Πέτεβης και Γεωργιάδης Συνεργάτες ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 138

(2008) 3 ΑΑΔ 138

[*138]2 Απριλίου, 2008

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

ΠΕΤΕΒΗΣ ΚΑΙ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,

Εφεσίβλητης-Καθ’ης η αίτηση.

(Αναθεωρητική  Έφεση Αρ. 21/2006)

 

Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Η υποχρέωση τήρησης άρτιων πρακτικών των συνεδριάσεών τους ― Οι νομολογιακοί κανόνες και η ειδική πρόνοια του Άρθρου 24 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99) ― Περιστάσεις παραβίασής του στην κριθείσα περίπτωση.

Οι εφεσείοντες ζήτησαν τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης, που απέρριψε την προσφυγή τους κατά της απόφασης απονομής του πρώτου βραβείου αρχιτεκτονικού διαγωνισμού στο ενδιαφερόμενο μέρος.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση, αποφάσισε ότι:

Είναι αναμφισβήτητο ότι στις κρίσιμες πέντε συνεδρίες όντως δεν τηρήθηκαν πρακτικά. Δεν καταγράφηκε, δηλαδή, οτιδήποτε έγινε ή λέχθηκε στην κάθε συνεδρία.

Ενόψει αυτού, δεν μπορεί να διασωθεί το κύρος τής, κατά πλειοψηφία, μάλιστα απόφασης της Κριτικής Επιτροπής της 6.6.2003. Και τούτο διότι, “στην Έκθεση Αξιολόγησης Κριτικής Επιτροπής στο Β΄ Στάδιο”, η οποία και συνιστά το υπόβαθρο της απόφασης της 6.6.2003, γίνεται αναφορά στις απόψεις/εισηγήσεις αρμόδιων φορέων, όπως αυτές είχαν εκτεθεί προφορικά ενώπιον της Κριτικής Επιτροπής στις προηγούμενές της συνεδρίες, στις οποίες δεν [*139]τηρήθηκαν πρακτικά, επί δε των απόψεων/εισηγήσεων αυτών η Κριτική Επιτροπή τοποθετείται. Με αυτά τα δεδομένα, χωρίς, δηλαδή, την ύπαρξη πρακτικών όπου να καταγράφονται οι απόψεις/εισηγήσεις των αρμόδιων φορέων, όπως αυτές εξετέθησαν ενώπιον της Κριτικής Επιτροπής, ο δικαστικός έλεγχος του κατά πόσο η αιτιολογία της απόφασης της 6.6.2003 είναι επαρκής και/ή του κατά πόσο η εν λόγω αιτιολογία είναι, ενδεχομένως, το προϊόν ουσιώδους πραγματικής πλάνης, καθίσταται ανέφικτος.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Χρυσάφη v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Νικολαΐδης, Δ.), (Yπ. Aρ. 769/03), ημερ. 17/1/06.

Α. Σ. Αγγελίδης και Σ. Α. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.

Ε. Γαβριήλ, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Δ. Στεφανίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στα πλαίσια του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμoυ (Ν.102(Ι)/1997, όπως τροποποιήθηκε, – ο Νόμος), προκηρύχθηκε, στις 12.7.2002, αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για την ανέγερση του νέου κτιρίου του Υπουργείου Άμυνας και του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς. Υπέβαλαν μελέτες εννέα αρχιτεκτονικά γραφεία, μεταξύ των οποίων τα γραφεία “Χρύσαν[*140]θου Χρυσάνθου και Ηρακλή Π"Χρίστου” και “Πέτεβης και Γεωργιάδης Συνεργάτες”.

Ακολούθως, εννεαμελής Κριτική Επιτροπή, που διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο, ασχολήθηκε, σε δύο συνεδρίες, με την αξιολόγηση των μελετών. Τελικά, επέλεξε, κατά πλειοψηφία, πέντε μελέτες για συμμετοχή στο δεύτερο και τελικό στάδιο του διαγωνισμού. Μεταξύ τους περιλαμβάνονταν και εκείνες των “Χρύσανθου Χρυσάνθου και Ηρακλή Π"Χρίστου” και “Πέτεβη και Γεωργιάδη Συνεργάτες”.

Στο δεύτερο στάδιο, η Κριτική Επιτροπή, αφού στην πρώτη της συνεδρία, ημερομηνίας 20.5.2003, διαπίστωσε την εγκυρότητα των μελετών, συνήλθε, στη συνέχεια, σε άλλες πέντε συνεδρίες, ημερομηνίας 21.5.2003, 23.5.2003, 26.5.2003, 28.5.2003 και 4.6.2003, και, αφού διεξήλθε τις παρατηρήσεις του πρώτου σταδίου, όπως αυτές είχαν καταγραφεί και κοινοποιηθεί στους ενδιαφερομένους, ασχολήθηκε με την αξιολόγηση των μελετών. Τελικά, στη συνεδρία της ημερομηνίας 6.6.2003 απένειμε, κατά πλειοψηφία, το πρώτο βραβείο στη μελέτη των “Χρύσανθου Χρυσάνθου και Ηρακλή Π"Χρίστου”, το δε δεύτερο βραβείο στη μελέτη των “Πέτεβη και Γεωργιάδη Συνεργάτες”.

Την απονομή του πρώτου βραβείου στους “Χρύσανθο Χρυσάνθου και Ηρακλή Π"Χρίστου” προσέβαλαν στο Ανώτατο Δικαστήριο, με την υπ’ αρ. 769/2003 προσφυγή, οι “Πέτεβης και Γεωργιάδης Συνεργάτες”. Προέβαλαν, μεταξύ άλλων, ως λόγο ακυρώσεως ότι δεν τηρήθηκαν νόμιμα πρακτικά των συνεδριών της Κριτικής Επιτροπής, ημερομηνίας 21.5.2003, 23.5.2003, 26.5.2003, 28.5.2003 και 4.6.2003, όπως απαιτείται από τη νομολογία, αλλά και από το Άρθρο 24(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/1999).

Ο συνάδελφός μας που εκδίκασε πρωτόδικα την προσφυγή, αν και “ιδεωδώς, θα έπρεπε,” όπως είπε, να υπάρχουν πρακτικά των εν λόγω συνεδριών, εν τούτοις, έκρινε ότι η παράλειψη αυτή δεν στερούσε την τελική απόφαση, ήτοι την απόφαση της 6.6.2003, της δέουσας αιτιολογίας, δοθέντος ότι αυτή συνοδευόταν από λεπτομερή αιτιολογία. Συνακόλουθα, αφού δεν αποδέχθηκε ούτε τους άλλους λόγους ακυρώσεως που προβλήθηκαν, απέρριψε την προσφυγή.

Με την ενώπιόν μας έφεση, οι εφεσείοντες “Πέτεβης και Γεωργιάδης Συνεργάτες” επιδιώκουν την ανατροπή της απόφασης [*141]του συναδέλφου μας και, ταυτόχρονα, την ακύρωση της απόφασης της 6.6.2003, με την οποία η Κριτική Επιτροπή απένειμε, όπως αναφέραμε, το πρώτο βραβείο στη μελέτη των “Χρύσανθου Χρυσάνθου και Ηρακλή Π"Χρίστου”.

Προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα ο συνάδελφός μας έκρινε ότι, η έλλειψη πρακτικών στις συνεδρίες της 21.5.2003, 23.5.2003, 26.5.2003, 28.5.2003 και 4.6.2003, κατά τις οποίες εξετάστηκαν οι μελέτες στο δεύτερο στάδιο, δεν συνιστούσε λόγο ακυρώσεως της απόφασης της 6.6.2003, δοθέντος ότι αυτή συνοδευόταν από λεπτομερή αιτιολογία.

Ο προβαλλόμενος λόγος έφεσης ευσταθεί.

Είναι αναμφισβήτητο ότι στις υπό συζήτηση πέντε συνεδρίες όντως δεν τηρήθηκαν πρακτικά. Εκείνο που έγινε, όπως εξήγησε με επιστολή του προς το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 12.2.2006, ο κ. Α. Θεοδοσίου, Ανώτερος Διοικητικός Λειτουργός στο Υπουργείο Άμυνας, που εκτελούσε χρέη Γραμματέα της Κριτικής Επιτροπής, ήταν ότι, αντί πρακτικών, καταχωρήθηκαν από τον ίδιο σημειώματα στο φύλλο σημειωμάτων (minute sheet) του σχετικού διοικητικού φακέλου στα οποία καταγράφηκαν μόνο η ώρα έναρξης της κάθε συνεδρίας, η διάρκειά της και τα απόντα, κάθε φορά, μέλη. Δεν καταγράφηκε, δηλαδή, οτιδήποτε έγινε ή λέχθηκε στην κάθε συνεδρία. Σύμφωνα με την ίδια επιστολή, όλοι οι αρμόδιοι φορείς εξέθεταν τις απόψεις τους προφορικά όταν εκαλούντο προς τούτο από την Κριτική Επιτροπή. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν η Πυροσβεστική, η ΕΠΥΠΑΜ και οι Επιμετρητές Ποσοτήτων.

Ενόψει των πιο πάνω, δεν βλέπουμε πως θα μπορούσε να διασωθεί το κύρος τής, κατά πλειοψηφία, μάλιστα, όπως σημειώσαμε, απόφασης της Κριτικής Επιτροπής της 6.6.2003. Και τούτο διότι, “στην Έκθεση Αξιολόγησης Κριτικής Επιτροπής στο Β΄ Στάδιο”, η οποία και συνιστά το υπόβαθρο της απόφασης της 6.6.2003, γίνεται αναφορά στις απόψεις/εισηγήσεις αρμόδιων φορέων, όπως αυτές είχαν εκτεθεί προφορικά ενώπιον της Κριτικής Επιτροπής στις προηγούμενές της συνεδρίες, στις οποίες δεν τηρήθηκαν, όπως αναφέραμε, πρακτικά, επί δε των απόψεων/εισηγήσεων αυτών η Κριτική Επιτροπή τοποθετείται. Γίνεται π.χ. λόγος, με αναφορά στη μελέτη των εφεσειόντων, σε προβλήματα διακίνησης πεζών και οχημάτων, προβλήματα φωτισμού και αερισμού, προβλήματα ασφάλειας και πυρασφάλειας. Με αυτά τα δεδομένα, χωρίς, δηλαδή, την ύπαρξη πρακτικών [*142]όπου να καταγράφονται οι απόψεις/εισηγήσεις των αρμόδιων φορέων, π.χ. της Πυροσβεστικής, της ΕΠΥΠΑΜ και των Επιμετρητών Ποσοτήτων, όπως αυτές εξετέθησαν ενώπιον της Κριτικής Επιτροπής, ο δικαστικός έλεγχος του κατά πόσο η αιτιολογία της απόφασης της 6.6.2003 είναι επαρκής και/ή του κατά πόσο η εν λόγω αιτιολογία είναι, ενδεχομένως, το προϊόν ουσιώδους πραγματικής πλάνης, καθίσταται ανέφικτος.

Σχετικό είναι και το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην Χρυσάφη v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 550, στις σελ. 552-553:

“Η νομολογία απαιτεί σε τέτοιες περιπτώσεις την τήρηση πρακτικών: βλ. Medcon Construction and Others v. Republic (1968) C.L.R. 535. Το ίδιο και το Αρθρο 24(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99) σύμφωνα με το οποίο:

«24.– (1) Πρέπει να τηρούνται λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται. Η τήρηση άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία.»

Τα πρακτικά αποτελούν, ως η μόνη αυθεντική πηγή για τα όσα συνθέτουν τη διαδικασία, προϋπόθεση της χρηστής διοίκησης. Χωρίς αυτά καθίσταται εν προκειμένω ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος και η προσβληθείσα διοικητική απόφαση οδηγείται αναπόφευκτα σε ακύρωση.”

Δοθέντος ότι, για τους λόγους που μόλις εξηγήσαμε, ο λόγος έφεσης αναφορικά με την έλλειψη πρακτικών ευσταθεί, δεν θεωρούμε χρήσιμο να προχωρήσουμε στην εξέταση των άλλων λόγων έφεσης, όπως η παράβαση των κανόνων λειτουργίας των συλλογικών διοικητικών οργάνων, που προβάλλονται από τους εφεσείοντες.

Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η επίδικη απόφαση της 6.6.2003 ακυρώνεται με €2.200 έξοδα, περιλαμβανομένου Φ.Π.Α., υπέρ των εφεσειόντων-αιτητών, πρωτόδικα και κατ’ έφεση.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

*          Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου «αρχιτεκτονικός διαγωνισμός» σημαίνει διαγωνισμό στον οποίο δύο ή περισσότεροι αρχιτέκτονες καλούνται, με βάση καθορισμένη διαδικασία, από την Ενδιαφερόμενη Υπηρεσία να υποβάλουν προκαταρκτικές επισκοπήσεις, ιδέες, προμελέτες ή μελέτες με σκαριφήματα, προπλάσματα ή σχέδια για ορισμένο έργο, με σκοπό την αξιολόγησή τους από ανεξάρτητο σώμα κριτών·


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο