Peppis Company Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 314

(2004) 3 ΑΑΔ 314

[*314]19 Απριλίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στές]

PEPPIS COMPANY LTD,

Εφεσείoντες,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ,

3. ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

Εφεσιβλήτων.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3197)

 

Προσφορές ― Κακοτεχνίες, αργοπορίες και προβλήματα από έργα που κατακυρώθηκαν στο παρελθόν ― Εύλογα και νόμιμα λήφθηκαν υπόψη για μη κατακύρωση της προσφοράς ― Διεξήχθη δέουσα έρευνα ― Απαιτούμενη έκταση της έρευνας.

Προσφορές ― Αποκλεισμός υποψηφίου ― Άρθρο 7 του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμου του 1997 (Ν.102(Ι)/97) ― Δυνατότητα αποκλεισμού βάσει του εδαφίου (η) για οποιοδήποτε σοβαρό λόγο ― Εν προκειμένω δεν υπήρξε αποκλεισμός, αλλά μη κατακύρωση.

Προσφορές ― Αποκλεισμός υποψηφίου ― Παράλειψη ενημέρωσης αποκλεισθέντος προσφοροδότη ― Ακόμα και αν υφίστατο παράλειψη, δεν επιδρά, ως γεγονός μεταγενέστερο, στη νομιμότητα της πράξης.

Στους εφεσείοντες που ήταν οι χαμηλότεροι προσφοροδότες, δεν κατακυρώθηκε η επίδικη προσφορά μετά από έρευνα που υπέδειξε ότι η εκτέλεση έργων που τους κατακυρώθηκαν στο παρελθόν, παρουσίασε προβλήματα. Μετά την απόρριψη της προσφυγής τους, ακολούθησε έφεση.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Με τον πρώτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι το Δι[*315]καστήριο λανθασμένα δεν έλαβε υπ’ όψιν ότι αριθμός επιστολών τους προς το Τμήμα Δημοσίων Έργων στις οποίες εκφραζόταν η θέση τους πάνω στα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί κατά την εκτέλεση των έργων που είχαν αναλάβει στο παρελθόν και δικαιολογούσαν ουσιαστικά τις ελλείψεις, παραλείψεις, κακοτεχνίες και αργοπορίες, δεν είχαν τεθεί από το Τμήμα Δημοσίων Έργων ενώπιον του Συμβουλίου Προσφορών, όταν του ζητήθηκε να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία προς αιτιολόγηση πιθανού αποκλεισμού τους από τη διαδικασία κατακύρωσης της προσφοράς.

     Ο λόγος αυτός θα πρέπει να απορριφθεί. Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ζήτησε από το Τμήμα Δημοσίων Έργων να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία προς αιτιολόγηση πιθανής απόρριψης της προσφοράς των εφεσειόντων. Το Τμήμα συμμορφώθηκε.

     Στα στοιχεία που υποβλήθηκαν περιλαμβανόταν και αριθμός επιστολών από ιδιώτες αρχιτέκτονες των έργων, στις οποίες διατυπώνονταν έντονα παράπονα για το επίπεδο και ποιότητα της εργασίας των εφεσειόντων.

     Το κριτήριο για την εγκυρότητα της πράξης του Συμβουλίου είναι η επάρκεια της έρευνας και η κατά τη διεξαγωγή της τήρηση των κανόνων της χρηστής διοίκησης. Η διερεύνηση των ισχυρισμών για συνέπεια των εφεσειόντων στην εκπλήρωση προηγούμενων υποχρεώσεών τους, δεν μπορούσε να λάβει τη μορφή δικαστικής διαδικασίας. Δεν αναμενόταν από το Συμβούλιο να αποφασίσει ποια από τις δύο πλευρές είχε δίκαιο. Εξ άλλου, οι διαφορές των εφεσειόντων με το Τμήμα Δημοσίων Έργων έχουν καταλήξει στα πολιτικά δικαστήρια.

     Τα ενώπιον του Συμβουλίου στοιχεία συνιστούσαν ικανοποιητική βάση για τη ληφθείσα απόφαση.

2.  Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ακόμα ότι η απόφαση αποκλεισμού τους δεν καλύπτεται από την εξουσία που παρέχει το Άρθρο 7 του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμου του 1997, Ν.102(Ι)/97. Επισημαίνουν ότι η παραβίαση ή η μη πιστή εκτέλεση άλλων συμβάσεων που είχαν κατακυρωθεί στον προσφοροδότη, προστέθηκαν ως λόγοι αποκλεισμού με τους περί Προσφορών του Δημοσίου (Γενικούς) Κανονισμούς του 1999, Κ.Δ.Π. 104/99, που τέθηκαν σε ισχύ στις 8.7.1999, σε χρόνο δηλαδή μεταγενέστερο της προσβαλλόμενης απόφασης.

     Η απάντηση είναι απλή. Οι εφεσείοντες δεν αποκλείστηκαν με βά[*316]ση τη διαδικασία του Άρθρου 7. Απλώς κρίθηκε ότι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις για να τους ανατεθεί το έργο. Το συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται στη διαδικασία αποκλεισμού συμμετοχής στη διαδικασία προσφορών και όχι στην απόφαση για μη επιλογή οιουδήποτε υποψήφιου.  Στην παρούσα υπόθεση οι εφεσείοντες έλαβαν μέρος στη διαδικασία, αλλά, τελικά, δεν επιλέγηκαν. Εν πάση περιπτώσει το εδάφιο (η) του ίδιου άρθρου παρέχει τη δυνατότητα στο αρμόδιο για την κατακύρωση όργανο να αποκλείσει οποιονδήποτε προσφοροδότη αν καταλήξει ότι για οποιονδήποτε σοβαρό λόγο κρίνεται ότι δεν πρέπει να του δοθεί δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία προσφορών.

3.  Οι εφεσείοντες τέλος παραπονούνται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν επιλήφθηκε του ισχυρισμού τους ότι, σύμφωνα με το Άρθρο 8 του Ν.102(Ι)/97, το αρμόδιο όργανο παρέλειψε να τους ενημερώσει για τους λόγους αποκλεισμού τους.

     Ο ισχυρισμός ελέγχεται ως ανακριβής, αφού στις 22.10.1998 οι δικηγόροι τους ενημερώθηκαν για τους λόγους που η προσφορά τους δεν ελήφθη υπ’ όψιν. Έστω όμως κι αν υποτεθεί ότι υπήρξε παράλειψη, η παράλειψη αυτή είναι γεγονός μεταγενέστερο της προσβαλλόμενης απόφασης και συνεπώς άσχετο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Βασίλης Χαράκης και Υιοί Λτδ v. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 299,

Βασιλείου v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1382,

Peppis Co Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 503/99, ημερ. 15.3.2001,

Fysko Contracting Ltd v. Δήμου Λάρνακος (1993) 4 Α.Α.Δ. 1636,

ΑHK v. Ανδρέας Ηρακλέους Ηλεκτρικαί Εγκαταστάσεις Λτδ (1999) 3 Α.Α.Δ. 584.

Έφεση.

Έφεση από τους αιτητές εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 1108/98), ημερομηνίας 26/1/2001, με την οποία απέρριψε την προσφυγή τους κατά της κατακύρωσης της προσφοράς για την εκτέλεση τεχνικών έργων [*317]και βελτίωση του κεντρικού δρόμου στο χωριό Πελένδρι στο ενδιαφερόμενο μέρος αντί στους ιδίους, παρά το ότι η προσφορά τους ήταν η πιο χαμηλή.

Αλ. Κουντουρή για Π. Ιωαννίδη, για τους Εφεσείοντες.

Ελ. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Φρ. Νικολαΐδης.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες υπέβαλαν προσφορά για την εκτέλεση τεχνικών έργων και βελτίωση του κεντρικού δρόμου μέσα στο χωριό Πελένδρι. H προσφορά τους ήταν η πιο χαμηλή, αλλά το Τμήμα Δημοσίων Έργων στην αξιολόγησή του επισήμανε ότι αριθμός έργων που τους είχαν ανατεθεί προηγουμένως παρουσίαζαν σοβαρές ελλείψεις, κακοτεχνίες και καθυστερήσεις στην παράδοση, οι οποίες οφείλονταν σε έλλειψη οργάνωσης, προγραμματισμού, ελλιπή στελέχωση και εξοπλισμό.

Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ζήτησε συμπληρωματικά στοιχεία. Τα στοιχεία που υποβλήθηκαν υπό μορφή αναλυτικού σημειώματος στις 24.9.1998 αναφέρονταν σε αριθμό έργων τα οποία εκτέλεσαν οι εφεσείοντες και στα οποία παρατηρήθηκαν σοβαρές καθυστερήσεις και ατέλειες στις εργασίες που δεν κατέστη δυνατόν να διορθωθούν. Έτσι, το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών, εν όψει των πιο πάνω, αποφάσισε στις 30.9.1998, να τους αποκλείσει από τις προσφορές και να κατακυρώσει την προσφορά σε άλλο προσφοροδότη.

Το πρωτόδικο δικαστήριο, απέρριψε τις διάφορες εισηγήσεις των ευπαίδευτων συνήγορων των εφεσειόντων, αφού κατέληξε πως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αιτιολογημένη και είχε ληφθεί μέσα στα ορθά πλαίσια άσκησης της διακριτικής ευχέρειας, ύστερα από πλήρη και λεπτομερή έρευνα.

Με τον πρώτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι το Δικαστήριο λανθασμένα δεν έλαβε υπ’ όψιν ότι αριθμός επιστολών τους προς το Τμήμα Δημοσίων Έργων στις οποίες εκφραζόταν η θέση τους πάνω στα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί κατά την εκτέλεση των έργων που είχαν αναλάβει στο παρελθόν και δικαιολογούσαν ουσιαστικά τις ελλείψεις, παραλεί[*318]ψεις, κακοτεχνίες και αργοπορίες, δεν είχαν τεθεί από το Τμήμα Δημοσίων Έργων ενώπιον του Συμβουλίου Προσφορών, όταν του ζητήθηκε να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία προς αιτιολόγηση πιθανού αποκλεισμού τους από τη διαδικασία κατακύρωσης της προσφοράς. Τέθηκαν μόνο οι επιστολές του Τμήματος, με τις οποίες καταλόγιζαν στους εφεσείοντες τα όσα μεμπτά, χωρίς καν να πληροφορήσουν το Κεντρικό Συμβούλιο των Προσφορών ότι οι επιστολές τους αυτές είχαν τύχει απάντησης. Συνεπώς, καταλήγουν οι εφεσείοντες, δεν είχε διεξαχθεί η δέουσα έρευνα, αφού παραλείφθηκαν στοιχεία τα οποία ήταν ουσιώδη για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

Ο λόγος αυτός θα πρέπει να απορριφθεί. Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ζήτησε από το Τμήμα Δημοσίων Έργων να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία προς αιτιολόγηση πιθανής απόρριψης της προσφοράς των εφεσειόντων. Το Τμήμα συμμορφώθηκε.

Στα στοιχεία που υποβλήθηκαν περιλαμβανόταν και αριθμός επιστολών από ιδιώτες αρχιτέκτονες των έργων, στις οποίες διατυπώνονταν έντονα παράπονα για το επίπεδο και ποιότητα της εργασίας των εφεσειόντων.

Το κριτήριο για την εγκυρότητα της πράξης του Συμβουλίου είναι η επάρκεια της έρευνας και η κατά τη διεξαγωγή της τήρηση των κανόνων της χρηστής διοίκησης. Η διερεύνηση των ισχυρισμών για συνέπεια των εφεσειόντων στην εκπλήρωση προηγούμενων υποχρεώσεών τους, δεν μπορούσε να λάβει τη μορφή δικαστικής διαδικασίας (Βασίλης Χαράκης και Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 299 και Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1382). Δεν αναμενόταν από το Συμβούλιο να αποφασίσει ποια από τις δύο πλευρές είχε δίκαιο. Εξ άλλου, οι διαφορές των εφεσειόντων με το Τμήμα Δημοσίων Έργων έχουν καταλήξει στα πολιτικά δικαστήρια.

Τα ενώπιον του Συμβουλίου στοιχεία και κυρίως οι επιστολές από τους ιδιώτες αρχιτέκτονες προηγούμενων έργων, που είναι ανεξάρτητοι παράγοντες συνιστούσαν ικανοποιητική βάση για τη ληφθείσα απόφαση.

Η κατάληξή μας αυτή απαντά και στο επιχείρημα των εφεσειόντων ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω παράλειψης του αποφασίζοντος οργάνου να τους ακούσει πριν τη λήψη της απόφασης.

[*319]Περαιτέρω, με όλο το σεβασμό, δεν συμφωνούμε με τις διαπιστώσεις και συμπεράσματα που γίνονται στην πρωτόδικη απόφαση στην υπόθεση Peppis Co Ltd v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 503/99, ημερ. 15.3.2001, την οποία επικαλέστηκε η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσειόντων.

Όσον δε αφορά την επίσης πρωτόδικη απόφαση Fysko Contracting Ltd v. Δήμου Λάρνακος (1993) 4 Α.Α.Δ. 1636, αρκεί να λεχθεί ότι σ’ εκείνη την περίπτωση οι πληροφορίες για ασυνέπεια των αιτητών δεν τεκμηριώθηκαν, ενώ υπό το φως των γεγονότων που έθεσαν οι αιτητές ενώπιον του δικαστηρίου, οι πληροφορίες αυτές ελέγχονται ως αμφίβολης ορθότητας.

Ακόμα, εντελώς διαφορετική είναι και η υπόθεση Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Ανδρέας Ηρακλέους Ηλεκτρικαί Εγκαταστάσεις Λτδ (1999) 3 Α.Α.Δ. 584, όπου η εφεσίβλητη εταιρεία είχε συστηθεί από την Τεχνική Επιτροπή ως ικανοποιούσα όλες τις τεχνικές και άλλες απαιτήσεις των όρων του διαγωνισμού, ενώ η προσφορά της ήταν η φθηνότερη. Ο Βοηθός Διευθυντής της Αρχής Ηλεκτρισμού είχε επίσης συμφωνήσει, αφού εξέτασε την προσφορά από εμπορική σκοπιά, ενώ η αρμόδια Επιτροπή Προσφορών εισηγήθηκε την κατακύρωση του διαγωνισμού στην εφεσίβλητη. Το Διοικητικό Συμβούλιο αγνόησε πλήρως τις συστάσεις των τεχνικών οργάνων και της αρμόδιας επιτροπής και κατά πλειοψηφία, κατακύρωσε την προσφορά σε άλλο προσφοροδότη που είχε αναλάβει και τις μηχανολογικές εργασίες του έργου και ο οποίος έδιδε, κατά τη γνώμη του Συμβουλίου, τη βεβαιότητα ότι το έργο θα εκτελεστεί με ακρίβεια, λόγω της καλύτερης οικονομικής του κατάστασης. Οι παράμετροι αυτές θεωρήθηκαν τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση, ως παράγοντες εξωτερικοί, που έπλητταν ανεπανόρθωτα το κύρος της διοικητικής πράξης.

Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ακόμα ότι η απόφαση αποκλεισμού τους δεν καλύπτεται από την εξουσία που παρέχει το άρθρο 7 του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμου του 1997, Ν.102(Ι)/97. Επισημαίνουν ότι η παραβίαση ή η μη πιστή εκτέλεση άλλων συμβάσεων που είχαν κατακυρωθεί στον προσφοροδότη, προστέθηκαν ως λόγοι αποκλεισμού με τους περί Προσφορών του Δημοσίου (Γενικούς) Κανονισμούς του 1999, Κ.Δ.Π. 104/99, που τέθηκαν σε ισχύ στις 8.7.1999, σε χρόνο δηλαδή μεταγενέστερο της προσβαλλόμενης απόφασης.

Η απάντηση είναι απλή. Οι εφεσείοντες δεν αποκλείστηκαν με βάση τη διαδικασία του άρθρου 7. Απλώς κρίθηκε ότι δεν πλη[*320]ρούσαν τις προϋποθέσεις για να τους ανατεθεί το έργο. Το συγκεκριμένο άρθρο  αναφέρεται στη διαδικασία αποκλεισμού συμμετοχής στη διαδικασία προσφορών και όχι στην απόφαση για μη επιλογή οιουδήποτε υποψήφιου. Αναφέρεται σε στέρηση του δικαιώματος συμμετοχής στη διαδικασία προσφορών. Κι΄ αυτό, παρά τη διατύπωση, ότι ο αποκλεισμός μπορεί να γίνει σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Στην παρούσα υπόθεση οι εφεσείοντες έλαβαν μέρος στη διαδικασία, αλλά, τελικά, δεν επιλέγηκαν. Εν πάση περιπτώσει το εδάφιο (η) του ίδιου άρθρου παρέχει τη δυνατότητα στο αρμόδιο για την κατακύρωση όργανο να αποκλείσει οποιονδήποτε προσφοροδότη αν καταλήξει ότι για οποιονδήποτε σοβαρό λόγο κρίνεται ότι δεν πρέπει να του δοθεί δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία προσφορών.

Οι εφεσείοντες τέλος παραπονούνται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν επιλήφθηκε του ισχυρισμού τους ότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν.102(Ι)/97, το αρμόδιο όργανο παρέλειψε να τους ενημερώσει για τους λόγους αποκλεισμού τους.

Ο ισχυρισμός ελέγχεται ως ανακριβής, αφού στις 22.10.1998 οι δικηγόροι τους ενημερώθηκαν για τους λόγους που η προσφορά τους δεν ελήφθη υπ’ όψιν. Έστω όμως κι αν υποθέσουμε ότι υπήρξε παράλειψη, η παράλειψη αυτή είναι γεγονός μεταγενέστερο της προσβαλλόμενης απόφασης και συνεπώς άσχετο. Ακόμα και αν θεωρηθεί ότι το αρμόδιο όργανο αθέτησε την υπό του νόμου προβλεπόμενη υποχρέωσή του να ενημερώσει τους εφεσείοντες, η παράλειψή του αυτή δεν θα οδηγούσε βέβαια στη ακύρωση της επίδικης απόφασης.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο