Kανέλλης Aντώνης Π. και Άλλες ν. Kοινοτικού ΣυμβουλίουΠαλιομετόχου (2004) 3 ΑΑΔ 426

(2004) 3 ΑΑΔ 426

[*426]3 Ιουνίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

1. ΑΝΤΩΝΗΣ Π. ΚΑΝΕΛΛΗΣ,

2. ΜΑΡΟΥΛΑ Α. ΤΗΛΛΥΡΟΥ,

3. ΑΝΔΡΟΥΛΛΑ Α. ΜΑΛΛΙΑΡΑΚΗ,

Εφεσείοντες,

v.

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΑΛΙΟΜΕΤΟΧΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3619)

 

Αναθεωρητική Έφεση ― Αίτηση για προσθήκη λόγου έφεσης ― Νομολογία ― Εφόσον ο λόγος μπορούσε να εξεταστεί αυτεπαγγέλτως, ως δημοσίας τάξεως, η αίτηση απερρίφθη.

Στο στάδιο της έφεσης κατεχωρήθη αίτηση για τροποποίηση των λόγων έφεσης για προσθήκη νέου λόγου που αφορούσε στην αναρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου που εξέδωσε την απόφαση.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:

Η νομολογία στην οποία παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος για το Εφεσίβλητο Συμβούλιο για να καταδείξει ότι η εισαγωγή νέων λόγων έφεσης δεν είναι κατά κανόνα επιτρεπτή και ότι στην έφεση δεν μπορούν να εξετάζονται θέματα τα οποία δεν είχαν εγερθεί πρωτοδίκως, αφορά στο γενικό κανόνα που διέπει πολιτικές υποθέσεις στις οποίες δεν υπεισέρχεται (πλην ως προς τη δικαιοδοσία) η εξέταση θεμάτων δημόσιας τάξης, όπως η αρμοδιότητα του αποφασίζοντος οργάνου, που ως εκ της φύσης της αναθεωρητικής διαδικασίας μπορούν να εξετάζονται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Αποκαλύπτει όμως τους παράγοντες που ρυθμίζουν και γενικότερα το ανεπιθύμητο της εισαγωγής νέων λόγων έφεσης επί θεμάτων τα οποία δεν είχαν εγερθεί και αποφασισθεί πρωτοδίκως και μάλιστα όταν δεν παρέχεται καλή εξήγηση για την παράλειψη της έγκαιρης έγερσης τους.

[*427]Στην προκειμένη περίπτωση, τίθενται δύο πτυχές του πράγματος. Αφ’ ενός, η καθόλου αρμοδιότητα του Εφεσίβλητου Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιομετόχου να προβαίνει σε απαλλοτρίωση είναι τόσο θεμελιακή, ως το αναγκαίο υπόβαθρο για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης του, ώστε να μπορεί και να πρέπει να εξετασθεί στα πλαίσια της έφεσης έστω και αν δεν ηγέρθη ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστή. Αφ’ ετέρου, δεν θα ήταν επιθυμητό να γίνει τούτο με την επιδιωκόμενη τροποποίηση των λόγων έφεσης, που θα απέληγε και σε ουσιαστική ανάπλαση της, κατά παράβαση γενικότερων αρχών και παραμέτρων. Η ανάγκη να τεθεί το θέμα ευθέως ενώπιον του Δικαστηρίου και να τοποθετηθούν επ’ αυτού οι διάδικοι, που είναι και η ουσία του πράγματος, καλύπτεται καλύτερα όχι με την τροποποίηση των λόγων έφεσης, αλλά με την απόφαση να εξεταστεί το θέμα αυτεπαγγέλτως, και μάλιστα σαν πρώτο κατά σειρά προτεραιότητας θέμα που εγείρεται στην έφεση, με ανάλογες οδηγίες όπως το θέμα περιληφθεί και συζητηθεί στα περιγράμματα.

Διαταγή ως ανωτέρω

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Τριανταφυλλίδης v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429,

Κυπριανού v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 510,

Δημοκρατία v. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598,

Χριστοφόρου v. Οικοδομικές Επιχειρήσεις Λοΐζος Ιορδάνους Λτδ (2001) 1 A.A.Δ. 743,

F.H.K. Hotels Holdings Ltd v. A.S. Air Control Ltd (1999) 1 A.A.Δ. 2159,

Χ΄΄Ιωάννου v. Κωνσταντίνου (1993) 1 Α.Α.Δ. 844.

Aίτηση.

Aίτηση από τους αιτητές στα πλαίσια της πιο πάνω έφεσης την οποία άσκησαν κατά της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου (Yπόθεση Aρ. 909/2001), ημερομηνίας 31/3/2003, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή τους κατά του διατάγματος απαλλοτρίωσης γης ιδιοκτησίας τους για τροποποίηση των λόγων έφεσης ώστε να προστεθεί ως λόγος έφεσης ότι ο καθ’ ου η αίτηση δεν είχε αρμοδιότητα να προβεί στην απαλλοτρίωση.

[*428]Λ. Κληρίδης, για τους Εφεσείοντες.

Κρ. Παπαλοΐζου, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Το Κοινοτικό Συμβούλιο Παλαιομετόχου προέβη σε απαλλοτρίωση γης ιδιοκτησίας των Εφεσειόντων. Οι Εφεσείοντες με προσφυγή προσέβαλαν τη νομιμότητα της απαλλοτρίωσης, υποστηρίζοντας ενώπιον του αδελφού μας Δικαστή ο οποίος επελήφθη αυτής, ως λόγους ακύρωσης, ότι το Συμβούλιο επέλεξε το δυσμενέστερο για αυτούς τρόπο για πραγμάτωση του σκοπού του και ότι η απόφαση για την απαλλοτρίωση ήταν αναιτιολόγητη, πεπλανημένη και ληφθείσα κατά κατάχρηση εξουσίας. Οι αιτιάσεις τους δεν έγιναν δεκτές και η προσφυγή απερρίφθη, με την έφεση τους δε προσβάλλουν το σκεπτικό της απόφασης του αδελφού μας Δικαστή.

Με την αίτηση αυτή τώρα οι Εφεσείοντες επιδιώκουν την τροποποίηση των λόγων έφεσης ώστε να προστεθεί ως λόγος έφεσης το ότι το Συμβούλιο δεν είχε αρμοδιότητα να προβαίνει σε απαλλοτρίωση, αντίθετα με το εκληφθέν ως δεδομένο από τον αδελφό μας Δικαστή ότι το Συμβούλιο, όπως είπε, είναι μεταξύ των αρχών που έχουν τέτοια αρμοδιότητα.  Είναι παραδεκτό ότι το θέμα αυτό δεν ηγέρθη στην προσφυγή, η οποία απεναντίας υποστηρίχθηκε στη βάση λόγων ακύρωσης που αφορούσαν την άσκηση μη αμφισβητούμενης αρμοδιότητας του Συμβουλίου να προβεί στην απαλλοτρίωση, και βεβαίως δεν ηγέρθη ούτε στους λόγους έφεσης εξ ου  και επιδιώκεται η τροποποίηση τους. Ο ευπαίδευτος συνήγορος για τους Εφεσείοντες όμως μας κάλεσε να κάνουμε δεκτή την αίτηση στη βάση, όπως υποστήριξε, ότι το θέμα, καθ’ όσον αφορά αρμοδιότητα, είναι θέμα δημόσιας τάξης που μπορεί να εξετασθεί και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Το Εφεσίβλητο Συμβούλιο ενίσταται στην αίτηση υποστηρίζοντας ότι δεν εξηγείται η αναγκαιότητα της επιδιωκόμενης τροποποίησης, ότι το θέμα δεν ετέθη πρωτοδίκως, ότι η επιδιωκόμενη τροποποίηση συνιστά ανάπλαση της έφεσης, ότι δεν εξηγήθηκε γιατί δεν περιελήφθη αρχικώς στην έφεση, και ότι η αίτηση είναι αδικαιολογήτως καθυστερημένη.

Η νομολογία μας παρέχει βάση για την αυτεπάγγελτη εξέταση λόγων ακύρωσης που αφορούν τη δημόσια τάξη, είτε πρωτοδίκως είτε κατ’ έφεση. Όπως ελέχθη από το Στυλιανίδη, Δ. (ως ήτο [*429]τότε), δίδοντας την απόφαση επταμελούς Ολομέλειας στην υπόθεση Τριανταφυλλίδης ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, στη σ. 439:

“Το αντικείμενο της αναθεωρητικής έφεσης συνεχίζει να είναι η νομιμότητα της διοικητικής πράξης ή απόφασης. Η επανεξέταση όμως της νομιμότητας της πράξης ή απόφασης γίνεται πάνω στα θέματα που ηγέρθησαν πρωτόδικα στην προσφυγή και σε όση έκταση οι διάδικοι έχουν περιορίσει τους λόγους στην έφεση ή στην αντέφεση και σε θέματα δημόσιας τάξης που το Δικαστήριο μπορεί να εξετάσει αυτεπάγγελτα.”

Το απόσπασμα αυτό παρατέθηκε με επιδοκιμασία στην υπόθεση Κυπριανού ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 510, από τον Πική, Δ. (ως ήτο τότε), δίδοντας την απόφαση πενταμελούς Ολομέλειας, αφού είπε τα εξής στις σελίδες 515-516:

“Εκείνο το οποίο καλούμεθα να αποφασίσουμε, είναι αν μπορεί να προβληθεί λόγος έφεσης που εμπεριέχει λόγο ακύρωσης της επίδικης διοικητικής απόφασης, ο οποίος δεν προβλήθηκε στην πρωτόδικη διαδικασία και μάλιστα, όπως και στην προκείμενη υπόθεση, έρχεται σε αντίθεση με το βάθρο στο οποίο στηρίχθηκε η προσφυγή.

Η απάντηση στο ερώτημα είναι αρνητική. Στη Christodoulos Nissis (No. 2) ν. Republic (1967) 3 C.L.R. 671, κρίθηκε ότι δεν μπορεί να προβληθούν κατ΄έφεση λόγοι για την ακύρωση διοικητικής πράξης άλλοι από εκείνους που στοιχειοθέτησαν την προσφυγή και προβλήθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου. Εξαίρεση από την αρχή αυτή μπορεί να ισχύσει μόνο εφόσον εγείρεται θέμα δικαίου το οποίο βασίζεται επί παραδεκτών γεγονότων ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου [βλ. επίσης C.D. Hay Properties Limited v. Δημοκρατίας (Α.Ε. 927, απόφαση δόθηκε στις 26.6.92)].

Στα ίδια πλαίσια είναι και η απόφαση στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Κουκκουρή (1993) 3 Α.Α.Δ. 598.

Η νομολογία στην οποία μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος για το Εφεσίβλητο Συμβούλιο για να καταδείξει ότι η εισαγωγή νέων λόγων έφεσης δεν είναι κατά κανόνα επιτρεπτή (Χριστοφόρου ν. Οικοδομικές Επιχειρήσεις Λοΐζος Ιορδάνους Λτδ (2001) [*430]1 A.A.Δ. 743) και ότι στην έφεση δεν μπορούν να εξετάζονται θέματα τα οποία δεν είχαν εγερθεί πρωτοδίκως (F.H.K. Hotels Holdings Ltd v. A.S. Air Control Ltd (1999) 1 A.A.Δ. 2159, Χ''Ιωάννου ν. Κωνσταντίνου (1993) 1 Α.Α.Δ. 844), αφορά στο γενικό κανόνα που διέπει πολιτικές υποθέσεις στις οποίες δεν υπεισέρχεται (πλην ως προς τη δικαιοδοσία) η εξέταση θεμάτων δημόσιας τάξης, όπως η αρμοδιότητα του αποφασίζοντος οργάνου, που ως εκ της φύσης της αναθεωρητικής διαδικασίας μπορούν να εξετάζονται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο. Αποκαλύπτει όμως τους παράγοντες που ρυθμίζουν και γενικότερα το ανεπιθύμητο της εισαγωγής νέων λόγων έφεσης επί θεμάτων τα οποία δεν είχαν εγερθεί και αποφασισθεί πρωτοδίκως και μάλιστα όταν δεν παρέχεται καλή εξήγηση για την παράλειψη της έγκαιρης έγερσης τους.

Στην προκειμένη περίπτωση τίθενται δύο πτυχές του πράγματος. Αφ’ ενός, η καθόλου αρμοδιότητα του Εφεσίβλητου Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιομετόχου να προβαίνει σε απαλλοτρίωση είναι τόσο θεμελιακή, ως το αναγκαίο υπόβαθρο για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης του, ώστε να μπορεί και να πρέπει να εξετασθεί στα πλαίσια της έφεσης έστω και αν δεν ηγέρθη ενώπιον του αδελφού μας Δικαστή. Αφ’ ετέρου, δεν θα ήταν επιθυμητό να γίνει τούτο με την επιδιωκόμενη τροποποίηση των λόγων έφεσης, που θα απέληγε και σε ουσιαστική ανάπλαση της, κατά παράβαση γενικότερων αρχών και παραμέτρων. Φρονούμε ότι η ανάγκη να τεθεί το θέμα ευθέως ενώπιον μας και να τοποθετηθούν επ΄αυτού οι διάδικοι, που είναι και η ουσία του πράγματος, καλύπτεται καλύτερα όχι με την τροποποίηση των λόγων έφεσης αλλά με την απόφαση μας να εξετάσουμε το θέμα αυτεπαγγέλτως, και μάλιστα σαν πρώτο κατά σειρά προτεραιότητας θέμα που εγείρεται στην έφεση, με ανάλογες οδηγίες όπως το θέμα περιληφθεί και συζητηθεί στα περιγράμματα.

Σαν αποτέλεσμα, η αίτηση μεν αποτυγχάνει και απορρίπτεται, δίδονται όμως οδηγίες όπως το θέμα της αρμοδιότητας του Εφεσίβλητου Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιομετόχου να προβαίνει σε απαλλοτρίωση περιληφθεί και συζητηθεί στα περιγράμματα.

Τα έξοδα της αίτησης θα είναι υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον των Εφεσειόντων.

Διαταγή ως ανωτέρω.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο