Xρυσάφη Άννα ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 493

(2006) 3 ΑΑΔ 493

[*493]7 Ιουλίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,

ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ΑΝΝΑ ΧΡΥΣΑΦΗ,

Εφεσείουσα,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσίβλητης.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3633)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Αιτιολογία ― Παραγνωρίστηκε η σύσταση ενόψει καλύτερων αξιολογήσεων στις δύο συνεντεύξεις ― Εύλογη απόφαση και αιτιολογημένη επαρκώς, όπως απαιτεί η νομολογία.

Η εφεσείουσα επεδίωξε, τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση, την ακύρωση της προαγωγής των ενδιαφερομένων προσώπων στη θέση Λειτουργού Εκπαίδευσης Α΄ (Εκπαιδευτικός Κλάδος) του Υπουργείου Υγείας.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Σε ό,τι αφορά το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης, το επίπεδο στο οποίο λειτούργησε η Ε.Δ.Υ. – όπως και η Συμβουλευτική Επιτροπή – δεν ήταν στην προκείμενη περίπτωση χαμηλότερο από εκείνο που η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου θεωρεί ικανοποιητικό όσο και αν υπολείπεται του ιδανικού: βλ. Πούρος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 374. Κρίνεται λοιπόν πως δόθηκε η αναγκαία αιτιολογία. Ως προς την απόκλιση της Ε.Δ.Υ. από τη σύσταση του Διευθυντή, η Ολομέλεια έχει και σ’ αυτό τη γνώμη ότι δόθηκε επαρκής αιτιολογία, η οποία ειδικά και πειστικά εξήγησε την επιλογή στην οποία προέβη η Ε.Δ.Υ.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

[*494]Αναφερόμενη Υπόθεση:

Πούρος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 374.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 906/2001), ημερ. 8/5/2003.

Α.Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.

Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για την Εφεσίβλητη.

Χρ. Κληρίδης, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο 1 – Α. Ιωάννου.

Ι. Νικολάου, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο 2 – Ε. Αθηνή.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου  θα δώσει ο Νικολάου, Δ..

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η υπόθεση αφορά στην πλήρωση δύο θέσεων Λειτουργού Εκπαίδευσης Α΄ (Εκπαιδευτικός Κλάδος) του Υπουργείου Υγείας. Οι θέσεις, πρώτου διορισμού και προαγωγής, κατανεμήθηκαν στον τομέα της Γενικής Νοσηλευτικής. Η διαδικασία είχε αρχίσει για μόνο μια αλλά στην πορεία, όταν η υπόθεση βρισκόταν στο στάδιο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, κενώθηκε ακόμα μια στον ίδιο τομέα και η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας  αποφάσισε, με βάση το άρθρο 34(14) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90 όπως τροποποιήθηκε), να την εντάξει στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας χωρίς νέα δημοσίευση.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή υπέβαλε τις υποψήφιες σε προφορική εξέταση. Σχημάτισε τη γενική εντύπωση ότι η αιτήτρια ήταν πολύ καλή και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, Ευδοκία Αθηνή και Ανδρούλα Ιωάννου, πάρα πολύ καλές. Σύστησε και τις τρεις, μαζί με άλλες υποψήφιες, ως κατάλληλες για τη θέση.

Σε προφορική εξέταση υπέβαλε τις υποψήφιες και η Ε.Δ.Υ., με τη βοήθεια του Γενικού Διευθυντή και της Διευθύντριας (Εκπαιδευτικού Κλάδου) του Υπουργείου Υγείας. Η γενική εντύπωση την οποία η Ε.Δ.Υ. σχημάτισε ήταν, σε ό,τι αφορούσε την εφε[*495]σείουσα και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, η ίδια με εκείνη της Συμβουλευτικής. Την αιτιολόγησε ως εξής:

«ΑΘΗΝΗ Ευδοκία: Πάρα πολύ καλή.  Η παιδαγωγική της κατάρτιση είναι πολύ καλή. Προβληματίζεται γύρω στα θέματα της εκπαίδευσης των Νοσηλευτικών Λειτουργών και υποβάλλει εποικοδομητικές εισηγήσεις για βελτίωση των προγραμμάτων της Σχολής. Διατυπώνει τις απόψεις της με ευχέρεια και πειστικότητα, ενίοτε, όμως, τείνει και γενικολογεί. Έχει κριτική ικανότητα και αυτοπεποίθηση.

ΙΩΑΝΝΟΥ Ανδρούλλα: Πάρα πολύ καλή. Είναι αρκετά καλά καταρτισμένη σ’ ό,τι αφορά την εκπαίδευση Νοσηλευτικών Λειτουργών. Χειρίζεται το λόγο με ευχέρεια, αιτιολογεί τις θέσεις που υποστηρίζει με εύστοχα επιχειρήματα και υποβάλλει λειτουργικές εισηγήσεις για βελτίωση των αναλυτικών προγραμμάτων και των μεθόδων διδασκαλίας της Σχολής, ενίοτε, όμως, ωραιοποιεί καταστάσεις.  Έχει αυτοπεποίθηση.

ΧΡΥΣΑΦΗ Άννα: Πολύ καλή. Είναι αρκετά καλά καταρτισμένη στην εκπαίδευση νοσηλευτικού προσωπικού. Εκφράζεται με ευχέρεια, παίρνει σαφείς θέσεις έναντι προβλημάτων, ενίοτε, όμως, δεν εμβαθύνει στην ουσία τους ή αποφεύγει την κριτική θεώρησή τους.  Έχει αυτοπεποίθηση.»

Ο Γενικός Διευθυντής σύστησε για προαγωγή την Ανδρούλα Ιωάννου και την εφεσείουσα. Το άρθρο 34(9) του Νόμου δεν απαιτεί αιτιολογία και ο Γενικός Διευθυντής επέλεξε να μη δώσει.

Σε βαθμολογημένη αξία και σε προσόντα, η εφεσείουσα και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ήταν ουσιαστικά ισοδύναμες. Σε αρχαιότητα, προβάδισμα είχε η εφεσείουσα αλλά επρόκειτο για αρχαιότητα που συνδεόταν όχι με την κατεχόμενη θέση αλλά με κάποια προηγούμενη, χρονικά απομακρυσμένη. Η Ε.Δ.Υ. προτίμησε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ένεκα της καλύτερης απόδοσής τους στην προφορική εξέταση, τόσο ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής όσο και ενώπιον της ιδίας. Θεώρησε την αρχαιότητα της εφεσείουσας ως πολύ περιορισμένης σημασίας όχι μόνο διότι αναγόταν σε προηγούμενες θέσεις αλλά και διότι, καθώς σημείωσε, έτσι αντικρίζεται από τη νομολογία σε περιπτώσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής. Εξήγησε εξάλλου, με αναφορά στην εν λόγω στάθμιση των στοιχείων, το λόγο για τον οποίο δεν μπόρεσε να υιοθετήσει την υπέρ της εφεσείουσας σύσταση και επέλεξε την Ευδοκία Αθηνή. Ανέφερε τα ακόλουθα:

[*496]«Όσον αφορά τη δεύτερη θέση, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή για τη Χρυσάφη Άννα και αντί αυτής επέλεξε την Αθηνή Ευδοκία, η οποία αξιολογήθηκε ως Πάρα πολύ καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, δηλαδή σε υψηλότερο επίπεδο από τη Χρυσάφη, που ήταν Πολύ καλή, και απέδωσε, επίσης, καλύτερα στην ενώπιον της προφορική εξέταση, αξιολογούμενη ως Πάρα πολύ καλή, ενώ η Χρυσάφη αξιολογήθηκε ως Πολύ καλή. Επιπλέον, η Αθηνή υπερέχει, έστω και οριακά, σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα.»

Με την προσφυγή της η εφεσείουσα προέβαλε (α) ότι εσφαλμένα πληρώθηκαν και οι δύο θέσεις στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας· (β) ότι η γενική εντύπωση της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με την απόδοση της αιτήτριας και των ενδιαφερομένων προσώπων στην προφορική εξέταση ήταν «αναιτιολόγητη, πεπλανημένη και εσφαλμένη»· και (γ) ότι τα όσα η Ε.Δ.Υ. κατέγραψε για την απόκλισή της από την υπέρ της εφεσείουσας σύσταση δεν αποτελούσαν «την απαιτούμενη ειδική αιτιολογία». Σε σχέση με τη Συμβουλευτική Επιτροπή δεν τέθηκε ζήτημα.

Ο συνάδελφος, ο οποίος επιλήφθηκε πρωτόδικα της υπόθεσης, έκρινε πως δεν υπήρξε οποιαδήποτε πλημμέλεια. Με την έφεση επαναλήφθηκαν τα ίδια, με συγκεκριμένες αναφορές στην πρωτόδικη προσέγγιση των τεθέντων ζητημάτων.  Εν τέλει ο λόγος που αφορούσε στο πρώτο ζήτημα αποσύρθηκε.

Έχουμε τη γνώμη ότι και στα εναπομείναντα ζητήματα δεν δικαιολογείται η έφεση. Σε ό,τι αφορά το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης, το επίπεδο στο οποίο λειτούργησε η Ε.Δ.Υ. – όπως και η Συμβουλευτική Επιτροπή – δεν ήταν στην προκείμενη περίπτωση χαμηλότερο από εκείνο που η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου θεωρεί ικανοποιητικό όσο και αν υπολείπεται του ιδανικού: βλ. Πούρος κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 374. Κρίνουμε λοιπόν πως δόθηκε η αναγκαία αιτιολογία. Ως προς την απόκλιση της Ε.Δ.Υ. από τη σύσταση του Διευθυντή, έχουμε και σ’ αυτό τη γνώμη ότι δόθηκε επαρκής αιτιολογία η οποία ειδικά και πειστικά εξήγησε την επιλογή στην οποία προέβη η Ε.Δ.Υ.

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο