Καραολής Μιχάλης ν. Υπουργείου Εσωτερικών (2004) 3 ΑΑΔ 76

(2004) 3 ΑΑΔ 76

[*76]28 Ιανουαρίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στές]

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΡΑΟΛΗΣ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΜΕΣΩ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,

Eφεσιβλήτου-Καθ’ ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3208)

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Αίτημα για επιστροφή απαλλοτριωθέντος ακινήτου ― Ανέφικτος σκοπός ― Σημασία τεχνικής μελέτης για τον προσδιορισμό του δηλωμένου σκοπού ― Εφόσον ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η ευθυγράμμιση και διαπλάτυνση οδού, η ιδιοκτησία δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για χώρους στάθμευσης ― Άκυρη η απόφαση απόρριψης αιτήματος για επιστροφή του ακινήτου.

Πρωτόδικα η προσφυγή του εφεσείοντος κατά της απόρριψης αιτήματος για επιστροφή του απαλλοτριωθέντος ακινήτου του, απορρίφθηκε και ακολούθησε έφεση.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεκτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

Οι σκοποί για τους οποίους έγινε η απαλλοτρίωση, δεν περιλάμβαναν και τη δημιουργία χώρων στάθμευσης. Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν για να χρησιμοποιηθεί το ακίνητο του εφεσείοντα-αιτητή στα έργα ευθυγράμμισης και διαπλάτυνσης της οδού στο σημείο που διέρχεται πάνω από τον Πεδιαίο ποταμό, κάτι που δεν έγινε και δεδηλωμένα δεν πρόκειται να γίνει, αφού η ιδιοκτησία θα χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία χώρων στάθμευσης. Έτσι διαπιστώνεται πως η προτεινόμενη χρήση της ακίνητης ιδιοκτησίας είναι άλλη από το σκοπό της απαλλοτρίωσης και αφού υπάρχει και η δεδηλωμένη προτεινόμενη χρήση της μπορεί επίσης να λεχθεί πως ο [*77]σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση κατέστη ανέφικτος.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Glyki v. Municipal Corporation of Famagusta (1967) 3 C.L.R. 677,

Σπύρου v. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδιών κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 307,

Καλλικά v. Δημοκρατίας (1998) 1 Α.Α.Δ. 177.

Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 225/99) ημερομηνίας 1/3/2001, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή την οποία άσκησε κατά της απόρριψης του αιτήματός του ημερ. 14/7/98 για επιστροφή μέρους του απαλλοτριωθέντος κτήματός του στο Στρόβολο, επειδή ο σκοπός για τον οποίο απαλλοτριώθηκε δεν είχε πραγματοποιηθεί σύμφωνα με το Άρθρο 15(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου.

Δ. Καλλής, για τον Εφεσείοντα.

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Μετά από αίτημα του Δήμου Στροβόλου, το Μάρτιο του 1990 το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως ετοίμασε ρυθμιστικό σχέδιο για τη διαμόρφωση της οδού Αγίας Μαρίνας στο Στρόβολο. Μετά την έγκριση του σχεδίου αυτού, με γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, που δημοσιεύτηκε στις 6.9.91, η Κυπριακή Δημοκρατία γνωστοποίησε την πρόθεση της να απαλλοτριώσει μέρος του κτήματος του εφεσείοντα-αιτητή στο Στρόβολο, με αριθμό τεμαχίου 185, Φ/Σχ.ΧΧΙ/61 και 62.

Όπως επισημαίνει και ο πρωτόδικος Δικαστής, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η δημιουργία, βελτίωση και ανάπτυξη των [*78]συγκοινωνιών στη Δημοκρατία και η απαλλοτρίωση επιβαλλόταν «για τους πιο κάτω λόγους, δηλαδή για την διαπλάτυνση και ευθυγράμμιση της οδού Αγίας Μαρίνας στο Στρόβολο στο σημείο που αυτή διέρχεται πάνω από τον Πεδιαίο Ποταμό». Οι εργασίες άρχισαν τον Οκτώβριο του 1991 και συμπληρώθηκαν το τέλος του 1992. Πέραν της διαπλάτυνσης και ευθυγράμμισης της οδού Αγίας Μαρίνας περιλάμβαναν και την κατασκευή νέας γέφυρας πάνω από τον Πεδιαίο ποταμό.

Στις 14.7.98 ο εφεσείων-αιτητής απευθύνθηκε στο Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με επιστολή με το πιο κάτω περιεχόμενο:

«Ζητούμε να μας επιστραφεί το μέρος που απαλλοτριώθηκε από το κτήμα μας καθ΄ότι έχουν περάσει 6 χρόνια από ημερομηνία που πληρωθήκαμε χωρίς να γίνει οποιοδήποτε έργο ανάπτυξης σ’ αυτό, και/ή οποιοδήποτε έργο συμφώνως της απαλλοτριώσεως.

Σύμφωνα με το σχετικό άρθρο 15(1) του Περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου το πιο πάνω μέρος του κτήματος πρέπει να μας επιστραφεί εν όψει της μη ανάπτυξης του για το σκοπό τον οποίο το απαλλοτριώσατε.»

Σε απάντηση στην πιο πάνω, αποστάληκε στον εφεσείοντα-αιτητή επιστολή ημερομηνίας 21.12.98, στην οποία αναφέρονταν τα ακόλουθα:

«Αναφέρομαι στη σχετική με το πιο πάνω θέμα επιστολή σας με ημερομηνία 14 Ιουλίου 1998, . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

και επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι το αίτημά σας δεν είναι δυνατό να ικανοποιηθεί γιατί δεν εξέλειπαν οι λόγοι για τους οποίους δημοσιεύτηκαν οι αναφερόμενες πιο πάνω Διοικητικές Πράξεις, που αφορούν τη διαπλάτυνση/ ευθυγράμμιση της οδού Αγίας Μαρίνας στο Στρόβολο.»

Με την προσφυγή του ο εφεσείων-αιτητής ζητούσε την πιο κάτω θεραπεία:

«Δήλωση και/η Απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι απόφαση των καθ’ ων η αίτηση που περιέχεται σε επιστολή τους ημερομηνίας 21.12.99 διά της οποίας παρέλειψαν να επιστρέ[*79]ψουν στον αιτητή το μέρος του τεμαχίου με αριθμό 185, Φ/Σχ. ΧΧΙ/61 και 62 Χωρ. στο Στρόβολο που απαλλοτριώθηκε είναι παράνομη και/η αυθαίρετη και/η αποτέλεσμα παράλειψης εκ του νόμου οφειλόμενης ενέργειας και δέον όπως ακυρωθεί.»

Ήταν η θέση του εφεσείοντα-αιτητή ότι, όπως προκύπτει από την παράγραφο 9 της Ένστασης, το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως προτίθετο εντός του 2000 να προχωρήσει στην κατασκευή χώρου στάθμευσης οχημάτων πλησίον της λεωφόρου Στροβόλου, για την απάμβλυνση του προβλήματος στάθμευσης που υπάρχει κατά μήκος της Λεωφόρου Στροβόλου και το απαλλοτριωθέν κτήμα του θα χρησιμοποιόταν για το σκοπό αυτό.  Είναι, κατά συνέπεια, το επιχείρημα του εφεσείοντα-αιτητή, ότι η χρήση αυτή του κτήματος του ήταν άλλη απ’ εκείνη για την οποία αυτό απαλλοτριώθηκε και έτσι εξέλιπαν οι λόγοι για τους οποίους δημοσιεύτηκε η απαλλοτρίωση, που αφορούσε τη διαπλάτυνση/ευθυγράμμιση της οδού Αγίας Μαρίνας και κατά συνέπεια το ακίνητο θα έπρεπε να επιστραφεί σ’ αυτόν, με βάση τις πρόνοιες του Α.23.5 του Συντάγματος. 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε τις θέσεις των καθ’ ων η αίτηση καταλήγοντας ως ακολούθως:

«Συμφωνώ με τις θέσεις που αναπτύσσει με καθαρότητα στη γραπτή του αγόρευση ο δικηγόρος της Δημοκρατίας. Συνοπτικά να παρατηρήσω πως η δημιουργία χώρων στάθμευσης, τοποθετημένων σε τέτοιους χώρους γεωγραφικά ώστε να αποτελούν ενιαίο έργο της ευθυγράμμμισης και διαπλάτυνσης του δρόμου, συνιστά ενιαίο στοιχείο της δημόσιας ωφελείας, όπως περιγράφεται στη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης που είναι: «η δημιουργία, βελτίωση και ανάπτυξη των συγκοινωνιών στη Δημοκρατία». Βέβαια, η υλοποίηση αυτού ειδικά του μέρους του έργου, δεν αφορά άμεσα την παρούσα υπόθεση. Η ύπαρξη όμως του σχεδιασμού, και η πρόθεση πραγμάτωσης του, καταδεικνύει πως οι λόγοι για τους οποίους έγινε η επίδικη απαλλοτρίωση δεν κατέστησαν ανέφικτοι. Υφίστανται προς υλοποίηση.»

Κατ’ ακολουθία η προσφυγή του εφεσείοντα-αιτητή απορρίφθηκε.

Με την παρούσα έφεσή του ο εφεσείων-αιτητής προσβάλλει ως εσφαλμένη την πρωτόδικη απόφαση με την οποία έγινε δεκτό πως η ιδιοκτησία χρησιμοποιήθηκε ή θα χρησιμοποιόταν για τους [*80]σκοπούς που αναφέρονται στη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης και περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η επίδικη διοικητική απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο.

Το Α.23.5 του Συντάγματος προνοεί τα ακόλουθα:

«5. Οιαδήποτε ακίνητος ιδιοκτησία, ή δικαίωμα ή συμφέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας απαλλοτριωθείσα αναγκαστικώς θα χρησιμοποιηθή αποκλειστικώς προς τον δι’ ον απηλλοτριώθη σκοπόν. Εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστή εφικτός ο τοιούτος σκοπός, η απαλλοτρίωσασα αρχή, ευθύς μετά την εκπνοήν της ρηθείσης προθεσμίας των τριών ετών υποχρεούται να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τιμής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ’ ου απηλλοτρίωσε αυτή. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .»

Σχετικό είναι επίσης και το Α.15(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962, που ρυθμίζει τη διαδικασία επιστροφής της ακίνητης ιδιοκτησίας, όταν «ακίνητος ιδιοκτησία απηλλοτριώθη μετά την έναρξιν της ισχύος του Συντάγματος, και εντός τριών ετών, από της ημερομηνίας καθ’ ην η ιδιοκτησία περιήλθεν εις την απαλλοτριούσαν αρχήν, δεν επετεύχθη ο σκοπός δι’ ον εγένετο η απαλλοτρίωσις ή η επίτευξις του τοιούτου σκοπού εγκατελείφθη υπό της απαλλοτριούσης αρχής, ή το όλον ή μέρος της τοιαύτης ιδιοκτησίας απεδείχθη ότι υπερβαίνει τας πραγματικάς ανάγκας της απαλλοτριούσης αρχής».

Είναι νομολογημένο, πως οι σκοποί που αναφέρονται στη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης εξετάζονται μαζί με, και επηρεάζονται και από, άλλους παράγοντες, όπως το περιεχόμενο της μελέτης που οδηγεί στο επίδικο διάταγμα. Μια τέτοια μελέτη ή σχέδιο, σύμφωνα με τη νομολογία, αποτελεί και προϋπόθεση για την έκδοση διατάγματος απαλλοτρίωσης (Glyki ν. Municipal Corporation of Famagusta (1967) 3 C.L.R. 677). 

Στη Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδιών  κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 307, στη σελ. 314 αναφέρονται τα ακόλουθα επί του προκειμένου:

«Έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι η Διοίκηση δεν προχωρεί στη λήψη απόφασης για απαλλοτρίωση προτού εξετάσει τα σχέδια του έργου που δείχνουν τη φύση, την έκταση και τις ανάγκες του έργου για το οποίο γίνεται η απαλλοτρίωση.  (Ίδε [*81]Κολοκασίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 427). Η απαλλοτριούσα Αρχή έχει την υποχρέωση να εξετάζει τις δυνατότητες πραγμάτωσης του σκοπού της απαλλοτρίωσης και μέσα σε αυτά τα πλαίσια επιβάλλεται η ετοιμασία μιας ολοκληρωμένης μελέτης. (Ίδε Μεστάνας και Άλλοι ν. Δημοτικού Συμβουλίου Αθηαίνου (Αρ.2) (1992) 3 Α.Α.Δ. 185. Ίδε επίσης Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου Επικρατείας, 1929-1959, 87, Οικονόμου «Ο Δικαστικός Έλεγχος της Διακριτικής Εξουσίας» (1966) 186).»

Οι καθ’ ων η αίτηση παραπέμπουν στην Καλλικά ν. Δημοκρατίας (1998) 1 Α.Α.Δ. 177, σε σχέση με την αρχή πως οι λέξεις «εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστεί εφικτός ο τοιούτος σκοπός» δεν εξυπακούουν ότι οι σκοποί της απαλλοτρίωσης θα πρέπει να πραγματοποιηθούν μέσα στην περίοδο των τριών χρόνων αλλά ότι μπορεί να πραγματοποιηθούν. Έτσι, αν δεν συμπληρωθεί το έργο μέσα στην τριετία δεν καθιστά επιστρεπτέα την ακίνητη περιουσία. Κατά την άποψη μας η υπόθεση αυτή διαφοροποιείται από τα γεγονότα της και δεν έχει σχέση με την παρούσα.

Εδώ, η θέση του εφεσείοντα-αιτητή είναι ότι η δηλωθείσα πρόθεση δημιουργίας χώρων στάθμευσης, συνιστά σκοπόν άλλον απ’ εκείνο για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση. Ως εκ τούτου, η μη χρήση της γης για τη διαπλάτυνση της οδού εντός της περιόδου των τριών ετών, καθιστά το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε ανέφικτο.

Είναι γεγονός πως το σχέδιο που  προηγήθηκε της απαλλοτρίωσης και πάνω στο οποίο η τελευταία βασίστηκε, σε κανένα του μέρος δεν αναφέρεται στην ανάγκη δημιουργίας χώρων στάθμευσης, σε συνάρτηση με τα έργα ευθυγράμμισης και διαπλάτυνσης της οδού, και, όπως ήδη επισημάναμε, πριν οι αρχές προχωρήσουν στην απαλλοτρίωση θα έπρεπε να είχαν πλήρες σχέδιο που να περιλαμβάνει όλες τις ανάγκες. Έτσι, η δημιουργία χώρων στάθμευσης δεν καλυπτόταν από τη μελέτη που έγινε και ούτε διαπιστώθηκε τότε τέτοια ανάγκη. Συνεπώς θεωρούμε πως οι σκοποί για τους οποίους έγινε η απαλλοτρίωση, δεν περιλάμβαναν και τη δημιουργία χώρων στάθμευσης. Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν για να χρησιμοποιηθεί το ακίνητο του εφεσείοντα-αιτητή στα έργα ευθυγράμμισης και διαπλάτυνσης της οδού στο σημείο που διέρχεται πάνω από τον Πεδιαίο ποταμό, κάτι που δεν έγινε και δεδηλωμένα δεν πρόκειται να γίνει, αφού η ιδιοκτησία θα χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία χώρων στάθ[*82]μευσης. Έτσι διαπιστώνεται πως η προτεινόμενη χρήση της ακίνητης ιδιοκτησίας είναι άλλη από το σκοπό της απαλλοτρίωσης και αφού υπάρχει και η δεδηλωμένη προτεινόμενη χρήση της μπορεί επίσης να λεχθεί πως ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση κατέστη ανέφικτος.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η επίδικη διοικητική απόφαση ακυρώνεται.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο