Κυπριακή Δημοκρατία ν. Κοινοπραξίας Cyprus Airports Group (2005) 3 ΑΑΔ 106

(2005) 3 ΑΑΔ 106

[*106]21 Μαρτίου, 2005

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,

Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

2. ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

Εφεσείοντες,

v.

ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑΣ CYPRUS AIRPORTS GROUP,

Εφεσιβλήτων.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3874)

 

Αναθεωρητική Έφεση ― Κατά απόφασης σε ενδιάμεση αίτηση για διάταγμα επιθεώρησης εγγράφων ― Αρχές που εφαρμόζονται σύμφωνα με τη νομολογία, ως προς το κατά πόσο η ενδιάμεση απόφαση είναι εφέσιμη ― Ειδικά το κριτήριο του κατά πόσο η απόφαση είναι αφ’ εαυτής καθοριστική των δικαιωμάτων των διαδίκων.

Οι εφεσίβλητοι στο στάδιο της Προδικασίας, υπέβαλαν αίτημα για απόρριψη της έφεσης ως προδήλως αβάσιμης, εφόσον προσέβαλε την ορθότητα ενδιάμεσης απόφασης για διάταγμα επιθεώρησης εγγράφων.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η όλη υπόθεση εξαρτάται από το κατά πόσο τα όσα αποφασίστηκαν στην υπόθεση Λουκία Χρίστου Χαρούς v. Βασιλικής Χρίστου Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 153, καλύπτουν και την παρούσα, ούτως ώστε η απόφαση της 8/9/04 που έχει εφεσιβληθεί, να μην είναι εφέσιμη. Αν αποφασιστεί ότι δεν είναι εφέσιμη, τότε σίγουρα η έφεση μπορεί να απορριφθεί ως «προδήλως αβάσιμη» από το στάδιο αυτό της προδικασίας με βάση τον Κανονισμό 10 των περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων και Συνοπτική Διαδικασία για την Απόρριψη Προδήλως Αβασίμων Εφέσεων) Διαδικαστικών Κανονισμών του 1996 (ως έχουν τροποποιηθεί το 1997 και 1998).

Εξετάστηκαν με προσοχή οι λόγοι για τους οποίους η πλευρά των [*107]εφεσειόντων εισηγήθηκε ότι είναι επιτρεπτή η έφεση, ότι δηλαδή επηρεάζει το δικαίωμα τους να τηρήσουν νομικές υποχρεώσεις τους για εμπιστευτικότητα προσφορών άλλων προσφοροδοτών.    Όμως το κριτήριο της απόφασης Λουκία Χρίστου Χαρούς v. Βασιλικής Χρίστου Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 153, (όπως τούτο προκύπτει από την απόφαση της πλειοψηφίας) είναι κατά πόσο η απόφαση είναι αφ’ εαυτής καθοριστική των δικαιωμάτων των διαδίκων, κάτι που δε συμβαίνει στην παρούσα. Έτσι δεν μπορεί να χαρακτηριστεί η απόφαση ως εφέσιμη. Κατ’ επέκταση η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμη.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Evand Ρromotions Ltd. κ.ά. ν. Frank Rutman (Αρ. 1) (1988) 3 Α.Α.Δ. 92,

Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 871,

Seco Ltd v. Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 85,

Παπασάββας ν. Γενικού Εισαγγελέα (2003) 3 Α.Α.Δ. 115,

Σοφοκλέους ν. Ταβελούδη κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 327,

Λοΐζου ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1219,

Ζησίμου ν. Χατζηθεοδοσίου κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1421,

Κυπριακές Αερογραμμές Λτδ. ν. Γεωργίου (2004) 1 Α.Α.Δ. 1621,

Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 153,

Price v. Gray (2002) 1 A.A.Δ. 424,

Χάσικος κ.ά. ν. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389.

Έφεση.

Έφεση από τους καθ’ ων η αίτηση εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 92/04), ημερομηνίας 8/9/2004, με την οποία εγκρίθηκε αίτηση των αιτητών ημερ. 28/2/04, με την οποία ζητούσαν διάταγμα του δι[*108]καστηρίου το οποίο να διατάσσει τους εφεσείοντες (Κυπριακή Δημοκρατία) όπως επιτρέψουν στους δικηγόρους τους να επιθεωρήσουν και να λάβουν αντίγραφα διαφόρων εγγράφων στα πλαίσια προσφυγής την οποία άσκησαν εναντίον της απόφασης των καθ’ ων η αίτηση να επιλέξουν και/ή διορίσουν τα ενδιαφερόμενη μέρη, Ομάδα Alterra Consortium ως τον προτιμητέο προσφοροδότην (preferred bidder) και το Hermes Airports Consortium ως τον δεύτερον τη τάξει προτιμητέον προσφοροδότη, με σκοπό όπως διαπραγματευθούν μ’ αυτούς για τη σύναψη σύμβασης για το σχεδιασμό, ανέγερση, λειτουργία και διαχείριση των αεροδρομίων Λάρνακας και Πάφου, αντί με τους ιδίους.

Ελ. Νικολαΐδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Eφεσείοντες.

Κ. Θ. Μιχαηλίδης, για τους Εφεσίβλητους Αρ. 1.

Γ. Τριανταφυλλίδης με Δ. Μέρτακα, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι (αιτητές στην προσφ. 92/04) συνιστούν την Ομάδα «Cyprus Airport Group Consortium» η οποία δεν είναι νομικό πρόσωπο. Αποτελείται από τις εταιρείες (1) Joannou & Paraskevaides Ltd. Κυπριακή, με συμμετοχή 5% (2) Joannou & Paraskevaides (Overseas) Ltd εταιρεία εξωτερικoύ, με συμμετοχή 30% (3) την J & P. Avax s.a. εταιρεία εξωτερικού, με συμμετοχή 25% καθώς επίσης και τις εταιρείες εξωτερικού BAA International (Holdings) Ltd, BAE Systems και ΕΛΤΕΒ α.ε. με συμμετοχή 15%, 15% και 10% αντίστοιχα. Η πιο πάνω Ομάδα συστάθηκε με σκοπό να υποβάλει προσφορά για το σχεδιασμό, ανέγερση, ανάπτυξη και διαχείριση των αερολιμένων Λάρνακας και Πάφου. Οι εφεσίβλητοι και τα ενδιαφερόμενα μέρη Alterra Consortium και Hermes Airport Consortium υπέβαλαν προσφορά με βάση τη Διακήρυξη Προσφορών (Ιnvitation to Τenderer).  Σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας εξέτασης των προσφορών, περί της 21/11/03, οι εφεσίβλητοι πληροφορήθηκαν από τους εφεσείοντες (Κυπριακή Δημοκρατία) ότι αποφάσισαν να επιλέξουν και/ή διορίσουν την Ομάδα Alterra Consortium «ως τον προτιμητέο προσφοροδότην (preferred bidder) και το Ηermes Αirports Consortium ως τον δεύτερον τη τάξει προτιμητέον προσφοροδό[*109]την» με σκοπό όπως διαπραγματευθούν μ’ αυτούς τη σύναψη σύμβασης για το σχεδιασμό, ανέγερση λειτουργία και διαχείριση των εν λόγω αεροδρομίων.

Οι εφεσίβλητοι στις 3/2/04 καταχώρησαν προσφυγή (αρ. 92/04) στο Ανώτατο Δικαστήριο με την οποία ζητούν την ακύρωση της εν λόγω απόφασης. Εκκρεμούσης της προσφυγής, στις 28/2/04, οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν και αίτηση με την οποία ζήτησαν διάταγμα του δικαστηρίου με το οποίο να διατάσσονταν οι εφεσείοντες (Κυπριακή Δημοκρατία) όπως  επιτρέψουν στους δικηγόρους των εφεσιβλήτων να επιθεωρήσουν και λάβουν αντίγραφα διαφόρων εγγράφων ως ακολούθως:

«1.  Αντίγραφον της εκθέσεως των ξένων εμπειρογνωμόνων PriceWater House Coopers, με την οποία έκαμαν αξιολόγησιν των τριών προσφορών, ήτοι της προσφοράς των Αιτητών, του πρώτου προτιμητέου προσφοροδότη Altera Consortium και του δεύτερου τη τάξει προτιμητέου προσφοροδότη Hermes Airports.

2.  Tην έκθεσιν της ειδικής επιτροπής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, η οποία διωρίσθη σύμφωνα με τον Κανονισμόν 18 των περί Προσφορών του Δημοσίου (Γενικοί) Κανονισμών του 1999 Κ.Δ.Π. 104/99, που απέστειλε προς το Κεντρικόν Συμβούλιον Προσφορών σχετικά με την υπ’ αυτής αξιολόγησιν των ως άνω τριών προσφορών και τας τυχόν παρατηρήσεις της επί της εκθέσεως των ξένων εμπειρογνωμόνων.

3.  Τα πρακτικά της συνεδριάσεως του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών και της αποφάσεως με την οποία απεφάσισαν ότι το Altera Consortium και Hermes Airports ήταν ο πρώτος και δεύτερος προτιμητέος προσφοροδότης αντίστοιχα.»

Στην αίτηση υπήρχε ένσταση και μετά από ακροαματική διαδικασία το δικαστήριο με ενδιάμεση απόφαση του ημερ. 8/9/04 ενέκρινε την αίτηση αναφορικά με τα έγγραφα των παραγράφων 1 και 2 αφού όσον αφορά τα έγγραφα της παραγρ. 3 το αίτημα είχε ικανοποιηθεί και η αίτηση αποσυρθεί.

Εναντίον της πιο πάνω ενδιάμεσης απόφασης του δικαστηρίου να διατάξει την επιθεώρηση εγγράφων, οι εφεσείοντες στις 16/9/04 καταχώρησαν την παρούσα έφεση.

[*110]Οι εφεσίβλητοι στις 22/9/04 και πριν η έφεση οριστεί για προδικασία,  καταχώρησαν αίτηση με την οποία ζητούσαν την απόρριψη της έφεσης ως προδήλως αβάσιμης. Εφόσον όμως το θέμα τούτο θα μπορούσε να εξεταστεί και στο στάδιο της προδικασίας της έφεσης, η γραπτή αίτηση αποσύρθηκε και το θέμα του ισχυρισμού των εφεσιβλήτων ότι η προσφυγή είναι προδήλως αβάσιμη, εξετάστηκε κατά το στάδιο της προδικασίας στις 1/2/05 οπότε αγόρευσαν ουσιαστικά η πλευρά των εφεσιβλήτων και εφεσειόντων. Η πλευρά του ενδιαφερομένου μέρους δεν πήρε θέση στο υπό εξέταση ζήτημα.

Για σκοπούς συμπλήρωσης του ιστορικού της υπόθεσης, αναφέρουμε ότι με άλλη ενδιάμεση απόφαση του ιδίου Δικαστή ημερ. 11/1/05 εγκρίθηκε η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης η οποία αποτελεί αντικείμενο της παρούσας έφεσης.

Εξετάσαμε τα όσα αναπτύχθηκαν ενώπιόν μας. Από πλευράς των εφεσιβλήτων (αιτητών στην προσφυγή) έγινε αναφορά σε διάφορες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. μεταξύ άλλων Evand Ρromotions Ltd. κ.ά. ν. Frank Rutman (Αρ. 1) (1988) 3 Α.Α.Δ. 92, Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 871, Seco Ltd v. Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 85, Άκης (Σωτήρης) Παπασάββας ν. Γενικού Εισαγγελέα (2003) 3 Α.Α.Δ. 115, Ανδρέας Σοφοκλέους ν. Κωστάκη Ταβελούδη κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 327, Λούης Λοΐζου ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ. (2004) 1 Α.A.Δ. 1219, Γεώργιος Χρ. Ζησίμου ν. Χαράλαμπου Χατζηθεοδοσίου κ.ά. (2004) 1 Α.Α.Δ. 1421 και Κυπριακές Αερογραμμές Λτδ. ν. Ειρήνης Γεωργίου (2004) 1 Α.Α.Δ. 1621). Ενόψει του ότι το θέμα έχει εξεταστεί εκτενώς από την Πλήρη Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου (απόφαση πλειοψηφίας) στην υπόθεση Λουκία Χρίστου Χαρούς ν. Βασιλικής Χρίστου Χαρούς (2003) 1 Α.Α.Δ. 153, στην οποία επίσης βασίστηκε ο συνήγορος των εφεσιβλήτων, κρίνουμε ότι δε χρειάζεται να αναφερθούμε με λεπτομέρειες σε όλες τις υποθέσεις που έγινε αναφορά. Η όλη υπόθεση εξαρτάται από το κατά πόσο τα όσα αποφασίστηκαν στην υπόθεση Χαρούς πιο πάνω, καλύπτουν και την παρούσα ούτως ώστε η απόφαση της 8/9/04 που έχει εφεσιβληθεί, να μην είναι εφέσιμη. Αν αποφασιστεί ότι δεν είναι εφέσιμη, τότε σίγουρα η έφεση μπορεί να απορριφθεί ως «προδήλως αβάσιμη» από το στάδιο αυτό της προδικασίας με βάση τον Κανονισμό 10 των περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων και Συνοπτική Διαδικασία για την Απόρριψη Προδήλως Αβασίμων Εφέσεων) Διαδικαστικών Κανονισμών του 1996 (ως έχουν τροποποιηθεί το 1997 [*111]και 1998) ο οποίος Κανονισμός, στην έκταση που μας ενδιαφέρει, έχει ως ακολούθως:

«10. Κατά την προδικασία, το Εφετείο εξετάζει κάθε θέμα το οποίο άπτεται της έφεσης και εκδίδει τη δέουσα διαταγή ή οδηγία. 

Άνευ επηρεασμού της γενικότητας των πιο πάνω εξουσιών, το Εφετείο –

(i)  απορρίπτει την έφεση ή την αντέφεση, όταν αυτή κρίνεται απαράδεκτη ή προπετής ή προδήλως αβάσιμη ή ως ασκηθείσα προς τον σκοπό παρέλκυσης της απονομής της δικαιοσύνης. Προτού η έφεση ή η αντέφεση απορριφθεί δυνάμει του παρόντος κανόνα, παρέχεται στον εφεσείοντα ή τον αντεφεσείοντα, ανάλογα με την περίπτωση, η ευχέρεια να ακουστεί επί του θέματος, προφορικά ή μέσω γραπτής αγόρευσης.»

Ο πιο πάνω Κανονισμός έτυχε εξέτασης και εφαρμόστηκε μεταξύ άλλων στην υπόθεση Παπασάββας ν. Γενικoύ Εισαγγελέα (2003) 3 Α.Α.Δ. 115.

Βασικός ισχυρισμός της ευπαιδεύτου δικηγόρου των εφεσειόντων ήταν ότι η παρούσα υπόθεση, με βάση την απόφαση Χαρούς, μπορεί να είναι εφέσιμη. Βασίστηκε στα όσα λέχθηκαν, μεταξύ άλλων, στις σελ. 1543-1550 της εν λόγω υπόθεσης (που σημειώνουμε ότι είναι από την απόφαση που δόθηκε από τον Χατζηχαμπή Δ., συμφωνούντων των δικαστών Νικολάου και Κραμβή) όπου αναφέρθηκε ότι, «θεωρεί το δικαστήριο ότι υπάρχει δυνατότητα έφεσης εκτός από τις περιπτώσεις που ρητά αναφέρεται στην προηγούμενη νομολογία επί του θέματος και σε σειρά διαταγμάτων σε αυτοτελή θέματα τα οποία μπορεί να μην καθορίζουν τα δικαιώματα των διαδίκων ή να επηρεάζουν το αποτέλεσμα, αλλά παίζουν σημαντικό ρόλο στη διαδικασία». Έτσι ήταν η εισήγηση της, ότι εδώ επηρεάζονται τα δικαιώματα της Δημοκρατίας αφού αναγκάζεται να αποκαλύψει εμπιστευτικές πληροφορίες σχετικά με τις προσφορές άλλων προσφοροδοτών, κάτι που είναι αντίθετο με τις πρόνοιες των άρθρων 29 (1), 38 (1)(β) και 49(1) του περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) Νόμου του 2003 (Ν.101(1)/03) και σε αντίστοιχες πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Οδηγίας αρ. 93/37/ΕΟΚ δηλαδή στα άρθρα 8.1, 11.5 και 18.2.

Στην προαναφερθείσα υπόθεση Χαρούς η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά πλειοψηφία (8 από 12 δικαστές) με απόφαση [*112]που δόθηκε από τον Πική, Π (με τον οποίον συμφώνησαν οι Αρτεμίδης Δ. - όπως ήταν τότε – αλλά με κάποια διευκρίνηση, και οι Αρτέμης, Κωνσταντινίδης, Καλλής, Κρονίδης, Ηλιάδης και Γαβριηλίδης, ΔΔ), κατάληξαν ότι η ενδιάμεση απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας με την οποία απορρίφθηκε αίτημα της εφεσείουσας-εναγομένης 6 για παροχή περαιτέρω και καλυτέρων λεπτομερειών σχετικά με γεγονότα και ισχυρισμούς της έκθεσης απαίτησης, δεν ήταν εφέσιμη αφού «δεν ήταν καθοριστική των δικαιωμάτων των διαδίκων». Αφού έγινε αναφορά σε προηγούμενη νομολογία μεταξύ της οποίας και στις υποθέσεις Price v. Gray (2002) 1 A.A.Δ. 424 και Χάσικος κ.ά. ν. Χαραλαμπίδη (1990) 1 Α.Α.Δ. 389, στις 1539–1540 το δικαστήριο κατάληξε ως εξής:

«Κρίνουμε ότι τόσο ως ζήτημα νομολογιακής δέσμευσης όσο και ως θέμα αρχής, η Χάσικος και μεταγενέστερες αποφάσεις στοιχειοθετημένες στον ίδιο λόγο, καθορίζουν ποίες ενδιάμεσες αποφάσεις πρωτόδικων δικαστηρίων υπόκεινται σε έφεση. Οι διαπιστώσεις στην Price, στις οποίες έχουμε αναφερθεί συνιστούν απόκλιση, τόσο από το λόγο προγενέστερων της έκδοσης των δικαστικών αποφάσεων, όσο και από τη σωστή ερμηνεία του όρου «απόφαση», ως διαγράφεται από τη νομολογία. Η διαπίστωση αυτή θέτει εκ ποδών την έφεση, την οποία εξετάζουμε, στρεφόμενη κατά απόφασης πρωτόδικου δικαστηρίου απορριπτικής αιτήματος της εναγομένης αρ. 6, στην πρωτόδικη διαδικασία, της εφεσείουσας ενώπιον μας, για την παροχή περαιτέρω και καλύτερων λεπτομεριών, σε σχέση με γεγονότα και ισχυρισμούς που προβάλλονται σε ορισμένες παραγράφους της έκθεσης απαιτήσεως από την ενάγουσα-εφεσίβλητη. Η ενδιάμεση απόφαση δεν είναι αφ’ εαυτής καθοριστική για τα δικαιώματα των διαδίκων.»

(Η υπογράμμιση είναι δική μας)

Με βάση τις αρχές της υπόθεσης Χαρούς, κρίθηκε ως μη εφέσιμη έφεση κατά ενδιάμεσης απόφασης που επέτρεπε την παράταση χρόνου για καταχώρηση έκθεσης απαίτησης (Ανδρέας Σοφοκλέους ν. Κωστάκη Ταβελούδη, πιο πάνω). Το ίδιο έφεση κατά απόρριψης αίτησης για απόρριψη αγωγής (Λούης Λοΐζου ν. Τραπέζης Κύπρου, πιο πάνω). Στις προαναφερθείσες υποθέσεις Γεώργιος Χρ. Ζησίμου κ.ά. ν. Χαράλαμπου Χατζηθεοδοσίου κ.ά. και Κυπριακές Αερογραμμές Λτδ. ν. Ειρήνης Γεωργίου, με την ίδια αιτιολογία, απορρίφθηκαν εφέσεις κατά ενδιάμεσης απόφασης που επέτρεπε την τροποποίηση της έκθεσης απαίτησης.

Ήδη αναφέραμε ότι η υπόθεση Χαρούς αφορούσε έφεση κατά ενδιάμεσης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση για παροχή κα[*113]λυτέρων και περαιτέρω λεπτομερειών. Ήταν δηλαδή μια απόφαση με αρνητικό αποτέλεσμα. Στη δική μας περίπτωση η εφεσιβαλλόμενη ενδιάμεση απόφαση αφορά παρόμοιας φύσης αίτημα, δηλαδή διάταγμα για επιθεώρηση εγγράφων, η οποία όμως απόφαση είχε θετικό αποτέλεσμα. Διατάχθηκε η επιθεώρηση εγγράφων και η λήψη αντιγράφων. Το ερώτημα είναι κατά πόσον αυτή η διαφορά, επιτρέπει διαφορετική κατάληξη από την απόφαση Χαρούς.

Εξετάσαμε με προσοχή τους λόγους για τους οποίους η πλευρά των εφεσειόντων εισηγήθηκε ότι είναι επιτρεπτή η έφεση, ότι δηλαδή επηρεάζει το δικαίωμα τους να τηρήσουν νομικές υποχρεώσεις τους για εμπιστευτικότητα προσφορών άλλων προσφοροδοτών. Όμως το κριτήριο της Χαρούς (όπως τούτο προκύπτει από την απόφαση της πλειοψηφίας) είναι κατά πόσο η απόφαση είναι αφ’ εαυτής καθοριστική των δικαιωμάτων των διαδίκων, κάτι που δε συμβαίνει στην παρούσα. Έτσι δεν μπορεί να χαρακτηριστεί η απόφαση ως εφέσιμη. Κατ’ επέκταση η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί ως προδήλως αβάσιμη.

Ως αποτέλεσμα η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο