Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ιάκωβου Φεσσά (2009) 3 ΑΑΔ 141

(2009) 3 ΑΑΔ 141

[*141]18 Μαρτίου, 2009

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,  ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Eφεσείοντες,

ν.

ΙΑΚΩΒΟΥ ΦΕΣΣΑ,

Εφεσιβλήτου.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 122/2006)

 

Δεδικασμένο ― Δεδικασμένο από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε ότι στοιχειοθετείται δεδικασμένο στην εξετασθείσα υπόθεση.

Η Δημοκρατία αμφισβήτησε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Πρώτου Λειτουργού Γεωργίας.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Η Δημοκρατία προέβαλε ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι υπήρχε δεδικασμένο πως ο εφεσίβλητος και τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι ισοδύναμοι σε αξία.  Μετά από μελέτη της απόφασης στην προσφυγή αρ. 528/01 της 28/3/03, κρίνεται ορθή η προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστή, ότι δηλαδή στην εν λόγω προσφυγή υπήρξε δεδικασμένο. 

     Η πρώτη παράγραφος του κρίσιμου αποσπάσματος της απόφασης αφορά ισχυρισμό του εφεσίβλητου/αιτητή.  Όμως στη δεύτερη, έστω και αν δεν χρησιμοποιείται ρητά η φράση «ίσοι σε αξία» αυτό το εύρημα είναι πρόδηλο, αφού το δικαστήριο διαπίστωσε ότι όλοι βαθμολογήθηκαν ως «εξαίρετοι» και όλοι κατέχουν τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, με μόνη διαφορά ότι ο εφεσίβλητος υπερέχει σε αρχαιότητα 8 τουλάχιστον ετών.

[*142]2.      Η κατάληξη για τον πρώτο λόγο έφεσης καθιστά περιττή την εξέταση των υπόλοιπων λόγων έφεσης.

     Αναφορικά με την αντέφεση του Βραχίμη Χατζηχάννα, ενόψει του αποτελέσματος της έφεσης, δεν υπάρχει πλέον θέμα που τον αφορά.

3.  Η έφεση απορρίπτεται με €1.700 έξοδα πλέον Φ.Π.Α. υπέρ του εφεσιβλήτου και εναντίον των εφεσειόντων.

     Η αντέφεση απορρίπτεται χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Διαταγή ως ανωτέρω.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Γαβριηλίδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 729/05), ημερ. 18.8.06.

Αντ. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας με Λ. Ουστά, Δικηγόρο της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Α. Κωνσταντίνου,  για τον Εφεσίβλητο.

Ο Βρ. Χατζηχάννας, Αιτητής στην Υπόθ. Αρ. 742/05 και Αντεφεσείων, παρουσιάζεται προσωπικά.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.:  Η παρούσα έφεση αφορά τη διαδικασία πλήρωσης (με προαγωγή) της θέσης του Πρώτου Λειτουργού Γεωργίας, Τμήμα Γεωργίας. Με προηγούμενη απόφασή της η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής Ε.Δ.Υ.) προήγαγε στην εν λόγω θέση από 1/5/01 τους Ρουμπά Νέαρχο και Τσαππή Νεοκλή. Την προαγωγή τους προσέβαλαν τότε ο εφεσίβλητος Ιάκωβος Φεσσάς με την προσφυγή του 528/01 και ο Βραχίμης Χατζηχάννας με την προσφυγή 601/01, οι οποίες συνεκδικάστηκαν.  Στις 28/3/03 το Ανώτατο Δικαστήριο δέχθηκε την προσφυγή 528/01 (δηλαδή του εφεσίβλητου) και ακύρωσε την προαγωγή των Ρουμπά και Τσαππή, αλλά απέρριψε την προσφυγή 601/01(δηλαδή του Βραχίμη Χατζηχάννα).

Αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν, όπως η Ε.Δ.Υ. στις 14 και [*143]15/4/05 επανεξετάσει το θέμα της πλήρωσης των δυο θέσεων με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο και υπό το φως της απόφασης του Δικαστηρίου.  Αφού διαπίστωσε ότι η ορθότητα της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής είχε υιοθετηθεί από το Δικαστήριο, αποφάσισε ότι η επανεξέταση θα έπρεπε να γίνει από το στάδιο της επιλογής των υποψηφίων και, επομένως, να ληφθούν υπόψη οι οκτώ υποψήφιοι που κλήθηκαν και προσήλθαν στην προφορική εξέταση που έγινε κατά την αρχική πλήρωση της θέσης.  Αποφάσισε, επίσης, (α) ότι η αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην ενώπιον της Ε.Δ.Υ. προφορική εξέταση δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη, γιατί έγινε από την Ε.Δ.Υ. με την προηγούμενη σύνθεσή της, και (β) ότι για τους σκοπούς της επανεξέτασης θα λαμβάνονταν υπόψη η αξιολόγηση των υποψηφίων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα προσόντα τους και το περιεχόμενο των προσωπικών τους φακέλων και των φακέλων ετησίων υπηρεσιακών εκθέσεών τους μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, ήτοι μέχρι την 1.5.2001.  Στη συνέχεια προσήλθε στη συνεδρία ο Διευθυντής του Τμήματος Γεωργίας ο οποίος, αφού σύστησε, χωρίς αιτιολογία, για προαγωγή τους Ρουμπά Νέαρχο και Τσαππή Νεοκλή, αποχώρησε.  Ακολούθως η Ε.Δ.Υ. αποφάσισε, για τους λόγους που εξήγησε, ξανά την προαγωγή στις δυο θέσεις των Ρουμπά Νέαρχου και Τσαππή Νεοκλή.

Το ουσιώδες απόσπασμα από τα πρακτικά της Ε.Δ.Υ.της 15.4.2005, (παράρτημα 6 στην Ένσταση) έχει ως εξής:

«Επιλέγοντας το Ρουμπά Νέαρχο, η Επιτροπή παρατήρησε ότι αυτός, σε σύγκριση με το Φεσσά Ιάκωβο, ο οποίος υπερέχει κατά πολύ σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση, υπερέχει σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, αξιολογήθηκε συνολικά ως Εξαίρετος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, ενώ ο Φεσσάς σε χαμηλότερο επίπεδο (Πάρα πολύ Καλός), δεν υστερεί σε προσόντα και, επιπλέον, διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Διευθυντή ……………………………

Επιλέγοντας τον Τσαππή Νεοκλή, η Επιτροπή παρατήρησε ότι αυτός, σε σύγκριση με το Φεσσά Ιάκωβο, ο οποίος υπερέχει κατά πολύ σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση, υπερέχει σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, αξιολογήθηκε συνολικά ως Σχεδόν Εξαίρετος από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, [*144]ενώ ο Φεσσάς σε χαμηλότερο επίπεδο (ως Πάρα Πολύ Καλός), δεν υστερεί σε προσόντα και, επιπλέον, διαθέτει υπέρ του σύσταση του Διευθυντή. …….......................….............…………….

Όσον αφορά το Φεσσά, ο οποίος υπερέχει ουσιωδώς σε αρχαιότητα και δεν επιλέγηκε, η Επιτροπή σημείωσε ότι η ουσιαστική υπεροχή του σε αρχαιότητα δεν μπορεί να του προσδώσει συνολική υπεροχή, καθότι, σύμφωνα με την πάγια νομολογία επί του θέματος, η αρχαιότητα δεν αποτελεί αποφασιστικό κριτήριο για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία (Σιακάς ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (1999) 3 Α.Α.Δ. 468).  Περαιτέρω, η Επιτροπή έλαβε υπόψη τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία η αρχαιότητα συσταθμίζεται με την αξία και τα προσόντα και υπερισχύει μόνον αν τα άλλα δύο κριτήρια είναι περίπου ίσα (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Γεώργιου Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56) και η αρχαιότητα για σκοπούς πλήρωσης θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής αποτελεί στοιχείο περιορισμένης σημασίας, ιδιαίτερα για διευθυντικές θέσεις (Κυπριακή Δημοκρατία ν. Πανταζή (1991) 3 Α.Α.Δ. 47, 54).»

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης, ο εφεσίβλητος καταχώρησε την προσφυγή 729/05 στην οποία, μεταξύ άλλων ισχυρίστηκε ότι η κρίση της Ε.Δ.Υ. ότι τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν αυτού σε αξία, λόγω των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των τελευταίων ετών, παραβιάζει το δεδικασμένο στην προαναφερθείσα προσφυγή αρ. 528/01 και ότι, εν πάση περιπτώσει, είναι πεπλανημένη.  Αναφορικά με το δεδικασμένο υποστήριξε ότι ενώ το δικαστήριο ανέφερε στην απόφασή του για ισοδυναμία των τριών διαδίκων στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεων των τελευταίων εννέα ετών, η Ε.Δ.Υ. στήριξε ουσιωδώς την προαγωγή των δυο ενδιαφερομένων μερών με βάση τη θέση ότι αυτά υπερείχαν του αιτητή στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις. Όσον αφορά τον διαζευκτικό του δεδικασμένου ισχυρισμό, εισηγήθηκε ότι η κρίση της Ε.Δ.Υ. ότι τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν του εφεσίβλητου σε αξία, είναι πεπλανημένη καθότι, με βάση τη νομολογία, σε περίπτωση όπως αυτή του εφεσίβλητου και των ενδιαφερομένων μερών, υπάρχει στη βάση των ετήσιων εκθέσεων ισοδυναμία στο στοιχείο της αξίας, και εδώ η πλάνη ήταν ουσιώδης διότι αποτελούσε σημαντικό στοιχείο που βάρυνε στην τελική της κρίση.  Περαιτέρω ήταν ο ισχυρισμός ότι υπήρξε πλάνη αναφορικά με τη σημασία που έδωσε η Ε.Δ.Υ. στην αρχαιότητα του αιτητή την οποία και η ίδια χαρακτήρισε ως ουσιώδη.

Ο αδελφός δικαστής που εκδίκασε την προσφυγή έκρινε ότι η [*145]προσφυγή ευσταθούσε τόσο ως προς το δεδικασμένο όσο και ως προς το θέμα της κατ’ ισχυρισμό πλάνης, διαζευκτικά βέβαια του πρώτου ευρήματος. Δέχθηκε επίσης ως ορθή την εισήγηση ότι η Ε.Δ.Υ. πλανήθηκε ως προς τη σημασία της αρχαιότητας του αιτητή, εφόσον αυτός είχε αρχαιότητα από 7 ½ έως 9 έτη και στα υπόλοιπα κριτήρια ήταν ισοδύναμος με τα ενδιαφερόμενα μέρη.  Τέλος δέχθηκε και την εισήγηση ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν «τρωτή και άκυρη και συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων.».  Έτσι έκανε δεκτή την προσφυγή και ακύρωσε την προαγωγή των δυο ενδιαφερόμενων μερών. 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση από τη Δημοκρατία.  Η έφεση βασίζεται σε 4 λόγους ως ακολούθως:

(α) Εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι υπήρχε δεδικασμένο ότι ο εφεσίβλητος και τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι ισοδύναμα σε αξία.

(β)  Εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι υπήρξε πλάνη της Ε.Δ.Υ. όταν αυτή έκρινε ότι τα δυο ενδιαφερόμενη μέρη υπερέχουν σε αξία του αιτητή αφού, έστω και οριακά, υπερέχουν με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις ιδιαίτερα των τελευταίων ετών.

(γ)  Εσφαλμένα κρίθηκε πρωτόδικα ότι υπήρξε πλάνη της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με τη σημασία της αρχαιότητας του εφεσίβλητου, και

(δ)  Εσφαλμένα κρίθηκε πρωτόδικα ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν τρωτή και άκυρη για το λόγο ότι συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων.

Από πλευράς εφεσίβλητου υποστηρίχθηκε η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

Ο Βραχίμης Χατζηχάννας είχε επίσης προσβάλει την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών (που έγινε μετά από επανεξέταση) με την προσφυγή αρ. 742/05 η οποία όμως απορρίφθηκε στις 5/10/06 ως άνευ αντικειμένου, ενόψει του προηγηθέντος ακυρωτικού αποτελέσματος της υπό έφεση προσφυγής 729/05.  Όμως με τη σύμφωνη γνώμη όλων των διαδίκων, αυτή επαναφέρθηκε από την Ολομέλεια στις 15/1/07 ούτως ώστε η προσφυγή του να βρίσκεται επίσης ενώπιον του δικαστηρίου που εκδικάζει την παρούσα έφεση. Έτσι καταχώρησε και αυτός αντέφεση με την οποία ζητά όπως, σε περίπτωση που επιτύχει η έφεση της Δημοκρατίας, εξεταστούν όλοι οι λόγοι της δικής του προσφυγής. 

[*146]Εξετάσαμε τις αντίστοιχες θέσεις.  Επιβάλλεται όπως, ενόψει και της φύσης του, εξεταστεί πρώτα ο (α) λόγος έφεσης, σχετικά με το δεδικασμένο.  Ο συνάδελφος πρωτόδικα σχετικά με το θέμα αυτό ανέφερε τα ακόλουθα:

«Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί. Στην Προσφυγή 528/2001 το Δικαστήριο (Φρ. Νικολαΐδης, Δ.) είχε εξετάσει ως επίδικο θέμα το κατά πόσο ο αιτητής ήταν ισοδύναμος στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη, εφόσον τόσο αυτός όσο και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ίδια γενική βαθμολογία «εξαίρετος» στα τελευταία έντεκα χρόνια. Αποφάσισε δε ότι «ο αιτητής και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη, στα τελευταία εννέα χρόνια, όπως είναι σύνηθες πλέον στη Δημόσια Υπηρεσία, έχουν βαθμολογηθεί ως εξαίρετοι.»  Υπήρχε συνεπώς, δεδικασμένο ότι ο αιτητής και τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι ισοδύναμοι σε αξία, όπως αυτό προκύπτει από τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις τους των τελευταίων εννέα ετών.  Αλλά και αν ακόμη ήθελε θεωρηθεί ότι δεν υπήρξε παραβίαση του δεδικασμένου, υπήρξε, όπως ορθά εισηγήθηκε ο δικηγόρος του αιτητή, ουσιώδης πλάνη της ΕΔΥ, όταν έκρινε ότι τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη υπερέχουν του αιτητή σε αξία «όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία προ του ουσιώδους χρόνου έτη στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα».  Αν ληφθούν υπόψη τα τελευταία πέντε έτη πριν από τον ουσιώδη χρόνο (1996-2000), βλέπουμε ότι τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη συγκέντρωσαν 40 «εξαίρετος» ενώ ο αιτητής συγκέντρωσε 37 «εξαίρετος».  Η διαφορά είναι μόνο 3 «εξαίρετος».  Σε σχέση, μάλιστα, με το ενδιαφερόμενο μέρος Τσαππή Νεοκλή, η διαφορά είναι μόνο 3 «εξαίρετος» στα τελευταία έντεκα έτη (1990-2000). Η διαφορά αυτή δεν μπορούσε να θεωρηθεί, σύμφωνα με τη νομολογία, ότι προσέδιδε στα ενδιαφερόμενα μέρη υπεροχή σε αξία.  Σύμφωνα με τη νομολογία, σε τέτοια περίπτωση, υπάρχει ισοδυναμία των υποψηφίων σε αξία. Θα παραπέμψω σε μόνο μία από τις σχετικές αποφάσεις. Την απόφαση της Ολομέλειας στην Βασιλειάδης κ.ά. ν. Κληρίδου-Τσιάππα κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 403.  Στην υπόθεση αυτή η εφεσίβλητη υπερείχε του εφεσείοντος κατά 5 «εξαίρετος» στα τελευταία πέντε έτη.  Τη διαφορά αυτή η Ολομέλεια την χαρακτήρισε ως οριακή και τους δύο διαδίκους ως ουσιαστικά ίσους.

Το σχετικό απόσπασμα έχει ως εξής:

«Από πλευράς της εφεσίβλητης ο συνήγορος της εισηγήθηκε ότι [*147]αυτή ήταν πάντοτε καλύτερη από τον εφεσείοντα στις ετήσιες εκθέσεις αφού αυτή συγκέντρωνε 38 «εξαίρετος» κατά τα τελευταία 5 έτη (1997-2001) έναντι 33 του εφεσείοντα ………….

Στη δική μας περίπτωση ο εφεσείων και η εφεσίβλητη ήταν ουσιαστικά ίσοι αφού η υπεροχή της εφεσίβλητης στην αξία ήταν οριακή, δηλαδή με 5 «εξαίρετος» περισσότερα κατά τα τελευταία 5 έτη, ο δε εφεσείων υπερείχε στα προσόντα, ούτως ώστε και το κριτήριο της αρχαιότητας μπορούσε να ληφθεί υπόψη με τρόπο που να κλίνει τη πλάστιγγα υπέρ του.»

Τα πιο πάνω ισχύουν και στην παρούσα περίπτωση.  Εδώ μάλιστα, η διαφορά στη βαθμολογία μεταξύ του αιτητή και των δύο ενδιαφερομένων μερών (στα πέντε τελευταία έτη), ήταν 3 και όχι 5 «εξαίρετος».»

Αφού μελετήσαμε και εμείς την απόφαση στην προσφυγή αρ. 528/01 της 28/3/03, καταλήξαμε να συμφωνήσουμε με την πιο πάνω προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστή, ότι δηλαδή στην εν λόγω προσφυγή υπήρξε δεδικασμένο.  Αυτό προκύπτει από το εξής απόσπασμα της απόφασης:

«Προσφυγή υπ’ αρ. 528/01

Ο αιτητής υποστηρίζει ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι τρωτή γιατί συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων, εν πάση δε περιπτώσει, ότι έχει μηδαμινή αξία.

Ο αιτητής και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη, στα τελευταία εννέα χρόνια, όπως είναι σύνηθες πλέον στη Δημόσια Υπηρεσία, έχουν βαθμολογηθεί ως εξαίρετοι.  Όλοι κατέχουν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.  Ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα κατά οκτώ τουλάχιστον χρόνια.»

Η πρώτη παράγραφος αφορά ισχυρισμό του εφεσίβλητου/αιτητή.  Όμως στη δεύτερη, έστω και αν δεν χρησιμοποιείται ρητά η φράση «ίσοι σε αξία» αυτό το εύρημα είναι πρόδηλο, αφού το δικαστήριο διαπίστωσε ότι όλοι βαθμολογήθηκαν ως «εξαίρετοι» και όλοι κατέχουν τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, με μόνη διαφορά ότι ο εφεσίβλητος υπερέχει σε αρχαιότητα 8 τουλάχιστον ετών.

Η πιο πάνω κατάληξη μας για τον πρώτο λόγο έφεσης καθιστά περιττή την εξέταση των υπόλοιπων λόγων έφεσης.

[*148]Αναφορικά με την αντέφεση του Βραχίμη Χατζηχάννα, ενόψει του αποτελέσματος της έφεσης, δεν υπάρχει πλέον θέμα που τον αφορά.

Η έφεση απορρίπτεται με €1.700 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ του εφεσιβλήτου και εναντίον των εφεσειόντων.

Η αντέφεση απορρίπτεται χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.

Διαταγή ως ανωτέρω.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο