(2004) 3 ΑΑΔ 68
[*68]28 Iανουαρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΛΟΪΖΟΥ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσιβλήτου-Καθ’ ου η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3120)
Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Προσόν «απολυτηρίου αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης» ― Στην απουσία πρόνοιας στο σχέδιο υπηρεσίας, πως και ισοδύναμο προσόν θα ικανοποιούσε την απαίτηση αυτή, υπήρξε υπέρβαση ορίων διακριτικής ευχέρειας του Συμβουλίου να προβεί σε τέτοια ερμηνεία.
Το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε προσοντούχος για προαγωγή μετά από έρευνα που διεξήχθη, βάση της οποίας κρίθηκε πως κατείχε προσόν ισοδύναμο με «απολυτήριο σχολής μέσης εκπαίδευσης». Ο εφεσείοντας ισχυρίστηκε πως παραβιάστηκε το σχέδιο υπηρεσίας.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Αφ’ ης στιγμής το σχέδιο υπηρεσίας δεν άφηνε περιθώριο ικανοποίησης του απαιτούμενου προσόντος από άλλο ισότιμο προσόν, ήταν εκτός της διακριτικής ευχέρειας του διοριζόντος οργάνου να επεκτείνει με αυτό τον τρόπο την απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας και να κρίνει πως ισότιμο προσόν θα το ικανοποιούσε. Έτσι, αφού δεν υπήρχε πρόβλεψη για ικανοποίηση του προσόντος με κατοχή άλλου ισότιμου προσόντος ή πτυχίου, κρίνεται πως ο καθ’ ου η αίτηση ενήργησε σαφώς εκτός των ορίων της διακριτικής του ευχέρειας και καθ’ υπέρβαση εξουσίας και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι «ερμήνευσε» το σχέδιο υπηρεσίας εντός των επιτρεπομένων ορίων.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
[*69]Αναφερόμενη Υπόθεση:
Οικονομίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 47.
Έφεση.
Έφεση από τον Αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 59/99) ημερομηνίας 25/8/2000, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της προαγωγής, κατόπιν επανεξέτασης συνεπεία ακυρωτικής απόφασης του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Αρχιεπιστάτη στο καθ’ ου η αίτηση Συμβούλιο.
Α. Κουντουρή, για τον Εφεσείοντα
Μ. Καλλιγέρου, για τον Εφεσίβλητο,
Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων-αιτητής προάχθηκε στη θέση του Αρχιεπιστάτη στο Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού, η προαγωγή του όμως ακυρώθηκε μετά από προσφυγή για το λόγο ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα του κατά πόσο ο ανθυποψήφιος του, ενδιαφερόμενο μέρος στην παρούσα διαδικασία, κατείχε τα ελάχιστα απαιτούμενα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας.
Μετά από επανεξέταση, το ενδιαφερόμενο μέρος προάχθηκε στην επίδικη θέση.
Ο εφεσείων-αιτητής καταχώρησε την προσφυγή 59/99, η οποία και απορρίφθηκε, με αποτέλεσμα η απόφαση να εφεσιβληθεί με την παρούσα έφεση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του εφεσείοντα-αιτητή, θεωρώντας ότι η κατοχή των προσόντων από το ενδιαφερόμενο μέρος αποτελούσε δεδικασμένο που προέκυψε στην προηγούμενη προσφυγή (605/97), που είχε καταχωρήσει το ενδιαφερόμενο μέρος και προσέβαλε με επιτυχία το διορισμό του εφεσείοντα.
[*70]H παρούσα σύνθεση του Δικαστηρίου, σε ενδιάμεση απόφασή της στις 31.3.03, κατέληξε ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι υπήρχε δεδικασμένο και επειδή το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε καθόλου με την εξέταση της ουσίας της προσφυγής, η υπόθεση ακούστηκε από το Εφετείο.
Ένας από τους βασικούς λόγους που προβάλλονται είναι η μη κατοχή των απαιτούμενων προσόντων από το ενδιαφερόμενο μέρος, με βάση το σχετικό σχέδιο υπηρεσίας. Τα από το σχέδιο υπηρεσίας απαιτούμενα προσόντα είναι τα ακόλουθα:
«1. Απολυτήριο αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης.
2. Τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Βοηθού Αρχιεπιστάτη.
3. Ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, πρωτοβουλία, υπευθυνότητα και ευθυκρισία.
4. Πολύ καλή γνώση της Ελληνικής και καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας.»
Είναι η θέση του εφεσείοντα-αιτητή ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν ικανοποιούσε το προσόν της κατοχής απολυτηρίου αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης. Ο εφεσείων βασίζει την παρούσα του θέση στο γεγονός ότι κακώς θεωρήθηκε ότι κατείχε το απαιτούμενο προσόν του απολυτηρίου το ενδιαφερόμενο μέρος, με βάση την τετραετή φοίτησή του και το πτυχίο που απέκτησε στο Κέντρο Τεχνικής Εκπαίδευσης Ε.Δ. Πειραιώς, που θεωρήθηκε ως ισότιμο απολυτηρίου αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης. Είναι η θέση του εφεσείοντα ότι το σχέδιο υπηρεσίας είναι καθαρό. Απαιτεί απολυτήριο αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης. Δεν αφήνεται περιθώριο για ικανοποίηση του προσόντος αυτού από την κατοχή ισότιμου πτυχίου.
Ο καθ’ ου η αίτηση υποστήριξε ότι η ερμηνεία που δίδεται σε σχέδιο υπηρεσίας ασκείται από το διοικητικό όργανο μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας να το ερμηνεύει και το Δικαστήριο δεν μπορεί να επεμβαίνει, όπου η ερμηνεία που δίδεται είναι εύλογη. Το Δικαστήριο ελέγχει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του οργάνου μόνο ως προς την υπέρβαση των άκρων ορίων της και δεν υποκαθιστά την δική του άποψη με εκείνη του διοικητικού οργάνου. (Δέστε μεταξύ άλλων Οικονομίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 47).
Ο εφεσείων-αιτητής, αποδέχεται την πιο πάνω νομική αρχή αντιπαραβάλλει όμως το επιχείρημα πως, αφ’ ης στιγμής το σχέδιο υπηρεσίας απαιτεί ρητώς απολυτήριο αναγνωρισμένης σχολής Μέσης [*71]Εκπαίδευσης, δεν αφήνεται περιθώριο αναγνώρισης άλλου ισότιμου προσόντος ως ικανοποιούντος την απαίτηση αυτή.
Θεωρούμε τη θέση του εφεσείοντα-αιτητή ως βάσιμη. Αφ’ ης στιγμής το σχέδιο υπηρεσίας δεν άφηνε περιθώριο ικανοποίησης του απαιτούμενου προσόντος από άλλο ισότιμο προσόν, ήταν εκτός της διακριτικής ευχέρειας του διοριζόντος οργάνου να επεκτείνει με αυτό τον τρόπο την απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας και να κρίνει πως ισότιμο προσόν θα το ικανοποιούσε. Έτσι, αφού δεν υπήρχε πρόβλεψη για ικανοποίηση του προσόντος με κατοχή άλλου ισότιμου προσόντος ή πτυχίου, κρίνουμε πως ο καθ’ ου η αίτηση ενήργησε σαφώς εκτός των ορίων της διακριτικής του ευχέρειας και καθ’ υπέρβαση εξουσίας και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι «ερμήνευσε» το σχέδιο υπηρεσίας εντός των επιτρεπομένων ορίων.
Γι’ αυτό το λόγο η προσφυγή πρέπει να επιτύχει. Εν όψει δε της κατάληξής μας επί του θέματος αυτού, δεν θα ασχοληθούμε με τους άλλους λόγους που αναπτύχθηκαν, για ακύρωση της επίδικης προαγωγής.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη διοικητική πράξη ακυρώνεται. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του εφεσείοντα-αιτητή, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση.
H προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο