Κυπριακή Δημοκρατία ν. Αντρούλλας Μακκουλή (2005) 3 ΑΑΔ 430

(2005) 3 ΑΑΔ 430

[*430]23 Σεπτεμβρίου, 2005

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες,

v.

ΑΝΤΡΟΥΛΛΑΣ ΜΑΚΚΟΥΛΗ,

Εφεσίβλητης.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3554)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Προσόντα ― Πλεονέκτημα ― Ελλείπει από την προκήρυξη οποιαδήποτε αναφορά σε αυτό και η ΕΔΥ δεν το αναφέρει στο πρακτικό της ― Δεν αποτελεί θέμα ερμηνείας του σχεδίου υπηρεσίας αλλά πιθανολόγησης ουσιώδους πλάνης.

Η εφεσείουσα Δημοκρατία, επεδίωξε ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης με την οποία η απόφαση της ΕΔΥ να προβεί στους διορισμούς των ενδιαφερομένων μερών αντί της εφεσίβλητης, στη θέση Τεχνικού 2ης Τάξης στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, ακυρώθηκε.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Δεν τίθεται θέμα ερμηνείας του σχεδίου υπηρεσίας, ούτε και άσκησης διακριτικής ευχέρειας εκ μέρους του διορίζοντος οργάνου. Η Επιτροπή παρέλειψε να προβεί σε οποιανδήποτε αναφορά επί του θέματος του πλεονεκτήματος, το οποίο, ας σημειωθεί, εκ παραδρομής δεν περιλήφθηκε στη δημοσίευση της θέσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Δεν είναι γνωστό αν η Επιτροπή ερμήνευσε το σχέδιο υπηρεσίας με τον τρόπο που υποστηρίζει ο δικηγόρος των εφεσειόντων, αφού, καμιά απολύτως αναφορά, δεν γίνεται στο πρακτικό που τηρήθηκε. Το λιγότερο που μπορεί να λεχθεί, είναι ότι δεν είμαστε σίγουροι για το τι έλαβε τελικά υπ’ όψιν η Επιτροπή. Άρα, έχει εμφιλοχωρήσει η πιθανότητα πλάνης, που δεν μπορεί να αποκλειστεί. Κανονικά, αν η Επιτροπή έκρινε ότι όλοι είχαν το πλεονέκτημα, κατά πάσα πιθανότητα, θα έπρεπε να το αναφέρει στο πρα[*431]κτικό. Αλλά, ούτε και η τελευταία αναφορά των εφεσειόντων, ότι δηλαδή όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν το πλεονέκτημα τεκμηριώνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο από το ενώπιον του Δικαστηρίου υλικό. Η Ολομέλεια δεν μπορεί να γνωρίζει και δεν είναι σίγουρα καθήκον της να ασκήσει πρωταρχικά αυτό το έργο, να αξιολογήσει δηλαδή τα προσόντα των υποψηφίων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1590,

Κούνουνα ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1179,

Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 696,

Δημοκρατία κ.ά. ν. Ελισσαίου κ.ά. (2003) 3 Α.Α.Δ. 168,

Λαζαρίδης κ.ά. ν. Ιορδάνου κ.ά. (2003) 3 Α.Α.Δ. 37.

Έφεση.

Έφεση από την καθ’ ης η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 834/2001) ημερομηνίας 14/11/2002, με την οποία ακυρώθηκε η απόφασή της ημερ. 26/6/2001, με την οποία διόρισε τα ενδιαφερόμενα μέρη στη μόνιμη θέση Τεχνικού 2ης Τάξης, Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, αντί της ίδιας, με βάση τον περί Πληρώσεως Κενωθεισών Θέσεων στη Δημόσια Υπηρεσία (Ειδικές Διατάξεις) Νόμο του 1998 (Ν. 28(Ι)/98).

Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Α. Μ. Κωνσταντίνου, για την Εφεσίβλητη.

Ι. Νικολάου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 3, 4, 5, 6, 9 και 10.

Cur. adv. vult.

KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Φρ. Νικολαΐδης.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη διορίστηκε, στις 25.1.1991, μαζί με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη, στη μόνιμη θέση Τεχνικού 2ης [*432]τάξης, στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων με βάση τον περί Εκτάκτων Υπαλλήλων (Διορισμός σε Δημόσιες Θέσεις) Νόμο του 1991, Ν.4/91. Ο διορισμός της, όπως και όλων των άλλων, ακυρώθηκε από το Δικαστήριο, λόγω αντισυνταγματικότητας του νόμου (βλέπε Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1590).

Μετά τη ψήφιση του περί Πληρώσεως Κενωθεισών Θέσεων στη Δημόσια Υπηρεσία (Ειδικές Διατάξεις) Νόμου του 1998, Ν.28(Ι)/98, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), δημοσίευσε, με βάση το άρθρο 3(2) του Νόμου, τη μόνιμη θέση Τεχνικού 2ης τάξης στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 25.9.1998. Τελικά, στη συνεδρία της ημερ. 26.6.2001 επέλεξε τα ενδιαφερόμενα μέρη προς διορισμό.

Στο σχέδιο υπηρεσίας απαιτείται (α) δίπλωμα του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου ή ισότιμο προσόν κατά προτίμηση στον κλάδο Πολιτικής Μηχανικής ή (β) απολυτήριο αναγνωρισμένης σχολής μέσης εκπαίδευσης, κατά προτίμηση κύκλου θετικών επιστημών ή τεχνικών σχολών και τριετής τουλάχιστον μεταγυμνασιακή πείρα σε τεχνικές εργασίες, κατά προτίμηση σε έργα υδατικής ανάπτυξης ή σε συναφή έργα πολιτικής μηχανικής. Προνοείται επίσης ότι πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε, είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση, είτε σε έκτακτη απασχόληση στη Δημόσια Υπηρεσία, θα αποτελεί πλεονέκτημα. Η τελευταία πρόνοια δεν περιλήφθηκε στη δημοσίευση της θέσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 25.9.1998. Θα πρέπει ακόμα να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την παράγραφο 4 του σχεδίου υπηρεσίας, κανένας δεν διορίζεται εκτός αν είναι υποψήφιος, όπως ο όρος καθορίζεται στο άρθρο 2 του Ν.28(Ι)/98. Υποψήφιος σημαίνει κάθε πρόσωπο που έχει, μέχρι τις 26.9.1988, απασχοληθεί σε ωρομίσθια βάση στη Δημόσια Υπηρεσία, σε πλήρη βάση, για τρία τουλάχιστον χρόνια.

Στην προσφυγή που καταχώρησε η εφεσίβλητη το Δικαστήριο κατέληξε ότι η Επιτροπή καθόλου δεν ασχολήθηκε με το θέμα της κατοχής του πλεονεκτήματος. Ήταν εξ αρχής η θέση των εφεσειόντων, ότι η τριετής μεταγυμνασιακή πείρα σε τεχνικές εργασίες που απαιτείται από την παραγρ. 3(1)(β) του σχεδίου υπηρεσίας, συνιστά και «πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης που αποκτήθηκε είτε σε υπηρεσία σε δημόσια θέση είτε σε έκτακτη απασχόληση» και συνεπώς, αφού όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν το πλεονέκτημα δεν παρίστατο ανάγκη να δοθεί η ειδική αιτιολογία που απαιτείται όταν παραγνωρίζεται υποψήφιος που κατέχει το πλεο[*433]νέκτημα.

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι η Επιτροπή είχε ασχοληθεί με το κατά πόσο οι υποψήφιοι κατείχαν το προσόν της τριετούς μεταγυμνασιακής πείρας, αλλά δεν ασχολήθηκε με το θέμα της σχετικής με τα καθήκοντα της θέσης πείρας. Ούτε και διασαφήνισε η Επιτροπή αν θεωρεί τα δύο προσόντα ταυτόσημα. Έτσι, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι εναπόκειται στην Επιτροπή και όχι πρωτογενώς σ’ αυτό, να προβεί σε ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας. Συνεπώς η παράλειψη της διερεύνησης ενός τέτοιου ουσιώδους παράγοντα οδηγεί σε πλημμελή άσκηση διακριτικής ευχέρειας και σε ακύρωση βέβαια της προσβαλλόμενης απόφασης.

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η πιο πάνω κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου. Οι εφεσείοντες επιμένουν ότι η τριετής πείρα της παραγράφου (3) του σχεδίου υπηρεσίας και η σχετική με τα καθήκοντα της θέσης πείρα είναι ένα και το αυτό και συνεπώς η Επιτροπή καλώς δεν προέβη σε χωριστή αναφορά ως προς το πλεονέκτημα. Επισημαίνουν ότι η ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας εναπόκειται στο σώμα που είναι επιφορτισμένο με την εφαρμογή του, υπό την αίρεση, βέβαια, ότι η ερμηνεία που αποδίδεται είναι λογικά παραδεκτή, συνιστά, δηλαδή, ερμηνεία την οποία επιδέχεται το κείμενό του. Εξ ίσου θεμελιωμένη είναι και η αρχή ότι η αξιολόγηση των προσόντων των υποψηφίων αποτελεί έργο του διορίζοντος σώματος (βλέπε Κούνουνα ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1179, Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 696, Δημοκρατία κ.ά. ν. Ελισσαίου κ.ά. (2003) 3 Α.Α.Δ. 168 και Λαζαρίδης κ.ά. ν. Ιορδάνου κ.ά. (2003) 3 Α.Α.Δ. 37). Επιμένουν ακόμα, ότι όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν το πλεονέκτημα και συνεπώς δεν ήταν αναγκαία οποιαδήποτε αιτιολόγηση για παραγνώρισή του.

Η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί. Η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ορθή. Δεν τίθεται θέμα ερμηνείας του σχεδίου υπηρεσίας, ούτε και άσκησης διακριτικής ευχέρειας εκ μέρους του διορίζοντος οργάνου. Η Επιτροπή παρέλειψε να προβεί σε οποιανδήποτε αναφορά επί του θέματος του πλεονεκτήματος, το οποίο, ας σημειωθεί, εκ παραδρομής δεν περιλήφθηκε στη δημοσίευση της θέσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Δεν γνωρίζουμε αν η Επιτροπή ερμήνευσε το σχέδιο υπηρεσίας με τον τρόπο που υποστηρίζει ο δικηγόρος των εφεσειόντων, αφού, καμιά απολύτως αναφορά, δεν γίνεται στο πρακτικό που τηρήθηκε. Το λιγότερο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι δεν είμαστε σίγουροι για το τι έλαβε τελικά υπ’ όψιν η Επιτροπή. Άρα, έχει εμ[*434]φιλοχωρήσει η πιθανότητα πλάνης, που δεν μπορεί να αποκλειστεί. Κανονικά, αν η Επιτροπή έκρινε ότι όλοι είχαν το πλεονέκτημα, κατά πάσα πιθανότητα, θα έπρεπε να το αναφέρει στο πρακτικό. Αλλά, ούτε και η τελευταία αναφορά των εφεσειόντων, ότι δηλαδή όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν το πλεονέκτημα τεκμηριώνεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο από το ενώπιόν μας υλικό. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε και δεν είναι σίγουρα καθήκον μας να ασκήσουμε πρωταρχικά αυτό το έργο, να αξιολογήσουμε δηλαδή τα προσόντα των υποψηφίων.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο