Α.Ο.Μ.Μ. Γαλαξίας Παραγωγές Λτδ ν. Δήμου Στροβόλου (2008) 3 ΑΑΔ 291

(2008) 3 ΑΑΔ 291

[*291]4 Ιουλίου, 2008

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

Α.Ο.Μ.Μ. ΓΑΛΑΞΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΕΣ ΛΤΔ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΔΗΜΟΥ ΣΤΡΟΒΟΛΟΥ,

Εφεσιβλήτων-Καθ’ων η αίτηση.

(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 136/2006, 137/2006)

 

Δημοτικά Τέλη ― Τέλος θεάματος ― Κατά πόσο η απαίτηση είσπραξής του από τον Δήμο ενσωματώνει εκτελεστή διοικητική πράξη ― Ειδικά το ζήτημα κατά πόσο το τέλος υπολογίζεται επί της αξίας του εισιτηρίου του θεάματος, συμπεριλαμβανομένου του φόρου προστιθέμενης αξίας.

Οι εφεσείοντες επεδίωξαν με την έφεσή τους, την ανατροπή των πρωτόδικων δικαστικών αποφάσεων, που απέρριψαν τις προσφυγές τους κατά χρεωστικών δελτίων που τους απέστειλε ο καθ’ ου η αίτηση Δήμος για να εισπράξει τέλη θεάματος, σε σχέση με παραστάσεις θεαμάτων που είχαν διοργανώσει οι ίδιοι.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:

Υποκείμενος στο τέλος είναι ο θεατής και όχι ο διοργανωτής ο οποίος κατά τα λοιπά υπέχει υποχρέωση της απόδοσης των τελών στο Δήμο. Αυτή την πραγματικότητα τη δέχτηκαν και οι εφεσείοντες κατά την ακρόαση. Υποστήριξαν, όμως, πως ακριβώς δεν βάλλουν κατά της επιβολής των τελών αυτών καθ’ αυτών, αλλά κατά του τρόπου υπολογισμού τους, όπως αυτός προκύπτει από τα χρεωστικά δελτία που τους στάληκαν. Εν πάση περιπτώσει, και εφόσον ως αντικείμενο προσδιοριζόταν ο τρόπος υπολογισμού κατά την περιγραφή των εφεσειόντων, θα παρέμενε το ότι αυτός ήταν η ευθεία συνέπεια της επιβολής του ορισμένου τέλους θεάματος. Οπότε, πράγματι, τα χρεωστικά δελτία δεν ενσωμάτωναν τα ίδια εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά συνιστούσαν αξίωση ποσών, ήδη [*292]προκυπτόντων ως οφειλομένων κατά τα προηγηθέντα. 

Οι εφέσεις απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Sportsman Betting Company Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1069,

Α.Ο.Μ.Μ. Γαλαξίας Παραγωγές Λτδ v. Δήμου Στροβόλου, Υπόθ. Αρ. 1571/05, ημερ. 16.4.2008.

Εφέσεις.

Εφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον των αποφάσεων Δικαστών του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Νικολάτος, Δ. - Υπ. Αρ. 367/06 και Νικολαΐδης, Δ. - Yπ. Aρ. 859/05), ημερ. 2/10/06 και 7/9/06 αντίστοιχα.

Α. Τσάρκατζιης για Χρ. Πατσαλίδη, για τους Εφεσείοντες.

Γρ. Λεοντίου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες ασχολούνται με τη διοργάνωση διαφόρων καλλιτεχνικών εκδηλώσεων. Σε τρεις διαφορετικές ημερομηνίες, το Μάιο 2005, διοργάνωσαν τρεις χωριστές θεατρικές παραστάσεις στο Δημοτικό Θέατρο Στροβόλου, εντός των δημοτικών ορίων του Στροβόλου. Στις 2.6.05 ο Δήμος Στροβόλου απέστειλε στους εφεσείοντες τρία χρεωστικά δελτία για τη φορολογία θεάματος που αντιστοιχούσε στις τρεις παραστάσεις, συνολικού ύψους £7.384,95. Το Μάιο, 2005, οι εφεσείοντες διοργάνωσαν διάφορες παραστάσεις του Τσίρκου «Circo Medrano», στη λεωφόρο Ιωσήφ Χατζηιωσήφ, εντός των δημοτικών ορίων Στροβόλου. Στις 7.12.05 ο Δήμος Στροβόλου τους απέστειλε χρεωστικό δελτίο για τη φορολογία θεάματος συνολικού ύψους £39.026,25 σεντ.

Σε σχέση με τα πρώτα χρεωστικά δελτία, εκείνα για τις θεατρικές παραστάσεις, ασκήθηκε η Προσφυγή 859/05. Σε σχέση με το τελευταίο, ασκήθηκε η Προσφυγή 367/06. Κατά την κοινή και στις δυο προσφυγές θέση των εφεσειόντων, παρανόμως ο φόρος [*293]θεάματος υπολογίστηκε αφού προστέθηκε στην αξία του εισιτηρίου ο ΦΠΑ. Οι προσφυγές εκδικάστηκαν από διαφορετικούς συναδέλφους μας και απορρίφθηκαν. Η Προσφυγή 859/05, επειδή, όπως κρίθηκε, «οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι χρεωστικά δελτία και όχι αποφάσεις της διοίκησης και ουσιαστικά τείνουν στην είσπραξη οφειλόμενου ήδη ποσού». Αυτά και με αναφορά στο Άρθρο 85(2)(ι) του περί Δήμων Νόμου του 1985 (Ν. 111/85 όπως τροποποιήθηκε) (στο εξής ο Νόμος) σε σχέση με την εξουσία επιβολής τελών, σε συνδυασμό και προς τον Κανονισμό 163 των περί Χωρίων (Διοίκησις και Βελτίωσις) Κανονισμών Στροβόλου του 1951, όπως τροποποιήθηκαν, (στο εξής ο Κανονισμός) με τον οποίο καθορίζεται το ύψος τους. Η Προσφυγή 367/06 επειδή, όπως κρίθηκε επί της ουσίας, «δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι οι καθ’ ων η αίτηση δεν είχαν την εξουσία να επιβάλουν τέλος θεάματος επί του συνολικού τιμήματος των εισιτηρίων περιλαμβανομένου και του ΦΠΑ και ότι είχαν υποχρέωση να επιβάλουν τέλος θεάματος μόνον επί του υπολοίπου του τιμήματος του εισιτηρίου, εξαιρουμένου του ΦΠΑ». Αυτό, αφού προηγουμένως απορρίφθηκαν οι προδικαστικές ενστάσεις πως η προσφυγή δεν αφορούσε σε εκτελεστή διοικητική πράξη και πως ήταν εκπρόθεσμη.

Ασκήθηκαν εφέσεις και αντέφεση αναλόγως, τις ακούσαμε μαζί ενόψει της ταυτότητας του θέματος που αφορούσε τα ίδια πρόσωπα και, κατά την εξέλιξη της διαδικασίας, αναγνωρίστηκε η ανάγκη επίλυσης θέματος που ήταν μεν νέο αλλά δημόσιας τάξης. Κατά την εισήγηση των εφεσιβλήτων, οι εφεσείοντες, ως απλοί εισπράκτορες, δεν νομιμοποιούνται στην άσκηση προσφυγών σε σχέση με τέλος που δεν επιβλήθηκε στους ίδιους αλλά στα πρόσωπα τα οποία, αφού αγόραζαν τα εισιτήρια, εισέρχονταν για παρακολούθηση των εκδηλώσεων. Εξηγήθηκε συναφώς πως ακριβώς αυτό το θέμα συνάπτεται και προς την κρίση στην Προσφυγή 859/05 ότι τα χρεωστικά δελτία δεν ενσωμάτωναν εκτελεστή διοικητική απόφαση. Με οδηγίες μας κατατέθηκαν συμπληρωματικά περιγράμματα αγόρευσης και, όπως ήταν και η εισήγησή τους, ακούσαμε τα μέρη σε σχέση με την πιο πάνω προδικαστική ένσταση.

Ήταν στο επίκεντρο της συζήτησης η απόφαση της Ολομέλειας στη Sportsman Betting Company Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 1069, που επικαλέστηκαν οι εφεσίβλητοι. Αφορούσε στο φόρο για συλλογικά στοιχήματα και κρίθηκε πως οι αποδέκτες τους δεν νομιμοποιούνταν εφόσον ο φόρος «επιβαρύνει τα πρόσωπα που συμμετέχουν στο στοίχημα», οι «αποδέκτες ενεργούν απλά ως εισπράκτορες», και στη βάση του δεδομένου πως «στην πράξη όσοι κατέχουν άδειες αποδοχής συλλο[*294]γικών στοιχημάτων χρεώνουν τους πελάτες τους με την επιπρόσθετη επιβάρυνση του 25% για τη συμμετοχή τους στη διεξαγωγή του στοιχήματος», επιτυχία της προσφυγής «θα σήμαινε ότι η εφεσείουσα μπορούσε να οικειοποιηθεί τα διάφορα ποσά που εισέπραξε από τους πελάτες της, που βεβαίως ανήκουν στην Κυπριακή Δημοκρατία».

O Νόμος σε εκείνη την περίπτωση επέβαλλε την υποχρέωση για την καταβολή του φόρου στον αποδέκτη των συλλογικών στοιχημάτων, ο οποίος μπορούσε να τον εισπράξει από τους συμμετέχοντες για να τον καταβάλει στη Δημοκρατία και η Ολομέλεια κατέληξε ως ακολούθως:

«Όπως έχουμε σημειώσει από την αρχή εκείνο που προσβάλλεται είναι η είσπραξη των ποσών από τους καθ'ων η αίτηση, χρημάτων που είχαν ήδη εισπραχθεί από την εφεσείουσα από πελάτες της που είχαν συμμετάσχει σε στοιχήματα, και βεβαίως είναι σε συνάρτηση προς αυτή την πράξη που πρέπει να θεμελιώνεται το έννομο συμφέρον της και όχι γενικά προς τις δυνητικές επιπτώσεις από την εφαρμογή του νόμου, αφηρημένα».

Οι εφεσείοντες υποστήριξαν ότι η παρούσα υπόθεση διακρίνεται γιατί, εν προκειμένω, ελλείπει το στοιχείο της ήδη είσπραξης του φόρου θεάματος από τους ίδιους και επικαλέστηκαν ακριβώς την απόφαση της Παπαδοπούλου, Δ., προς αυτή την κατεύθυνση στην Α.Ο.Μ.Μ. Γαλαξίας Παραγωγές Λτδ v. Δήμου Στροβόλου, Υπόθ. Αρ. 1571/05, ημερομηνίας 16.4.08.  Δεν είναι καθόλου διευκρινισμένο το έρεισμα της εισήγησης πως εδώ δεν είχε ήδη εισπραχθεί ο φόρος.  Αντίθετα προκύπτει πως ο φόρος είχε προστεθεί με τη μορφή ενσήμων στα εισιτήρια που πωλούνταν στους θεατές. Ούτως ή άλλως, όμως, κατά το Άρθρο 85(2) του Νόμου το τέλος επιβάλλεται «επί όλων των πληρωμών των γενομένων υπό οιουδήποτε προσώπου αίτινες εισπράττονται διά την είσοδον αυτού εις οιονδήποτε δημόσιον θέαμα».  Ομοίως δε κατά τον Κανονισμό 163 (Βλ. συναφώς το Άρθρο 4 του Νόμου) επιβάλλεται το τέλος θεάματος, το ύψος του οποίου καθορίζεται «επί όλων των πληρωμών των γενομένων δι είσοδον …». Κανένα δε πρόσωπο δεν εισέρχεται στον αντίστοιχο χώρο «ειμή έναντι εισιτηρίου» στο οποίο θα πρέπει και να αναγράφεται η ακριβής τιμή περιλαμβανομένου και του τέλους. Ορθώς, λοιπόν, εισηγούνται οι καθ’ ων η αίτηση πως υποκείμενος στο τέλος είναι ο θεατής και όχι ο διοργανωτής ο οποίος κατά τα λοιπά υπέχει υποχρέωση της απόδοσης των τελών στο Δήμο. Αυτή την πραγματικότητα τη δέχτηκαν και οι εφεσείοντες κατά [*295]την ακρόαση. Υποστήριξαν, όμως, πως ακριβώς δεν βάλλουν κατά της επιβολής των τελών αυτών καθ’ αυτών αλλά κατά του τρόπου υπολογισμού τους όπως αυτός προκύπτει από τα χρεωστικά δελτία που τους στάληκαν. Εν τούτοις οι προσφυγές προσδιορίζουν ως αντικείμενό τους τον «φόρο θεάματος» που φέρεται να τους επιβλήθηκε και είδαμε πως δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι, κάτω από οποιαδήποτε οπτική γωνία, επιβλήθηκε σ’ αυτούς τέλος θεάματος. Εν πάση περιπτώσει, και εφόσον ως αντικείμενο προσδιοριζόταν ο τρόπος υπολογισμού κατά την περιγραφή των εφεσειόντων, θα παρέμενε το ότι αυτός ήταν η ευθεία συνέπεια της επιβολής του ορισμένου τέλους θεάματος.  Οπότε, πράγματι, τα χρεωστικά δελτία δεν ενσωμάτωναν τα ίδια εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά συνιστούσαν αξίωση ποσών ήδη προκυπτόντων ως οφειλομένων κατά τα προηγηθέντα. Καταλήγουμε πως, για τους λόγους που εξηγήσαμε, η προσβαλλόμενη επιβολή τέλους θεάματος δεν αφορούσε στους εφεσείοντες, πως το δικό τους συμφέρον ήταν έμμεσο και όχι «ίδιον» όπως απαιτείται από το Άρθρο 146.2 του Συντάγματος και πως δεν νομιμοποιούνταν στην άσκηση των προσφυγών.

Οι εφέσεις απορρίπτονται. Το κρίσιμο θέμα προσδιορίστηκε και συζητήθηκε σε προχωρημένο στάδιο της διαδικασίας κατ’ έφεση και δεν θα εκδώσουμε διαταγή για έξοδα.

Οι εφέσεις απορρίπτονται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο