Κυπριακή Δημοκρατία ν. Γεώργιου Ηρακλέους και Άλλης (2004) 3 ΑΑΔ 630

(2004) 3 ΑΑΔ 630

[*630]10 Νοεμβρίου, 2004

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΜΕΣΩ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ,

ΜΕΣΩ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ

ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΠΑΦΟΥ,

Εφεσείοντες-Καθ’ ων η αίτηση,

v.

1. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ,

2. ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΑΠΑΚΙΩΤΗ,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3327)

 

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Κατάργηση δίκης ― Ζημιογόνο κατάλοιπο ― Αρκεί η ύπαρξη ενδεχόμενου επέλευσης ζημιάς ― Ανεπίτρεπτα προβάλλεται ισχυρισμός, περί μη στοιχειοθέτησης ζημίας στο στάδιο της έφεσης.

Πολεοδομία ― «Ουσιώδης παράγοντας» βάσει του Άρθρου 26(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν.90/72) ― Δεν μπορεί να είναι γεγονός μέλλον και αβέβαιο, όπως η προκαταρκτική όδευση αυτοκινητόδρομου ― Επικύρωση πρωτόδικης ακυρωτικής απόφασης.

Με την έφεσή τους, οι εφεσείοντες επεδίωξαν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση απόρριψης αίτησης για έκδοση πολεοδομικής άδειας στους εφεσίβλητους.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Οι εφεσείοντες υποστήριξαν με σχετικό λόγο έφεσης πως τα περί το ζημιογόνο κατάλοιπο παρέμειναν στο επίπεδο του απλού ισχυρισμού και δεν στοιχειοθετήθηκαν. Χωρίς όμως και αναφορά στη νομολογία μας πως αρκεί η ύπαρξη ενδεχόμενου να είχε προκληθεί ζη[*631]μιά. Η καθυστέρηση του ενός περίπου έτους, ως συναφής παράγοντας, ήταν δεδομένη και, πλέον, οποιαδήποτε άλλη εισήγηση, μη αναφερόμενη στη φύση του πράγματος αλλά στα όποια επ’ αυτού στοιχεία, θα έπρεπε να είχε τότε διατυπωθεί, για τα περαιτέρω. Αντ’ αυτού, οι εφεσείοντες ουσιαστικά συγκατένευσαν στην εξέταση της ουσίας της προσφυγής και δεν είναι επιτρεπτό τώρα να θέτουν θέμα στοιχειοθέτησης, έστω ισχυρισμού, την ορθότητα του οποίου δεν αμφισβήτησαν.

Οι εφεσείοντες είναι της άποψης, όπως την πρόβαλαν και στη γραπτή τους αγόρευση στην πρωτόδικη διαδικασία στην οποία παρέπεμψαν, πως η προκαταρκτική όδευση συνιστούσε ουσιώδη παράγοντα, ως βάσιμος προσωρινός περιορισμός και, με αυτή τη λογική, χαρακτηρίζουν την απορριπτική απόφαση ως "περιορισμένου χρόνου ισχύος, μέχρι δηλαδή τον αναμενόμενο τελικό σχεδιασμό της όδευσης των δρόμων". Προβάλλοντας και τον εν πάση περιπτώσει μη τεκμηριωθέντα ισχυρισμό πως οι εφεσίβλητοι απέρριψαν την εισήγηση των εφεσειόντων "να δεχθούν αναβολή 4 μηνών για τη λήψη τελικής απόφασης."

Αν υπήρχε κατά νόμο δυνατότητα αναμονής, οι καθ’ ων η αίτηση θα μπορούσαν να εξετάσουν το ενδεχόμενο αξιοποίησής της και αν ετίθετο υπό έλεγχο ενδεχόμενη άρνηση εξέτασης και απόφασης επί της αιτήσεως για πολεοδομική άδεια θα μπορούσαμε να δούμε το συσχετισμό. Εν προκειμένω όμως έχουμε ως δεδομένο ότι λήφθηκε τελική απόφαση απορριπτική, που νομιμοποιούσε τους αιτητές στην άσκηση προσφυγής.

Οι εφεσίβλητοι παραπέμπουν σε σειρά πρωτόδικων αποφάσεων στις οποίες κρίθηκε πως η ύπαρξη απλώς προτεινόμενης ρυμοτομίας δεν ήταν νόμιμος λόγος άρνησης χορήγησης άδειας οικοδομής, με την εισήγηση πως η ακύρωση της απόρριψης ήταν αναπόφευκτη.

Ο πρωτόδικος δικαστής κατέληξε ως ακολούθως:

«Η αναφορά στην "προκαταρκτική όδευση" του δρόμου του οποίου ο ακριβής προσδιορισμός θα γινόταν μετά την ολοκλήρωση των κατασκευαστικών σχεδίων καθιστά ως ουσιώδη παράγοντα γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο. Η διαφύλαξη του τεμαχίου για τον αναφερθέντα σκοπό παγοποιεί τα δικαιώματα των ιδιοκτητών μέχρι την ολοκλήρωση των κατασκευαστικών σχεδίων του δρόμου για να καθοριστεί η τελική θέση του. Με την έκδοση τελικά της άδειας στις 30.5.01 φάνηκε η αβεβαιότητα του εν λόγω παράγοντα.»

[*632]Δεν διαπιστώνεται σφάλμα. Αντίθετα η πρωτόδικη απόφαση κινήθηκε στις παραμέτρους της νομολογίας.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Ιωσηφίδης v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 490,

Orphanides and Another v. The Improvement Board of Ayios Dhometios (1979) 3 C.L.R. 466,

Smirli v. Paphos Municipality (1986) 3 C.L.R. 729,

Georghiou and Others v. Strovolos Improvement Board (1981) 3 C.L.R. 348,

Sarkis v. Impr. Board Paralimni (1986) 3 C.L.R. 2457,

Γεωργίου v. Δήμου Λάρνακος (1998) 3 Α.Α.Δ. 821.

Έφεση.

Έφεση από τους Kαθ’ ων η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπόθεση Aρ. 1023/2000), ημερομηνίας 15/10/2001, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση με την οποία η αίτηση των εφεσιβλήτων για πολεοδομική άδεια προς ανέγερση κατοικίας στο τεμάχιο τους, με αριθμό 280 του Φ/Σχ. XLV.52 στο Mέσα Xωριό της Πάφου, απορρίφθηκε από την Πολεοδομική Aρχή με την αιτιολογία πως, σύμφωνα με τον Eπαρχιακό Mηχανικό του Tμήματος Δημοσίων Έργων, το τεμάχιο επηρεάζετο από την προκαταρκτική όδευση του του αυτοκινητόδρομου Πάφου - Πόλης Xρυσοχούς.

Μ. Φλωρέντζος, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας με Ε. Λεωνίδου, για τους Εφεσείοντες.

Χρ. Γεωργιάδης, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η αίτηση των εφεσιβλήτων για πολεοδομική άδεια προς ανέγερση κατοικίας στο τεμάχιό τους, με [*633]αριθμό 280 του Φ/Σχ. ΧLV.52 στο Μέσα Χωριό της Πάφου, απορρίφθηκε από την Πολεοδομική Αρχή με την αιτιολογία πως, σύμφωνα με τον Επαρχιακό Μηχανικό του Τμήματος Δημοσίων Έργων, “το τεμάχιο επηρεάζεται από την προκαταρκτική όδευση του αυτοκινητόδρομου Πάφου - Πόλης Χρυσοχούς”. Που ήταν, κατά την απόφαση, ουσιώδης παράγοντας με την έννοια του άρθρου 26(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν. 90/72 όπως τροποποιήθηκε). Οι εφεσίβλητοι άσκησαν προσφυγή και, βεβαίως, το κεντρικό θέμα αφορούσε στη θεώρηση της προκαταρκτικής ακόμα όδευσης του αυτοκινητόδρομου ως τότε υπαρκτού ουσιώδους παράγοντα.

Οι εξελίξεις είχαν επιβεβαιώσει ότι και εξ αρχής θα μπορούσε να αξιολογηθεί ως πιθανότητα. Προδήλως επειδή δεν οριστικοποιήθηκε η όδευση που ο Επαρχιακός Μηχανικός είχε κατά νουν, στις 30.5.01 η Πολεοδομική Αρχή ενέκρινε νέα αίτηση των αιτητών και εξέδωσε την πολεοδομική άδεια. Ενημέρωσαν για την εξέλιξη οι εφεσίβλητοι αλλά πρότειναν τη συνέχιση της εκδίκασης της υπόθεσης αφού, όπως ανέφεραν, “υπήρξε ζημιογόνο κατάλοιπο που προέρχεται από αυτή την καθυστέρηση”. Οι εφεσείοντες δεν αντέδρασαν. Δεν αντέτειναν οτιδήποτε και δεν ήταν η άποψή τους πως η δίκη θα έπρεπε να θεωρηθεί ως καταργηθείσα. Επανέλαβαν τους ισχυρισμούς τους επί της ουσίας, ο συνάδελφός μας πρωτοδίκως έκρινε διαφορετικά ακυρώνοντας την προσβληθείσα απόφαση και επιχειρούν τώρα οι εφεσείοντες να συζητήσουν την επάρκεια των όσων οι εφεσίβλητοι ανέφεραν. Υποστηρίζοντας με το σχετικό λόγο έφεσης πως τα περί το ζημιογόνο κατάλοιπο παρέμειναν στο επίπεδο του απλού ισχυρισμού και δεν στοιχειοθετήθηκαν. Χωρίς όμως και αναφορά στη νομολογία μας πως αρκεί η ύπαρξη ενδεχόμενου να είχε προκληθεί ζημιά. (Βλ. την απόφαση της Ολομέλειας στην Χρίστος Ιωσηφίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 490). Η καθυστέρηση του ενός περίπου έτους, ως συναφής παράγοντας, ήταν δεδομένη και, πλέον, οποιαδήποτε άλλη εισήγηση, μη αναφερόμενη στη φύση του πράγματος αλλά στα όποια επ’ αυτού στοιχεία, θα έπρεπε να είχε τότε διατυπωθεί, για τα περαιτέρω. Αντ’ αυτού, οι εφεσείοντες ουσιαστικά συγκατένευσαν στην εξέταση της ουσίας της προσφυγής και δεν είναι επιτρεπτό τώρα να θέτουν θέμα στοιχειοθέτησης, έστω ισχυρισμού, την ορθότητα του οποίου δεν αμφισβήτησαν.

Επί της ουσίας δεν αρνούνται ούτε οι εφεσείοντες πως δεν υπήρχε κατά τον ουσιώδη χρόνο οτιδήποτε το οριστικό. Ούτε αντιμάχονται το αυτονόητο πως ενδεχομένως θα φαινόταν πως η όδευση, εν τέλει, δεν θα επηρέαζε το τεμάχιο των αιτητών.  Είναι όμως της άπο[*634]ψης, όπως την πρόβαλαν και στη γραπτή τους αγόρευση στην πρωτόδικη διαδικασία στην οποία παραπέμπουν, πως η προκαταρκτική όδευση συνιστούσε ουσιώδη παράγοντα, ως βάσιμος προσωρινός περιορισμός και, με αυτή τη λογική, χαρακτηρίζουν την απορριπτική απόφαση ως “περιορισμένου χρόνου ισχύος, μέχρι δηλαδή τον αναμενόμενο τελικό σχεδιασμό της όδευσης των δρόμων”. Προβάλλοντας και τον εν πάση περιπτώσει μη τεκμηριωθέντα ισχυρισμό πως οι εφεσίβλητοι απέρριψαν την εισήγηση των εφεσειόντων “να δεχθούν αναβολή 4 μηνών για τη λήψη τελικής απόφασης.”

Αν υπήρχε κατά νόμο δυνατότητα αναμονής, οι καθ΄ ων η αίτηση θα μπορούσαν να εξετάσουν το ενδεχόμενο αξιοποίησής της και αν ετίθετο υπό έλεγχο ενδεχόμενη άρνηση εξέτασης και απόφασης επί της αιτήσεως για πολεοδομική άδεια θα μπορούσαμε να δούμε το συσχετισμό. Εν προκειμένω όμως το έχουμε ως δεδομένο ότι λήφθηκε τελική απόφαση απορριπτική που νομιμοποιούσε τους αιτητές στην άσκηση προσφυγής.

Οι εφεσίβλητοι παραπέμπουν σε σειρά πρωτόδικων αποφάσεων στις οποίες κρίθηκε πως η ύπαρξη απλώς προτεινόμενης ρυμοτομίας δεν ήταν νόμιμος λόγος άρνησης χορήγησης άδειας οικοδομής. (Βλ. Οrphanides and Another v. The Improvement Board of Ayios Dhometios (1979) 3 C.L.R. 466, Smirli v. Paphos M’ty (1986) 3 C.L.R. 729, Georghiou and Others v. Strovolos Improvement Board (1981) 3 C.L.R. 348, Sarkis v. Impr. Board Paralimni (1986) 3 C.L.R. 2457). Επίσης στην απόφαση της Ολομέλειας στην Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακος (1998) 3 Α.Α.Δ. 821, με την εισήγηση πως η ακύρωση της απόρριψης ήταν αναπόφευκτη. Το πιο κάτω απόσπασμα από την τελευταία απόφαση είναι σχετικό όσο και αν εκεί κρίθηκε πως εν τέλει, για άλλο λόγο, ήταν καταχρηστική η απόρριψη:

“Η Πολεοδομική Αρχή απέρριψε την αίτηση ενόψει των προθέσεων του Συμβουλίου Αποχετεύσεων. Η υλοποίηση τέτοιων προθέσεων προϋπέθετε βέβαια την απαλλοτρίωση του τεμαχίου στο οποίο αφορούσε η ανάπτυξη. Και εφόσον εκδιδόταν διάταγμα απαλλοτρίωσης θα ήταν πάντα ανοικτή η δυνατότητα ελέγχου της νομιμότητας του ως εκτελεστής διοικητiκής πράξης. Εξ άλλου, η δημοσίευση διατάγματος απαλλοτρίωσης δεν διαταράσσει αφ’ εαυτής το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Το τεμάχιο εξακολουθεί να ανήκει κατά κυριότητα στον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του ως τη τελείωση της απαλλοτρίωσης με την καταβολή της οφειλόμενης αποζημίωσης. (Βλ. Evridiki Aspri ν. Republic 4 R.S.C.C. 57, Michael Theodossiou Co Ltd v. The Municipality of Limassol [*635](1975) 3 C.L.R. 195, Γεωργία Ιωάννου Γεωργίου ν. Επαρχιακού Λειτουργού Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Προσφυγή 596/95 ημερομηνίας 28.3.97). Σημειώνουμε συναφώς πως σε σειρά πρωτόδικων αποφάσεων κρίθηκε πως η ύπαρξη διατάγματος απαλλοτρίωσης δεν συνιστά νόμιμη δικαιολογία για την άρνηση έκδοσης άδειας οικοδομής, διαχωρισμού ή και πολεοδομικής άδειας. (Βλ. Μichael Theodossiou Co Ltd v. The Municipality of Limassol (ανωτέρω) Theophilou v. The Improvement Board Yermassoyia (1985) 3 C.L.R. 2016 και Tofarco Ltd κ.ά. ν. Δήμου Λευκωσίας Προσφυγή 780/91 ημερομηνίας 31.1.94).

Στην απόφαση της Ολομέλειας που εξέδωσε ο Πικής Π. στην υπόθεση Χαράλαμπος Μυλωνάς ν. Κυπριακή Δημοκρατία (1997) 3 A.A.Δ. 332, με αναφορά στο γεγονός ότι δεν προσδιορίζονται οι ουσιώδεις παράγοντες, εξηγήθηκε πως “το κριτήριο είναι αντικειμενικό” και πως “ουσιώδης είναι κάθε παράγοντας ο συνυπολογισμός του οποίου είναι αναγκαίος για τη λήψη της επίδικης διοικητικής απόφασης”. Η αναφορά στις προθέσεις του Συμβουλίου Αποχετεύσεων εισάγει ως ουσιώδη παράγοντα γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο. Η διαφύλαξη του τεμαχίου για τους σκοπούς κατασκευής αντλιοστασίου σημαίνει παγοποίηση των δικαιωμάτων του ιδιοκτήτη μέχρι την υλοποίηση των προθέσεων οι οποίες, όπως είδαμε, προϋποθέτουν απαλλοτρίωση του ακινήτου”.

Ο συνάδελφός μας κατέληξε ως ακολούθως:

«Η αναφορά στην “προκαταρκτική όδευση” του δρόμου του οποίου ο ακριβής προσδιορισμός θα γινόταν μετά την ολοκλήρωση των κατασκευαστικών σχεδίων καθιστά ως ουσιώδη παράγοντα γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο. Η διαφύλαξη του τεμαχίου για τον αναφερθέντα σκοπό παγοποιεί τα δικαιώματα των ιδιοκτητών μέχρι την ολοκλήρωση των κατασκευαστικών σχεδίων του δρόμου για να καθοριστεί η τελική θέση του.  Με την έκδοση τελικά της άδειας στις 30.5.01 φάνηκε η αβεβαιότητα του εν λόγω παράγοντα.»

Δεν διαπιστώνουμε σφάλμα. Αντίθετα η πρωτόδικη απόφαση κινήθηκε στις παραμέτρους της νομολογίας μας και η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο