Αναστασιάδης Ευθύβουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 3 ΑΑΔ 385

(2003) 3 ΑΑΔ 385

[*385]13 Ιουνίου, 2003

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,

ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

 

ΕΥΘΥΒΟΥΛΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3167)

 

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ―Δημοσιευτέες πράξεις στην Επίσημη Εφημερίδα ― Έναρξη της προθεσμίας από τη δημοσίευση ανεξάρτητα από τη γνώση ― Εξαιρετικές περιστάσεις αναστολής της προθεσμίας ― Μόνο αν αυτές συνιστούν ανωτέρα βία και μόνο για όσο διάστημα αυτή διαρκεί.

Με την έφεσή του ο εφεσείων επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, βάσει της οποίας η προσφυγή του απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη.  Η προσφυγή αφορούσε την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών, που είχε δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Ο χρόνος των 75 ημερών που καθορίζει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος αρχίζει από την ημέρα της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ανεξάρτητα από πότε η πράξη περιήλθε στη γνώση του επηρεαζόμενου προσώπου.  Η υποχρέωση δημοσίευσης ενός διορισμού ή μιας προαγωγής στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, επιβάλλεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 37(5) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90. Στην παρούσα περίπτωση η δημοσίευση των προαγωγών έγινε σύμφωνα με τις πρόνοιες αυτές στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρα[*386]τίας στις 4/9/98. Η ανατρεπτική προθεσμία για τον εφεσείοντα άρχισε από την πιο πάνω ημερομηνία, ανεξάρτητα αν ο εφεσείων είχε προσωπική γνώση. Η προσφυγή καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα στις 26/1/99.  Ο ισχυρισμός του εφεσείοντος για κακή πίστη παρέμεινε μετέωρος. Η προηγούμενη συμπεριφορά των εφεσιβλήτων να πληροφορήσουν γραπτώς τον εφεσείοντα και το δικηγόρο του για κάποιες ενέργειες που είχαν λάβει χώρα κατά τα διάφορα στάδια αυτής της διαδικασίας πλήρωσης των κενών θέσεων και κάποιας άλλης διαδικασίας, σε συνδυασμό με την κατ’ ισχυρισμό παράλειψη πληροφόρησης του εφεσείοντος για την επίδικη απόφαση που δημοσιεύθηκε στις 4/9/98, δεν στοιχειοθετεί αφ’ εαυτής κακόπιστη συμπεριφορά εκ μέρους των εφεσιβλήτων.

Ο εφεσείων υπέβαλε ότι διάφορα συγκεκριμένα οικογενειακά περιστατικά του δημιούργησαν μια πραγματική αδυναμία να παρακολουθεί τις εξελίξεις πλήρωσης της θέσης και ως επακόλουθο η προθεσμία των 75 ημερών θα έπρεπε να επεκταθεί.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι τα πιο πάνω περιστατικά δεν συνιστούσαν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούσαν την αναστολή της προθεσμίας.

Η πιο πάνω προσέγγιση είναι ορθή. Οι πρόνοιες του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος αναφορικά με την προθεσμία των 75 ημερών είναι επιτακτικές και μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις δικαιολογείται η ανακοπή αυτής της προθεσμίας.

Στην παρούσα περίπτωση τα προσωπικά και οικογενειακά περιστατικά που προβλήθηκαν από τον εφεσείοντα δεν μπορούν να θεωρηθούν σαν περιστατικά που  καθιστούσαν την άσκηση προσφυγής αδύνατη. Τα περιστατικά που προβλήθηκαν έλαβαν χώρα πολύ πριν από τη δημοσίευση της επίδικης απόφασης στις 4/9/98 και ο εφεσείων είχε προς τούτο άλλες 75 μέρες για να προβεί στην καταχώριση προσφυγής.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Αναστασιάδης v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 764/96, της 12/2/98,

Hadjigregoriou v. Republic (1976), 3 C.L.R. 163,

Miltiadous v. Republic (1988), 3 C.L.R. 324,

[*387]Pissas v. Electricity Authority of Cyprus (1966), 3 C.L.R. 634,

Ακίνητα Λούλλας Ιωνίδου Λτδ. v. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, Α.Ε. 2824 της 15/11/2001,

Μαραγκού v. Δημοκρατίας (1997), 1 Α.Α.Δ. 1715,

Ιακωβίδης v. Δημοκρατίας (1998), 3 Α.Α.Δ. 67,

Potamitis v. Water Board L/ssol (1985), 3 C.L.R. 260.

Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Προσφυγή Αρ. 96/99) ημερομηνίας 1/11/2000, με την οποία απέρριψε την προσφυγή του κατά της προαγωγής, κατόπιν επανεξέτασης των ιδίων ενδιαφερομένων μερών στη θέση Επιμελητή (Νεφρολογίας) Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα-Αιτητή.

Τ. Πολυχρονίδου, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους-Καθ’ων η αίτηση.

Β. Πιερίδου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την απόφαση Αναστασιάδη ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 764/96, της 12/2/98, το Ανώτατο Δικαστήριο κήρυξε άκυρη την προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών Khasho Garabet και Πατσιά Χαράλαμπου στη θέση του Επιμελητή (Νεφρολογίας) στις Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας.

Συμμορφούμενοι προς την πιο πάνω απόφαση οι καθ’ων η αίτηση επανεξέτασαν το θέμα πλήρωσης των δύο θέσεων στις 24/7/98 και αφού έλαβαν υπόψη και τη σύσταση του Διευθυντή που είχε συστήσει ξανά τα ενδιαφερόμενα μέρη, προχώρησαν στην προαγωγή των πιο πάνω ενδιαφερόμενων προσώπων από τις 15/7/96. Οι πιο πάνω προαγωγές δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας [*388]στις 4/9/98. Ο εφεσείων καταχώρησε την προσφυγή του στην παρούσα διαδικασία στις 26/1/99, αμφισβητώντας την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία έκρινε ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη αφού η δημοσίευση των προαγωγών έγινε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 4/9/98 και η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 26/1/99 κατά παράβαση του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος και προχώρησε στην απόρριψη της.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη γιατί,

(α) Οι καθ’ων η αίτηση ενήργησαν κακόπιστα και δεν γνωστοποίησαν στον εφεσείοντα με επιστολή την επίδικη απόφαση και

(β) Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε ότι οι προσωπικές περιστάσεις του εφεσείοντος δικαιολογούσαν την αναστολή της προθεσμίας των 75 ημερών.

(α) Οι εφεσίβλητοι ενήργησαν κακόπιστα.

Είναι η θέση του εφεσείοντος ότι οι εφεσίβλητοι είχαν υιοθετήσει μια τακτική με την οποία πληροφορούσαν γραπτώς τον εφεσείοντα για τα διάφορα στάδια της διαδικασίας της πλήρωσης της θέσης και ότι ο τελευταίος ανέμενε ότι θα επληροφορείτο γραπτώς για το αποτέλεσμα της επίδικης απόφασης. Πιο συγκεκριμένα, υποβλήθηκε εκ μέρους του εφεσείοντος ότι οι εφεσίβλητοι ειδοποίησαν τον εφεσείοντα γραπτώς μετά την πρώτη διαδικασία ότι δεν επελέγη, ακολούθως απάντησαν γραπτώς σε αίτημα του δικηγόρου του που ζητούσε συμμόρφωση προς το ακυρωτικό αποτέλεσμα της προσφυγής 764/96 (πληροφορώντας τον ότι αποφασίστηκε να ειδοποιηθούν γραπτώς τα ενδιαφερόμενα μέρη ότι επανέρχονταν στις προηγούμενες θέσεις τους) και σε άλλη διαδικασία τον ενημέρωσαν γραπτώς για την επιλογή του για προαγωγή.

Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια ο εφεσείων πίστεψε καλόπιστα ότι οποιαδήποτε απόφαση των καθ’ων η αίτηση θα του γνωστοποιόταν γραπτώς και ότι η παράλειψη των εφεσιβλήτων να τον ειδοποιήσουν γραπτώς για την προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά κατά την άποψή του αντιφατική και κακόπιστη συμπεριφορά εκ μέρους των εφεσιβλήτων.

Η πιο πάνω εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Ο χρόνος [*389]των 75 ημερών που καθορίζει το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος αρχίζει από την ημέρα της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ανεξάρτητα από πότε η πράξη περιήλθε στη γνώση του επηρεαζόμενου προσώπου. (Βλ. Hadjigregoriou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 163, Miltiadous v. Republic (1988) 3 C.L.R. 324 και Pissas v. Electricity Authority of Cyprus (1966) 3 C.L.R. 634. Βλ. επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 251 και την απόφαση Ακίνητα Λούλλας Ιωνίδου Λτδ. ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, Α.Ε. 2824 της 15/11/2001, στην οποία έγινε εκτενής αναφορά στη νομολογία η οποία διέπει το θέμα της γνώσης ως της αφετηρίας για τον υπολογισμό της προθεσμίας άσκησης προσφυγής). Θα πρέπει εδώ να επισημανθεί ότι η υποχρέωση δημοσίευσης ενός διορισμού ή μιας προαγωγής στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, επιβάλλεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 37(5) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90.

Στην παρούσα περίπτωση η δημοσίευση των προαγωγών έγινε σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 37(5) του Νόμου 1/90 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 4/9/98. Η ανατρεπτική προθεσμία για τον εφεσείοντα άρχισε από την πιο πάνω ημερομηνία, ανεξάρτητα αν ο εφεσείων είχε προσωπική γνώση. Η προσφυγή καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα στις 26/1/99. Θέλουμε όμως να διευκρινίσουμε πως θεωρούμε ότι ο ισχυρισμός του εφεσείοντος για κακή πίστη παρέμεινε μετέωρος. Η προηγούμενη συμπεριφορά των εφεσιβλήτων να πληροφορήσουν γραπτώς τον εφεσείοντα και το δικηγόρο του για κάποιες ενέργειες που είχαν λάβει χώρα κατά τα διάφορα στάδια αυτής της διαδικασίας πλήρωσης των κενών θέσεων και κάποιας άλλης διαδικασίας, σε συνδυασμό με την κατ’ ισχυρισμό παράλειψη πληροφόρησης του εφεσείοντος για την επίδικη απόφαση που δημοσιεύθηκε στις 4/9/98, δεν στοιχειοθετεί αφ’ εαυτής κακόπιστη συμπεριφορά εκ μέρους των εφεσιβλήτων.

Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

(β) Εσφαλμένα αποφασίστηκε πρωτόδικα ότι οι προσωπικές περιστάσεις δεν δικαιολογούσαν την αναστολή της προθεσμίας των 75 ημερών.

Ο εφεσείων υπέβαλε ότι διάφορα συγκεκριμένα οικογενειακά περιστατικά του δημιούργησαν μια πραγματική αδυναμία να παρακολουθεί τις εξελίξεις πλήρωσης της θέσης και ως επακόλουθο η προθεσμία των 75 ημερών θα έπρεπε να επεκταθεί. Ειδικότερα ο εφεσείων πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι,

[*390](i) Σοβαρή ασθένεια της μητέρας του που τον υποχρέωσε να ταξιδέψει μαζί της στο Λονδίνο το Μάιο του 1998,

(ii) Σοβαρός τραυματισμός της μητέρας του σε τροχαίο ατύχημα τον Ιούλιο του 1998 που επέβαλε την παραμονή της για τρεις βδομάδες στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας και ακολούθως στο σπίτι του εφεσείοντος προτού μετακινηθεί στο δικό της σπίτι,  και

(iii)         Επιπλοκές που εμφανίστηκαν στην εγκυμοσύνη της συζύγου του από τον Αύγουστο του 1998 που επέβαλλαν την παραμονή της σε ιδιωτική κλινική για μεγάλο χρονικό διάστημα,

ήταν γεγονότα που συνιστούσαν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούσαν την αναστολή της προθεσμίας των 75 ημερών.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι τα πιο πάνω περιστατικά δεν συνιστούσαν εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούσαν την αναστολή της προθεσμίας.

Η πιο πάνω προσέγγιση είναι ορθή. Οι πρόνοιες του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος αναφορικά με την προθεσμία των 75 ημερών είναι επιτακτικές και μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις δικαιολογείται η ανακοπή αυτής της προθεσμίας. Στην υπόθεση Μαραγκού ν. Δημοκρατίας (1997) 1 Α.Α.Δ. 1715, 1718, τονίστηκε ότι,

“Εξαιρετικές περιστάσεις είναι συνώνυμες με περιστάσεις ανωτέρας βίας “force majeure”, οι οποίες καθιστούν την άσκηση προσφυγής για όσο χρόνο διαρκούν, αδύνατη.”

Η τοποθέτηση του Δικαστηρίου σε σχέση με το χαρακτήρα της συνταγματικής προθεσμίας των 75 ημερών, όπως επισημάνθηκε στη Μαραγκού (πιο πάνω) επιβεβαιώθηκε στη μεταγενέστερη απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Ιακωβίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 67, όπου στη σελ. 69 ο Πικής, Π. υιοθετώντας την απόφαση της Μαραγκού, παρατήρησε τα ακόλουθα:

“Η προσφυγή ήταν έκδηλα εκπρόθεσμη όπως διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Όπως και πρόσφατα επαναλάβαμε, η προθεσμία των 75 ημερών, που θέτει το Άρθρο 146.3, για την άσκηση προσφυγής είναι επιτακτική και δεν υπόκειται σε χαλάρωση. Αναστέλλεται, μόνον σε περίπτωση ανωτέρας βίας και για όσο χρόνο διαρκεί βία αυτής της φύσης.”

[*391]Το θέμα της αναστολής της προθεσμίας των 75 ημερών λόγω εξαιρετικών προσωπικών περιστατικών εξετάστηκε στην υπόθεση Hadjigregoriou v. Republic ((1976) 3 C.L.R. 163) στην οποία η επίδικη προαγωγή είχε δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 12/7/74 και επιπρόσθετα στάληκε στο γραφείο του αιτητή στις 13/7/74. Λόγω της έκρυθμης κατάστασης ο αιτητής απουσίασε από την εργασία του στις 13/7/74 και ακολούθως ως αποτέλεσμα της Τουρκικής εισβολής κατατάγηκε στις τάξεις της Εθνικής Φρουράς από τις 20/7/74 μέχρι τις 4/9/74. Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η 17η, 18η και 19η Ιουλίου δεν μπορούσαν να θεωρηθούν σαν μέρες που συνιστούσαν εξαιρετικές περιστάσεις και έτσι δεν εδικαιολογείτο η ανακοπή της προθεσμίας των 75 ημερών.

Στην υπόθεση Potamitis v. Water Board L/ssol (1985) 3 C.L.R. 260, 271, το Δικαστήριο τόνισε ότι η Συνταγματική πρόνοια του Άρθρου 146.3 είναι δεσμευτική και πρέπει να τυγχάνει εφαρμογής σε κάθε περίπτωση χάριν του δημοσίου συμφέροντος, επισημαίνοντας παράλληλα την πλήρη γνώση του εφεσείοντος και την απουσία των “εξαιρετικών” εκείνων περιστάσεων που θα δικαιολογούσαν διακοπή των 75 ημερών.

Στην παρούσα περίπτωση τα προσωπικά και οικογενειακά περιστατικά που προβλήθηκαν από τον εφεσείοντα δεν μπορούν να θεωρηθούν σαν περιστατικά που  καθιστούσαν την άσκηση προσφυγής αδύνατη. Σημειώνουμε ότι τα περιστατικά που προβλήθηκαν έλαβαν χώρα πολύ πριν από τη δημοσίευση της επίδικης απόφασης στις 4/9/98 και ο εφεσείων είχε προς τούτο άλλες 75 μέρες για να προβεί στην καταχώριση προσφυγής.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του εφεσείοντος.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο