Συμβούλιο Φαρμακευτικής ή/και της Eφόρου ΣυμβουλίουΦαρμακευτικής και Άλλοι ν. Eταιρείας Σόλων Aγγελίδης Λτδ (2006) 3 ΑΑΔ 488

(2006) 3 ΑΑΔ 488

[*488]7 Ιουλίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

1. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ Ή/ΚΑΙ

    ΤΗΣ ΕΦΟΡΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ,

2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΥΓΕΙΑΣ, ΜΕΣΩ

    ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

Εφεσείοντες,

v.

ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΟΛΩΝ ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ ΛΤΔ,

Εφεσίβλητης.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 111/2005)

 

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Παρέμβαση ενδιαφερόμενου προσώπου ― Δεν επιτρέπεται στο στάδιο της έφεσης ― Μόνο κατά τη διάρκεια της προσφυγής και μόνο αν έχει συμφέρον συγκεκριμένο ως προς την έκβαση της δίκης ― Αίτηση για παρέμβαση στο στάδιο της έφεσης απορρίφθηκε.

Ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος με αίτησή του, ζήτησε να παρέμβει στη δίκη υποστηρίζοντας τη θέση των εφεσειόντων.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την αίτηση, αποφάσισε ότι:

Η αίτηση δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Δεν επιτρέπεται να συμμετάσχουν στην έφεση πρόσωπα άλλα από εκείνα που περιλάμβανε η πρωτόδικη διαδικασία.

Μόνο στο πλαίσιο της πρωτόδικης διαδικασίας είναι δυνατόν να προωθηθεί αίτημα για την προσθήκη προσώπου ως ενδιαφερομένου, δηλαδή προσώπου που έχει δικαίωμα να ειδοποιηθεί για να του παρασχεθεί το δικαίωμα ακρόασης. Τέτοιο αίτημα επιτρέπεται ακόμα και μετά την έκδοση τελικής απόφασης.

Παρατηρείται όμως ότι εδώ, το συμφέρον το οποίο επικαλείται ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος δεν αφορά στις εγγενείς [*489]ανάγκες της συγκεκριμένης περίπτωσης αλλά γενικά με την κατεύθυνση της νομολογίας, σε σχέση με την οποία δεν αναγνωρίζεται νομοποιητικό έρεισμα.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Δημοκρατία ν. Σολωμού (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 955,

Κυπριακή Εταιρεία Τσιμέντων Λτδ ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 517/01, ημερ. 29.12.2004,

Δημοκρατία ν. Πουλλή (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1060.

Aίτηση.

Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τον Αιτητή.

Ε. Ζαχαριάδου, για τους Εφεσείοντες.

Γ. Σεραφείμ, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Το άρθρο 15 του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου, Κεφ. 254, όπως τροποποιήθηκε ειδικά από τον Ν. 145(Ι)/2000, περιέχει τις ακόλουθες επιφυλάξεις:

«Νοείται ότι κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να είναι ιδιοκτήτης περισσοτέρων του ενός φαρμακείων ή να είναι κάτοχος ή δικαιούχος ποσοστού πέραν του 51% του μετοχικού κεφαλαίου περισσοτέρων της μιας εταιρειών η οποία διεξάγει επιχείρηση φαρμακείου:

Νοείται περαιτέρω ότι πιο πάνω επιφύλαξη δεν τυγχάνει εφαρμογής σε σχέση με την ιδιοκτησία των φαρμακείων που ανήκουν στις συντεχνίες ΠΕΟ, ΣΕΚ και ΔΕΟΚ, νοουμένου ότι αυτά λειτουργούν ως μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί για την εξυπηρέτηση των μελών τους.»

Με το άρθρο 10 του Ν. 145(Ι)/00 προστίθεται  και η εξής μεταβατική διάταξη:

[*490]«Πρόσωπο ή εταιρεία που, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, διεξάγει επιχείρηση φαρμακοποιού κατά παράβαση των διατάξεων της επιφύλαξης του εδαφίου (1) του άρθρου 15 και της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 16, όπως αυτά εκτίθενται στα άρθρα 6 και 7 του παρόντος Νόμου, αντίστοιχα, οφείλει όπως μέσα σε δεκαπέντε χρόνια από την ημερομηνία της έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου συμμορφωθεί με τις πιο πάνω διατάξεις.»

Κατά την έναρξη της ισχύος των ανωτέρω διατάξεων η Εταιρεία Σόλων Αγγελίδης Λτδ ήταν ιδιοκτήτρια τριών φαρμακείων και ο κ. Σόλων Αγγελίδης, ο δηλωθείς ως ο υπεύθυνος φαρμακοποιός, κατείχε το 80% του μετοχικού κεφαλαίου. Αίτηση της εταιρείας προς το Συμβούλιο Φαρμακευτικής, για την εγγραφή ενός ακόμα φαρμακείου, απορρίφθηκε ένεκα του περιορισμού τον οποίο επέβαλλε η πρώτη επιφύλαξη του άρθρου 15 του βασικού νόμου.

Με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο η εταιρεία και ο κ. Αγγελίδης προέβαλαν ότι η απορριπτική απόφαση λήφθηκε κάτω από πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο.  Ως προς τα πράγματα, εισηγήθηκαν ότι το Συμβούλιο τελούσε υπό την εσφαλμένη εντύπωση ότι επρόκειτο για αίτηση όχι της εταιρείας αλλά του κ. Αγγελίδη ενώ, ως προς το δεύτερο, εισηγήθηκαν ότι ούτως ή άλλως το Συμβούλιο εσφαλμένα ερμήνευσε την αναφορά σε «πρόσωπο», στην πρώτη επιφύλαξη του άρθρου 15, να σημαίνει όχι μόνο φυσικό πρόσωπο αλλά και εταιρεία. Ο συνάδελφος που εξέτασε την περίπτωση πρωτόδικα συμφώνησε. Ανέφερε τα εξής:

«Θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση των καθ’ ων η αίτηση 1 λήφθηκε πράγματι υπό πραγματική αλλά κυρίως υπό νομική πλάνη. Η πραγματική συνίσταται στο ότι ενώ αιτήτρια για άδεια φαρμακείου ήταν αποκλειστικά η πρώτη αιτήτρια εταιρεία, η οποία είχε σε λειτουργία και άλλα τρία φαρμακεία, οι καθ’ ων η αίτηση 1 συγχύζουν κάπως τα πράγματα και θεωρούν το δεύτερο αιτητή ως αιτητή για άδεια λειτουργίας και τέταρτου φαρμακείου, ενώ στην πραγματικότητα ο ίδιος προσωπικά δεν λειτουργούσε φαρμακείο.

Η νομική πλάνη, υπό την οποία τελούσαν οι καθ’ ων η αίτηση 1 όταν έλαβαν την επίδικη απόφαση τους, συνίσταται στην παρερμηνεία της προαναφερόμενης πρόνοιας που προστέθηκε στο άρθρο 15 του βασικού νόμου, με το άρθρο 6 του Ν. 145(Ι)/2000. Εκείνο το οποίο απαγορεύεται, σύμφωνα με την προαναφερόμενη πρόνοια, είναι η ιδιοκτησία περισσοτέρων του [*491]ενός φαρμακείου από οιονδήποτε πρόσωπο και στον όρο πρόσωπο θα πρέπει να αποδοθεί εδώ η έννοια του φυσικού προσώπου (εφόσον στη συνέχεια γίνεται ρητά λόγος για εταιρείες) και περιπλέον απαγορεύεται οποιοδήποτε (φυσικό) πρόσωπο να είναι κάτοχος ή δικαιούχος ποσοστού πέραν του 51% του μετοχικού κεφαλαίου, σε περισσότερες της μιας εταιρείες οι οποίες διεξάγουν επιχείρηση φαρμακείου.

Κατά την κρίση μου, λανθασμένα οι καθ’ ων η αίτηση 1 ερμήνευσαν την προαναφερόμενη πρόνοια ως επηρεάζουσα και μάλιστα καθοριστικά την αίτηση της πρώτης αιτήτριας για άδεια λειτουργίας φαρμακείου. Στην προαναφερόμενη πρόνοια δεν φαίνεται να υπάρχει οποιαδήποτε απαγόρευση για άδεια λειτουργίας περισσοτέρων του ενός φαρμακείου, από εταιρεία. Η απαγόρευση είναι μόνον για τα φυσικά πρόσωπα …»

Πέτυχε επομένως η προσφυγή της αιτήτριας εταιρείας και ακυρώθηκε η απόφαση ενώ στον αιτητή κ. Αγγελίδη δεν αναγνωρίστηκε έννομο συμφέρον. Το Συμβούλιο Φαρμακευτικής άσκησε έφεση με την οποία αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης και στα δύο σημεία.

Η παρούσα αίτηση υποβλήθηκε από τον Παγκύπριο Φαρμακευτικό Σύλλογο στο πλαίσιο της έφεσης. Ζητά να του επιτραπεί να λάβει μέρος στην έφεση ως ενδιαφερόμενο μέρος για να υποστηρίξει το ίδιο, όπως και το Συμβούλιο Φαρμακευτικής, ότι η ερμηνεία που δόθηκε πρωτόδικα στη λέξη «πρόσωπο» είναι λανθασμένη.

Η αίτηση δεν μπορεί να γίνει δεκτή.  Δεν επιτρέπεται να συμμετάσχουν στην έφεση πρόσωπα άλλα από εκείνα που περιλάμβανε η πρωτόδικη διαδικασία. Όπως η Ολομέλεια υπέδειξε στη Δημοκρατία ν. Σολωμού (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 955 (στη σελ. 958):

«Η έφεση κατ’ απόφασης, η οποία εκδίδεται πρωτόδικα στο πλαίσιο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας, έχει ως αντικείμενο την αναθεώρησή της υπό το πρίσμα της επανεκδίκασης, με σημείο αναφοράς τους λόγους έφεσης οι οποίοι προβάλλονται (Βλ. μεταξύ άλλων Κυπριανού ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 510). Ο κύκλος των ενδιαφερομένων προσώπων δεν διευρύνεται κατά την έφεση. Παραμένει ο ίδιος όπως στην πρωτόδικη διαδικασία.»

Μόνο στο πλαίσιο της πρωτόδικης διαδικασίας είναι δυνατόν [*492]να προωθηθεί αίτημα για την προσθήκη προσώπου ως ενδιαφερομένου, δηλαδή προσώπου που έχει δικαίωμα να ειδοποιηθεί για να του παρασχεθεί το δικαίωμα ακρόασης. Τέτοιο αίτημα επιτρέπεται ακόμα και μετά την έκδοση τελικής απόφασης: βλ. Κυπριακή Εταιρεία Τσιμέντων Λτδ ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 517/01, ημερ. 29 Δεκεμβρίου 2004, η οποία στηρίχθηκε στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Πουλλή (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1060. Παρατηρούμε όμως ότι εδώ, το συμφέρον το οποίο επικαλείται ο Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος δεν αφορά στις εγγενείς ανάγκες της συγκεκριμένης περίπτωσης αλλά γενικά με την κατεύθυνση της νομολογίας, σε σχέση με την οποία δεν αναγνωρίζεται νομοποιητικό έρεισμα.

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

H αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο