Αρσανίδης Απόστολος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 495

(2008) 3 ΑΑΔ 495

[*495]8 Δεκεμβρίου, 2008

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΡΣΑΝΙΔΗΣ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2. ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ,

3. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Εφεσιβλήτων-Kαθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Aρ. 64/2006)

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Σκοπός της απαλλοτρίωσης ― Διαπλάτυνση οδού, ως σκοπός της απαλλοτρίωσης ― Η συμβολή της οδού με πάροδο περιλαμβάνεται σε ένα τέτοιο σκοπό ― Αντίθετος ισχυρισμός του εφεσείοντα, ιδιοκτήτη ακινήτου επί της παρόδου, απορρίφθηκε.

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Έρευνα για την ολιγότερο επαχθή λύση ― Είχε υπό τις περιστάσεις διεξαχθεί ― Σχετική μελέτη όπου έδειχνε το αναγκαίο της απαλλοτρίωσης, προς επίτευξη του σκοπού της απαλλοτρίωσης, είχε γίνει.

Ο εφεσείων είχε επιδιώξει, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση, την ακύρωση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης, που είχε ως σκοπό την «βελτίωση της οδού Αθηνών στο Στρόβολο», στο μέτρο που επηρέαζε το δικό του ακίνητο.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1. Με όσα προκύπτουν από την πρωτόδικη απόφαση, φαίνεται ότι υπήρχε σχετική μελέτη που έδειχνε ότι η απαλλοτρίωση μέρους του Τεμ. 123 ήταν άμεσα συνδεδεμένη και αναγκαία για το σκοπό της απαλλοτρίωσης. Το γεγονός ότι στο σχετικό διάταγμα γινόταν αναφορά μόνο στην οδό Αθηνών (που είναι ο κύριος δρόμος) και όχι σε πάροδο, δεν θέτει την απαλλοτρίωση μέρους του Τεμ. 123 έξω από [*496]το σκοπό του διατάγματος διότι στο μέρος που είναι το Τεμ. 123, η διαμόρφωση της οδού Αθηνών γίνεται με τρόπο ώστε να υπάρχει διαπλάτυνση της εισόδου της παρόδου. Το Τεμ. 123 στην μια του πλευρά εφάπτεται, σε μεγάλο μέρος του της οδού Αθηνών. Θα είχαν δίκαιο οι εφεσείοντες αν το απαλλοτριωθέν μέρος του ακινήτου ήταν στο τεμάχιο γης που δεν εφάπτεται της οδού Αθηνών.

2. Αναφορικά τώρα με τον ισχυρισμό ότι δεν μελετήθηκαν εναλλακτικές και/ή λιγότερο επαχθείς λύσεις και ότι εν πάση περιπτώσει η απαλλοτρίωση μέρους του τεμαχίου του εφεσείοντα δεν ήταν απολύτως αναγκαία, ο πρωτόδικος δικαστής που εκδίκασε πρωτόδικα την υπόθεση, αφού ανάφερε ότι διεξήλθε τους σχετικούς φακέλους που αποκαλύπτουν μια ενδελεχή έρευνα λαμβανομένης υπόψη και σχετικής αναφοράς του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, ο οποίος είχε μελετήσει τις ενστάσεις και είχε εισηγηθεί στον Υπουργό Εσωτερικών την απόρριψη τους, κατάληξε ως ακολούθως:

«Είναι λοιπόν φανερό ότι οι καθ’ ων η αίτηση μελέτησαν και εναλλακτικές, λιγότερο επαχθείς για τον αιτητή λύσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση η απαλλοτρίωση του μέρους του τεμαχίου του για την άμεση βελτίωση της οδού Αθηνών δεν μπορούσε να αποφευχθεί. Οποιαδήποτε παρέκκλιση επικαλείται ο αιτητής ότι έχει γίνει, ως επέμβαση επί της παρόδου, θεωρώ ότι συνάδει με το σκοπό της απαλλοτρίωσης. Επιπρόσθετα πρέπει να ειπωθεί ότι συναρτάται άμεσα με το στοιχείο της δημόσιας ωφέλειας, όπως περιγράφεται στη γνωστοποίηση, εφόσον διευκολύνει την τροχαία κίνηση και την οδική κυκλοφορία επί της οδού Αθηνών.»

    Το πιο πάνω σκεπτικό του πρωτόδικου δικαστή θεωρείται ορθό και επομένως οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του εφεσείοντα, δεν ευσταθούν.

    Η παρούσα έφεση εξετάστηκε και υπό το φως της πρόσφατης απόφασης της Ολομέλειας στη Δημήτρης Ιωάννου Ψάλτης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 452, που αφορούσε την απαλλοτρίωση ακινήτου στην περιοχή Ιδαλίου για σκοπό δημόσιας ωφέλειας, δηλαδή για αρχαιολογικές ανασκαφές ή τη συντήρηση ή αξιοποίηση αρχαίων μνημείων ή αρχαιοτήτων, και με την οποία απόφαση ακυρώθηκε η πρωτόδικη απόφαση, για το λόγο ότι απουσίαζε σχετική μελέτη που να δείχνει την αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης της γης και ότι δεν υπάρχει άλλη λιγότερο επαχθής λύση. Εκεί η απαλλοτρίωση επηρέαζε οικία όπου διέμεναν οι αιτητές ηλικίας 67 και 68 ετών και κρίθηκε ότι τέτοια μελέτη, που θα αποδείκνυε το απόλυτα αναγκαίο της απαλλοτρίωσης, απουσίαζε. Στην παρούσα όμως υπόθεση, προκύ[*497]πτει ότι υπήρχε η σχετική μελέτη που έδειχνε ότι η απαλλοτρίωση μέρους του Τεμ. 123 ήταν άμεσα συνδεδεμένη και αναγκαία για το σκοπό της απαλλοτρίωσης.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Ψάλτης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 452.

Έφεση.

Έφεση από τoν εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Yπ. Aρ. 655/04), ημερ. 18/4/06.

Α. Ευσταθίου, για τον Εφεσείοντα-Αιτητή.

Θ. Πιπερή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους-Καθ’ ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων, ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο ο ιδιοκτήτης του ακινήτου με αρ. Τεμ. 123, Φ/Σχ. ΧΧΙ/1012V05, Τμήμα 3, ενορία Χρυσελεούσας στο Στρόβολο, μέρος του οποίου απαλλοτριώθηκε με διάταγμα απαλλοτρίωσης που δημοσιεύθηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 16/4/04. Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, όπως προκύπτει από τη σχετική γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης (Ε.Ε. της Δημοκρατίας αρ. 3706 της 18/4/03 Α.Δ.Π. 372) είναι ότι αυτή ήταν αναγκαία «για τη δημιουργία, βελτίωση και ανάπτυξη των συγκοινωνιών στη Δημοκρατία και η απαλλοτρίωση της επιβάλλεται για τους πιο κάτω λόγους, δηλαδή για τη βελτίωση της οδού Αθηνών στο Στρόβολο από τη συμβολή της με τη λεωφόρο Στροβόλου μέχρι τη συμβολή της με την οδό Ηρακλέους». Το τεμάχιο του εφεσείοντα είναι γωνιακό και εφάπτεται βόρεια της λεωφόρου Αθηνών και στην ανατολική του πλευρά της στενής παρόδου που τέμνει κάθετα τη λεωφόρο.

Ο εφεσείων προσέβαλε την προαναφερθείσα απαλλοτρίωση με την προσφυγή του αρ. 655/2004, η οποία όμως απορρίφθηκε στις 18/4/06, με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας έφεσης.

[*498]Με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται η θέση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι στην προκείμενη περίπτωση οι καθ’ ών η αίτηση-εφεσίβλητοι μελέτησαν εναλλακτικές και/ή λιγότερο επαχθείς για τον εφεσείοντα λύσεις και ότι σε κάθε περίπτωση η απαλλοτρίωση του μέρους του τεμαχίου ήταν απολύτως αναγκαία για την άμεση βελτίωση της οδού Αθηνών.

Με τον δεύτερο λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο κατάληξε ότι ανεξάρτητα από την παρείσφρηση των μεταγενέστερων γεγονότων τα οποία έχουν αναφερθεί στον πρωτο λόγο έφεσης, η απαλλοτρίωση καθίστατο αναγκαία και ότι δεν μπορούσε να ελεγχθεί η έκταση του απαλλοτριωθέντος κτήματος.

Θεωρούμε τους πιο πάνω λόγους έφεσης ως συναφείς και γι’ αυτό το κρίνουμε ευχερέστερο όπως αυτοί εξετασθούν μαζί.

Αναπτύσσοντας τους πιο πάνω λόγους στο περίγραμμα αγόρευσής της, το οποίο υιοθέτησε κατά την ενώπιόν μας ακροαματική διαδικασία, η ευπαίδευτη συνήγορος του εφεσείοντα, ισχυρίστηκε ότι ο πρωτόδικος δικαστής δεν εξέτασε καθόλου και/ή δεν εξετίμησε δεόντως το γεγονός ότι η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, όπως και το διάταγμα, αφορούσαν μόνο την βελτίωση της οδού Αθηνών. Επομένως το τεμάχιο του εφεσείοντα επηρεάστηκε με την απαλλοτρίωση κατά τρόπο πέραν του απολύτως αναγκαίου σκοπού, ο οποίος σύμφωνα με τη νομολογία, περιορίζεται με το διάταγμα γνωστοποίησης. Όπως εξήγησε περαιτέρω η συνήγορος, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης όπως είχε καθοριστεί με τη γνωστοποίηση «περιορίζετο σε τόση έκταση όσο χρειαζόταν, ώστε να επιτευχθεί η διαπλάτυνση και βελτίωση της οδού Αθηνών». Εδώ μετά τη γνωστοποίηση και πριν τη δημοσίευση του διατάγματος απαλλοτρίωσης, ο σκοπός μετεβλήθη και το ακίνητο απαλλοτριώθηκε για τη δημιουργία οδικού δικτύου ή οριστικοποίηση οδικού δικτύου στην περιοχή του ακινήτου. Επομένως μοιραία αυξήθηκε ο βαθμός επηρεασμού του επίδικου ακινήτου, αφού πλέον δεν επρόκειτο για διαπλάτυνση ή βελτίωση της λεωφόρου, αλλά για τη δημιουργία οδικού δικτύου με τρόπο που επιβαρύνετο το ακίνητο του εφεσείοντα και προς το νότο. Σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν ένας και εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο μίλησε για πρώτη και δεύτερη φάση του ίδιου σκοπού.

Σχετικά με τα πιο πάνω ο αδελφός δικαστής ανάφερε τα ακόλουθα:

[*499]«Ο αιτητής εστιάζει το παράπονο του στο ότι με την απαλλοτρίωση του μέρους του ακινήτου του που εφάπτεται της παρόδου, μπαίνουν οι βάσεις για το μελλοντικό έργο της διαμόρφωσης της σε μονόδρομο. Ο συγκεκριμένος σκοπός εντάσσεται στα πλαίσια της δεύτερης φάσης δηλαδή της βελτίωσης του δευτερεύοντος οδικού δικτύου της λεωφόρου Αθηνών και δεν περιλαμβάνεται στους σκοπούς της παρούσας απαλλοτρίωσης. Επικαλείται μάλιστα την πρόταση που έκανε το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως με την επιστολή ημερ. 6/3/03, η οποία συνίσταται στα εξής:

……………………………………………………………………

Η πιο πάνω πρόταση για τον τρόπο αξιοποίησης της παρόδου αφορούσε τη δεύτερη φάση του έργου. Δεν αναιρεί την αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης μέρους του ακινήτου του αιτητή για τους σκοπούς της παρούσας απαλλοτρίωσης σύμφωνα με τον υφιστάμενο αρχικό σχεδιασμό. Αυτό επιβεβαιώνεται και από την απάντηση του Δήμου Στροβόλου ημερ. 20/3/03 (βλ. Κυανούν 163 στο Τόμο 2) που, σε αντίθεση με ό,τι εισηγείται ο αιτητής αναφορικά με την έλλειψη έρευνας, μελέτησε την πρόταση και τοποθετήθηκε ως εξής:

……………………………………………………………………

Καθίσταται σαφές ότι οι καθ’ ων η αίτηση είχαν αντιληφθεί ότι η γενικότερη ρύθμιση της παρόδου και η υλοποίηση του οποιουδήποτε σχεδιασμού σε αυτή, δεν μπορούσε να καλυφθεί με την υπό αναφορά απαλλοτρίωση. Ωστόσο η παρατήρηση αυτή δεν καθιστά τον σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε το μέρος του ακινήτου του αιτητή αλλότριο, στο μέτρο που η έκταση του ήταν αναγκαία για το σκοπό του επίδικου διατάγματος, δηλαδή για την διαπλάτυνση του οδοστρώματος της οδού Αθηνών ή τη βελτίωση της συνδρομής της με την πάροδο.

Το δικαστήριο εξάλλου δεν μπορεί να υπεισέλθει στο θέμα σε πόση έκταση το ακίνητο του αιτητή ήταν αναγκαίο καθαρά για τη διαμόρφωση της ομαλής συμβολής της οδού Αθηνών με τη πάροδο και σε πόση έκταση προοριζόταν για την κατασκευή της οδικής πρόσβασης εντός της παρόδου, διότι αυτό αποτελεί καθαρά τεχνικό θέμα.»

Συμφωνούμε με το πιο πάνω σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης και έτσι οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί της πλευράς του εφεσείοντα, απορρίπτονται. Με όσα προκύπτουν από την πρωτόδικη απόφαση, φαίνεται ότι υπήρχε σχετική μελέτη που έδειχνε ότι η [*500]απαλλοτρίωση μέρους του Τεμ. 123 ήταν άμεσα συνδεδεμένη και αναγκαία για το σκοπό της απαλλοτρίωσης. Το γεγονός ότι στο σχετικό διάταγμα γινόταν αναφορά μόνο στην οδό Αθηνών (που είναι ο κύριος δρόμος) και όχι σε πάροδο, δεν θέτει την απαλλοτρίωση μέρους του Τεμ. 123 έξω από το σκοπό του διατάγματος διότι στο μέρος που είναι το Τεμ. 123, η διαμόρφωση της οδού Αθηνών γίνεται με τρόπο ώστε να υπάρχει διαπλάτυνση της εισόδου της παρόδου. (Βλ. Διοικητικό φάκελο αρ. 24/131/ Ν.82 Τόμος Ι). Το Τεμ. 123 στην μια του πλευρά εφάπτεται, σε μεγάλο μέρος του της οδού Αθηνών. Θα είχαν δίκαιο οι εφεσείοντες αν το απαλλοτριωθέν μέρος του ακινήτου ήταν στο τεμάχιο γης που δεν εφάπτεται της οδού Αθηνών.

Αναφορικά τώρα με τον ισχυρισμό ότι δεν μελετήθηκαν εναλλακτικές και/ή λιγότερο επαχθείς λύσεις και ότι εν πάση περιπτώσει η απαλλοτρίωση μέρους του τεμαχίου του εφεσείοντα δεν ήταν απολύτως αναγκαία, ο αδελφός δικαστής που εκδίκασε πρωτόδικα την υπόθεση, αφού ανάφερε ότι διεξήλθε τους σχετικούς φακέλους που αποκαλύπτουν μια ενδελεχή έρευνα λαμβανομένης υπόψη και σχετικής αναφοράς του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως (Παράρτημα 10 την Ένσταση) ο οποίος είχε μελετήσει τις ενστάσεις και είχε εισηγηθεί στον Υπουργό Εσωτερικών την απόρριψη τους, κατάληξε ως ακολούθως:

«Είναι λοιπόν φανερό ότι οι καθ’ ων η αίτηση μελέτησαν και εναλλακτικές, λιγότερο επαχθείς για τον αιτητή λύσεις, αλλά σε κάθε περίπτωση η απαλλοτρίωση του μέρους του τεμαχίου του για την άμεση βελτίωση της οδού Αθηνών δεν μπορούσε να αποφευχθεί. Οποιαδήποτε παρέκκλιση επικαλείται ο αιτητής ότι έχει γίνει, ως επέμβαση επί της παρόδου, θεωρώ ότι συνάδει με το σκοπό της απαλλοτρίωσης. Επιπρόσθετα πρέπει να ειπωθεί ότι συναρτάται άμεσα με το στοιχείο της δημόσιας ωφέλειας, όπως περιγράφεται στη γνωστοποίηση, εφόσον διευκολύνει την τροχαία κίνηση και την οδική κυκλοφορία επί της οδού Αθηνών. (βλ. επίσης Λαμπιδονίτης κ.ά. v. Συμβ. Βελτ. Παλαιοχωρίου κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 141).»

Θεωρούμε το πιο πάνω σκεπτικό του αδελφού δικαστή ορθό και επομένως οι περί του αντιθέτου ισχυρισμοί του εφεσείοντα, κρίνουμε ότι δεν ευσταθούν.

Προτού τελειώσουμε το θεωρούμε ορθό να αναφέρουμε ότι εξετάσαμε την παρούσα έφεση και υπό το φως της πρόσφατης απόφασής μας στη Δημήτρης Ιωάννου Ψάλτης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 452, που αφορούσε την απαλλοτρίωση ακινήτου [*501]στην περιοχή Ιδαλίου για σκοπό δημόσιας ωφέλειας, δηλαδή για αρχαιολογικές ανασκαφές ή τη συντήρηση ή αξιοποίηση αρχαίων μνημείων ή αρχαιοτήτων, και με την οποία απόφαση ακυρώσαμε την πρωτόδικη απόφαση για το λόγο ότι απουσίαζε σχετική μελέτη που να δείχνει την αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης της γης και ότι δεν υπάρχει άλλη λιγότερο επαχθής λύση. Βέβαια εκεί η απαλλοτρίωση επηρέαζε οικία όπου διέμεναν οι αιτητές ηλικίας 67 και 68 ετών και κρίθηκε ότι τέτοια μελέτη, που θα αποδείκνυε το απόλυτα αναγκαίο της απαλλοτρίωσης, απουσίαζε. Στην παρούσα όμως υπόθεση, με όσα αναφέραμε πιο πάνω, προκύπτει ότι υπήρχε η σχετική μελέτη που έδειχνε ότι η απαλλοτρίωση μέρους του Τεμ. 123 ήταν άμεσα συνδεδεμένη και αναγκαία για το σκοπό της απαλλοτρίωσης. 

Ενόψει όλων των πιο πάνω, θεωρούμε την πρωτόδικη απόφαση ορθή και επομένως η παρούσα έφεση θα πρέπει να απορριφθεί.

Η έφεση απορρίπτεται με €1.500 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. εναντίον του εφεσείοντα.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο