Kωνσταντίνου Zένιος Σ. και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 384

(2007) 3 ΑΑΔ 384

[*384]5 Ιουλίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΖΕΝΙΟΣ Σ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,

2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 66/2005)

 

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ―  Λόγοι ακυρώσεως ―  Εάν δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν εξετάζονται ―  Αναφορά στις γραπτές αγορεύσεις δεν αρκεί.

Οι εφεσείοντες επεδίωξαν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, που απέρριψε την προσφυγή τους, η οποία αναφερόταν στον χρόνο τους να ανατρέχει η προαγωγή τους στο βαθμό του Αρχιλοχία.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Ο πρωτόδικος Δικαστής δεν ασχολήθηκε καθόλου στην απόφασή του με τον συγκεκριμένο ισχυρισμό των εφεσειόντων στον οποίο θεμελιώνεται και η έφεση.  Δεν μπορεί να γίνεται, επομένως, λόγος για εσφαλμένη απόρριψή του. Δεν μπορεί, όμως, να γίνεται λόγος ούτε και για εσφαλμένη παράλειψή του να τον εξετάσει. Και τούτο διότι, σύμφωνα με τη νομολογία, λόγοι ακυρώσεως που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής, δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία.

Στην προκείμενη περίπτωση, ούτε στους λόγους ακυρώσεως αλλά ούτε και στα γεγονότα, όπως αυτά καταγράφονται στην Αίτηση, γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στον αναδρομικό διορισμό 17 Αρχιλοχιών [*385]στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Ούτε, βέβαια, όπως ακόμη και στη γραπτή αγόρευση των εφεσειόντων, αναφέρεται οτιδήποτε σε σχέση με το πραγματικό υπόβαθρο που οδήγησε το Υπουργικό Συμβούλιο στους 17 αυτούς αναδρομικούς διορισμούς.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598,

Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412,

Πετρίδου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 636,

Γιασουμής ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 27.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ.�Aρ. 666/03), ημερ. 9/5/05.

Γ. Καραπατάκης, για τους Εφεσείοντες.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας A΄, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες είναι μόνιμοι Υπαξιωματικοί του Στρατού Ξηράς της Δημοκρατίας. Το 2001 κατείχαν το βαθμό του Επιλοχία. Στις 27.7.2001 κρίθηκαν ως προακτέοι κατά αρχαιότητα στο βαθμό του Αρχιλοχία. Επειδή, όμως, σύμφωνα με τον Κανονισμό 32(1) της Κ.Δ.Π. 91/90, οι Υπαξιωματικοί που κρίθηκαν προακτέοι προάγονται μόνο αν υπάρχουν κενές θέσεις στο βαθμό για τον οποίο κρίθηκαν προακτέοι, οι εφεσείοντες δεν προάχθηκαν, από την 31.12.2001, επειδή οι υπάρχουσες κενές θέσεις ήταν λιγότερες από τον αριθμό των Επιλοχιών που κρίθηκαν προακτέοι. Έτσι, οι υπάρχουσες κενές θέσεις καταλήφθηκαν από αρχαιότερους Επιλοχίες Όπλων και Σωμάτων του Στρατού Ξηράς [*386]της Δημοκρατίας.

Στις 9.8.2002 οι εφεσείοντες κρίθηκαν και πάλι ως προακτέοι κατά αρχαιότητα στο βαθμό του Αρχιλοχία για το έτος 2002. Επειδή, όμως, το έτος 2002 δεν υπήρχε ικανοποιητικός αριθμός κενών θέσεων Υπαξιωματικών και Αξιωματικών, το Υπουργείο Άμυνας υπέβαλε στο Υπουργικό Συμβούλιο πρόταση για τη δημιουργία νέων θέσεων σε διάφορους βαθμούς. Οι νέες θέσεις εγκρίθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο και, με τους Νόμους 25(II)/2003 και 27(II)/2003, από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

Μετά τη δημιουργία των νέων θέσεων, ο Υπουργός Άμυνας, με απόφασή του ημερομηνίας 7.5.2003, κατένειμε προς πλήρωση, κατά το έτος 2002, 50 συνολικά θέσεις για το βαθμό του Αρχιλοχία. Από τις 50 αυτές θέσεις οι 46 κατανεμήθηκαν στον Στρατό Ξηράς της Δημοκρατίας. Ακολούθως, ο Υπουργός Άμυνας, με απόφασή του ημερομηνίας 8.5.2003, προήγαγε, από 1.10.2002, αριθμό Υπαξιωματικών που είχαν κριθεί προακτέοι στον επόμενο βαθμό. Μεταξύ των προακτέων Υπαξιωματικών περιλαμβάνονταν και οι εφεσείοντες. Προήχθησαν στο βαθμό του Αρχιλοχία από 1.10.2002. Η αναδρομικότητα που δόθηκε στις προαγωγές τους στηρίχθηκε στη δημιουργία των κενών θέσεων με την τροποποίηση του προϋπολογισμού του προηγούμενου της δημιουργίας των κενών θέσεων έτους, ήτοι του έτους 2002.

Αφού έλαβαν γνώση της προαγωγής τους οι εφεσείοντες, με επιστολή του δικηγόρου τους προς τον Υπουργό Άμυνας, ημερομηνίας 9.5.2003, τον πληροφόρησαν, μεταξύ άλλων, ότι αποδέχονται την προαγωγή τους αναδρομικά από 1.10.2002 με πλήρη, όμως, επιφύλαξη των δικαιωμάτων τους. Ακολούθως, οι εφεσείοντες καταχώρησαν την υπ’ αρ. 666/2003 προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, με την οποία ζήτησαν δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Υπουργού Άμυνας για την προαγωγή τους έπρεπε να ανατρέχει στην 31.12.2001 και όχι στην 1.10.2002.

Ο συνάδελφός μας που εκδίκασε την προσφυγή, την απέρριψε. Έκρινε ότι ο Υπουργός Άμυνας δεν ενήργησε υπό το κράτος νομικής ή πραγματικής πλάνης όπως εισηγήθηκαν οι εφεσείοντες. Το γεγονός, είπε, ότι οι αιτητές είχαν κριθεί ως προακτέοι κατά αρχαιότητα κατά τις τακτικές ετήσιες κρίσεις του έτους 2001, δεν μπορούσε να οδηγήσει από μόνο του στις προαγωγές τους, από 31.12.2001, αν τότε δεν υπήρχαν, όπως και δεν υπήρχαν, οι αντίστοιχες κενές θέσεις Αρχιλοχία.

Με την ενώπιόν μας έφεση, οι εφεσείοντες αμφισβητούν, με ένα [*387]λόγο έφεσης, την ορθότητα της απόφασης του συναδέλφου μας. Ο λόγος αυτός, όπως διατυπώνεται στην ειδοποίηση έφεσης, έχει ως εξής:

“Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τον ισχυρισμό των Αιτητών – Εφεσειόντων, ότι δηλαδή, το έτος 2001 υπήρχαν κενές θέσεις Αρχιλοχιών που κενώθηκαν και / ή προέκυψαν από τον διορισμό 17 Αρχιλοχιών ως Αξιωματικών με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού αναδρομικά από την 1.12.1998, και έπρεπε με βάση την αρχαιότητα και την επετηρίδα να προαχθούν στον βαθμό του Αρχιλοχία οι Εφεσείοντες – Αιτητές από την 31.12.2001, και εσφαλμένα αποφάσισε ότι η απόφαση για μη προαγωγή των αιτητών στο βαθμό του Αρχιλοχία από την 31/12/2001, ήταν εύλογη και όχι το αποτέλεσμα νομικής και πραγματικής πλάνης.

Αιτιολογία

Τούτο δε γιατί, όπως είχαμε αναφέρει και στην γραπτή μας αγόρευση για τους Αιτητές, το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του ημερομηνίας 26.6.2002 διόρισε 17 Αρχιλοχίες ως Αξιωματικούς με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού αναδρομικά από την 1.12.1998. Με τον διορισμό των εν λόγω Αρχιλοχιών στον βαθμό του Ανθυπολοχαγού κενώθηκαν και /ή δημιουργήθηκαν αναδρομικά 17 κενές θέσεις Αρχιλοχιών, και επομένως την 31.12.2001, που έγιναν προαγωγές άλλων Υπαξιωματικών, υπήρχαν 17 κενές θέσεις Αρχιλοχιών, που έπρεπε με βάση την σειρά αρχαιότητας και την επετηρίδα να δοθούν στους 16 Αιτητές – Εφεσείοντες, οι οποίοι το έτος 2001 είχαν κριθεί ως προακτέοι κατά αρχαιότητα.”

Στο περίγραμμα αγόρευσης του δικηγόρου των εφεσειόντων, αφού επαναλαμβάνεται επί λέξη ο λόγος έφεσης, στη συνέχεια διαφοροποιείται, με αποτέλεσμα το παράπονο των εφεσειόντων να μετατρέπεται από παράπονο για εσφαλμένη απόρριψη του ισχυρισμού τους σε παράπονο για παράλειψη εξέτασής του. Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:

“Ο έντιμος πρωτόδικος Δικαστής, στην εφεσιβαλλόμενη πρωτόδικη απόφαση του ΔΕΝ ΕΞΕΤΑΣΕ καθόλου τον άνω αναφερόμενο ισχυρισμό των Αιτητών, παρόλο του ότι δεν είχε αμφισβητηθεί εκ μέρους των Καθ’ ων η αίτηση.

Είναι η ταπεινή μας θέση ότι αν εξετάζετο από το σεβαστό πρω[*388]τόδικο Δικαστήριο ο άνω ισχυρισμός μας, ο οποίος δεν αμφισβητήθηκε από τους Καθ’ ων η αίτηση, θα οδηγούσε στην διαπίστωση ότι με τον εν λόγω διορισμό των 17 Αρχιλοχιών στον βαθμό του Ανθυπολοχαγού δημιουργήθηκαν αναδρομικά από τις αντίστοιχες ημερομηνίες διορισμού τους, 17 κενές θέσεις Αρχιλοχιών, και επομένως έπρεπε οι Εφεσείοντες – Αιτητές να προαχθούν από το έτος 2001, καθότι το έτος 2001, ΕΙΧΑΝ ΣΕΙΡΑ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ με βάση την ισχύουσα επετηρίδα.”

Ακολούθως, πάντοτε στο περίγραμμα αγόρευσης του δικηγόρου των εφεσειόντων, γίνεται παραπομπή στις σελίδες 3 έως 4 της γραπτής του αγόρευσης ενώπιον του συναδέλφου μας, όπου ο ισχυρισμός διατυπώνεται, για πρώτη φορά στη διαδικασία, ως εξής:

“Στις 26.6.2002 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε και διόρισε ως Αξιωματικούς με τον βαθμό του Ανθυπολοχαγού δεκαεπτά (17) Αρχιλοχίες και τρεις (3) Ανθυπασπιστές αναδρομικά από τις 15.12.1996, 1.12.1997 και 1.12.1998. Με Αρχιλοχία οι οποίες δημιούργησαν τις προϋποθέσεις για προαγωγή αριθμού Επιλοχιών στον βαθμό του Αρχιλοχία με αναδρομική ισχύ από 31η Δεκεμβρίου 2001 συμπεριλαμβανομένων και των Αιτητών.

Επομένως, είναι η θέση μας ότι υπήρχαν κατά την 31η Δεκεμβρίου 2001 κενές θέσεις στον βαθμό του Αρχιλοχία και πως οι Αιτητές έπρεπε να προαχθούν στον βαθμό του Αρχιλοχία από την 31η Δεκεμβρίου 2001 και όχι από την 1η Οκτωβρίου 2002.”

Ο συνάδελφός μας δεν ασχολήθηκε καθόλου στην απόφασή του με το συγκεκριμένο ισχυρισμό των εφεσειόντων. Δεν μπορεί να γίνεται, επομένως, λόγος για εσφαλμένη απόρριψή του. Δεν μπορεί, όμως, να γίνεται λόγος ούτε και για εσφαλμένη παράλειψή του να τον εξετάσει. Και τούτο διότι, σύμφωνα με τη νομολογία, λόγοι ακυρώσεως που δεν εγείρονται στο δικόγραφο της προσφυγής δεν μπορούν να εξεταστούν με το να εγείρονται για πρώτη φορά στις γραπτές αγορεύσεις, αφού οι γραπτές αγορεύσεις αποτελούν απλώς επιχειρηματολογία. (Βλ., μεταξύ άλλων, Δημοκρατία ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598, Ελισσαίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 412, Πετρίδου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ 636 και Γιασουμής ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ 27).

Στην προκείμενη περίπτωση, ούτε στους λόγους ακυρώσεως αλλά ούτε και στα γεγονότα, όπως αυτά καταγράφονται στην Αί[*389]τηση, γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στον αναδρομικό διορισμό 17 Αρχιλοχιών στο βαθμό του Ανθυπολοχαγού. Ούτε, βέβαια, όπως ακόμη και στη γραπτή αγόρευση των εφεσειόντων, αναφέρεται οτιδήποτε σε σχέση με το πραγματικό υπόβαθρο που οδήγησε το Υπουργικό Συμβούλιο στους 17 αυτούς αναδρομικούς διορισμούς. Ορθά, επομένως, ο συνάδελφός μας δεν ασχολήθηκε με το συγκεκριμένο ισχυρισμό. Συνακόλουθα, δεν θα ασχοληθούμε ούτε και εμείς.

Η έφεση απορρίπτεται με £800 έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο