Aναστασιάδης Xαράλαμπος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 139

(2007) 3 ΑΑΔ 139

[*139]3 Απριλίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣ,

Εφεσείων,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3736)

 

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Θέση Επιθεωρητή Α΄ Μέσης Εκπαίδευσης ― Έλλειψη έρευνας και αιτιολογίας από την Ε.Ε.Υ., αναφορικά με την απόφασή της ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο πληρούσε το προσόν της μεταπτυχιακής εκπαίδευσης διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Συνεντεύξεις ― Αιτιολογία ― Ισχυρισμός για έλλειψη αιτιολόγησης των εντυπώσεων από τις συνεντεύξεις απορρίφθηκε υπό τις περιστάσεις.

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Η στάθμιση των δεδομένων που συνθέτουν την αξία και η σύγκριση των υποψηφίων καθώς και η πρόσδοση μεγαλύτερης σημασίας σε διδακτορικό τίτλο παρά σε 2 χρόνια και 2 μήνες αρχαιότητα του εφεσείοντος, εύλογη υπό τις περιστάσεις.

Ο εφεσείων επεδίωξε τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση την ακύρωση της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών αντί του ιδίου στη θέση Επιθεωρητή Α΄ Μέσης Εκπαίδευσης στα Φιλολογικά.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτή την έφεση μερικώς και ακυρώνοντας την προαγωγή του ενός από τα ενδιαφερόμενα μέρη, αποφάσισε ότι:

1.  Είναι φανερό ότι η ΕΕΥ, κατόπιν της απόφασης της να μην αναμένει την κρίση του ΚΥΣΑΤΣ, δεν προέβη η ίδια σε οποια[*140]δήποτε έρευνα ή εξέταση αναφορικά με το  κατά πόσο το μεταπτυχιακό του κ. Κουάλη ανταποκρινόταν στην απαίτηση της παραγράφου 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ιδιαίτερα μάλιστα υπό το φως και της κατ’ αρχήν άποψης την οποία το ΚΥΣΑΤΣ είχε εκφράσει με την προαναφερθείσα επιστολή του, ημερ. 28 Φεβρουαρίου 2002. Ο συνήγορος του κ. Κουάλη αναφέρθηκε σε βεβαίωση που υπήρχε στον προσωπικό φάκελο, σε σχέση με το σύνολο των ωρών διδασκαλίας που διάρκεσε η μετεκπαίδευση του κ. Κουάλη, και εισηγήθηκε ότι αυτή ισοδυναμούσε με συνολικό χρονικό διάστημα ενός ακαδημαϊκού έτους. Επικαλέστηκε συναφώς την απόφαση στη Μαρία Γεωργιάδη ν. Δημοκρατίας, Yπόθ. Αρ. 1147/04, ημερ. 31/1/2007 (Κρονίδη, Δ.), η οποία παραπέμπει, σε σχέση με το ίδιο ζήτημα, στην απόφαση της Ολομέλειας στη Νεοφύτου κ.ά. ν. Γεωργιάδη κ.ά. (2004) 3 Α.Α.Δ. 1. Κρίθηκε εκεί ότι η ΕΔΥ εσφαλμένα δεν πρόσθεσε τις διάφορες περιόδους μετεκπαίδευσης οι οποίες απέδιδαν στο σύνολο τους ένα ακαδημαϊκό έτος. Παρατηρείται όμως ότι η εν λόγω κρίση στηριζόταν στο λεκτικό της συγκεκριμένης πρόνοιας του σχεδίου υπηρεσίας, η οποία ρητά προέβλεπε για «συνολική» εκπαίδευση ενός τουλάχιστο ακαδημαϊκού έτους. Ενώ στην προκείμενη περίπτωση η υπό συζήτηση παράγραφος 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν προβλέπει τέτοια δυνατότητα. Και, τελικά, δεν υπάρχει επί του ζητήματος αιτιολογημένη κρίση από το διοικητικό όργανο στο οποίο πρωτογενώς ανήκει η κρίση.

2.  Αναφορικά με το παράπονο του εφεσείοντα ότι η ΕΕΥ δεν αιτιολόγησε τις εντυπώσεις της για την απόδοση των υποψηφίων    στις προσωπικές συνεντεύξεις αυτό, θεωρείται αδικαιολόγητο.  Δόθηκε πλήρης αιτιολογία.

3.  Σε ό,τι αφορά την αξία, η ΕΕΥ χρησιμοποίησε ως βασικό κριτήριο τη βαθμολογημένη αξία αφού, κατά την άποψη της η οποία θεωρείται εύλογη, οι αντίστοιχοι προσωπικοί φάκελοι, στο περιεχόμενο των οποίων αναφέρθηκε με κάποια λεπτομέρεια (σπουδές, επαγγελματική ανέλιξη, επιμόρφωση και δράση), δεν δικαιολογούσαν διαφοροποίηση. Σε βαθμολογημένη αξία οι εν λόγω υποψήφιοι παρουσίαζαν περίπου την ίδια εξαίρετη εικόνα, με λιγότερο από μισή μονάδα διαφορά υπέρ του αιτητή, 37.40 αυτός και 37.00 ο κ. Διονυσίου. Όμως ο κ. Διονυσίου είχε αποδώσει πολύ καλύτερα στην προσωπική συνέντευξη το αποτέλεσμα της οποίας, ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης, επαύξανε τη δική του αξία.  Η ΕΕΥ έκρινε, δικαιολογημένα, ότι ο κ. Διονυσίου υπερτερούσε ως εκ τούτου σε αξία, σημείωσε ότι ο κ. Διονυσίου κατείχε και διδακτορικό ως επιπρόσθετο προσόν και [*141]κατέληξε ότι αυτά τον καθιστούσαν επικρατέστερο, παρότι ο αιτητής  ήταν αρχαιότερος κατά 2 χρόνια και 2 μήνες. Δεν διακρίνεται οποιοδήποτε σφάλμα σε αυτή τη στάθμιση.

     Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς. Σε σχέση με τον Αντώνιο Κουάλη η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η διοικητική απόφαση ακυρώνεται. Έξοδα πρωτόδικα και έφεσης υπέρ του εφεσείοντος. Σε σχέση με τον Γεώργιο Διονυσίου η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.

Διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Γεωργιάδη v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1147/04, ημερ. 31.1.2007,

Νεοφύτου κ.ά. v. Γεωργιάδη κ.ά. (2004) 3 Α.Α.Δ. 1.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 650/2002), ημερ. 11/11/2003.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.

Α. Κωνσταντίνου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάου.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων ήταν προσοντούχος υποψήφιος σε διαδικασία για την πλήρωση τριών θέσεων Επιθεωρητή Α΄ (Μέση Εκπαίδευση) για τα Φιλολογικά. Με απόφαση, ημερ. 22 Μαρτίου, 2002, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας επέλεξε για προαγωγή τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, Μαρία Οικονομίδου-Σταυροπούλου, Γεώργιο Διονυσίου και Αντώνιο Κουάλη.  Ο εφεσείων προσέβαλε την απόφαση με την Προσφυγή αρ. 650/02, η οποία απορρίφθηκε στις 11 Μαρτίου, 2003.

[*142]Με την παρούσα έφεση προβάλλεται (α) ότι εσφαλμένα η ΕΕΥ θεώρησε πως ο κ. Κουάλης κατείχε την απαιτούμενη, σύμφωνα με την παράγραφο 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, «μεταπτυχιακή εκπαίδευση στα παιδαγωγικά ή σε θέμα συναφές με τα καθήκοντα της θέσης, διάρκειας ενός τουλάχιστο ακαδημαϊκού έτους»· (β) ότι η ΕΕΥ δεν αιτιολόγησε την εντύπωση την οποία απεκόμισε από τις προσωπικές συνεντεύξεις· και (γ) ότι εσφαλμένα η ΕΕΥ θεώρησε ότι ο κ. Κουάλης και ο κ. Διονυσίου ήταν «επικρατέστεροι» για τη θέση.

Σε σχέση με το προσόν της παραγράφου 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, η Συμβουλευτική Επιτροπή στην έκθεσή της, ημερ. 19 Φεβρουαρίου, 2002, ανέφερε ότι και οι επτά υποψήφιοι τους οποίους θεώρησε προσοντούχους, κατείχαν το εν λόγω προσόν αλλά δεν παρέσχε λόγους για κανένα.

Η ΕΕΥ εξέφρασε ανησυχία σε σχέση με τα μεταπτυχιακά προσόντα ορισμένων υποψηφίων και αποφάσισε να στηριχθεί στην κρίση του ΚΥΣΑΤΣ αναφορικά με την εγκυρότητά τους.  Το ακόλουθο απόσπασμα είναι από τα πρακτικά της συνεδρίας, ημερ. 25 Φεβρουαρίου, 2002:

«8. Επειδή πρόσφατα υπήρξαν συζητήσεις ως προς την ισοτιμία μεταπτυχιακών προσόντων που αποκτώνται με ειδικές διευθετήσεις (π.χ. μελέτη εξ αποστάσεως, περιοδική καλοκαιρινή φοίτηση), η Επιτροπή αποφασίζει να διεξαγάγει ενδελεχή έρευνα για να διαπιστώσει ότι τα μεταπτυχιακά προσόντα των υποψηφίων είναι έγκυρα. Για το σκοπό αυτό αποφασίζει:

8.1 ……………………………………………………………….

8.2 Να αναμένει την απόφαση ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για τους Αντώνη Κουάλη και Σωτήριο Γιαννούκο, οι οποίοι κλήθηκαν ήδη ως υποψήφιοι για τη θέση Βοηθού Διευθυντή Α, για την οποία προηγήθηκε ήδη προκαταρκτική εξέταση της νομιμότητας της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, να εξασφαλίσουν ισοτιμία του μεταπτυχιακού τους προσόντος.

8.3 .......……………………………………………………….»

Η ΕΕΥ ασχολήθηκε εκ νέου με το θέμα σε συνεδρία, ημερ. 11 Μαρτίου, 2002. Αναφέρθηκε εν πρώτοις σε επιστολή του ΚΥΣΑΤΣ, ημερ. 28 Φεβρουαρίου, 2002, σύμφωνα με την οποία:

[*143]«…. το μεταπτυχιακό προσόν επιπέδου masters που αποκτήθηκε από τα πανεπιστήμια Luton και Bath με περιοδική φοίτηση κατά τους θερινούς μήνες (International Summer School) συνολικής διάρκειας 5-6 εβδομάδων δεν αναγνωρίζεται καταρχήν ως ισότιμο και τη σύσταση ότι ο κάτοχος τέτοιου προσόντος πρέπει να απευθύνεται στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για εξασφάλιση πιστοποιητικού ισοτιμίας».

Έπειτα η ΕΕΥ σημείωσε ότι οι θέσεις προκηρύχθηκαν πριν από τις υπό αναφορά αμφισβητήσεις προσόντων, ότι στο παρελθόν παραχωρούντο μονάδες χωρίς πιστοποιητικό ισοτιμίας από το ΚΥΣΑΤΣ, ότι για τα πιστοποιητικά το ΚΥΣΑΤΣ θα χρειαζόταν διάστημα 2-3 μηνών να απαντήσει και ότι για τη λειτουργία των σχολείων κατά το 2002-2003 καθίστατο αναγκαία η χωρίς καθυστέρηση πλήρωση των θέσεων.

Η ΕΕΥ αποφάσισε λοιπόν, υπό την πίεση του χρόνου και επικαλούμενη την αρχή της ίσης μεταχείρισης, να διαφοροποιήσει την αρχική της απόφαση και να μην απαιτήσει, ούτε αυτή τη φορά, πιστοποιητικό του ΚΥΣΑΤΣ για κανένα από τους υποψηφίους. Επανέλαβε την εν λόγω απόφαση της και σε συνεδρία ημερ. 14 Μαρτίου, 2002. Επομένως η ΕΕΥ κατέγραψε την άποψη ότι οι υποψήφιοι πληρούσαν την πρόνοια της παραγράφου 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, με βάση το αντίστοιχο μεταπτυχιακό τους το οποίο, στην περίπτωση του κ. Κουάλη, ήταν το «MA in Education Management» του Πανεπιστημίου Luton του Ηνωμένου Βασιλείου (1999). Το σχετικό μέρος των πρακτικών συνίσταται στα εξής:

«4.2 Πληρούν την πρόνοια 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, με βάση το πιο κάτω σκεπτικό (βλέπε και Παράρτημα “Β”), στο οποίο φαίνεται αναλυτικά η μεταπτυχιακή εκπαίδευση των υποψηφίων).

        …………………...............................….........…………………

        Kουάλης Αντώνιος:  M.A. in Education Management του Πανεπιστημίου Luton του Ηνωμένου Βασιλείου 1999.»

Είναι φανερό ότι η ΕΕΥ, κατόπιν της απόφασης της να μην αναμένει την κρίση του ΚΥΣΑΤΣ, δεν προέβη η ίδια σε οποιαδήποτε έρευνα ή εξέταση αναφορικά με το κατά πόσο το μεταπτυχιακό του κ. Κουάλη ανταποκρινόταν στην απαίτηση της παραγράφου 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ιδιαίτερα μάλιστα υπό το φως και της κατ’ αρχήν άποψης την οποία το ΚΥΣΑΤΣ είχε εκφράσει με την προαναφερθείσα επιστολή του, ημερ. 28 Φεβρουα[*144]ρίου, 2002. Ο συνήγορος του κ. Κουάλη αναφέρθηκε σε βεβαίωση που υπήρχε στον προσωπικό φάκελο, σε σχέση με το σύνολο των ωρών διδασκαλίας που διάρκεσε η μετεκπαίδευση του κ. Κουάλη, και εισηγήθηκε ότι αυτή ισοδυναμούσε με συνολικό χρονικό διάστημα ενός ακαδημαϊκού έτους. Επικαλέστηκε συναφώς την απόφαση στη Μαρία Γεωργιάδη v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1147/04, ημερ. 31 Ιανουαρίου, 2007 (Κρονίδη, Δ.) η οποία παραπέμπει, σε σχέση με το ίδιο ζήτημα, στην απόφαση της Ολομέλειας στη Νεοφύτου κ.ά. v. Γεωργιάδη κ.ά. (2004) 3 Α.Α.Δ. 1. Κρίθηκε εκεί ότι η ΕΔΥ εσφαλμένα δεν πρόσθεσε τις διάφορες περιόδους μετεκπαίδευσης οι οποίες απέδιδαν στο σύνολό τους ένα ακαδημαϊκό έτος. Παρατηρούμε όμως ότι η εν λόγω κρίση στηριζόταν στο λεκτικό της συγκεκριμένης πρόνοιας του σχεδίου υπηρεσίας, η οποία ρητά προέβλεπε για «συνολική» εκπαίδευση ενός τουλάχιστο ακαδημαϊκού έτους. Ενώ στην προκείμενη περίπτωση η υπό συζήτηση παράγραφος 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν προβλέπει τέτοια δυνατότητα. Και, τελικά, δεν έχουμε επί του ζητήματος αιτιολογημένη κρίση από το διοικητικό όργανο στο οποίο πρωτογενώς ανήκει η κρίση.

Προχωρούμε με το παράπονο του εφεσείοντα ότι η ΕΕΥ δεν αιτιολόγησε τις εντυπώσεις της για την απόδοση των υποψηφίων στις προσωπικές συνεντεύξεις. Θεωρούμε αδικαιολόγητο το παράπονο. Δόθηκε, κατά την άποψή μας, πλήρη αιτιολογία.   Την παραθέτουμε:

«Αναστασιάδης Χαράλαμπος (Π.Μ.Π. 5676)

Έχει καλή παιδαγωγική και μεθοδολογική ενημέρωση γύρω από το θέμα της διδασκαλίας φιλολογικών μαθημάτων για το οποίο επισήμανε μερικές αρχές που πρέπει να ακολουθηθούν.  Έχει επίσης καλή κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης όσον αφορά το θέμα των εχέγγυων αποτελεσματικότητας και των αρχών που θα ακολουθήσει σε περίπτωση αλλαγής των αναλυτικών προγραμμάτων της Ιστορίας. Προσεγγίζει το πρόβλημα της αξιοποίησης των νέων Βοηθών Διευθυντών Α΄ από τη θέση του Επιθεωρητή κατά τρόπο καλό, αναφέροντας μερικούς τομείς  τους οποίους θα αξιοποιήσει, παραλείποντας ωστόσο δυσκολίες που θα συναντήσει. Έχει σχεδόν καλό βαθμό επικοινωνίας αν και παρατηρήθηκαν ορισμένες αδυναμίες στο συσχετισμό ερωτήσεων-απαντήσεων και η τεκμηρίωση των απόψεων κινήθηκε σε εμπειρικά επίπεδα. Σε ορισμένες περιπτώσεις κάποια αμηχανία στην παρουσία του ήταν εμφανής, ενώ συγχρόνως δε φάνηκε να έχει αποκρυσταλλωμένες θέσεις. [*145]Χειρίζεται τη γλώσσα πολύ καλά αλλά με κάποιες δυσκολίες στην απρόσκοπτη ροή της έκφρασης.

Γενικός χαρακτηρισμός: Καλά.

……………………………………………………………………

Διονυσίου Γεώργιος (Π.Μ.Π. 6320)

Έχει πάρα πολύ καλή παιδαγωγική και μεθοδολογική ενημέρωση η οποία καλύπτει ένα ευρύ φάσμα παιδαγωγικών θεωριών που αφορούν άμεσα τη σχολική εμπειρία και τη διδακτική πράξη. Είναι επίσης πάρα πολύ καλά ενημερωμένος γύρω από το θέμα των φιλολογικών μαθημάτων στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση για το οποίο επισήμανε τη σημασία και επεξήγησε μερικές νέες τάσεις στη μεθοδολογία. Γνωρίζει και κατανοεί επίσης κατά τρόπο σαφή το ρόλο και τις ευθύνες της θέσης του Επιθεωρητή Α΄ κυρίως όσον αφορά το θέμα των εμφάσεων και των προτεραιοτήτων που θα έχει, ως επίσης και το θέμα της αναθεώρησης των αναλυτικών προγραμμάτων της Ιστορίας ενόψει της ένταξης στην Ευρώπη. Προσεγγίζει το πρόβλημα της αξιοποίησης του καινούργιου θεσμού του Βοηθού Διευθυντή Α με κριτική ικανότητα, ενώ παράλληλα εμβαθύνει στις περισσότερες πτυχές του προβλήματος. Κατανοεί τις ερωτήσεις και οι απαντήσεις που έδωσε συντήρησαν ένα πάρα πολύ καλό κλίμα επικοινωνίας λόγω και των περιορισμένων τάσεων πλατειασμού, ενώ η τεκμηρίωση των απόψεων κινήθηκε τόσο σε θεωρητικό, όσο και εμπειρικό επίπεδο. Είναι άνθρωπος με ωριμότητα, σοβαρότητα και διαλλακτικός στις απόψεις, όταν αυτό επιβαλλόταν από το κλίμα της συζήτησης. Χειρίστηκε τη γλώσσα με πάρα πολύ καλή επάρκεια και άνετη έκφραση.

Γενικός χαρακτηρισμός: Πάρα πολύ καλά.»

Απομένει το ζήτημα της τελικής στάθμισης και σύγκρισης   του αιτητή με τον κ. Κουάλη. Σε ό,τι αφορά την αξία, η ΕΕΥ χρησιμοποίησε ως βασικό κριτήριο τη βαθμολογημένη αξία αφού, κατά την άποψη της την οποία θεωρούμε εύλογη, οι αντίστοιχοι προσωπικοί φάκελοι, στο περιεχόμενο των οποίων αναφέρθηκε με κάποια λεπτομέρεια (σπουδές, επαγγελματική ανέλιξη, επιμόρφωση και δράση), δεν δικαιολογούσαν διαφοροποίηση. Σε βαθμολογημένη αξία οι εν λόγω υποψήφιοι παρουσίαζαν περίπου την ίδια εξαίρετη εικόνα, με λιγότερο από μισή μονάδα διαφορά υπέρ του αιτητή, 37.40 αυτός και 37.00 ο κ. Διονυσίου. Όμως ο κ. Διονυσίου είχε αποδόσει πολύ καλύτερα στην προσωπική συνέντευξη το αποτέλεσμα της οποίας, ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης, επαύξανε τη δική του αξία. Η ΕΕΥ έκρινε, δικαιολογημένα κατά τη γνώμη μας, [*146]ότι ο κ. Διονυσίου υπερτερούσε ως εκ τούτου σε αξία, σημείωσε ότι ο κ. Διονυσίου κατείχε και διδακτορικό ως επιπρόσθετο προσόν και κατέληξε ότι αυτά τον καθιστούσαν επικρατέστερο, παρότι ο αιτητής ήταν αρχαιότερος κατά 2 χρόνια και 2 μήνες. Δεν διακρίνουμε οποιοδήποτε σφάλμα σε αυτή τη στάθμιση.

Η έφεση επιτυγχάνει μερικώς. Σε σχέση με τον Αντώνιο Κουάλη η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η διοικητική απόφαση ακυρώνεται. Έξοδα πρωτόδικα και έφεσης υπέρ του εφεσείοντος. Σε σχέση με τον Γεώργιο Διονυσίου η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντος.

Διαταγή ως ανωτέρω.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο