(2008) 3 ΑΑΔ 1
[*1] 14 Ιανουαρίου, 2008
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
(Αναθεωρητική Έφεση Aρ. 82/2005)
ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ,
Εφεσείων-Ενδιαφερόμενο Μέρος,
v.
1. ΑΝΔΡΕΑ ΠΟΛΥΝΕΙΚΗ,
2. ΤΑΚΗ ΚΑΝΑΡΗ,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών,
v.
1. ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΥΓΕΙΑΣ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ’ ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 86/2005)
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Εφεσείουσα-Καθ’ ης η αίτηση,
v.
[*2]1. ΑΝΔΡΕΑ ΠΟΛΥΝΕΙΚΗ,
2. ΤΑΚΗ ΚΑΝΑΡΗ,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών.
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Aρ. 82/2005, 86/2005)
Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας — Διορισμός Διοικητικού Συμβουλίου ― Όροι νομιμότητας ― Άρθρο 5(4) του περί Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμου του 2001 (Ν.89(Ι)/2001) σε συνδυασμό με τα Αρθρα 8(1) και 7(8) του Νόμου ― Ερμηνεία ― Κατά πόσο ο διορισμός ιατρού, ως Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού, αντίκειται στο Νόμο ― Περιστάσεις της κρίσης ως παράνομου του επίδικου διορισμού Προέδρου και συνέπειες στη λειτουργία του Συμβουλίου και στην επίδικη στην προσφυγή απόφασή του, για διορισμό Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού.
Ερμηνεία ― Ερμηνεία νόμου ― Κανόνες ερμηνείας ― Επιβεβλημένη η ερμηνεία που συνάδει με την λογική ώστε να αποφεύγονται άτοπα αποτελέσματα.
Με τις εφέσεις, αμφισβητήθηκε η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία ακυρώθηκε ο διορισμός του ενδιαφερόμενου μέρους ως Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού Ασφαλίσεως Υγείας.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:
Τα δύο Αρθρα [5(4) και 8(1) του Ν.89(Ι)/01] έχουν να κάνουν με δύο ξεχωριστές περιπτώσεις και δεν εξαρτάται το ένα από το άλλο. Στο Αρθρο 5(4) η ανεξαρτησία του προσώπου που θα διορισθεί ως πρόεδρος του Συμβουλίου συνδέεται με το κατά πόσο «έχει άμεσα συμφέροντα στην παροχή ιατρικής φροντίδας», ενώ το Αρθρο 8(1), που καλύπτει τόσο τον πρόεδρο όσο και μέλος του Συμβουλίου, αναφέρεται σε πρόσωπο που είναι «προμηθευτής ή έχει οποιοδήποτε συμφέρον σε σχέση με την προμήθεια υπηρεσιών ή προμηθειών» που παρέχονται δυνάμει των προνοιών του Νόμου. Η ερμηνεία των όρων «προμήθειες» και «υπηρεσίες» στο Αρθρο 2 του Νόμου δείχνει ότι τα δύο Αρθρα [5(4) και 8(1)] δεν εξαρτώνται το ένα από το άλλο.
Ενόψει του ότι είναι κοινό έδαφος ότι κατά το χρόνο διορισμού του κ. Ιωάννου ως Προέδρου του Συμβουλίου εν προκειμένω αυτός ήταν ιατρός, ορθοπεδικός, που ασκούσε το επάγγελμα του γιατρού ως διευ[*3]θυντής κλινικής ή ιατρείου, ο κ. Ιωάννου ήταν πρόσωπο που έχει άμεσα συμφέροντα στην παροχή ιατρικής φροντίδας με την έννοια του Αρθρου 5(4) του Νόμου και επομένως όχι ανεξάρτητο πρόσωπο όπως απαιτείται από το Νόμο.
Το ερώτημα που έπεται, είναι αν, παρά την πιο πάνω διαπίστωση, η προσβαλλόμενη με την προσφυγή απόφαση (διορισμός δηλαδή του ενδιαφερόμενου προσώπου στη θέση του Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας) είναι νόμιμη ενόψει των προνοιών του Αρθρου 7(8) του Νόμου. Καταφατική απάντηση στην εν λόγω ερμηνεία θα οδηγούσε σε εξουδετέρωση της πρόνοιας του Αρθρου 5(4) που απαιτεί όπως ο Πρόεδρος του Συμβουλίου είναι ανεξάρτητο πρόσωπο, όπως θα εξουδετέρωνε και τις πρόνοιες του Αρθρου 8(1). Σύμφωνα με τους κανόνες ερμηνείας των νόμων, εκεί που υπάρχει αμφιβολία ως προς την ερμηνεία τότε, αφού ο νόμος διαβασθεί στο σύνολό του, πρέπει να δίνεται η ερμηνεία η οποία συνάδει με τη λογική ούτως ώστε να αποφεύγονται παράλογα ή άτοπα αποτελέσματα.
Θα ήταν άτοπο εδώ να θεωρηθεί ότι ο Νόμος εισάγει ορισμένη απαγόρευση για να την άρει αμέσως μετά. Άλλη, λοιπόν, πρέπει να είναι η έννοια του Αρθρου 7(8). Υπάρχουν δε αρκετά δεδομένα στη βάση των οποίων εύλογα συνάγεται πως η συζητούμενη ιδιότυπη πρόνοια δεν αφορούσε στον τρόπο με τον οποίο νόμιμα μπορούσε να συγκροτηθεί το Συμβούλιο με το διορισμό του Προέδρου και του καθενός από τα μέλη του. Η δυνατότητα λειτουργίας του Συμβουλίου, παρά το ελάττωμα, δεν σημαίνει και δυνατότητα συμμετοχής σ’ αυτό του Προέδρου όταν ο διορισμός του είναι παράνομος. Στην παρούσα υπόθεση ο Δρ. Ιωάννου συμμετέσχε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης και, επομένως, πράγματι στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας όπως ορθά κρίθηκε πρωτοδίκως.
Oι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Αντωνίου v. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου (2001) 3 (Α) Α.Α.Δ. 164,
Γενικός Εισαγγελέας v. Ευαγόρου (Αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 285.
Εφέσεις.
Εφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Νικολάτος, Δ.) (Yπ. Aρ. 885/03 και 1070/03), ημερ. 16/8/05.
[*4]Ν. Παπαευσταθίου, για τον Εφεσείοντα-Ενδιαφερόμενο Μέρος, στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/05.
Α. Κωνσταντίνου, για τον Εφεσίβλητο-Αιτητή, στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/05 και για τον Εφεσίβλητο 1 στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 86/05.
Α. Ευσταθίου με Ε. Νικολαΐδου, για τον Εφεσίβλητο-Αιτητή στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/05 και για τον Εφεσίβλητο 2 στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 86/05.
Αλ. Μαρκίδης, για τους Καθ’ ων η αίτηση 1, στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/05.
Α. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση 2 στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 82/05 και για την Εφεσείουσα στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 86/05.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Οι παρούσες εφέσεις αφορούν την πλήρωση της θέσης του Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας. Η θέση είχε δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 21/5/03 με αρ. Γνωστοποίησης 2772. Υπήρχαν διάφορες αιτήσεις, μεταξύ των οποίων αυτή του Ανδρέα Δημητριάδη (ενδιαφερόμενου μέρους και εφεσείοντα στην Εφεση Αρ. 82/05) και των Ανδρέα Πολυνείκη και Τάκη Κανάρη (αιτητές στις προσφυγές 885/03 και 1070/03 αντίστοιχα). Στη θέση διορίστηκε τελικά το ενδιαφερόμενο μέρος (στο εξής Ε.Μ.) Δημητριάδης με αποτέλεσμα τις προαναφερθείσες προσφυγές 885/03 και 1070/03.
Ο αδελφός δικαστής αποδέχθηκε τις πιο πάνω προσφυγές βασικά για δυο λόγους, τους εξής: (α) ότι η συγκρότηση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού δεν ήταν σύμφωνα με το νόμο αφού ο Πρόεδρος του δεν ικανοποιεί την πρόνοια του Νόμου με βάση την οποία ο Πρόεδρος του Συμβουλίου πρέπει να είναι ανεξάρτητο πρόσωπο και (β) διότι ο τρόπος λήψης απόφασης όπως καθορίστηκε από τους καθών η αίτηση, δηλαδή με απόλυτη πλειοψηφία, αντί απλή, αντίκειται στις σχετικές διατάξεις του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158/99), διαδικασία που οδήγησε στο να ασκηθεί αθέμιτη πίεση από το Συμβούλιο του Οργα[*5]νισμού σε ένα από τα μέλη του (κ. Φελλά) στο πώς θα ψήφιζε.
Προτιμούμε να παραθέσουμε αυτούσια την απόφαση του αδελφού Δικαστή αναφορικά με το (α) από τα δυο πάνω σημεία, που έχει ως εξής:
«Μελέτησα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία. Δεν επιθυμώ να επαναλάβω τις θεμελιωμένες αρχές του διοικητικού δικαίου που άπτονται των θεμάτων που εγείρονται στην παρούσα υπόθεση. Θεωρώ ορθό να επικεντρωθώ στα επίδικα σημεία που κατά την εκτίμηση μου κρίνουν το αποτέλεσμα των δύο αυτών προσφυγών. Συναφώς προβαίνω στις εξής παρατηρήσεις:
……………………………………..…………………………
(5) Θεωρώ ότι η άσκηση της προεδρίας του Οργανισμού από τον κ. Νίκο Ιωάννου, γιατρό, ο οποίος ασκεί το ιατρικό λειτούργημα, είναι μεμπτή. Σύμφωνα με το Άρθρο 5(4) του περί Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμου του 2001 (Ν. 89(Ι)/2001), ο Πρόεδρος του Συμβουλίου είναι ανεξάρτητο πρόσωπο το οποίο δεν έχει άμεσα συμφέροντα στην παροχή ιατρικής φροντίδας. Κατά την κρίση μου, ένας ιατρός που ασκεί το λειτούργημά του έχει άμεσα συμφέροντα στην παροχή ιατρικής φροντίδας και επομένως δεν είναι ανεξάρτητο πρόσωπο και κατά συνέπεια δεν μπορεί να είναι Πρόεδρος του Συμβουλίου. Το γεγονός ότι το Γενικό Σύστημα Υγείας δεν έχει ακόμα τεθεί σε λειτουργία δεν επηρεάζει την προαναφερόμενη θέση εφόσον δυνητικά ένας γιατρός που ασκεί το λειτούργημα του μπορεί να τεθεί σε θέση αλληλοσυγκρουομένων συμφερόντων ασκώντας και την προεδρία του Οργανισμού. Η αναφορά, στον προαναφερόμενο Νόμο, στον όρο «παροχή υπηρεσιών και προμηθειών» δεν θεωρώ ότι επηρεάζει την προαναφερόμενη ερμηνεία του Αρθρου 5(4). Κατά την εκτίμηση μου ο όρος «παροχή ιατρικής φροντίδας» έχει μια έννοια και ο όρος «παροχή υπηρεσιών και προμηθειών» έχε άλλη έννοια. Στην προκείμενη περίπτωση ο κ. Ιωάννου κωλύετο ένεκα της εκ μέρους του άσκησης του ιατρικού λειτουργήματος από του να είναι Πρόεδρος και να προεδρεύει του Οργανισμού κατά τον ουσιώδη χρόνο. Αυτό ήταν ουσιώδες θέμα και επηρέασε τη σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού. Παρ’ όλο που ο Οργανισμός μπορούσε να λειτουργεί και με Διοικητικό Συμβούλιο που είχε λανθασμένη σύνθεση, εν τούτοις για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης θεωρώ ότι η λανθασμένη σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού επηρέασε άμεσα τη λειτουργία του και κατ’ επέκταση το διορισμό Γενικού Διευθυντή.»
[*6]Με τις παρούσες εφέσεις προσβάλλονται και τα δυο πιο πάνω ευρήματα του πρωτόδικου δικαστή.
Αξιολογώντας τους λόγους έφεσης το θεωρούμε ορθότερο όπως εξετάσουμε πρώτα το λόγο που αφορά τη συγκρότηση του Συμβουλίου του Οργανισμού. Η σχετική πρόνοια του περί του Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμου του 2001 (Ν. 89(Ι)/2001 ως έχει τροποποιηθεί), με βάση την οποία ο συνάδελφος που εκδίκασε πρωτόδικα την υπόθεση έκρινε ότι ο Δρ. Νίκος Ιωάννου που διορίστηκε ως πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου δεν ήταν «ανεξάρτητο πρόσωπο», είναι το Αρθρο 5, το οποίο στην έκταση που μας αφορά, έχει ως ακολούθως:
«5 (1) Ο Οργανισμός διοικείται και ενεργεί μέσω του Διοικητικού Συμβουλίου, το οποίο διαχειρίζεται την περιουσία και τους πόρους του Οργανισμού, τον οποίο εκπροσωπεί ενώπιον κάθε αρχής.
Το Συμβούλιο απαρτίζεται από –
(α) τον Πρόεδρο,
(β) δύο ως εκ της θέσης τους (ex officio) μέλη,
(γ) οκτώ διοριζόμενα μέλη από τα οποία –
(i) δύο αντιπροσωπεύουν την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας και ένα τουλάχιστον από αυτά έχει ακαδημαϊκά προσόντα στη δημόσια υγεία, όπως σημαντική πείρα,
(ii) δύο αντιπροσωπεύουν τις εργοδοτικές οργανώσεις,
(iii) τρία αντιπροσωπεύουν τις εργατικές οργανώσεις,
ένα αντιπροσωπεύει τους αυτοτελώς εργαζομένους.
……………………………………………………………………
(4) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου είναι ανεξάρτητο πρόσωπο το οποίο δεν έχει άμεσα συμφέροντα στην παροχή ιατρικής φροντίδας και, τηρουμένων των διατάξεων του Αρθρου 7, η θητεία του είναι πενταετής.»
(Η έμφαση με έντονα γράμματα είναι δική μας)
Παραθέτουμε και το Αρθρο 8(1) του Νόμου εφόσον η θέση των εφεσιβλήτων ήταν ότι οι πρόνοιες του Αρθρου 5(4) θα πρέπει να διαβασθούν κάτω από το φως των προνοιών του Αρθρου 8(1) του Νόμου:
«8(1) Πρόσωπο το οποίο είναι προμηθευτής ή έχει οποιοδήποτε συμφέρον σε σχέση με την προμήθεια υπηρεσιών ή προμηθειών που παρέχονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, δε δύναται να διο[*7]ρισθεί ή να συνεχίσει να είναι πρόεδρος ή μέλος του Συμβουλίου»,
Ενόψει του ισχυρισμού των εφεσιβλήτων ότι, κι αν ακόμα υπάρχει παρανομία στο διορισμό του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου αυτό δεν επηρεάζει τη νόμιμη λήψη απόφασης λόγω των προνοιών του Αρθρου 7(8), παραθέτουμε και αυτή την πρόνοια. Το Αρθρο 7 προνοεί τα περί του τρόπου τερματισμού της θητείας του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου και με το εδάφιο (8) διαλαμβάνει τα εξής:
«(8) Το Συμβούλιο δύναται να ενεργεί παρά την κενή θέση του προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου και παρά την ύπαρξη οποιουδήποτε ελαττώματος στο διορισμό του προέδρου ή μέλους του Συμβουλίου.»
Καταρχήν σημειώνουμε ότι συμφωνούμε με την ερμηνεία που εισηγούνται και οι εφεσίβλητοι ότι τα δύο Αρθρα [(5(4) και 8(1)] έχουν να κάνουν με δύο ξεχωριστές περιπτώσεις και δεν εξαρτάται το ένα από το άλλο. Στο Αρθρο 5(4) η ανεξαρτησία του προσώπου που θα διορισθεί ως πρόεδρος του Συμβουλίου συνδέεται με το κατά πόσο «έχει άμεσα συμφέροντα στην παροχή ιατρικής φροντίδας», ενώ το Αρθρο 8(1), που καλύπτει τόσο τον πρόεδρο όσο και μέλος του Συμβουλίου, αναφέρεται σε πρόσωπο που είναι «προμηθευτής ή έχει οποιοδήποτε συμφέρον σε σχέση με την προμήθεια υπηρεσιών ή προμηθειών» που παρέχονται δυνάμει των προνοιών του Νόμου. Η ερμηνεία των όρων «προμήθειες» και «υπηρεσίες» στο Αρθρο 2 του Νόμου δείχνει ότι τα δύο Αρθρα [5(4) και 8(1)] δεν εξαρτώνται το ένα από το άλλο.
Ενόψει του ότι τόσο πρωτόδικα όσο και ενώπιόν μας ήταν κοινό έδαφος ότι κατά το χρόνο διορισμού του κ. Ιωάννου ως Προέδρου του Συμβουλίου αυτός ήταν ιατρός, ορθοπεδικός, που ασκούσε το επάγγελμα του γιατρού ως διευθυντής κλινικής ή ιατρείου, καταλήγουμε, όπως και ο πρωτόδικος δικαστής, ότι ο κ. Ιωάννου ήταν πρόσωπο που έχει άμεσα συμφέροντα στην παροχή ιατρικής φροντίδας με την έννοια του Αρθρου 5(4) του Νόμου και επομένως όχι ανεξάρτητο πρόσωπο όπως απαιτείται από το Νόμο.
Το ερώτημα που έπεται, είναι αν, παρά την πιο πάνω διαπίστωση, η προσβαλλόμενη με την προσφυγή απόφαση (διορισμός δηλαδή του ενδιαφερόμενου προσώπου στη θέση του Γενικού Διευθυντή του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας) είναι νόμιμη ενόψει των προνοιών του προαναφερθέντος Αρθρου 7(8) του Νόμου. Είμαστε της άποψης ότι, καταφατική απάντηση στην εν λόγω ερμηνεία θα οδηγούσε σε [*8]εξουδετέρωση της πρόνοιας του Αρθρου 5(4) που απαιτεί όπως ο Πρόεδρος του Συμβουλίου είναι ανεξάρτητο πρόσωπο, όπως θα εξουδετέρωνε και τις πρόνοιες του Αρθρου 8(1). Σύμφωνα με τους κανόνες ερμηνείας των νόμων, εκεί που υπάρχει αμφιβολία ως προς την ερμηνεία τότε, αφού ο νόμος διαβασθεί στο σύνολό του, πρέπει να δίνεται η ερμηνεία η οποία συνάδει με τη λογική ούτως ώστε να αποφεύγονται παράλογα ή άτοπα αποτελέσματα. (Βλ. μεταξύ άλλων Αντωνίου v. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 164, Γενικός Εισαγγελέας v. Ευαγόρου (Αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 285, σελ. 295 και Craies on Statute Law, 17η έκδοση, σελ. 86 και 89).
Μας είναι αδύνατο να δεχθούμε ότι με τις πρόνοιες του Αρθρου 7(8) του Νόμου, ο νομοθέτης είχε σκοπό να καταστήσει άνευ σημασίας ή να άρει ουσιαστικά τις απαιτήσεις των προαναφερθέντων Αρθρων 5(4) και 8(1) του Νόμου που αφορούν τα προσόντα για διορισμό του προέδρου ή μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, καθότι σε τέτοια περίπτωση θα ήταν ανακόλουθος. Θα ήταν άτοπο να θεωρηθεί ότι ο Νόμος εισάγει ορισμένη απαγόρευση για να την άρει αμέσως μετά. Άλλη, λοιπόν, πρέπει να είναι η έννοια του Αρθρου 7(8). Υπάρχουν δε αρκετά δεδομένα στη βάση των οποίων εύλογα συνάγεται πως η συζητούμενη ιδιότυπη πρόνοια δεν αφορούσε στον τρόπο με τον οποίο νόμιμα μπορούσε να συγκροτηθεί το Συμβούλιο με το διορισμό του Προέδρου και του καθενός από τα μέλη του. Ό,τι εισάγει είναι δυνατότητα λειτουργίας του Συμβουλίου σε δυο περιπτώσεις, ενταγμένες στην ίδια ενότητα. Εκείνη της ύπαρξης κενής θέσης και εκείνη, την οποία εξομοιώνει ως προς το αποτέλεσμα στο οποίο στοχεύει η πρόνοια, της ύπαρξης οποιουδήποτε ελαττώματος στο διορισμό. Η δυνατότητα όμως λειτουργίας του Συμβουλίου, παρά το ελάττωμα, δεν σημαίνει και δυνατότητα συμμετοχής σ’ αυτό του Προέδρου όταν ο διορισμός του είναι παράνομος. Στην παρούσα υπόθεση ο Δρ. Ιωάννου συμμετέσχε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης και, επομένως, πράγματι στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας όπως ορθά κρίθηκε πρωτοδίκως.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με €800 (ευρώ) έξοδα η κάθε μια, υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον των εφεσειόντων.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο