Iωάννου Γρηγόρης και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 161

(2006) 3 ΑΑΔ 161

[*161]28 Μαρτίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

1. ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,

2. ΓΕΩΡΓΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,

3. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,

4. ΙΩΑΝΝΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,

5. ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,

Εφεσείοντες,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/ 'Η

2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3695)

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Εξειδίκευση σκοπού στην Γνωστοποίηση ― «Οι σκοποί του Λυκείου Αγίου Σπυρίδωνα στα Κάτω Πολεμίδια» αποτελεί σαφή σκοπό ― Το γεγονός ότι η ανέγερση του σχολείου έγινε στο παρελθόν στα πλαίσια Απαλλοτρίωσης που στη συνέχεια ακυρώθηκε, δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να εκδοθεί νέο Διάταγμα Απαλλοτρίωσης για το σκοπό αυτό ― Η ανέγερση του σχολείου δεν μπορεί να θεωρηθεί πως έγινε παράνομα, επειδή στη συνέχεια ακυρώθηκε το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης.

Οι εφεσείοντες επεδίωξαν τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση, την ακύρωση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης της ακίνητης περιουσίας τους για σκοπούς του Λυκείου Αγίου Σπυρίδωνα, σχολείο το οποίο είχε ανεγερθεί βάσει προηγούμενου Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, το οποίο ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Στην παρούσα περίπτωση κρίνεται ότι η γνωστοποίηση δεν πάσχει από έλλειψη εξειδίκευσης. Σαφώς στη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης αναφέρεται ως λόγος της απαλλοτρίωσης «οι σκοποί [*162]του Λυκείου Αγίου Σπυρίδωνα στα Κάτω Πολεμίδια».

     Η Ολομέλεια δεν συμφωνεί με τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσειόντων ότι η όλη απαλλοτρίωση έγινε με μοναδικό σκοπό τη νομιμοποίηση της παρανομίας. Είναι αλήθεια ότι η απαλλοτρίωση του ακινήτου των εφεσειόντων ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά αυτό δεν καθιστά την προ της ακυρώσεως ανέγερση των οικοδομών παράνομη. Αμέσως μετά την ακύρωση της προηγούμενης απαλλοτρίωσης η διοίκηση προέβη σε διαβήματα για νέα απαλλοτρίωση του ακινήτου των εφεσειόντων. Θα καταλήγαμε σε παράλογα αποτελέσματα αν ουσιαστικά αποφασιζόταν ότι ακίνητο του οποίου η απαλλοτρίωση ακυρώθηκε για οιονδήποτε λόγο από το Ανώτατο Δικαστήριο, δεν μπορεί να απαλλοτριωθεί εκ νέου, αν ανεγέρθηκαν ήδη σ’ αυτό, νόμιμα, οικοδομές.

     Η Ολομέλεια επίσης δεν συμφωνεί με το επιχείρημα που υπονοείται ότι προς ενεργό συμμόρφωση θα έπρεπε τα κτίρια να κατεδαφιστούν για να κτιστούν, ίσως, εκ νέου, μετά τη νέα απαλλοτρίωση. Αν οι εφεσείοντες θεωρούσαν ότι οι υφιστάμενες επί του ακινήτου τους οικοδομές παραβίαζαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το νόμο, μπορούσαν να εγείρουν στο Επαρχιακό Δικαστήριο αγωγή για παράνομη επέμβαση.

     Θεωρείται ότι η νέα απαλλοτρίωση δεν συνιστά απόπειρα κάλυψης της παρανομίας, αλλά ότι ουσιαστικά αποτελούσε μια νόμιμη διέξοδο που είχε η διοίκηση, μετά την ακύρωση της προηγούμενης απαλλοτρίωσης.

2.  Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι εσφαλμένα κρίθηκε πρωτοδίκως πως πριν την έκδοση του διατάγματος απαλλοτρίωσης διεξήχθη δέουσα έρευνα και μελέτη και αυτό γιατί το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως αγνόησε το γεγονός ότι η ανέγερση του σχολείου είχε γίνει παράνομα και κατά συνέπεια το σχολείο λειτουργούσε παράνομα λόγω της ακυρωτικής απόφασης.

     Οι εφεσείοντες ουσιαστικά επαναλαμβάνουν το πρώτο τους επιχείρημα. Όπως λέχθηκε, η ανέγερση των κτιρίων δεν έγινε παράνομα, αφού κατά το χρόνο ανέγερσής τους υπήρχε νόμιμο διάταγμα απαλλοτρίωσης. Το γεγονός ότι στη συνέχεια το συγκεκριμένο διάταγμα ακυρώθηκε από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν καθιστά την ανέγερση του σχολείου παράνομη.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

[*163]Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 822/2001), ημερ. 5/8/2003.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.

Μ. Μαλαχτού-Παμπαλλή, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες είναι ιδιοκτήτες του τεμαχίου 390 στα Κάτω Πολεμίδια το οποίο απαλλοτριώθηκε ύστερα από διάταγμα που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 23.6.1995. Σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η ανέγερση λυκείου.

Το διάταγμα απαλλοτρίωσης ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 12.6.1998, ύστερα από προσφυγή των εφεσειόντων. Εν τω μεταξύ, τρία χρόνια προηγούμενως, το Σεπτέμβρη του 1995, είχε αρχίσει η ανέγερση του λυκείου.

Μετά την ακυρωτική απόφαση δημοσιεύτηκε νέα γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, η διαδικασία όμως της οποίας ατόνισε, για να φτάσουμε στις 4.7.2000 που δημοσιεύτηκε νέα γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης υπ’αρ. 582/00. Παρά τις ενστάσεις των αιτητών ακολούθησε διάταγμα απαλλοτρίωσης, το οποίο αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας.

Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή. Στην ενώπιόν μας διαδικασία υποστηρίκτηκαν ουσιαστικά οι ίδιοι λόγοι.

Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι εξειδικεύτηκαν επαρκώς και κατά νόμιμη αιτιολογία οι σκοποί δημόσιας ωφέλειας, γιατί ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, ότι δηλαδή «επιβάλλεται για σχολικούς σκοπούς και συγκεκριμένα για τους σκοπούς του Λυκείου Αγίου Σπυρίδωνα στα Κάτω Πολεμίδια της Επαρχίας Λεμεσού», δεν αποτελεί εξειδίκευση του σκοπού απαλλοτρίωσης. Υποστηρίζουν ότι η απαλλοτρίωση έγινε κατά παραγνώριση της προηγηθείσας ακυρωτικής απόφασης, ενώ η συνέχιση της χρησιμοποίησης της γης και λει[*164]τουργίας του σχολείου συνιστούσε παράνομη πράξη, αφού το προηγούμενο διάταγμα απαλλοτρίωσης είχε ακυρωθεί εξ υπαρχής. Άρα, συμπεραίνουν οι εφεσείοντες οι εφεσίβλητοι απαλλοτρίωσαν το συγκεκριμένο ακίνητο στην απόπειρά τους να νομιμοποιήσουν με μεταγενέστερη πράξη, παρανομία, χωρίς προηγουμένως να συμμορφωθούν με το ακυρωτικό αποτέλεσμα, ενεργώς και πλήρως.

Το επιχείρημα δεν ευσταθεί. Κατ’ αρχάς, άνκαι θεωρούμε ότι οι λόγοι της κάθε απαλλοτρίωσης θα πρέπει να εξειδικεύονται με ικανοποιητική σαφήνεια και με τρόπο που να εξηγείται ο ακριβής λόγος της σκοπούμενης απαλλοτρίωσης, εν τούτοις, στην παρούσα περίπτωση κρίνουμε ότι η γνωστοποίηση δεν πάσχει από έλλειψη εξειδίκευσης. Σαφώς στη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης αναφέρεται ως λόγος της απαλλοτρίωσης «οι σκοποί του Λυκείου Αγίου Σπυρίδωνα στα Κάτω Πολεμίδια».

Δεν συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσειόντων ότι η όλη απαλλοτρίωση έγινε με μοναδικό σκοπό τη νομιμοποίηση της παρανομίας. Είναι αλήθεια ότι η απαλλοτρίωση του ακινήτου των εφεσειόντων ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά αυτό δεν καθιστά την προ της ακυρώσεως ανέγερση των οικοδομών παράνομη. Αμέσως μετά την ακύρωση της προηγούμενης απαλλοτρίωσης η διοίκηση προέβη σε διαβήματα για νέα απαλλοτρίωση του ακινήτου των εφεσειόντων. Θα καταλήγαμε σε παράλογα αποτελέσματα αν ουσιαστικά αποφασίζαμε ότι ακίνητο του οποίου η απαλλοτρίωση ακυρώθηκε για οιονδήποτε λόγο από το Ανώτατο Δικαστήριο, δεν μπορεί να απαλλοτριωθεί εκ νέου, αν ανεγέρθηκαν ήδη σ’ αυτό, νόμιμα, οικοδομές.

Δεν συμφωνούμε ούτε με το επιχείρημα που υπονοείται ότι προς ενεργό συμμόρφωση θα έπρεπε τα κτίρια να κατεδαφιστούν για να κτιστούν, ίσως, εκ νέου, μετά τη νέα απαλλοτρίωση. Αν οι εφεσείοντες θεωρούσαν ότι οι υφιστάμενες επί του ακινήτου τους οικοδομές παραβίαζαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το νόμο, μπορούσαν να εγείρουν στο Επαρχιακό Δικαστήριο αγωγή για παράνομη επέμβαση.

Θεωρούμε ότι η νέα απαλλοτρίωση δεν συνιστά απόπειρα κάλυψης της παρανομίας, αλλά ότι ουσιαστικά αποτελούσε μια νόμιμη διέξοδο που είχε η διοίκηση, μετά την ακύρωση της προηγούμενης απαλλοτρίωσης.

Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ακόμα ότι λανθασμένα κρίθηκε ότι [*165]δεν υπήρχαν εναλλακτικές και λιγότερο επαχθείς λύσεις. Υποστηρίζουν ότι εσφαλμένα κρίθηκε ότι οι επιλογές της διοίκησης ως προς την προβλεπόμενη φόρμουλα αναλογίας γης, έκτασης, αριθμού μαθητών κλπ., βρίσκονταν εκτός του ακυρωτικού ελέγχου. Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ακόμα ότι εσφαλμένα κρίθηκε πρωτοδίκως πως πριν την έκδοση του διατάγματος απαλλοτρίωσης διεξήχθη δέουσα έρευνα και μελέτη και αυτό γιατί το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως αγνόησε το γεγονός ότι η ανέγερση του σχολείου είχε γίνει παράνομα και κατά συνέπεια το σχολείο λειτουργούσε παράνομα λόγω της ακυρωτικής απόφασης.

Οι εφεσείοντες ουσιαστικά επαναλαμβάνουν το πρώτο τους επιχείρημα. Όπως είδαμε, η ανέγερση των κτιρίων δεν έγινε παράνομα, αφού κατά το χρόνο ανέγερσής τους υπήρχε νόμιμο διάταγμα απαλλοτρίωσης. Το γεγονός ότι στη συνέχεια το συγκεκριμένο διάταγμα ακυρώθηκε από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν καθιστά την ανέγερση του σχολείου παράνομη.

Όσον αυστηρά και αν θα πρέπει να κρίνονται τα θέματα που αφορούν απαλλοτριώσεις, μια και ο θεσμός συνιστά κατ’ εξαίρεση επέμβαση στο συνταγματικά προστατευόμενο δικαίωμα της περιουσίας, εν τούτοις, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τη διαλεκτική και τον τρόπο σκέψης των εφεσειόντων, στην παρούσα περίπτωση.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο