Κυπριακή Δημοκρατία ν. Χρίστου Μιχαήλ (2008) 3 ΑΑΔ 341

(2008) 3 ΑΑΔ 341

[*341]17 Ιουλίου, 2008

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες,

v.

ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ,

Εφεσιβλήτου.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 84/2006)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Σύσταση του Διευθυντή ― Η πρωτόδικη κρίση περί πάσχουσας σύστασης στην κριθείσα περίπτωση επικυρώθηκε κατ’ έφεση ― Περιστάσεις.

Η Δημοκρατία αμφισβήτησε με την έφεσή της, την ορθότητα της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους, στη θέση Αρχιεπιστάτη στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Δεν δικαιολογείται παρέμβαση στην πρωτόδικη απόφαση. Και οι εφεσείοντες, ενώ ισχυρίζονται πως δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ο Διευθυντής απέδιδε υπεροχή στον ενδιαφερόμενο στους εξειδικευθέντες τομείς, ταυτόχρονα εισηγήθηκαν πως ούτε και η αναφορά στο πρόσθετο μη απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν ήταν το «μόνο κριτήριο» που βάρυνε στη σκέψη του. Το ερώτημα, βεβαίως, που ανακύπτει είναι ποιό άλλο, αφού ως προς την αρχαιότητα είναι παραδεκτό ότι υπερέχει ο εφεσίβλητος.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Μοδίτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695,

Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 275.

[*342]Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Νικολάτος, Δ.), (Yπ. Aρ. 173/05), ημερ. 5/6/06.

Μ. Σπηλιωτοπούλου, για τους Εφεσείοντες.

Α. Κουντουρή με Δ. Στεφανίδη, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.), με την απόφασή της ημερομηνίας 20.10.04, προήγαγε τον Κ. Ευλαβή (ο ενδιαφερόμενος) στη θέση Αρχιεπιστάτη στο Τμήμα Αναπτύξεως Υδάτων. Ο εφεσίβλητος, ως ένας από τους προσοντούχους, άσκησε προσφυγή και με την εφεσιβαλλόμενη πρωτόδικη απόφαση η προαγωγή ακυρώθηκε.

Οι λόγοι ακύρωσης αφορούν στη σύσταση του Διευθυντή του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, γύρω από αυτή περιστράφηκε και η συζήτηση ενώπιόν μας και την παραθέτουμε:

«Η παρούσα διαδικασία αφορά την πλήρωση μιας κενής θέσης Αρχιεπιστάτη.

Δε γνωρίζω προσωπικά όλους τους υποψηφίους, προκειμένου όμως να προβώ στη σύστασή μου, έχω πάρει πληροφορίες από τους άμεσα Προϊσταμένους τους σχετικά με την προσφορά τους και έχω, επίσης, μελετήσει τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετησίων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων.

Όλοι οι υποψήφιοι κατέχουν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα. Ο υποψήφιος Ευλαβής Κυριάκος κατέχει και υπέρτερα προσόντα, τα οποία είναι σχετικά με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης, όμως δεν απαιτούνται από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε συνιστούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν και τα οποία έχω συνυπολογίσει, αφού απέδωσα σ’ αυτά την ανάλογη βαρύτητα. Σημειώνεται ότι ο υπ’ αρ. 1 υποψήφιος αφυπηρέτησε την 1.10.04.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, καθώς και τα νομολογημένα κριτήρια στο σύνολό τους – αξία, προσόντα, αρχαιότητα -, την προσφορά των υποψηφίων και τις ικανότητες και δυνατότητές [*343]τους να αναλάβουν τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης, συστήνω τον υπ’ αρ. 7 στον κατάλογο των υποψηφίων, Ευλαβή Κυριάκο, για την πλήρωση της θέσης.

Ο Ευλαβής Κυριάκος εργάζεται στο Επαρχιακό Γραφείο του Τμήματος στη Λεμεσό.

Για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων του Αρχιεπιστάτη απαιτείται, κατά την κρίση μου, όπως ο κάτοχος της θέσης διαθέτει ισχυρό χαρακτήρα, πρωτοβουλία, οργανωτικές ικανότητες και ζήλο για τη δουλειά του. Οι αρετές, ιδιότητες και ικανότητες αυτές αξιολογούνται και αντικατοπτρίζονται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις.

Όσον αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων πέντε ετών, ο Ευλαβής Κυριάκος ουδενός υστερεί ή/και υπερέχει, αξιολογηθείς ως καθόλα εξαίρετος.

Από πλευράς προσόντων, ο Ευλαβής Κυριάκος υπερέχει όλων των υπόλοιπων υποψηφίων, διότι κατέχει πτυχίο Δομικών Έργων Κ.Α.Τ.Ε.Ε. Θεσσαλονίκης, που είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης.

Από πλευράς αρχαιότητας, υστερεί των υπ’ αρ. 2 έως 6 ως προς την παρούσα θέση, από έξι μήνες έως τρία περίπου χρόνια, και υπερέχει των υπολοίπων είτε ως προς την ημερομηνία γέννησης είτε κατά δύο περίπου χρόνια στην παρούσα θέση.

Σε συνεκτίμηση όλων των κριτηρίων και της καθόλα προσφοράς των υποψηφίων, ο Ευλαβής Κυριάκος κρίνεται ως καταλληλότερος και συστήνεται για προαγωγή.»

Τα εκατέρωθεν επιχειρήματα αναπτύχθηκαν κάτω από το δεδομένο πως, ενόψει της απόφασης της πλήρους Ολομέλειας στην Μοδίτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695, δεν παρεχόταν περιθώριο αναγνώρισης υπεροχής του ενδιαφερομένου έναντι του εφεσιβλήτου σε σχέση με τις εξειδικευθείσες ιδιότητες και ικανότητες αφού, ως προς αυτές, βαθμολογούνταν ετησίως και η βαθμολογία τους ήταν η ίδια. Το κρίσιμο δε ερώτημα ήταν αν, πράγματι, όπως κρίθηκε πρωτοδίκως, ο Διευθυντής υπονόησε υπεροχή του ενδιαφερομένου ως προς αυτά και ότι η σύσταση πάσχει από γενικότητα, ασάφεια και αοριστία. Ιδιαιτέρως ενόψει και της αναφοράς σε συνεκτίμηση όλων των κριτηρίων χωρίς οποιαδήποτε [*344]εξειδίκευση αλλά και της εν τέλει παραπομπής στην «καθ’ όλα προσφορά τους» που απέληγε ατεκμηρίωτη και δεν ανταποκρινόταν στη νομοθετική απαίτηση για αιτιολογία.

Εξετάσαμε τα στοιχεία και δεν έχουμε ικανοποιηθεί ότι δικαιολογείται παρέμβασή μας. Σημειώνουμε πως και οι εφεσείοντες, ενώ ισχυρίζονται πως δεν θα πρέπει να θεωρηθεί ότι ο Διευθυντής απέδιδε υπεροχή στον ενδιαφερόμενο στους εξειδικευθέντες τομείς, ταυτόχρονα εισηγήθηκαν πως ούτε και η αναφορά στο πρόσθετο μη απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν ήταν το «μόνο κριτήριο» που βάρυνε στη σκέψη του. Το ερώτημα, βεβαίως, που ανακύπτει είναι ποιο άλλο αφού δεν ήταν ούτε η πιο πάνω συζητηθείσα υπεροχή, εφόσον ως προς την αρχαιότητα είναι παραδεκτό ότι υπερέχει ο εφεσίβλητος.

Έχουμε όμως μια παρατήρηση σε σχέση με το ζήτημα του πρόσθετου μη απαιτούμενου προσόντος που κατείχε ο ενδιαφερόμενος. Ο εφεσίβλητος εισηγήθηκε πως στην πραγματικότητα δεν ήταν σχετικό και πως, εν πάση περιπτώσει, είχε αποκτηθεί το 1978 και δεν θα έπρεπε να είχε ουσιώδη επίδραση. Σημειώνεται δε συναφώς πως, μετά την απόκτησή του, ήδη ο εφεσίβλητος, που προσλήφθηκε ως επιστάτης το 1986, τρία περίπου χρόνια πριν από τον ενδιαφερόμενο, προάχθηκε στη θέση του Βοηθού Αρχιεπιστάτη περίπου 15 μήνες πριν από τον ενδιαφερόμενο, εξ ου και η αρχαιότητά του. Και πρωτοδίκως αναφέρθηκε πως «το επιπρόσθετο προσόν του ενδιαφερόμενου προσώπου δεν θεμελιώνει από μόνο του έκδηλη υπεροχή εφόσον είναι προσόν που δεν προβλέπεται από το σχέδιο υπηρεσίας». Και ότι «λαμβάνεται υπόψη αλλά συνιστά παράγοντα οριακής σημασίας». Αυτό, όμως, θα εντασσόταν στο αντικείμενο της αναθεώρησης αν η σύσταση παρέπεμπε στο πρόσθετο προσόν, ως το λόγο της. Που δεν είναι η περίπτωση. Εν πάση δε περιπτώσει, δεν θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε και πως, ως θέμα κάποιας γενικής αρχής, είναι δυνατό να προσδιοριστεί εκ των προτέρων η όποια βαρύτητα ορισμένου στοιχείου κρίσης. Αυτή δεν μπορεί παρά να είναι το αποτέλεσμα συσχετισμών και κρίσης στη βάση του συνόλου των δεδομένων της κάθε περίπτωσης (Βλ. συναφώς την απόφαση στην Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 275) η οποία, προερχόμενη από τη διοίκηση, ελέγχεται ως προς το εύλογό της και όχι με γνώμονα το κατά πόσο ορισμένη υπεροχή, σε ορισμένο τομέα, θεμελιώνει έκδηλη υπεροχή του επιλεγομένου. Η έφεση απορρίπτεται με €1.700 έξοδα περιλαμβανομένου του Φ.Π.Α..

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο