Nεοφύτου Γεώργιος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 446

(2006) 3 ΑΑΔ 446

[*446]4 Ιουλίου, 2006

 

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων.

(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3475)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Σύσταση Προϊσταμένου ― Παραγνώρισή της από ΕΔΥ απαιτεί ειδική αιτιολογία ― Υπό τις περιστάσεις κρίθηκε πως δόθηκε από την ΕΔΥ ― Ο εφεσείων ήταν ίσος σε αξία και το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε σε αρχαιότητα και προσόντα.

Ο εφεσείων επεδίωξε, τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση, την ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους, αντί του ιδίου, στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Εμπορίου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Ο εφεσείων υποστηρίζει ότι η σύσταση ήταν απόλυτα αιτιολογημένη και οι λόγοι για τους οποίους προτιμήθηκε σαφείς και τεκμηριωμένοι. Σύμφωνα πάντα με τον εφεσείοντα, η αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΔΥ για την απόκλιση από τη σύσταση προσεγγίστηκε υπό καθεστώς προφανούς πλάνης. Η αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη σύσταση του Διευθυντή, συνεχίζει, προσμετρά στην αξία και συνεπώς υπερέχει και σ’ αυτό το κριτήριο.

Η πιο πάνω επιχειρηματολογία δεν βρίσκει σύμφωνη την Ολομέλεια. Το πρωτόδικο δικαστήριο επισημαίνει ότι η Επιτροπή υπέδειξε στο Διευθυντή και αυτός, σύμφωνα με το τηρηθέν πρακτικό, συμφώνησε με την παρατήρηση, πως, αφού και οι δύο είχαν αξιολογηθεί ως εξαίρετοι, η διαφορά που σημείωνε ο Διευθυντής δεν συνιστού[*447]σε υπεροχή του εφεσείοντα σε αξία.

Κατ’ αντίθεση προς το ενδιαφερόμενο μέρος που κατέχει τίτλο επιπέδου Master, τα προσόντα του εφεσείοντα δεν είναι πανεπιστημιακού επιπέδου. Προφανώς ούτε σ’ αυτό το κριτήριο υπερέχει. Ως προς δε την αρχαιότητα υστερεί του ενδιαφερόμενου μέρους ουσιωδώς.

Όσα συνθέτουν την ειδική αιτιολόγηση της παραγνώρισης της σύστασης είναι εύλογα. Ο εφεσείων σε κανένα από τα κριτήρια δεν υπερτερεί. Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει και για το πλεονέκτημα που κατ’ ισχυρισμόν κατέχει ο εφεσείων. Σε συμφωνία με το πρωτόδικο δικαστήριο η Ολομέλεια καταλήγει ότι ο Διευθυντής δεν ανέφερε ότι ο εφεσείων διέθετε το πλεονέκτημα, αλλά είναι εντελώς αστήρικτη και η άποψη πως όντως το κατείχε. Ούτε είναι ορθό ότι η Επιτροπή αναγνώρισε συναφές πλεονέκτημα υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους. Συνεπώς ο ισχυρισμός ότι παραβιάστηκε σχετικά το δεδικασμένο κρίνεται ως αβάσιμος.

Εν όψει του γεγονότος ότι η αιτιολόγηση της Επιτροπής καλύπτει και τα τρία κριτήρια και καταρρίπτει τους ισχυρισμούς του Διευθυντή ότι ο εφεσείων υπερτερεί σε δύο από αυτά, καθιστά την αιτιολογία παραγνώρισης της σύστασης και ειδική και επαρκέστατη.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 1413/2000), ημερ. 17/6/2000.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα υπόθεση αφορά την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στη μόνιμη θέση Ανώτερου Λει[*448]τουργού Εμπορίου (Τακτικός Προϋπολογισμός) στις Υπηρεσίες Εμπορίου και Βιομηχανίας. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), δεν αποδέχθηκε τη σύσταση του Διευθυντή, ο οποίος είχε προτιμήσει τον αιτητή και επέλεξε το ενδιαφερόμενο μέρος.

Το πρωτόδικο δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής την οποία βρήκε ότι ήταν επαρκώς αιτιολογημένη, αλλά και περιλαμβάνουσα την αναγκαία ειδική αιτιολογία για τη μη υιοθέτηση της σύστασης του Διευθυντή.

Την κατάληξη αυτή του πρωτόδικου δικαστηρίου προσβάλλει η παρούσα έφεση. Ο εφεσείων υποστηρίζει ότι η σύσταση ήταν απόλυτα αιτιολογημένη και οι λόγοι για τους οποίους προτιμήθηκε σαφείς και τεκμηριωμένοι. Σύμφωνα πάντα με τον εφεσείοντα, η αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΔΥ για την απόκλιση από τη σύσταση προσεγγίστηκε υπό καθεστώς προφανούς πλάνης. Η αιτιολογημένη και τεκμηριωμένη σύσταση του Διευθυντή, συνεχίζει, προσμετρά στην αξία και συνεπώς υπερέχει και σ’ αυτό το κριτήριο.

Η πιο πάνω επιχειρηματολογία δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Το πρωτόδικο δικαστήριο επισημαίνει ότι η Επιτροπή υπέδειξε στο Διευθυντή και αυτός, σύμφωνα με το τηρηθέν πρακτικό, συμφώνησε με την παρατήρηση, πως, αφού και οι δύο είχαν αξιολογηθεί ως εξαίρετοι, η διαφορά που σημείωνε ο Διευθυντής δεν συνιστούσε υπεροχή του εφεσείοντα σε αξία.

Κατ’ αντίθεση προς το ενδιαφερόμενο μέρος που κατέχει τίτλο επιπέδου Master, τα προσόντα του εφεσείοντα δεν είναι πανεπιστημιακού επιπέδου. Προφανώς ούτε σ’ αυτό το κριτήριο υπερέχει. Ως προς δε την αρχαιότητα υστερεί του ενδιαφερόμενου μέρους ουσιωδώς.

Όσα συνθέτουν την ειδική αιτιολόγηση της παραγνώρισης της σύστασης είναι εύλογα. Ο εφεσείων σε κανένα από τα κριτήρια δεν υπερτερεί. Ειδική μνεία θα πρέπει να γίνει και για το πλεονέκτημα που κατ’ ισχυρισμόν κατέχει ο εφεσείων. Σε συμφωνία με το πρωτόδικο δικαστήριο καταλήγουμε ότι ο Διευθυντής δεν ανέφερε ότι ο εφεσείων διέθετε το πλεονέκτημα, αλλά είναι εντελώς αστήρικτη και η άποψη πως όντως το κατείχε. Ούτε είναι ορθό ότι η Επιτροπή αναγνώρισε συναφές πλεονέκτημα υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους. Συνεπώς ο ισχυρισμός ότι παραβιάστηκε σχετικά το δεδικασμένο κρίνεται ως αβάσιμος.

[*449]Εν όψει του γεγονότος ότι η αιτιολόγηση της Επιτροπής καλύπτει και τα τρία κριτήρια και καταρρίπτει τους ισχυρισμούς του Διευθυντή ότι ο εφεσείων υπερτερεί σε δύο από αυτά, καθιστά την αιτιολογία παραγνώρισης της σύστασης και ειδική και επαρκέστατη.

Κάτω από τις περιστάσεις, δεν έχουμε να προσθέσουμε οτιδήποτε στην πρωτόδικη απόφαση, με την οποία συμφωνούμε πλήρως και η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο