταση στη Λογιστική (Intermediate) του Εμπορικού Επιμελητηρίου του Λονδίνου ή σε οποιαδήποτε άλλη εξέταση που ήθελε εγκριθεί ως ισότιμη από τον Υπουργό Οικονομικών,

και

(β)          σε εξετάσεις που διεξάγονται ή αναγνωρίζονται από το Υπουργείο Παιδείας στην ελληνική και αγγλική δακτυλογραφία με ταχύτητα 35 τουλάχιστο λέξεις κατά λεπτό.

(5) ..................................................................................................

[*62]Σημειώσεις:

(1)   ...................................................................................................

(2)   Τα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο (4) πιο πάνω καθορίστηκαν κατά τη δημοσίευση της παρούσας θέσης σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας.”

Από την παράθεση των πιο πάνω στοιχείων του σχεδίου υπηρεσίας φαίνεται ότι από το αρχικό σχέδιο οι λέξεις “ή/και” έγιναν “και” και αφαιρέθηκαν οι λέξεις “(ii) στην ελληνική και αγγλική στενογραφία με ταχύτητα 80 τουλάχιστο λέξεις κατά λεπτό”.

Μετά τη διεξαγωγή γραπτών και προφορικών εξετάσεων οι καθ’ων η αίτηση επέλεξαν και διόρισαν στις δύο θέσεις τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη. Η προσφυγή που καταχώρισε η εφεσίβλητη εναντίον της ορθότητας της πιο πάνω απόφασης οδήγησε στην ακύρωση της επίδικης πράξης. Κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε προς τούτο την πρωτόδικη απόφαση πάνω στο θέμα:

“Από τα πιο πάνω κείμενα είναι, κατά την άποψή μου, πρόδηλο ότι η Σημείωση (2) στο Σχέδιο Υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία «τα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο (4) πιο πάνω θα καθορίζονται κατά τη δημοσίευση της θέσης ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας»  και η συνεπακόλουθη Σημείωση (2) στην προκήρυξη των θέσεων, σύμφωνα με την οποία «τα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο (4) πιο πάνω καθορίστηκαν κατά τη δημοσίευση της παρούσας θέσης σύμφωνα με τις ανάγκες της υπηρεσίας», από το Συμβούλιο του Φορέα, είναι Ultra Vires του άρθρου 16 του Νόμου για το λόγο ότι η Σημείωση (2) στο Σχέδιο Υπηρεσίας δίδει την εξουσία στο Συμβούλιο του Φορέα, εξουσία που ασκήθηκε σύμφωνα με τη Σημείωση (2) στην προκήρυξη, να διαφοροποιεί ή τροποποιεί το Σχέδιο Υπηρεσίας, «ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας», χωρίς την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Δεν παρέχεται πουθενά, είτε στο Νόμο είτε, για ότι αξίζει, στους Κανονισμούς, η δυνατότητα διαφοροποίησης ή τροποποίησης του Σχεδίου Υπηρεσίας με τρόπο διαφορετικό από ότι η θέσπισή του, που απαιτεί την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Παρά ταύτα, η Σημείωση (2) στο Σχέδιο Υπηρεσίας παρέχει εξουσία στο Συμβούλιο του Φορέα να διαφοροποιεί ή τροποποιεί το Σχέδιο Υπηρεσίας χωρίς την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Με τον τρόπο αυτό παραβιάζεται, κατά την άποψή μου, το νομικό πλαίσιο της εξουσιοδότησης για τον καταρτισμό του Σχεδίου Υπηρεσίας (άρθρο 16 του Νόμου). Ισχύει, δηλαδή, η αρχή delegatus non potest delegare.  Ως εκ τούτου, η εν λόγω [*63]Σημείωση (2), στο μέτρο που εφαρμόσθηκε, καθιστά το Σχέδιο Υπηρεσίας, όπως αυτό διαμορφώθηκε με την προκήρυξη των θέσεων (με την απάλειψη της παραγράφου 4(β)(ii) και την τροποποίηση του «ή/και» σε «και» μεταξύ των παραγράφων 4(α) και (β)) παράνομο ως Ultra Vires και, κατά συνέπεια, την απόφαση διορισμού των δύο ενδιαφερόμενων μερών, που στηρίχθηκε σ’ αυτό, άκυρη.”

Οι εφεσείοντες προσέβαλαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με τον ισχυρισμό ότι οι σημειώσεις στο σχέδιο υπηρεσίας δεν απέληγαν σε διαφοροποίηση ή τροποποίησή του. Η εφεσίβλητη με την αντέφεση της ισχυρίστηκε μεταξύ άλλων ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παρέλειψε να εξετάσει την έλλειψη αιτιολογίας, την παράβαση των διατάξεων του Νόμου 6(1)/98 αναφορικά με την απονομή μονάδων, την έκδηλη υπεροχή της εφεσίβλητης και την παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης και καλής πίστης.

(β)    Η νομική πλευρά

Οι προεκτάσεις ενός σχεδίου υπηρεσίας εξετάσθηκαν πρόσφατα σε δύο υποθέσεις από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Στην υπόθεση Σοφιανός και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 334, τα ακαδημαϊκά προσόντα για την πλήρωση της θέσης του Γενικού Διευθυντή Υπουργείου που είχαν καθορισθεί στις 15/12/1983 προνοούσαν,

“Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή Τίτλος ή ισότιμο προσόν (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law) ή μέλος Αναγνωρισμένου Σώματος Επαγγελματιών Λογιστών.  Νοείται ότι για το Υπουργείο Οικονομικών και το Γραφείο Προγραμματισμού το Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή Τίτλος ή ισότιμο προσόν δέον να είναι στις Οικονομικές Επιστήμες.”

Στις 9/5/1990 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε ότι για την πλήρωση της θέσης τα ακαδημαϊκά προσόντα έπρεπε να ήταν,

“Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή Τίτλος ή ισότιμο προσόν (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law) ή μέλος Αναγνωρισμένου Σώματος Επαγγελματιών Λογιστών. “

Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η απόφαση του [*64]Υπουργικού Συμβουλίου της 9/5/1990 δεν συνιστούσε διαφοροποίηση του αρχικού σχεδίου υπηρεσίας.  Τα προσόντα είχαν ήδη καθοριστεί δεσμευτικά αλλά για την εφαρμογή του αρχικού σχεδίου υπηρεσίας θα έπρεπε να καθοριστούν τα προσόντα ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας. Όπως σημειώθηκε χαρακτηριστικά από τον Κωνσταντινίδη, Δ. που εξέδωσε την ομόφωνη απόφαση της Ολομέλειας,

“Εκείνο που στην πραγματικότητα έγινε, ήταν ο προσδιορισμός των αναγκών της υπηρεσίας σε συνάρτηση με το είδος των προσόντων που προέβλεπε το σχέδιο υπηρεσίας”.

Η ίδια γραμμή υιοθετήθηκε και στην υπόθεση Άντρη Νικολάου ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου (Α.Ε. 3056 της 15/11/2002).  Στην πιο πάνω υπόθεση τα προσόντα για την πλήρωση θέσεων στην Κεντρική Τράπεζα καθορίστηκαν από τους εφεσιβλήτους και εγκρίθηκαν από τον Υπουργό Οικονομικών σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Κεντρικής Τραπέζης Νόμου αρ. 48/63. Τα σχέδια υπηρεσίας υπόκεινταν σε γενικούς όρους που συμπεριλαμβάνονταν στους περί Υπαλλήλων της Κεντρικής Τραπέζης της Κύπρου (Όροι και Υπηρεσίαι) Κανονισμούς (Κ.Δ.Π. 189/83).  Ο όρος 1.6 των πιο πάνω Κανονισμών προνοούσε ότι,

“Κατάλληλα ακαδημαϊκά, επαγγελματικά ή άλλα προσόντα ισαξίου επιπέδου προς εκείνα τα οποία ειδικώς καθορίζονται δια θέσιν τινά, δυνατόν να γίνουν αποδεκτά. Επί του ποία προσόντα θεωρούνται ισάξια ή κατάλληλα και ποία πείρα θεωρείται κατάλληλος (όπου γίνεται σχετική μνεία εις το Σχέδιο Υπηρεσίας θέσεώς τινός) αποφασίζει η συνιστωμένη δυνάμει του άρθρου 15 του Νόμου Επιτροπή.”

Ακολούθως η εφεσίβλητη καθόρισε για την επίδικη θέση του Λειτουργού Β΄ τα πιο κάτω προσόντα:

“Απαιτούμενα προσόντα:

(α)   Μέλος ενός των ακολούθων σωμάτων Λογιστών του      Ηνωμένου Βασιλείου:

(Ι)  The Institute of Chartered Accountants.

(II) The Association of Certified Accountants.

(β)   Κατάλληλη επαγγελματική πείρα στη λογιστική και ελεγκτική, διάρκειας τουλάχιστον τριών ετών, περιλαμβανο[*65]μένης και της πείρας που αποκτήθηκε κατά τη διάρκεια μαθητείας σε ελεγκτικό γραφείο.

(γ)   Πανεπιστημιακός τίτλος στην επιστήμη της Πληροφορικής ή σε συνδυασμό θεμάτων που να περιέχουν την επιστήμη της Πληροφορικής.

(δ)   Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και Αγγλικής γλώσσας.

Πείρα στην ανάλυση, σχεδιασμό και εφαρμογή συστημάτων, κατά προτίμηση με τη χρήση σχεσιακής βάσης δεδομένων ή/και με εργαλεία ανάπτυξης συστημάτων (CASE Tools), θα θεωρηθεί ως επιπρόσθετο προσόν.”

Η εφεσείουσα, που αποκλείστηκε από τον κατάλογο των υποψηφίων γιατί δεν κατείχε πτυχίο στην Πληροφορική, ισχυρίστηκε ότι ενομιμοποιείτο να προσβάλει την επίδικη απόφαση και να ζητήσει την ακύρωση της, γιατί το σχέδιο υπηρεσίας όπως διαμορφώθηκε ήταν παράνομο αφού δεν έτυχε της έγκρισης του Υπουργού. Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η εφεσίβλητη μπορούσε να καθορίσει περισσότερα του ενός προσόντα για το διορισμό στην επίμαχη θέση για την όσο το δυνατό πληρέστερη αντιμετώπιση των λειτουργικών αναγκών της Κεντρικής Τράπεζας σε προσωπικό.

Έχοντας υπόψη τις δύο πιο πάνω αποφάσεις κρίνουμε ότι η πρωτόδικη απόφαση, ότι το σχέδιο υπηρεσίας ήταν χωρίς εξουσιοδότηση (ultra vires), δεν είναι ορθή.  Η Σημείωση (2) στο σχέδιο υπηρεσίας και η συνεπακόλουθη Σημείωση (2) στην προκήρυξη των θέσεων δεν συνιστούν διαφοροποίηση ή τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας, αλλά, στην πραγματικότητα, προσδιορισμό των αναγκών της Υπηρεσίας. Το σχέδιο υπηρεσίας όπως εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο ενείχε την αναγνώριση πως τα προσόντα που καθόριζε θα ήταν τα απαιτούμενα, ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας, τις οποίες βέβαια καθορίζει η αρμόδια αρχή.

Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η υπόθεση θα οριστεί για ακρόαση από το Πρωτοκολλητείο για την εξέταση των υπόλοιπων θεμάτων.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο