Λιβέρας Γεώργιος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου (2010) 3 ΑΑΔ 116

(2010) 3 ΑΑΔ 116

[*116]22 Μαρτίου, 2010

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΙΒΕΡΑΣ,

Εφεσείων,

ν.

1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

    ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ

    ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,

Εφεσιβλήτων.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 105/2007)

 

Πολεοδομία και Χωροταξία Πολεοδομική άδεια ― Η άρνηση χορήγησής της στην εξετασθείσα υπόθεση κρίθηκε έγκυρη, λόγω του ότι δεν αναγνωρίζεται ισότητα στην παρανομία ούτε και στοιχειοθετήθηκε οποιαδήποτε παρανομία σε βάρος του εφεσείοντα.

Ο εφεσείων επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της μη χορήγησης σε αυτόν αιτηθείσας πολεοδομικής άδειας.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και όλοι οι λόγοι έφεσης είναι αβάσιμοι.  Ισότητα στην παρανομία δεν αναγνωρίζεται.  Επομένως και αν ακόμα ο εφεσείων έχει δίκαιο ότι, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών, χορηγήθηκε άδεια σε άλλα άτομα (που είναι στην ίδια θέση με τον εφεσείοντα), αυτό δεν μπορεί να αποβεί προς όφελος του ίδιου.  Επιπρόσθετα ο εφεσείων δεν τεκμηρίωσε και οποιοδήποτε ισχυρισμό για παρανομία.  

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

[*117]Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Γαβριηλίδης, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1493/05), ημερ. 4/6/07.

Χρ. Σ. Χριστοφόρου, για τον Εφεσείοντα.

Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:  Ο εφεσείων-αιτητής είναι ιδιοκτήτης τεμαχίου γης στην κοινότητα Καπέδων της επαρχίας Λευκωσίας (το τεμάχιο), το οποίο βρίσκεται σε Ζώνη Δ.1 όπου η επικρατούσα χρήση είναι κτηνοτροφική.  Το τεμάχιο, αν και είναι περίκλειστο, διαθέτει προς όφελος του δικαίωμα διάβασης πλάτους 3,66 μ., κατά μήκος του δυτικού του συνόρου μέχρι το εγγεγραμμένο δημόσιο μονοπάτι.  Το δημόσιο μονοπάτι έχει, επί τόπου, διευρυνθεί και ασφαλτοστρωθεί. 

Ο εφεσείων υπέβαλε αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας με σκοπό την ανέγερση εκτροφείου σαλιγκαριών και κατοικίας.  Η Πολεοδομική Αρχή απέρριψε την αίτηση του επειδή η αιτούμενη ανάπτυξη αφορούσε σε τεμάχιο το οποίο δεν διαθέτει ικανοποιητική προσπέλαση, κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου 1(γ) της Πολιτικής 3(Α) της Δήλωσης Πολιτικής και της Εντολής 1/94 του Υπουργού Εσωτερικών.  Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται στην απορριπτική απόφαση, «το δικαίωμα διάβασης που διαθέτει προς όφελος του το υπό ανάπτυξη τεμάχιο καταλήγει σε μονοπάτι για το οποίο υπάρχει διαδικασία για εγγραφή του σε δημόσιο δρόμο, η οποία όμως (σύμφωνα με σχετική διαβούλευση με τον Επαρχιακό Κτηματολογικό Λειτουργό Λευκωσίας) δεν ευρίσκεται στο στάδιο που να ικανοποιείται η παράγραφος 2.9 της Εντολής του Υπουργού Εσωτερικών».  

Ο εφεσείων, με προσφυγή του, επεδίωξε την ακύρωση της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής, για διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων και τους εξής:

(α)   Η απόφαση παραβιάζει το Άρθρο 28 του Συντάγματος καθότι η Πολεοδομική Αρχή παραχώρησε, κατά παράβαση της [*118]αρχής της ισότητας, πολεοδομική άδεια σε άλλα πρόσωπα στην ίδια περιοχή, για την ανέγερση κατοικιών. 

(β)   Η Πολεοδομική Αρχή θα έπρεπε να είχε βασιστεί στις παραγράφους 2.5, 2.6 και 2.8 της Δήλωσης Πολιτικής και όχι στην παράγραφο 2.9 της Δήλωσης Πολιτικής. 

(γ)   Ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη, και

(δ)   Ότι η Πολεοδομική Αρχή ενήργησε υπό πλάνη περί τα πράγματα.

Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή, με έξοδα εις βάρος του αιτητή-εφεσείοντα. Αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό δυσμενή διάκριση εις βάρος του αιτητή το πρωτόδικο δικαστήριο παρατήρησε ότι είναι πάγια νομολογημένη αρχή πως ισότητα στην παρανομία, δεν αναγνωρίζεται.  Επομένως εάν δεν θα έπρεπε να είχε χορηγηθεί πολεοδομική άδεια στα τρίτα πρόσωπα αυτό δεν καθιστά τη θέση του αιτητή-εφεσείοντα καλύτερη. Αναφορικά με το πού θα έπρεπε να είχε βασίσει η Πολεοδομική Αρχή την απόφασή της, το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού έκαμε αναφορά στη Δήλωση Πολιτικής σημείωσε ότι αυτή ερμηνεύεται με βάση σχετική Εντολή του Υπουργού των Εσωτερικών (Εντολή υπ’ αρ. 1/94).  Σύμφωνα με τη Δήλωση Πολιτικής ανάπτυξη τεμαχίου επιτρέπεται, όταν αυτό διαθέτει κατάλληλη, ικανοποιητική, άνετη και ασφαλή δημόσια (όπου απαιτείται) προσπέλαση. Ο όρος «ικανοποιητική προσπέλαση» στη Δήλωση Πολιτικής ερμηνεύεται με βάση την Εντολή 1/94, στην παράγραφο 2 της οποίας αναφέρεται τι συνιστά ικανοποιητική προσπέλαση στα πλαίσια εξέτασης αιτήσεων για χορήγηση πολεοδομικής άδειας.

Στην παράγραφο 2.5 της Εντολής γίνεται αναφορά σε δικαίωμα διόδου, ελάχιστου πλάτους και μέγιστου μήκους, όπως καθορίζονται στον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο και τους σχετικούς κανονισμούς, εκτός όπου καθορίζεται διαφορετικά σε Σχέδιο Ανάπτυξης.  Στην παράγραφο 2.6 γίνεται πρόνοια για διανοιγμένο δρόμο, εκτός περιοχής Τοπικού Σχεδίου, ο οποίος μεταξύ άλλων έχει πλάτος τουλάχιστον 4 μ..  Στην παράγραφο 2.8 γίνεται πρόνοια για μονοπάτι το οποίο έχει επί τόπου διευρυνθεί σε πλάτος τουλάχιστον 4 μ. και χρησιμοποιείται απρόσκοπτα και άνετα από οχήματα, νοουμένου ότι εξυπηρετεί, μεταξύ άλλων, περιορισμένης χρονικής διάρκειας ανάπτυξη για γεωργικούς, κτηνοτροφικούς ή ιχθυοτροφικούς σκοπούς.  

[*119]Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η παράγραφος 2.6 είναι άσχετη με την περίπτωση του τεμαχίου του αιτητή, εφόσον αυτή αναφέρεται σε «διανοιγμένο δρόμο», εκτός Τοπικού Σχεδίου, και όχι σε διευρυμένο μονοπάτι, όπως στην προκείμενη περίπτωση.  Επίσης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι και η παράγραφος 2.8 είναι άσχετη εφόσον, αν και αναφέρεται σε διευρυμένο μονοπάτι, δεν καλύπτει τη σκοπούμενη ανάπτυξη (κατοικία).  Επομένως, οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι μόνη σχετική είναι η παράγραφος 2.5, η οποία αναφέρει ότι, για σκοπούς χορήγησης πολεοδομικής άδειας, το δικαίωμα διόδου πρέπει να καταλήγει σε ικανοποιητική προσπέλαση και έκρινε ότι το ζήτημα αυτό του κατά πόσον δηλαδή, στην προκείμενη περίπτωση, υπήρχε ικανοποιητική προσπέλαση, θα έπρεπε να απαντηθεί με βάση την παράγραφο 2.9 της Εντολής.  Η παράγραφος 2.9 προνοεί για ικανοποιητική προσπέλαση, με μονοπάτι το οποίο έχει επί τόπου διευρυνθεί σε πλάτος τουλάχιστον 4 μ. νοουμένου ότι:  (α) μπορεί να χρησιμοποιηθεί από οχήματα και (β) ότι έχουν εξασφαλιστεί οι συγκαταθέσεις των επηρεαζομένων ιδιοκτητών και έχει κατατεθεί αίτηση της οικείας Τοπικής Αρχής για την εγγραφή του (μονοπατιού) ως δημόσιου δρόμου, ή βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία απαλλοτρίωσης των επηρεαζομένων ιδιοκτησιών ή των ιδιοκτησιών για τις οποίες δεν έχουν εξασφαλιστεί οι αναγκαίες συγκαταθέσεις. 

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε επίσης στο συμπέρασμα ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2.9 της Εντολής 1/94 εφόσον, κατά του ουσιώδη χρόνο, το μόνο που είχε γίνει ήταν χωρομετρική και σχεδιαστική εργασία, και θα ακολουθούσε επιτόπια εξέταση για να ληφθούν οι συγκαταθέσεις των επηρεαζομένων ιδιοκτητών. Αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό πλάνη περί τα πράγματα και τη μη επαρκή αιτιολόγηση της προσβαλλόμενης απόφασης, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι οι ισχυρισμοί εκείνοι ήταν αβάσιμοι. 

Με την έφεση του ο εφεσείων-αιτητής ισχυρίζεται τα εξής:

1.  Ότι λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως ο αιτητής δεν δικαιούτο σε θεραπεία, στη βάση της παράβασης της αρχής της ισότητας, η οποία προκάλεσε σ’ αυτόν αδικία.

2.  Ότι λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2.6 της Δήλωσης Πολιτικής.

3.  Ότι λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε πως δεν  πληρούνταν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2.8 της Δήλωσης Πολιτικής, εφόσον η προκείμενη περίπτωση αφορού[*120]σε σε ανάπτυξη, κυρίως, για ιχθυοτροφικούς σκοπούς και η κατοικία θα ήταν απλά συμπληρωματική του προαναφερόμενου κύριου σκοπού.

Αφού εξετάσαμε με προσοχή τα ενώπιον μας στοιχεία καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και ότι όλοι οι λόγου έφεσης είναι αβάσιμοι.  Σε σχέση με τον  πρώτο λόγο έφεσης, συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι είναι θεμελιωμένη αρχή πως ισότητα στην παρανομία δεν αναγνωρίζεται.  Επομένως και αν ακόμα ο εφεσείων έχει δίκαιο ότι, κατά παράβαση των σχετικών προνοιών, χορηγήθηκε άδεια σε άλλα άτομα (που είναι στην ίδια θέση με τον εφεσείοντα), αυτό δεν μπορεί να αποβεί προς όφελος του ίδιου.  Επιπρόσθετα ο εφεσείων δεν τεκμηρίωσε και οποιοδήποτε ισχυρισμό για παρανομία.  

Αναφορικά με το δεύτερο λόγο έφεσης, ότι δηλαδή στην προκείμενη περίπτωση έχει εφαρμογή η παράγραφος 2.6 της Εντολής, και πάλι συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι η παράγραφος εκείνη είναι άσχετη με την παρούσα υπόθεση καθότι αφορά σε διανοιγμένο δρόμο, εκτός Τοπικού Σχεδίου, ενώ στην προκείμενη περίπτωση δεν υπάρχει διανοιγμένος δρόμος αλλά μόνο διευρυμένο μονοπάτι. 

Σε σχέση με τον τρίτο λόγο έφεσης, ότι δηλαδή θα έπρεπε να εφαρμοστεί η παράγραφος 2.8 της Εντολής και όχι η παράγραφος 2.9, συμφωνούμε και πάλι με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι είναι η παράγραφος 2.9, σε συνάρτηση με την παράγραφο 2.5, που έπρεπε να εφαρμοστεί και ότι οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2.9.(β) δεν ικανοποιούνταν εφόσον δεν είχαν εξασφαλιστεί οι συγκαταθέσεις των επηρεαζομένων ιδιοκτητών αλλά ούτε είχε κατατεθεί και αίτηση της Τοπικής Αρχής για την εγγραφή του διευρυμένου μονοπατιού, ως δημόσιου δρόμου.  Καταλήξαμε σ’ αυτό το συμπέρασμα, ότι είναι η παράγραφος 2.9 και όχι η 2.8 που εφαρμόζεται στην προκείμενη  περίπτωση, επειδή η αίτηση του αιτητή για ανάπτυξη του τεμαχίου του αφορούσε σε ανέγερση εκτροφείου σαλιγκαριών και κατοικίας.  Η παράγραφος 2.8 δεν αφορά στην περίπτωση της κατοικίας αλλά αφορά, μεταξύ άλλων, στην περίπτωση της ανάπτυξης, περιορισμένης χρονικής διάρκειας, για ιχθυοτροφικούς σκοπούς.  Ακόμη και αν η περίπτωση του εφεσείοντα ενέπιπτε στους ιχθυοτροφικούς σκοπούς, δεν υπάρχει, στην παρούσα υπόθεση, οτιδήποτε που να δείχνει ότι η ανάπτυξη θα γινόταν για «περιορισμένη χρονική διάρκεια», όπως προνοεί η παράγραφος 2.8.  Εν πάση όμως περιπτώσει και αν έτσι είχαν τα πράγματα και πάλιν ο αιτητής-εφεσείων δεν θα μπορούσε να επωφεληθεί από την παράγρα[*121]φο 2.8 εφόσον η σκοπούμενη ανάπτυξη του τεμαχίου του αφορούσε και σε κατοικία και η υποβολή, εκ μέρους του, ότι η χρήση της κατοικίας θα ήταν συμπληρωματική του εκτροφείου σαλιγκαριών, δεν τεκμηριώνεται, εν πάση περιπτώσει. Κατά συνέπεια κρίνουμε πως ορθά το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε την περίπτωση ως καλυπτόμενη από τις παραγράφους 2.5 και 2.9 της Εντολής.

Η έφεση απορρίπτεται με €2.000.- έξοδα εις βάρος του εφεσείοντα και υπέρ των εφεσιβλήτων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο