Kυπριακή Δημοκρατία ν. Θεοπίστης A. Iωσήφ και Άλλης (2004) 3 ΑΑΔ 420

(2004) 3 ΑΑΔ 420

[*420]12 Μαΐου, 2004

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Εφεσείοντες-Καθ’ων η αίτηση,

v.

1. ΘΕΟΠΙΣΤΗΣ Α. ΙΩΣΗΦ,

 2. ΜΑΡΙΑΣ ΤΣΑΠΑΡΕΛΛΗ,

Εφεσιβλήτων-Αιτητριών.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3198)

 

Πολεοδομία ― Απόρριψη ιεραρχικής προσφυγής ― Ακύρωση απόφασης λόγω μη παρουσίασης στην πρωτόδικη διαδικασία διοικητικού φακέλου, στον οποίο περιεχόταν η Δήλωση Πολιτικής ― Ανατράπηκε κατ’ έφεση.

Πολεοδομία ― Απόρριψη ιεραρχικής προσφυγής ― Απόψεις Πολεοδομίας ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής ― Θέση υπόψη της Επιτροπής ότι οι εργασίες των μετατροπών άρχισαν ― Δεν αποτέλεσε τον λόγο απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής ― Ο λόγος για τον οποίο απορρίφθηκε, ήταν νόμιμος, η ύπαρξη δεσμευτικής ρυμοτομίας.

Πολεοδομία ― Απόρριψη αίτησης για πολεοδομική άδεια για προσθήκες και μετατροπές, λόγω δεσμευτικής ρυμοτομίας που δεν προσβλήθηκε ― Ισχυρισμός πως η Γνωστοποίησή της δεν παρείχε επαρκή γνώση, απορρίφθηκε.

Πρωτόδικα η προσφυγή είχε επιτύχει γιατί δεν παρουσιάστηκε διοικητικός φάκελος στο Δικαστήριο που να περιέχει και τη Δήλωση Πολιτικής στην οποία βασίστηκε η απόρριψη του επίδικου αιτήματος των αιτητριών.  Η Κυπριακή Δημοκρατία εφεσίβαλε την δικαστική απόφαση.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφε[*421]ση, αποφάσισε ότι:

1. Παρατηρείται πως το ζήτημα της Δήλωσης Πολιτικής και του περιεχόμενου της ουδέποτε συζητήθηκε από τους εφεσιβλήτους. Οι ισχυρισμοί τους αφορούσαν σε άλλα και ως προς εκείνα ούτε προκύπτει ούτε υποστηρίχτηκε πως ήταν αναγκαία η αναφορά σε οτιδήποτε σε σχέση με τη Δήλωση Πολιτικής. Στο τέλος δε, κατά τις διευκρινίσεις, όταν δηλώθηκε από τους εφεσείοντες πως “δεν προκύπτει ανάγκη κατάθεσης του διοικητικού φακέλου”, και πως “όλα τα στοιχεία βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου”, οι εφεσίβλητοι δεν αντέδρασαν με οτιδήποτε το διαφορετικό. Κάτω από αυτά τα δεδομένα η ακύρωση της απόφασης για το λόγο που δόθηκε ήταν λανθασμένη και η έφεση πρέπει να επιτύχει.

2. Στο έγγραφο της Πολεοδομικής Αρχής δεν περιλαμβάνεται εισήγηση για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής για το λόγο της έναρξης των εργασιών των μετατροπών στο τεμάχιο. Το γεγονός σημειώνεται μόνο για να εξηγηθεί στο τέλος ο λόγος για τον οποίο δεν ζητήθηκαν “τροποποιητικά σχέδια ούτως ώστε οι μετατροπές και προσθήκες στον όροφο τουλάχιστον να μην επεμβαίνουν μέσα στο επηρεαζόμενο τμήμα του τεμαχίου από τη δεσμευτική ρυμοτομία”. Και η Υπουργική Επιτροπή, ασκώντας τη δική της αποφασιστική αρμοδιότητα, απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή αφού διαπίστωσε ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής, εννοείται με την αιτιολογία που παρατέθηκε της ύπαρξης δεσμευτικής ρυμοτομίας, ήταν ορθή και μέσα στις αρμοδιότητές της.

3. Οι εφεσίβλητοι υποστηρίζουν πως η Γνωστοποίηση δεν ήταν λεπτομερής και δεν περιλάμβανε σαφή πληροφόρηση. Ούτε και αυτό το θέμα στηρίζεται πάνω σε υπόβαθρο και η εισήγηση δεν χρειάζεται να απασχολήσει από οποιαδήποτε άλλη άποψη. Στη Γνωστοποίηση αναφέρεται η σχετική οδός στο Λυθροδόντα, το πλάτος του δρόμου αλλά και τα επηρεαζόμενα τεμάχια μέσα στα οποία και το τεμάχιο 483 των αιτητών. Περαιτέρω η Γνωστοποίηση παραπέμπει σε σχέδιο ανοικτό προς επιθεώρηση στο γραφείο του Επάρχου Λευκωσίας.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τους καθ’ ων η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 1326/1999), ημερομηνίας 9/2/2001, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής με την οποία απορρίφθηκε ιεραρχική προσφυγή την οποία άσκησε η αιτήτρια 1 κατά της απόρριψης από [*422]την Πολεοδομική Αρχή, στις 4/2/97, της αίτησής της ημερομηνίας 12/7/1996, για χορήγηση σ’ αυτήν πολεοδομικής άδειας για μετατροπές ή προσθήκες και αλλαγή χρήσης ενός δωματίου σε ακίνητη ιδιοκτησία της σε κατοικημένο λειτουργικό κέντρο του χωριού Λυθροδόντας η οποία επηρεάζετο από δεσμευτικό σχέδιο ρυμοτομίας.

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Δ. Καλλής, για τις Εφεσίβλητες.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση

Η α΄ εφεσίβλητη ήταν ιδιοκτήτρια μιας διώροφης κατοικίας στο χωριό Λυθροδόντας, μέσα στην οποία διέμενε. Η πιο πάνω ακίνητη περιουσία βρίσκεται μέσα στο κατοικημένο λειτουργικό κέντρο του χωριού. Το 1991 δημοσιεύθηκε σχέδιο ρυμοτομίας που επηρέαζε την ακίνητη περιουσία της α΄ εφεσίβλητης. Η ακίνητη περιουσία της α΄ εφεσίβλητης, που εφαπτόταν του κεντρικού δρόμου του χωριού, επηρεαζόταν από το πιο πάνω σχέδιο ρυμοτομίας που αποσκοπούσε στη διαπλάτυνση του δρόμου για την πιο ομαλή διέλευση αυτοκινήτων και λεωφορείων που μετέβαιναν μέσω Λυθροδόντα στην Ιερά Μονή Μαχαιρά και στο χωριό Λεύκαρα. Η α΄ εφεσίβλητη δεν αμφισβήτησε την εγκυρότητα του σχεδίου ρυμοτομίας μέσα στα προκαθορισμένα χρονικά πλαίσια.

Στις 12/7/96 η α΄ εφεσίβλητη υπέβαλε αίτηση στην Πολεοδομική Αρχή για μετατροπές/προσθήκες και αλλαγή χρήσης ενός δωματίου σε κατάστημα. Προτού πάρει την απάντηση της Πολεοδομικής Αρχής η α΄ εφεσίβλητη άρχισε τις μετατροπές/προσθήκες και την αλλαγή της χρήσης του δωματίου. Η Πολεοδομική Αρχή απέρριψε στις 4/2/97 την αίτηση της α΄ εφεσίβλητης γιατί οι αιτούμενες μετατροπές και η αλλαγή χρήσης επηρεάζονταν από το δεσμευτικό σχέδιο ρυμοτομίας που αποσκοπούσε στη διεύρυνση του δρόμου.

Η α΄ εφεσίβλητη καταχώρησε στις 14/3/97 ιεραρχική προσφυγή [*423]με την οποία ζητούσε την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης. Η Υπουργική Επιτροπή αποφάσισε την απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής γιατί έκρινε ότι η Πολεοδομική Αρχή ενήργησε ορθά και μέσα στα πλαίσια του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου και μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της Δήλωσης Πολιτικής. Στις 14/5/99 η α΄ εφεσίβλητη μεταβίβασε την πιο πάνω ακίνητη ιδιοκτησία της στη θυγατέρα της (β΄ εφεσίβλητη).

Εναντίον της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης οι δύο εφεσίβλητες καταχώρησαν την υπ’ αρ. 1326/99 προσφυγή, ζητώντας την ακύρωση της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής. Το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε ότι με την εφαρμογή των προνοιών του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου (αρ. 90/72, όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 56/82), η άδεια οικοδομής που προβλέπεται από τον περί Οδών και Οικοδομών Νόμο (Κεφ. 96) έπαυσε να αποτελεί το θεμέλιο για την οικοδομική ανάπτυξη και ότι η άδεια οικοδομής περιορίζεται στην εκτέλεση της ανάπτυξης που καθορίζει η πολεοδομική άδεια και στον καθορισμό λεπτομερειών που δεν προσδιορίζονται σε αυτή. Επιπρόσθετα το πρωτόδικο Δικαστήριο σημείωσε την υποχρέωση του αρμόδιου Υπουργού να εκπονήσει (σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34Α του βασικού Νόμου 90/72, όπως είχε τροποποιηθεί με το Νόμο 56/82), τη “Δήλωση Πολιτικής” η οποία θα περιείχε τις γενικές αρχές που θα διέπουν τη ρύθμιση και τον έλεγχο της ανάπτυξης στην ύπαιθρο και τα χωριά. Η Δήλωση Πολιτικής δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 1994 αλλά δεν παρουσιάστηκε στην πρωτόδικη διαδικασία. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη ότι δεν κατατέθηκε ο σχετικός διοικητικός φάκελος και τα απαραίτητα στοιχεία που συμπεριλαμβάνουν

(i) Το “Σχέδιο Ανάπτυξης” σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 26 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου (όπως έχει τροποποιηθεί με το Νόμο 7/90) και

(ii)   Τη Δήλωση Πολιτικής που περιέχεται στο Σχέδιο Ανάπτυξης,

κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η άσκηση δικαστικού ελέγχου ήταν αδύνατη και προχώρησε στην ακύρωση της επίδικης απόφασης.

(β) Η έφεση

Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχε ενώπιον του το Σχέδιο Ανάπτυξης που περιείχε τη Δήλωση Πολιτικής και ότι η άσκηση δικαστικού ελέγχου ήταν αδύνατη, με αποτέλεσμα να προ[*424]βεί στην ακύρωση της επίδικης απόφασης. Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι η Δήλωση Πολιτικής είχε τεθεί σε εφαρμογή με Γνωστοποίηση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34Α(6) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου (αρ. 90/72, όπως έχει τροποποιηθεί) με τον τίτλο “Δήλωση Πολιτικής – Αναθεώρηση 1966 (Δημοσίευση)” και έτσι η Δήλωση Πολιτικής αποτελούσε δημόσιο έγγραφο και το Δικαστήριο θα μπορούσε να λάβει δικαστική γνώση του περιεχομένου του.  Οι εφεσείοντες τονίζουν περαιτέρω πως ουδέποτε εκδηλώθηκε αδυναμία ή παράλειψη προσκόμισης της Δήλωσης Πολιτικής, εφόσο αυτό θα εθεωρείτο χρήσιμο.

Παρατηρούμε πως το ζήτημα της Δήλωσης Πολιτικής και του περιεχόμενου της ουδέποτε συζητήθηκε από τους εφεσιβλήτους. Οι ισχυρισμοί τους, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, αφορούσαν σε άλλα και ως προς εκείνα ούτε προκύπτει ούτε υποστηρίχτηκε πως ήταν αναγκαία η αναφορά σε οτιδήποτε σε σχέση με τη Δήλωση Πολιτικής. Στο τέλος δε, κατά τις διευκρινίσεις, όταν δηλώθηκε από τους εφεσείοντες πως “δεν προκύπτει ανάγκη κατάθεσης του διοικητικού φακέλου”, και πως “όλα τα στοιχεία βρίσκονται ενώπιον του Δικαστηρίου”, οι εφεσίβλητοι δεν αντέδρασαν με οτιδήποτε το διαφορετικό. Κάτω από αυτά τα δεδομένα η ακύρωση της απόφασης για το λόγο που δόθηκε ήταν λανθασμένη και η έφεση πρέπει να επιτύχει.

Ο συνάδελφός μας, ενόψει της πιο πάνω κατάληξης, δεν εξέτασε τους ισχυρισμούς που πρόβαλαν οι εφεσίβλητοι και επί αυτών έχουμε ενώπιόν μας τις αγορεύσεις και τις περαιτέρω διευκρινίσεις των δύο πλευρών.

Η αίτηση για πολεοδομική άδεια και στη συνέχεια η ιεραρχική προσφυγή απορρίφθηκαν για ένα και μόνο λόγο, ως εξής:

“Μέρος της αιτούμενης άδειας (μετατροπές και αλλαγή χρήσης) αφορά τμήμα του τεμαχίου και της υφιστάμενης σ’ αυτό διώροφης οικοδομής που  επηρεάζονται από δεσμευτικό σχέδιο διεύρυνσης του δρόμου (δημοσιεύθηκε στις 16.8.1991) και συνεπώς η εκτέλεση τέτοιων εργασιών θα παρατείνει ακόμη παραπάνω την παρεμπόδιση της πρακτικής εφαρμογής της επιδιωκόμενης οδικής διεύρυνσης.”

Εντούτοις οι εφεσίβλητοι αντιλαμβάνονται ως λόγο απόρριψης και τα όσα καταγράφονται σε έγγραφο της Πολεοδομικής Αρχής, το οποίο, όπως και άλλοι, υπέβαλαν στην Υπουργική Επιτροπή για τους σκοπούς της ιεραρχικής προσφυγής. Μάλιστα, υπο[*425]στηρίζοντας πως παραβιάστηκαν και οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης αφού η πολεοδομική αρχή, μεταβλήθηκε, όπως διατείνονται, και σε δικαστή της δική της υπόθεσης. Σ’ αυτό το πλαίσιο, επειδή στο έγγραφο της Πολεοδομικής Αρχής αναφερόταν και το γεγονός ότι οι εφεσίβλητοι είχαν ήδη αρχίσει τις μετατροπές/προσθήκες και την αλλαγή χρήσης της οικοδομής, χωρίς βεβαίως την αναγκαία άδεια, εισηγήθηκαν πως στοιχειοθετείται και πρόσθετος λόγος ακυρότητας αφού τέτοιο στοιχείο είναι εξωγενές.

Δεν υπάρχει υπόβαθρο σ’ αυτούς τους ισχυρισμούς. Ακόμα και στο έγγραφο της Πολεοδομικής Αρχής δεν περιλαμβάνεται εισήγηση για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής για τέτοιο λόγο. Το γεγονός σημειώνεται μόνο για να εξηγηθεί στο τέλος ο λόγος για τον οποίο δεν ζητήθηκαν “τροποποιητικά σχέδια ούτως ώστε οι μετατροπές και προσθήκες στον όροφο τουλάχιστον να μην επεμβαίνουν μέσα στο επηρεαζόμενο τμήμα του τεμαχίου από τη δεσμευτική ρυμοτομία”. Και η Υπουργική Επιτροπή, ασκώντας τη δική της αποφασιστική αρμοδιότητα, απέρριψε την ιεραρχική προσφυγή αφού διαπίστωσε ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής, εννοείται με την αιτιολογία που παραθέσαμε, ήταν ορθή και μέσα στις αρμοδιότητές της.

Οι υπόλοιποι ισχυρισμοί των εφεσιβλήτων αφορούν συναφώς τη δεσμευτική ρυμοτομία, με δεδομένο ότι το 1991 με Γνωστοποίηση δημοσιεύτηκε δεσμευτικό σχέδιο ρυμοτομίας, για να υποστηρίξουν πως η μη προσβολή του τότε δεν πρέπει να θεωρείται ότι επηρεάζει τα δικαιώματά τους. Οι εφεσίβλητοι υποστηρίζουν πως η Γνωστοποίηση δεν ήταν λεπτομερής και δεν περιλάμβανε σαφή πληροφόρηση. Ούτε και αυτό το θέμα στηρίζεται πάνω σε υπόβαθρο και η εισήγηση δεν χρειάζεται να μας απασχολήσει από οποιαδήποτε άλλη άποψη. Στη Γνωστοποίηση αναφέρεται η σχετική οδός στο Λυθροδόντα, το πλάτος του δρόμου αλλά και τα επηρεαζόμενα τεμάχια μέσα στα οποία και το τεμάχιο 483 των αιτητών. Περαιτέρω η Γνωστοποίηση παραπέμπει σε σχέδιο ανοικτό προς επιθεώρηση στο γραφείο του Επάρχου Λευκωσίας.

Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας και της έφεσης επιδικάζονται εναντίον των εφεσιβλήτων.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο