(2008) 3 ΑΑΔ 78
[*78]11 Φεβρουαρίου, 2008
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΔΗΜΟΣ ΓΑΛΑΤΑΚΗΣ ΛΤΔ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ,
2. ΕΦΟΡΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Καθ’ ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 116/2005)
Φορολογία ― Φορολογία εισοδήματος ― Τεκμήριο τοκοφορίας των χορηγήσεων εταιρείας προς διευθυντές μετόχους ή συγγενείς τους ― Άρθρο 47Α των περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμων 1961-1996 ― Ερμηνεία και εφαρμογή της διάταξης στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης.
Φορολογία ― Φορολογία εισοδήματος ― Έκπτωση από τη φορολόγηση λόγω κατεστραμμένου ή άχρηστου εμπορικού αποθέματος ― Άρθρα 11(1) και 13(ε) των περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμων 1961-1996 ― Ορθά δεν παραχωρήθηκε η έκπτωση στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Η εφεσείουσα επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, που απέρριψε την προσφυγή της κατά της απόρριψης της ιεραρχικής της προσφυγής ενώπιον του Εφοριακού Συμβουλίου, αναφορικά με την επιβολή φορολογίας εισοδήματος σε βάρος της.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Η ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο στο Αρθρο 47Α ήταν η ορθή. Αυτή συνάδει και με το γεγονός ότι στο άρθρο γίνεται αναφορά και σε χρηματική διευκόλυνση, που αν δεν συμπεριλαμβάνετο και αυτή στο δικαίωμα του Εφόρου να επιβάλλει φόρο [*79]επί νοητού τόκου, θα ήταν ανεξήγητη και αχρείαστη η συμπερίληψή της. Προφανώς ο σκοπός ήταν να εξισώνεται η οποιαδήποτε χρηματική διευκόλυνση με το δάνειο. Εν πάση περιπτώσει, οι επίδικες χρηματικές διευκολύνσεις είχαν ουσιαστικά καταλήξει σε δάνειο, αφού ήταν ποσά που οφείλονταν στην εφεσείουσα.
Όσον αφορά το δεύτερο παράπονο της εφεσείουσας, το θέμα διέπεται από τις πρόνοιες των Αρθρων 11(1) και 13(ε) των περί Φορολογίας και Εισοδήματος Νόμων. Η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν προσκομίστηκαν οποιαδήποτε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι επρόκειτο για παλαιωμένα αποθέματα που δεν μπορούσαν να πωληθούν και να αποφέρουν εισόδημα, ήταν ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Γεωργιάδης & Υιός v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 142.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Φωτίου, Δ.), (Yπ. Aρ. 1/04), ημερ. 5/9/05.
Γ. Ζ. Γεωργίου, για την Εφεσείουσα.
Γ. Λαζάρου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ..
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Στο περίγραμμα αγορεύσεων του δικηγόρου των εφεσιβλήτων περιγράφονται ορθά τα επίδικα της προσφυγής θέματα. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα:
«Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης να επικυρώσει την απόφαση του Εφοριακού Συμβουλίου ημερομηνίας 21.10.03, με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή της εφεσείουσας εναντίον της απόφασης του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων ημερομηνίας 27.12.02 (i) να φορολογήσει την εφεσείουσα με νοητό τόκο 9% δυνάμει του Αρθρου 47(Α) των περί Φορολογίας Εισοδήματος Νόμων 1961 – 1996, επί ποσού δανείου/χρηματικής διευκόλυν[*80]σης που παραχώρησε σε ιθύνουσα εταιρεία, και (ii) να μην επιτρέψει έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα της για το φορολογικό έτος 1996, η οποία σύμφωνα με την εφεσείουσα αφορούσε καταστρεμμένο/άχρηστο εμπορικό απόθεμα.»
Όσον αφορά το (i) πιο πάνω, η εφεσείουσα υποστηρίζει ότι δεν είναι δάνειο που έδωσε στην ιθύνουσα εταιρεία Δήμος Φαρμ Λτδ, αλλά χρηματική διευκόλυνση και ως εκ τούτου δεν έπρεπε να φορολογηθεί επί τόκου προς 9% επί του σχετικού ποσού, γιατί το Αρθρο 47(Α) της σχετικής Νομοθεσίας έχει εφαρμογή μόνο στην περίπτωση δανείου και όχι άλλης χρηματικής διευκόλυνσης. Ενώ, όπως ισχυρίζεται, στο κείμενο αρχικά γίνεται μνεία για περίπτωση δανείου ή χρηματικής διευκόλυνσης, ακολούθως παραλείπεται η χρήση του όρου «χρηματική διευκόλυνση». Έτσι, ήταν εισήγηση της εφεσείουσας ότι ο Νόμος θα έπρεπε να ερμηνευθεί αυστηρά και να μη εφαρμοστεί στην επίδικη περίπτωση, που ήταν περίπτωση χρηματικής διευκόλυνσης και όχι δανείου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε ορθά και με λεπτομέρεια τη σχετική νομολογία, απέρριψε την εισήγηση της εφεσείουσας, θεωρώντας ότι η ορθή ερμηνεία του σχετικού άρθρου ήταν ότι αυτό κάλυπτε τόσο δάνειο όσο και άλλη χρηματική διευκόλυνση.
Επίσης, με την έφεση προσβάλλεται το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν προσκομίστηκαν αρκετά στοιχεία για διαγραφή των καταστραμμένων εμπορευμάτων αποθεμάτων για τα οποία διεκδικήθηκε έκπτωση, αφού οι ελεγκτές είχαν θέσει τους λογαριασμούς της ενώπιον του Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων, από τους οποίους προέκυπτε η διαγραφή του πεπαλαιωμένου εμπορεύματος.
Το επίδικο Αρθρο 47Α του Νόμου, με πλαγιότιτλο «Δάνεια σε Διευθυντές», προνοεί τα ακόλουθα:
«Οποτεδήποτε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, η οποία ελέγχεται από όχι περισσότερα από πέντε πρόσωπα, παραχωρεί δάνειο ή οποιαδήποτε άλλη χρηματική διευκόλυνση σε διευθυντές ή μετόχους της ή σε συγγενείς τους μέχρι και του δεύτερου βαθμού συγγένειας, ο Έφορος δύναται να θεωρήσει ότι καταβάλλεται στην εταιρεία τόκος προς εννέα της εκατόν (9%) ετήσια επί του ποσού του δανείου.»
Ο βασικός κανόνας ερμηνείας νομοθετημάτων είναι η γραμματική ερμηνεία, δηλαδή το απλό γραμματικό και κατά κυριολεξία [*81]νόημα των λέξεων (δέστε Γεωργιάδης & Υιός v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 142). Όπου όμως η γραμματική ερμηνεία δεν είναι ξεκάθαρη, λαμβάνεται υπόψη η πρόθεση του νομοθέτη και σε τέτοια περίπτωση εξετάζεται ολόκληρο το σχετικό μέρος του Νόμου ή και ολόκληρος ο Νόμος, καθώς επίσης και η ανάγκη ή το κακό που σκόπευε να θεραπεύσει, ανάλογα με την περίπτωση. Όπως ορθά επισημαίνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, φορολογικοί και ποινικοί νόμοι πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά και όπου υπάρχει αμφιβολία να δίδεται η ερμηνεία εκείνη που είναι υπέρ του πολίτη. Τέλος, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αρχή ότι διατάξεις που αφορούν φορολογική απαλλαγή πρέπει να ερμηνεύονται στενά.
Έχουμε καταλήξει ότι η ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν η ορθή. Συμφωνούμε πως αυτή συνάδει και με το γεγονός ότι στο άρθρο γίνεται αναφορά και σε χρηματική διευκόλυνση, που αν δεν συμπεριλαμβάνετο και αυτή στο δικαίωμα του Εφόρου να επιβάλλει φόρο επί νοητού τόκου, θα ήταν ανεξήγητη και αχρείαστη η συμπερίληψη της. Προφανώς ο σκοπός ήταν να εξισώνεται η οποιαδήποτε χρηματική διευκόλυνση με το δάνειο. Εν πάση περιπτώσει, οι επίδικες χρηματικές διευκολύνσεις είχαν ουσιαστικά καταλήξει σε δάνειο, αφού ήταν ποσά που οφείλονταν στην εφεσείουσα.
Όσον αφορά το δεύτερο παράπονο της εφεσείουσας, το θέμα διέπεται από τις πρόνοιες των Αρθρων 11(1) και 13(ε) των περί Φορολογίας και Εισοδήματος Νόμων. Η θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν προσκομίστηκαν οποιαδήποτε στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι επρόκειτο για παλαιωμένα αποθέματα που δεν μπορούσαν να πωληθούν και να αποφέρουν εισόδημα, ήταν ορθή. Όπως και ο ίδιος ο εκπρόσωπος της εταιρείας ενώπιον του Εφοριακού Συμβουλίου δήλωσε, δεν είχαν ετοιμαστεί καταστάσεις καταστραμμένων αποθεμάτων. Από το γεγονός που πρόβαλε η εφεσείουσα, ότι τα αποθέματα δόθηκαν ως βοήθεια στους Αρμενίους, ορθά διαπίστωσε το Δικαστήριο πως δεν εξυπακουόταν αυτόματα ότι τα εμπορεύματα ήταν πεπαλαιωμένα και μη εμπορεύσιμα.
Καταλήγουμε πως και αυτό το θέμα θα πρέπει να αποφασισθεί εναντίον της εφεσείουσας.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο