Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου και Άλλη ν. Σπύρου Κέττηρουκαι Άλλης (2007) 3 ΑΑΔ 555

(2007) 3 ΑΑΔ 555

[*555]30 Νοεμβρίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3829)

ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσείοντες,

v.

ΣΠΥΡΟΥ ΚΕΤΤΗΡΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3873)

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες,

v.

ΕΛΕΝΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 3829, 3873)

 

Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές Αρχές ― Αρχή της Φυσικής δικαιοσύνης ― Δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης πριν τη λήψη απόφασης δυσμενούς φύσεως ― Άρθρο 43 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/99) ― Το άρθρο εφαρμόζεται και στις περιπτώσεις θέσης υπαλλήλου σε διαθεσιμότητα, παρόλο που δεν προβλέπεται στις ειδικότερες διατάξεις.

Οι δύο εφέσεις εκδικάστηκαν μαζί, ενώπιον της Πλήρους Ολομέλειας, γιατί είχαν κοινό λόγο ακυρώσεως πρωτοδίκως, την παράβαση του δικαιώματος ακροάσεως σε υποθέσεις θέσεως των εφεσίβλητων [*556]σε διαθεσιμότητα.

Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας τις δύο εφέσεις, αποφάσισε ότι:

Η διατύπωση του ?ρθρου 43 του Ν. 158(Ι)/99, δεν αφήνει περιθώρια να παρακαμφθεί το δικαίωμα ακροάσεως. Η διαθεσιμότητα είναι διοικητικό μέτρο δυσμενούς φύσης και συνεπώς υπάρχει το δικαίωμα ακρόασης του διοικούμενου.

Είναι σημαντικό όμως να τονιστεί ότι το δικαίωμα ακρόασης θα πρέπει να παρέχεται, τηρουμένων των ορίων ως προς το χρόνο που η κάθε περίπτωση ευλόγως επιβάλλει. Η ακρόαση σκοπό έχει μόνο να βοηθηθεί η διοίκηση στο ερώτημα κατά πόσο ο συγκεκριμένος υπάλληλος θα πρέπει να τεθεί ή όχι σε διαθεσιμότητα. Δεν θα πρέπει να υπεισέρχεται στην ουσία της πειθαρχικής υπόθεσης. Θα πρέπει να βοηθά στη στάθμιση του σκόπιμου της διαθεσιμότητας και των επιπτώσεών της στον υπάλληλο.  Θα πρέπει ακόμα να ασκείται το ταχύτερο δυνατό, ανάλογα με τις ανάγκες της υπόθεσης, όπως θα τις καθορίζει το αρμόδιο όργανο, και θα πρέπει να αποφεύγεται οποιαδήποτε απόπειρα καθυστέρησης του μέτρου, μέσω της άσκησης του δικαιώματος αυτού.

Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Veis a.o. v. The Republic (1979) 3 C.L.R. 390,

Payiatas v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 1239,

Azinas v. The Republic (1980) 3 C.L.R. 510,

Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 361.

Εφέσεις.

Εφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπ. Αρ. 667/03), ημερ. 16/6/04.

Π. Πολυβίου με Μ. Ναθαναήλ για τους Εφεσείοντες στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3829.

Α. Σ. Αγγελίδης με Σ. Αγγελίδη και Στ. Αγγελίδου, για τον Εφε[*557]σίβλητο στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3829 και για την Εφεσίβλητη στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3873.

Λ. Λάμπρου-Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3873.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.

ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Επειδή αντικείμενο και των δύο υποθέσεων είναι το δικαίωμα ακρόασης υπαλλήλου πριν τεθεί σε διαθεσιμότητα, εκδικάστηκαν μαζί.

Στην Α.Ε. 3829 ο εφεσίβλητος, αρχισυντάκτης στο Τμήμα Ειδήσεων Επικαίρων των εφεσειόντων, αφού κρίθηκε από το δικαστήριο ένοχος για άσεμνη επίθεση και πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης, τέθηκε σε διαθεσιμότητα βάσει του Κανονισμού 13(1) των περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Πειθαρχικός Κώδιξ) Κανονισμών του 1986, Κ.Δ.Π. 160/86, ο οποίος προνοεί ότι αν απαιτείται από το δημόσιο συμφέρον, υπάλληλος τίθεται σε διαθεσιμότητα, μετά την καταδίκη του σε ποινικό αδίκημα το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.

Στην Α.Ε. 3873 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας έθεσε την εφεσίβλητη σε διαθεσιμότητα μέχρι την ολοκλήρωση της έρευνας ποινικού αδικήματος το οποίο σχετιζόταν άμεσα με τα καθήκοντα της θέσης της ως Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξης, σύμφωνα με το Αρθρο 85(1) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990-2003.

Και οι δύο διοικητικές πράξεις ακυρώθηκαν πρωτόδικα, σε χωριστές βέβαια προσφυγές, γιατί στερήθηκε από τους εφεσίβλητους το δικαίωμα ακρόασης. Και οι δύο αποφάσεις βασίστηκαν στο Αρθρο 43(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν.158(Ι)/1999, το οποίο προβλέπει ως ακολούθως:

«43.-(1) Το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται, εκτός από τις περιπτώσεις τις οποίες ο νόμος προβλέπει ρητά, σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης».

[*558]Και στις δύο περιπτώσεις το πρωτόδικο δικαστήριο διαπίστωσε ότι η απόφαση να τεθούν οι εφεσίβλητοι σε διαθεσιμότητα συνιστούσε λήψη διοικητικού μέτρου δυσμενούς φύσης και έτσι κατέληξε ότι παραβιάστηκε το δικαίωμα ακρόασης.

Κατ’ έφεση υποστηρίχτηκε ότι εσφαλμένα ερμηνεύτηκε το Αρθρο 43(1) του Νόμου 158(Ι)/99. Ειδικότερα ότι έχει εκληφθεί πως αποσκοπούσε στην ανατροπή νομολογιακά καθιερωμένων αξιωμάτων ως προς τη φύση της διαθεσιμότητας και τις επιπτώσεις από αυτή, ενώ όπως υποδηλώνει και ο ίδιος ο τίτλος του, κωδικοποιεί τη νομολογία. Υποστηρίχτηκε ακόμα ότι λανθασμένα αποφασίστηκε ότι παραβιάστηκαν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης, αφού η διαθεσιμότητα δεν είναι τιμωρητικό μέτρο και συνεπώς δεν παρέχεται στο διοικούμενο η δυνατότητα να ακουστεί.

Οι εφεσείοντες βασικά στηρίζονται στο επιχείρημα ότι η διαθεσιμότητα δεν αποτελεί τιμωρία, ούτε και ποινή και συνεπώς η διοίκηση δεν έχει υποχρέωση, προτού θέσει υπάλληλο σε διαθεσιμότητα, να του παράσχει την ευκαιρία να ακουστεί. Η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου ουσιαστικά εξισώνει τη διαθεσιμότητα με την επιβολή τιμωρίας και ποινής, αφού η διαθεσιμότητα δεν αποτελεί μέτρο που έχει χαρακτήρα τιμωρητικό ή χαρακτήρα ποινής ή κύρωσης. Η φράση του Αρθρου 43 «ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης», θα πρέπει να ερμηνευθεί, σύμφωνα πάντα με τους εφεσείοντες, κατ’ αναλογία προς τις προηγούμενες φράσεις, ότι δηλαδή, το υπό κρίση μέτρο πρέπει να είναι τιμωρητικό και/ή να έχει το χαρακτήρα κύρωσης.

Ας αρχίσουμε από το τελευταίο επιχείρημα. Η φράση«ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης» δεν μπορεί να ερμηνευτεί όπως εισηγούνται οι εφεσείοντες. Οι τρεις περιπτώσεις στις οποίες θα πρέπει να δίδεται δικαίωμα ακρόασης, είναι η λήψη διοικητικού μέτρου που (α) είναι πειθαρχικής φύσης, ή (β) έχει το χαρακτήρα της κύρωσης, ή (γ) είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης. Πρόκειται δηλαδή για τρεις χωριστές περιπτώσεις οι οποίες χωρίζονται με το διαζευκτικό σύνδεσμο «ή» στις οποίες παρέχεται το δικαίωμα ακρόασης. Οι λέξεις «άλλως πως» τονίζουν το ξεχωριστό της τρίτης περίπτωσης.

Η διαθεσιμότητα δεν συνιστά ούτε πειθαρχική δίωξη, ούτε πειθαρχική ευθύνη. Δεν συνιστά τιμωρία.  Αποτελεί ένα ανεξάρτητο διοικητικό μέτρο (Veis and Οthers v. The Republic (1979) 3 C.L.R. 390, 410). Πρόκειται για ένα προληπτικό μέτρο το οποίο μπορεί να ληφθεί για το συμφέρον της αποτελεσματικότητας της [*559]υπηρεσίας (Payiatas v. The Republic (1984) 3 C.L.R. 1239). Η διαθεσιμότητα χαρακτηρίστηκε ως ένα ενδιάμεσο διάβημα το οποίο μάλιστα μπορεί να ληφθεί μόνο αν υπάρχει νομοθετική πρόνοια που να την εξουσιοδοτεί (Azinas v. The Republic (1980) 3 C.L.R. 510).

Έγινε αναφορά και στην υπόθεση Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 361, όπου κατά πλειοψηφία το Ανώτατο Δικαστήριο, ακολουθώντας κυρίως κάποιες τάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν αναγνώρισε απόλυτο δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης σε κάθε διοικητική ενέργεια, αλλά δέχτηκε διάφορες εξαιρέσεις. Η υπόθεση Χατζηδημητρίου δεν είναι όμως ιδιαίτερα χρήσιμη και βοηθητική στην παρούσα περίπτωση γιατί έχει εκδοθεί πριν ο Νόμος 158(Ι)/99 τεθεί σε ισχύ.

Η διατύπωση του Αρθρου 43 δεν αφήνει περιθώρια. Η διαθεσιμότητα είναι διοικητικό μέτρο δυσμενούς φύσης και συνεπώς υπάρχει το δικαίωμα ακρόασης του διοικούμενου.

Ούτε με το επιχείρημα ότι η προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου παραγνωρίζει τη φύση της διαθεσιμότητας δυνάμει του Κανονισμού 13(1) της Κ.Δ.Π. 160/86 συμφωνούμε. Το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται ρητά από το νόμο.

Είναι σημαντικό όμως να τονίσουμε ότι το δικαίωμα ακρόασης θα πρέπει να παρέχεται, τηρουμένων των ορίων ως προς το χρόνο που η κάθε περίπτωση ευλόγως επιβάλλει. Η ακρόαση σκοπό έχει μόνο να βοηθηθεί η διοίκηση στο ερώτημα κατά πόσο ο συγκεκριμένος υπάλληλος θα πρέπει να τεθεί ή όχι σε διαθεσιμότητα.  Δεν θα πρέπει να υπεισέρχεται στην ουσία της πειθαρχικής υπόθεσης. Θα πρέπει να βοηθά στη στάθμιση του σκόπιμου της διαθεσιμότητας και των επιπτώσεών της στον υπάλληλο. Θα πρέπει ακόμα να ασκείται το ταχύτερο δυνατό, ανάλογα με τις ανάγκες της υπόθεσης, όπως θα τις καθορίζει το αρμόδιο όργανο, και θα πρέπει να αποφεύγεται οποιαδήποτε απόπειρα καθυστέρησης του μέτρου μέσω της άσκησης του δικαιώματος αυτού.

Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο