Πιερίδη Oλυμπία ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2007) 3 ΑΑΔ 163

(2007) 3 ΑΑΔ 163

[*163]4 Απριλίου, 2007

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ,

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

ΟΛΥΜΠΙΑ ΠΙΕΡΙΔΗ,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΔΙΑ

1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,

2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ

    ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (ΑΡ. 1),

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3762)

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Έναρξη της προθεσμίας προσβολής της με προσφυγή η πλήρης γνώση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης ― Υπό τις περιστάσεις, που περιγράφονται στην απόφαση, ούτε η δημοσίευση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, ούτε η μεταγενέστερη αλληλογραφία παρείχαν την πλήρη γνώση ― Μόνο με την προσφορά της αποζημίωσης δόθηκε η γνώση αυτή ― Η προσφυγή κρίθηκε εμπρόθεσμη.

Η εφεσείουσα προσέβαλε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία η προσφυγή της κρίθηκε εκπρόθεσμη.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

Ως χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας των 75 ημερών του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος θεωρήθηκε πρωτοδίκως η ημερομηνία δημοσίευσης του διατάγματος. Σημειώθηκε, όμως, ταυτόχρονα, πως δεν ήταν ορθός και ο ισχυρισμός της εφεσείουσας πως η απαλλοτρίωση περιήλθε στη γνώση της όταν της προσφέρθηκε αποζημίωση, στις 16.8.02.

Δέχονται και οι εφεσίβλητοι πως η ημερομηνία δημοσίευσης του διατάγματος δεν μπορούσε να σηματοδοτήσει αφ’ εαυτής την έναρξη της προθεσμίας. Δημοσίευση που δεν περιλαμβάνει αναφορά στο [*164]όνομα του ιδιοκτήτη του απαλλοτριουμένου δεν είναι καθαρή και πλήρης ώστε να θεωρείται επαρκής για τους σκοπούς του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος. Και, εν προκειμένω, δεν περιλαμβανόταν στη δημοσίευση αναφορά στο όνομα της εφεσείουσας.

Η εισήγηση των εφεσιβλήτων είναι πως, κατά προφανή απομάκρυνση και επ’ αυτού από την πρωτόδικη απόφαση, προέκυπτε πλήρης γνώση από τη δημοσίευση «σε συνάρτηση με το περιεχόμενο των επιστολών». Και πως, ούτως ή άλλως, τεκμαίρεται γνώση στη βάση νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929-1959) σελ. 253) σύμφωνα με την οποία «τεκμηριούται η πλήρης γνώσις … εκ της παρόδου μακρού χρόνου από της εκδόσεως της πράξεως, ιδία δε αν υφίσταται προφανές ενδιαφέρον δια την τύχην της υποθέσεως».

Αφού η δημοσίευση ήταν ανεπαρκής, ακριβώς επειδή δεν παρείχε επαρκή δυνατότητα συσχετισμού της προς ακίνητο της εφεσείουσας, δεν μπορεί να μεταβληθεί, κατά παραγνώριση αυτής της πραγματικότητας, σε στοιχείο σχετικό που να είναι δυνατό να προσθέσει οτιδήποτε στην εικόνα. Κάτω δε από τις περιστάσεις, ούτε ο χρόνος που παρήλθε ούτε η αλληλογραφία οδηγούσαν σε συμπέρασμα γνώσης.

Το πρώτο σχετικό στοιχείο είναι η επιστολή των δικηγόρων της εφεσείουσας ημερομηνίας 8.10.99 και δεν προκύπτει από αυτή γνώση της απαλλοτρίωσης. Πρόκειται για επιστολή διαμαρτυρίας για αυθαίρετη και παράνομη τοποθέτηση αγωγού.

Το δεύτερο στοιχείο είναι η, μετά από 1½ σχεδόν μήνα, απάντηση εκ μέρους του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, ημερομηνίας 22.11.99, που ούτε νύξη περιλαμβάνει για απαλλοτρίωση.

Το τρίτο στοιχείο είναι επίσης επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων ημερομηνίας 29.12.99 και ούτε σ' αυτή γίνεται λόγος για απαλλοτρίωση.

Η Ολομέλεια δεν μπορεί να συμφωνήσει πως απλή αναφορά στην επιστολή της διοίκησης σε ιδιοκτήτες «που επηρεάστηκαν από την τοποθέτηση του αγωγού», μάλιστα ως συνέχεια διαμαρτυρίας για αυθαίρετη και παράνομη επέμβαση, υπονοεί απαλλοτρίωση. Σημειώνεται δε, πως έκτοτε, από τις 29.12.99 δηλαδή, όπως είναι παραδεκτό, δεν ακολούθησε οτιδήποτε άλλο, ούτε βεβαίως καταβολή αποζημιώσεων ώστε και η από εκεί και πέρα πάροδος χρόνου εύλογα να θεωρηθεί ότι διαμόρφωνε κατάσταση δυσμενή για την εφεσείουσα, ως προς το ζητούμενο. Στις 16.8.02 στάληκε στην εφεσείουσα προσφορά [*165]αποζημίωσης για απαλλοτρίωση, για πρώτη φορά αποκαλυπτόταν η νομιμοποιητική βάση της τοποθέτησης του αγωγού και, κάτω από τις περιστάσεις, πολύ περισσότερο αφού η όποια αμφιβολία αίρεται υπέρ του προσφεύγοντος, η προσφυγή ήταν εμπρόθεσμη.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Pissas ν. (EAC) (No. 1) (1966) 3 C.L.R. 634,

L’ Union Nat. Ltd κ.ά. v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού – Αμαθούντας (1998) 3 Α.Α.Δ. 513,

Ηρακλείδης, διαχειριστής της περιουσίας της απ. Σοφίας Γεωργιάδη κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (1999) 4 A.A.Δ. 1313.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 1009/2002), ημερ. 19/1/2004.

Π. Αναστασιάδης, για την Εφεσείουσα.

Ε. Συμεωνίδου, Νομικός Λειτουργός για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα, στις 23.10.02, άσκησε προσφυγή κατά το κύρους του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης με αριθμό 1721 που δημοσιεύθηκε στις 20.9.94. Η προσφυγή απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη και αυτό είναι το θέμα της έφεσης.

Ως χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας των 75 ημερών του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος θεωρήθηκε πρωτοδίκως η ημερομηνία δημοσίευσης του διατάγματος. Σημειώθηκε, όμως, ταυτόχρονα, πως δεν ήταν ορθός και ο ισχυρισμός της εφεσείουσας πως η απαλλοτρίωση περιήλθε στη γνώση της όταν της προσφέρθηκε αποζημίωση, στις 16.8.02. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση:

«Το Αρθρο 146.3 του Συντάγματος προβλέπει πως η προσφυγή [*166]ασκείται μέσα σε 75 ημέρες από την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης ή της πράξης και σε περίπτωση που αυτή δεν δημοσιεύεται από την ημερομηνία που η πράξη περιήλθε στη γνώση του προσφεύγοντος. Σύμφωνα με το Αρθρο 6(2) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου του 1962, Ν.15/62, τα διατάγματα απαλλοτρίωσης δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, όπως έγινε στην προκείμενη περίπτωση. Η προσφυγή επομένως είναι εκπρόθεσμη. Να σχολιάσω όμως και τον ισχυρισμό που προβάλλεται από το δικηγόρο της αιτήτριας πως η απαλλοτρίωση περιήλθε στη γνώση της όταν της προσφέρθηκε η αποζημίωση στις 16.8.02. Δεν είναι ορθή η θέση αυτή. Η πραγματικότητα καθίσταται έκδηλη από επιστολή που ο δικηγόρος της αιτήτριας έστειλε στην απαλλοτριούσα αρχή, και με την οποία ενίστατο στη διέλευση του αγωγού από το κτήμα της. Η επιστολή αυτή φέρει ημερομηνία 8.10.99, στην οποία και απάντησε το αρμόδιο τμήμα στις 22.11.99».

Δέχονται και οι εφεσίβλητοι πως η ημερομηνία δημοσίευσης του διατάγματος δεν μπορούσε να σηματοδοτήσει αφ’ εαυτής την έναρξη της προθεσμίας. Η εφεσείουσα επικαλέστηκε συναφώς την Pissas v. (EAC) (No. 1) (1966) 3 C.L.R. 634 (βλ. συναφώς και L’ Union Nat. Ltd κ.ά. v. Συμβουλίου Αποχ. Λ/σού – Αμαθούντας, (1998) 3 Α.Α.Δ. 513 και οι εφεσίβλητοι πρόσθεσαν και τη Γεώργιος Ηρακλείδης, διαχειριστής της περιουσίας της απ. Σοφίας Χρ. Γεωργιάδη κ.ά. v. Κυπριακής Δημοκρατίας κ.ά. (1999) 4 A.A.Δ. 1313. Κρίθηκε σε αυτές πως δημοσίευση που δεν περιλαμβάνει αναφορά στο όνομα του ιδιοκτήτη του απαλλοτριουμένου  δεν είναι καθαρή και πλήρης ώστε να θεωρείται επαρκής για τους σκοπούς του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος. Σημειώνουμε πως η τροποποίηση του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου του 1962 (Ν. 15/62) σε σχέση με επίδοση Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης σε κάθε ενδιαφερόμενο μέρος εισάχθηκε από το 1999 (βλ. Ν. 135(Ι)/99). Και, εν προκειμένω, δεν περιλαμβανόταν στη δημοσίευση αναφορά στο όνομα της εφεσείουσας.

Επίσης, όμως, δεν ήταν η θέση των εφεσιβλήτων πως και από την αλληλογραφία, στην οποία πρόσθεσαν και την επιστολή ημερομηνίας 29.12.99 προς την εφεσείουσα, προέκυπτε αυτοτελώς η απαραίτητη πλήρης γνώση. Η εισήγησή τους είναι πως, κατά προφανή απομάκρυνση και επ’ αυτού από την πρωτόδικη απόφαση, προέκυπτε πλήρης γνώση από τη δημοσίευση «σε συνάρτηση με το περιεχόμενο των επιστολών». Και πως, ούτως ή άλλως, τεκμαίρεται γνώση στη βάση νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου [*167]της Επικρατείας (1929-1959) σελ. 253) σύμφωνα με την οποία «τεκμηριούται η πλήρης γνώσις … εκ της παρόδου μακρού χρόνου από της εκδόσεως της πράξεως, ιδία δε αν υφίσταται προφανές ενδιαφέρον δια την τύχην της υποθέσεως».

Αφού η δημοσίευση ήταν ανεπαρκής, ακριβώς επειδή δεν παρείχε επαρκή δυνατότητα συσχετισμού της προς ακίνητο της εφεσείουσας, δεν μπορεί να μεταβληθεί, κατά παραγνώριση αυτής της πραγματικότητας, σε στοιχείο σχετικό που να είναι δυνατό να προσθέσει οτιδήποτε στην εικόνα. Κάτω δε από τις περιστάσεις, ούτε ο χρόνος που παρήλθε ούτε η αλληλογραφία οδηγούσαν σε συμπέρασμα γνώσης.

Το Διάταγμα δημοσιεύθηκε το 1994 αλλά δεν έχουμε στοιχεία αναφορικά με οτιδήποτε μεσολάβησε από τότε ως το 1999 που η εφεσείουσα απέστειλε την επιστολή διαμαρτυρίας της. Έχει γίνει λόγος για ήδη κατασκευή του έργου αλλά να έχουμε υπόψη πως επρόκειτο περί αγωγού μέσα και κάτω από ακίνητο και  δεν είναι γνωστό καν αν ως εκ της φύσης του πράγματος ή και της θέσης του ακινήτου αυτή η τοποθέτηση έγινε νωρίτερα αντιληπτή. Είχαμε δει πως εκδόθηκε και Διάταγμα Επίταξης και θελήσαμε να διερευνήσουμε μήπως, έστω από αυτό, προέκυπτε οτιδήποτε το σχετικό. Μας πληροφόρησαν όμως οι εφεσίβλητοι πως αυτό το Διάταγμα ουδέποτε επιδόθηκε στην εφεσείουσα και πως ουδέποτε εκείνη πληροφορήθηκε για την ύπαρξή του.

Το πρώτο σχετικό στοιχείο είναι η επιστολή των δικηγόρων της εφεσείουσας ημερομηνίας 8.10.99 και δεν προκύπτει από αυτή γνώση της απαλλοτρίωσης. Πρόκειται για επιστολή διαμαρτυρίας για αυθαίρετη και παράνομη τοποθέτηση αγωγού. Την παραθέτουμε:

«Ενεργούμε εκ μέρους της πελάτιδας μας κας Ολυμπίας Η. Πιερίδη και σας πληροφορούμε ότι αγωγός αυθαίρετα και/ή παράνομα τοποθετήθηκε στο κτήμα υπ’ αριθμό εγγραφής 10/285, τεμάχιο 227, Αρ. Φ/Σχ. LV/41, στο χωριό Μοναγρούλλι, στην τοποθεσία Βαθκιές και το οποίο ανήκει στην πελάτιδα μας.

Ο εν λόγω αγωγός φαίνεται στο χάρτη που είναι επισυνημμένος σε αυτή την επιστολή.

Σας καλούμε όπως εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την λήψη αυτής της επιστολής, ξεκαθαρίσετε τις προθέσεις σας προς εμάς γιατί αντίθετα ενδέχεται να ληφθούν δικαστικά μέτρα εναντίον σας».

[*168]Το δεύτερο στοιχείο είναι η, μετά από 1½ σχεδόν μήνα, απάντηση εκ μέρους του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, ημερομηνίας 22.11.99, που ούτε νύξη περιλαμβάνει για απαλλοτρίωση.

«Αναφορικά με την επιστολή σας ημερομηνίας 8 Οκτωβρίου 1999 που στείλατε στον Επαρχιακό Μηχανικό του Τμήματος στη Λεμεσό σχετικά με το τεμάχιο 227 του Φ.Σχ. LV41 του χωριού Μοναγρούλλι που ανήκει στη κα. Ολυμπία Η. Πιερίδη και σας πληροφορούμε ότι το περιεχόμενο της επιστολής εξετάζεται σε συνεργασία με το Τμήμα Κτηματολογίου & Χωρομετρίας».

Το τρίτο στοιχείο είναι επίσης επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων ημερομηνίας 29.12.99 και ούτε σ' αυτή γίνεται λόγος για απαλλοτρίωση. Την παραθέτουμε:

«Σε συνέχεια της επιστολής μας ημερομηνίας 22 Νοεμβρίου, 1999 και της τηλεφωνικής επικοινωνίας των κων. Κωνσταντίνου Αδαμίδη και Α. Αυγουστή σας πληροφορούμε ότι το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας το πρώτον εξάμηνο του 2000 θα αρχίσει την καταβολή των αποζημιώσεων στους ιδιοκτήτες των τεμαχίων που επηρεάσθηκαν από την τοποθέτηση του αγωγού επαναχρησιμοποίησης των επεξεργασμένων λυμάτων του Αποχετευτικού Συστήματος Λεμεσού-Αμαθούντας.

Είμαστε στη διάθεσή σας για τυχόν επιπρόσθετες διευκρινήσεις».

Ζητήσαμε πληροφόρηση αναφορικά με πιθανή καταγραφή του περιεχομένου της τηλεφωνικής επικοινωνίας στην οποία αναφέρεται η τελευταία επιστολή ή, έστω, για τη δυνατότητα γνώσης της και γι’ αυτό το λόγο εγκρίναμε αίτημα για αναβολή. Οι εφεσίβλητοι μας πληροφόρησαν πως δεν υπάρχει οτιδήποτε καταγραμμένο στο φάκελο αλλά και πως δεν υπάρχει και δυνατότητα για, κατά άλλο τρόπο, γνώση του περιεχομένου της. Ήταν, όμως, η εισήγησή τους πως η αναφορά σε αποζημιώσεις που θα άρχιζαν να καταβάλλονται, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι αναπόφευκτα παρέπεμπε σε απαλλοτρίωση.

Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως απλή αναφορά σε ιδιοκτήτες «που επηρεάστηκαν από την τοποθέτηση του αγωγού», μάλιστα ως συνέχεια διαμαρτυρίας για αυθαίρετη και παράνομη επέμβαση, υπονοεί απαλλοτρίωση. Σημειώνουμε δε πως έκτοτε, από τις 29.12.99 δηλαδή, όπως είναι παραδεκτό, δεν ακολούθησε οτιδήποτε άλλο, ούτε βεβαίως καταβολή αποζημιώσεων ώστε και [*169]η από εκεί και πέρα πάροδος χρόνου εύλογα να θεωρηθεί ότι διαμόρφωνε κατάσταση δυσμενή για την εφεσείουσα, ως προς το ζητούμενο. Στις 16.8.02 στάληκε στην εφεσείουσα προσφορά αποζημίωσης για απαλλοτρίωση, για πρώτη φορά αποκαλυπτόταν η νομιμοποιητική βάση της τοποθέτησης του αγωγού και, κάτω από τις περιστάσεις, πολύ περισσότερο αφού η όποια αμφιβολία αίρεται υπέρ του προσφεύγοντος, η προσφυγή ήταν εμπρόθεσμη.

Η έφεση επιτυγχάνει, με £700 έξοδα. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και, κατά τα καθιερωμένα, θα επιληφθούμε της ουσίας της προσφυγής.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο