(2006) 3 ΑΑΔ 785
[*785]21 Δεκεμβρίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ,
ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 83/2006)
ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 86/2006)
ΕΛΕΝΑ ΚΑΚΟΜΑΝΩΛΗ-ΚΛΕΟΠΑ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσιβλήτου,
v.
ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ’ ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 87/2006)
ΕΛΕΟΝΩΡΑ ΣΙΕΛΙΣ-ΝΙΚΟΛΑΪΔΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσιβλήτου,
[*786]v.
ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ’ ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 88/2006)
ΜΙΧΑΛΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
v.
ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ’ ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 89/2006)
ΛΟΥΪΖΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΟΥ-ΖΑΝΝΕΤΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσιβλήτου,
v.
ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ’ ης η αίτηση.
[*787](Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 90/2006)
ΕΥΑ ΡΩΣΣΙΔΟΥ-ΠΑΠΑΚΥΡΙΑΚΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσιβλήτου,
v.
ΕΠΙΤΡΟΠHΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ’ ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 97/2006)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσείων,
v.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 83/2006, 86/2006,
87/2006, 88/2006, 89/2006, 90/2006, 97/2006)
Δημόσιοι υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Θέση στη Νομική Υπηρεσία ― Παρουσία του Γενικού Εισαγγελέα στις συνεντεύξεις ενώπιον της ΕΔΥ ― Ορθά παρευρέθει παρόλο που δεν προβλέπεται η παρουσία του βάσει του Άρθρου 34 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.1/90) ― Ενδείκνυται η συμμετοχή του για να επιτευχθεί όσο το δυνατόν πιο ικανοποιητικό αποτέλεσμα ― Η συμμετοχή του δεν είναι ασυμβίβαστη με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, αφού αποχώρησε πριν τη συζήτηση και λήψη απόφασης.
Οι εφεσείοντες προσέβαλαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία ακυρώθηκαν οι επίδικες προαγωγές, λόγω της μη προβλεπόμενης στο Νόμο παρουσίας του Γενικού Εισαγγελέα στη συνεδρία της [*788]ΕΔΥ, στην οποία διεξήχθησαν οι προφορικές συνεντεύξεις.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτές τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:
Κατά τη γνώμη της Ολομέλειας, η προαναφερθείσα διαφορά μεταξύ του Αρθρου 33 και του Αρθρου 34 δεν είχε τη σημασία που της αποδόθηκε. Η παρουσία και συμμετοχή προϊσταμένου στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ δεν έχει σε καμιά περίπτωση ως έρεισμα τη δυνατότητα της ΕΔΥ να βοηθείται από «λειτουργό ή λειτουργούς» με ειδικές γνώσεις. Θεωρείται πως η δυνατότητα συμμετοχής του προϊσταμένου υπερβαίνει τις ανάγκες αυτού του επιπέδου και βρίσκεται έξω από οποιαδήποτε συγκεκριμένη πρόνοια του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, τίποτε στον οποίο δεν την καθιστά ασυμβίβαστη με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και ούτε τη φέρει σε σύγκρουση με τον περί των Γενικών Αρχών Διοικητικού Δικαίου Νόμο του 1999 (Ν. 158(I)/1999), εφόσον πάντοτε ο προϊστάμενος αποχωρεί πριν από τη συζήτηση και τη λήψη απόφασης. Υπό αυτό το πρίσμα δεν έχει σημασία αν ο προϊστάμενος είναι δημόσιος υπάλληλος ή ανεξάρτητος αξιωματούχος, όπως είναι ο Γενικός Εισαγγελέας. Θεωρείται δε πως ενδείκνυται τέτοια συμμετοχή για να είναι το αποτέλεσμα όσο το δυνατόν πιο ικανοποιητικό. Η Ολομέλεια καταλήγει επομένως ότι η υπό αναφορά συμμετοχή του Γενικού Εισαγγελέα στην προφορική εξέταση ήταν καθόλα νόμιμη.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Κολιός ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 420,
Ιακωβίδης ν. ΕΔΥ (1997) 3 Α.Α.Δ. 28,
Βασιλειάδης κ.ά. ν. Τσιάππα κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 403,
Δημοκρατία ν. Ιακώβου κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 35.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 308/2004), ημερ. 4/7/2006.
Π. Κληρίδης, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με Α. Βασιλειάδη, για την Εφεσείουσα στην A.E. 83/06, για την Eφεσίβλητη στην A.E. 97/06 και για την Kαθ’ ης η αίτηση στις [*789]A.E. 86/06, 87/06, 88/06, 89/06, 90/06 & 97/06.
Α. Χριστοφόρου, Eφεσείων στην A.E. 97/06 και Eφεσίβλητος σ’ όλες τις άλλες A.E. εμφανίζεται προσωπικά.
Μ. Κλεόπας, για την Εφεσείουσα στην A.E. 86/2006.
Ε. Σιέλις-Νικολαΐδου, Εφεσείουσα στην A.E. 87/2006, εμφανίζεται προσωπικά.
Μ. Ευαγγέλου, Εφεσείων στην A.E. 88/2006, εμφανίζεται προσωπικά.
Λουΐζα Χριστοδουλίδου-Ζαννέττου, Εφεσείουσα στην A.E. 89/2006, εμφανίζεται προσωπικά.
Εύα Ρωσσίδου-Παπακυριακού, Eφεσείουσα στην A.E. 90/2006, εμφανίζεται προσωπικά.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ..
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Σε διαδικασία για την πλήρωση πέντε θέσεων Ανώτερου Δικηγόρου της Δημοκρατίας η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, με απόφαση ημερομηνίας 19 Δεκεμβρίου 2003, επέλεξε ως καταλληλότερους τους εφεσείοντες Έλενα Κακομανώλη-Κλεόπα, Ελεονώρα Σιέλις-Νικολαΐδου, Μιχάλη Ευαγγέλου, Λουΐζα Χριστοδολίδου-Ζαννέττου και Εύα Ρωσσίδου-Παπακυριακού – ενδιαφερόμενα πρόσωπα στην προσφυγή – από σύνολο δώδεκα προσοντούχων υποψηφίων, στους οποίους συγκαταλεγόταν και ο εφεσείων Ανδρέας Χριστοφόρου. Ο κ. Χριστοφόρου προσέβαλε την απόφαση σε σχέση με την οποία έθεσε για εξέταση πολλά νομικά σημεία. Ο συνάδελφος που επιλήφθηκε πρωτόδικα της υπόθεσης απέρριψε μερικά από αυτά αλλά, προχωρώντας, δέχθηκε ότι υπήρξε πλημμέλεια ως εκ της συμμετοχής του Γενικού Εισαγγελέα κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ. Γι’ αυτό ακύρωσε την απόφαση. Έθεσε το εξής ερώτημα και κατέληξε, για τους λόγους που έδωσε, σε αρνητική απάντηση:
«Το ερώτημα λοιπόν είναι κατά πόσο, ελλείψει ρητής πρόνοιας στο νόμο που να επιτρέπει τη συμμετοχή άλλου προσώπου, και δη στην προκειμένη περίπτωση του Γενικού Εισαγγελέα ως προϊ[*790]σταμένου της υπηρεσίας του, κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ, υπάρχει τέτοια δυνατότητα, έχοντας πάντοτε υπ’ όψη και την αρχή η οποία συνοψίζεται στο άρθρο 21(1) του Ν. 158(Ι)/99, ότι η παρουσία μη εξουσιοδοτημένου από το Νόμο προσώπου, έστω και αν δεν έλαβε μέρος στη ψηφοφορία (πλην του πρακτικογράφου), πλήττει τη νομιμότητα της λειτουργίας του διοικητικού οργάνου.
……………………………………………………………………
Καταλήγω λοιπόν ότι δεν είχε νομικό έρεισμα η παρουσία και συμμετοχή του Γενικού Εισαγγελέα στη συνεδρία της ΕΔΥ και δη στην προφορική εξέταση, με αποτέλεσμα να αναιρείται η νομιμότητα της διαδικασίας.»
Ο Γενικός Εισαγγελέας και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα αμφισβητούν με τις εφέσεις τους αυτή την κατάληξη ενώ ο κ. Χριστοφόρου, ο οποίος πέτυχε την ακύρωση, αμφισβητεί με την έφεση του την απόρριψη των προηγηθέντων σημείων.
Επρόκειτο για διαδικασία πρώτου διορισμού και προαγωγής η οποία ρυθμιζόταν από το άρθρο 34 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90 όπως τροποποιήθηκε). Η προφορική εξέταση από την ΕΔΥ ήταν κατά εκείνο το χρόνο δυνητική, όπως το ίδιο δυνητική ήταν και για διαδικασία προαγωγής με βάση το άρθρο 35 ενώ για διαδικασία πρώτου διορισμού με βάση το άρθρο 33 ήταν υποχρεωτική. Ας σημειωθεί ότι αργότερα, με τον τροποποιητικό Ν. 105(Ι)/05 κατέστη υποχρεωτική σε όλες τις περιπτώσεις.
Η ΕΔΥ αποφάσισε να διεξαγάγει προφορική εξέταση και, ακολουθώντας πάγια πρακτική η οποία συναντάται σε πολλές δικαστικές υποθέσεις, κάλεσε το Γενικό Εισαγγελέα, ως Προϊστάμενο της Νομικής Υπηρεσίας, να παραστεί και να λάβει μέρος. Ο Γενικός Εισαγγελέας υπέβαλε και αυτός στους υποψηφίους ερωτήσεις «μεταξύ άλλων, πάνω σε θέματα που άπτονται των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης καθώς και των απαιτήσεων του Σχεδίου Υπηρεσίας, με σκοπό τη διαπίστωση των γνώσεων, της κρίσης, της προσωπικότητας, της πρωτοβουλίας, της ικανότητας επικοινωνίας των υποψηφίων, περιλαμβανομένης της έκφρασης, ολοκλήρωσης σκέψης, σαφήνειας, πειστικότητας, και γενικά της ικανότητας τους να ανταποκριθούν στα καθήκοντα και τις απαιτήσεις της θέσης» και στο τέλος εξέφρασε άποψη για την απόδοση τους. Ακολούθως προέβη σε σύσταση, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (9) του άρθρου 34, και αποχώρησε από τη συνεδρία. Η ΕΔΥ συνέχισε το έργο της, κατέληξε στη δική της γενική εντύπωση αναφορικά με την απόδοση των υποψη[*791]φίων και την κατέγραψε μαζί με αιτιολογία.
Η συμμετοχή προϊσταμένου σε διαδικασία πρώτου διορισμού και προαγωγής ελέγχθηκε δικαστικά σε υποθέσεις όπου είχε τεθεί ζήτημα αναφορικά με την έλλειψη αιτιολογίας της άποψής του για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Στην Κολιός ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 420, η Ολομέλεια υπέδειξε, με αναφορά στην Ιακωβίδης ν. ΕΔΥ (1997) 3 Α.Α.Δ. 28, ότι η αξιολόγηση στην οποία προβαίνει ο προϊστάμενος, δεν αποτελεί ξεχωριστό στοιχείο κρίσης αλλά μόνο βοήθημα για να μπορεί η ΕΔΥ καλύτερα να σχηματίσει δική της άποψη. Πρόσφατα η νομολογία προχώρησε και πιο πέρα. Στη Βασιλειάδης κ.ά. ν. Τσιάππα κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 403, η νομιμότητα τέτοιας αξιολόγησης από προϊστάμενο συζητήθηκε και με αναφορά στο κατά πόσο, σε διαδικασία με βάση το άρθρο 34, επιτρεπόταν η συμμετοχή προϊσταμένου όταν μάλιστα επρόκειτο περί του Γενικού Εισαγγελέα, παρόλον που αυτό δεν είχε τεθεί ευθέως με το σχετικό λόγο έφεσης. Η Ολομέλεια θεώρησε, πάντως, νόμιμη τη συμμετοχή την οποία ενέταξε στο πλαίσιο της δυνατότητας την οποία παρείχε το άρθρο 17. Παραθέτουμε το σχετικό μέρος:
«Δεν έχει υποδειχθεί οποιαδήποτε νομοθετική διάταξη η οποία να παραβιάστηκε. Αντίθετα, από τη νομολογία φαίνεται ότι η συμμετοχή του προϊστάμενου (εδώ του Γενικού Εισαγγελέα) στη διαδικασία των συνεντεύξεων και ειδικά για την απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις είναι παράγων που βοηθά την Ε.Δ.Υ. στα πλαίσια του άρθρου 17 του Νόμου στη διαμόρφωση άποψης χωρίς να αποτελεί κριτήριο επιλογής.»
Σημειώνουμε πως και ενωρίτερα, στη Δημοκρατία ν. Ιακώβου κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 35, όπου προϊστάμενος δεν ήταν ο Γενικός Εισαγγελέας, η Ολομέλεια συνάρτησε τη συμμετοχή προϊσταμένου στην προφορική εξέταση με το άρθρο 17, σύμφωνα με το οποίο:
«Η Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει μέσω της αρμόδιας αρχής από οποιοδήποτε δημόσιο υπάλληλο να προσέλθει να δώσει μαρτυρία ενώπιόν της ή να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή να βοηθήσει την Επιτροπή πάνω σε οποιοδήποτε ζήτημα το οποίο η Επιτροπή έχει να εξετάσει κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της και μπορεί να απαιτήσει την προσαγωγή οποιωνδήποτε επίσημων εγγράφων που αφορούν κάθε τέτοιο ζήτημα.»
Τελικά το άρθρο 17 με το οποίο, κατά τα οριζόμενα, επιβάλλεται στη Δημόσια Υπηρεσία η υποχρέωση να συνδράμει την ΕΔΥ στο έργο της, εφόσον η ΕΔΥ το ζητήσει, δεν χρειάζεται να το συ[*792]ζητήσουμε. Είναι προφανές ότι ο Γενικός Εισαγγελέας βρίσκεται έξω από την εμβέλεια της διάταξης αυτής η οποία επομένως δεν μπορούσε εν προκειμένω να είχε εφαρμογή.
Πρωτόδικα ο συνάδελφος εξέτασε τη συμμετοχή του Γενικού Εισαγγελέα και ανεξάρτητα από το άρθρο 17. Την εξέτασε μάλιστα κυρίως με συγκριτική αναφορά στα άρθρα 33, 34 και 35. Επεσήμανε την ειδική πρόνοια για πρώτο διορισμό, στο εδάφιο (10) του άρθρου 33, σύμφωνα με την οποία η ΕΔΥ, κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, «μπορεί να βοηθείται από λειτουργό ή λειτουργούς που λόγω των ειδικών τους γνώσεων είναι σε θέση να βοηθήσουν». Εξέφρασε την άποψη ότι αυτή η πρόνοια παρέχει και στο Γενικό Εισαγγελέα τη δυνατότητα συμμετοχής αλλά, εφόσον δεν περιλαμβανόταν στα άλλα δύο άρθρα, απέκλειε τη συμμετοχή του σε διαδικασία είτε πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπως εδώ, είτε μόνο προαγωγής.
Κατά τη γνώμη μας, η προαναφερθείσα διαφορά μεταξύ του άρθρου 33 και του άρθρου 34 δεν είχε τη σημασία που της αποδόθηκε. Η παρουσία και συμμετοχή προϊσταμένου στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ δεν έχει σε καμιά περίπτωση ως έρεισμα τη δυνατότητα της ΕΔΥ να βοηθείται από «λειτουργό ή λειτουργούς» με ειδικές γνώσεις. Θεωρούμε πως η δυνατότητα συμμετοχής του προϊσταμένου υπερβαίνει τις ανάγκες αυτού του επιπέδου και βρίσκεται έξω από οποιαδήποτε συγκεκριμένη πρόνοια του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου, τίποτε στον οποίο δεν την καθιστά ασυμβίβαστη με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και ούτε τη φέρει σε σύγκρουση με τον περί των Γενικών Αρχών Διοικητικού Δικαίου Νόμο του 1999 (Ν. 158(I)/1999), εφόσον πάντοτε ο προϊστάμενος αποχωρεί πριν από τη συζήτηση και τη λήψη απόφασης. Υπό αυτό το πρίσμα δεν έχει σημασία αν ο προϊστάμενος είναι δημόσιος υπάλληλος ή ανεξάρτητος αξιωματούχος, όπως είναι ο Γενικός Εισαγγελέας. Θεωρούμε δε πως ενδείκνυται τέτοια συμμετοχή για να είναι το αποτέλεσμα όσο το δυνατόν πιο ικανοποιητικό. Καταλήγουμε επομένως ότι η υπό αναφορά συμμετοχή του Γενικού Εισαγγελέα στην προφορική εξέταση ήταν καθόλα νόμιμη.
Οι αντίστοιχες λοιπόν εφέσεις, του Γενικού Εισαγγελέα και των ενδιαφερομένων προσώπων, επιτυγχάνουν με έξοδα. Σε ό,τι αφορά το κριθέν ζήτημα, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Οριστική κρίση αναφορικά με την προσβληθείσα διοικητική απόφαση θα υπάρξει αφού εξεταστεί και η έφεση του κ. Χριστοφόρου.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο