Κωνσταντίνου Θεόδωρος και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2010) 3 ΑΑΔ 212

(2010) 3 ΑΑΔ 212

[*212]10 Μαΐου, 2010

[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΩΤΙΟΥ,

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

1.  ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

2.  ΦΟΙΒΟΣ ΣΤΑΥΡΟΥ,

3.  ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΑΝΤΕΛΗ,

Εφεσείοντες - Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.  ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

2.  ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

3.  ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ                                        ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ,

Εφεσιβλήτων - Καθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 154/2007)

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Άρθρο 122 του Συντάγματος ― Ερμηνεία των όρων «δημόσιος υπάλληλος» και «δημόσια υπηρεσία» υπό το φως της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Ενεργοποιείται επί διαφορών δημοσίου δικαίου ― Κατά πόσο δύναται να ταξινομηθεί στο δημόσιο δίκαιο η εργοδότηση ωρομίσθιων εργατών.

Οι εφεσείοντες επεδίωξαν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή τους κατά της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών που εργάζονταν στο Τμήμα Δημοσίων Έργων ως ωρομίσθιοι εργάτες.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Αρχίζοντας από τον (α) λόγο έφεσης, ότι δηλαδή η πρωτόδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας, κρίνεται ότι αυτός δεν ευσταθεί, αφού αυτή ενσωματώνει ως αιτιολογία το σκεπτικό της απόφασης της Ολομέλειας στην υπόθεση Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας [*213](2004) 3 Α.Α.Δ. 577, της οποίας τα γεγονότα, όπως κρίθηκε πρωτόδικα, είναι παρόμοια.  Επομένως υπάρχει αιτιολογία.  Το κριτήριο είναι αν η αιτιολογία αυτή είναι νόμιμη.

Συγκρίνοντας τη φύση και όρους υπηρεσίας των εφεσειόντων στην παρούσα υπόθεση με αυτούς των εφεσειόντων στην προαναφερθείσα απόφαση της Ολομέλειας στην Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, κρίνεται ότι τα γεγονότα των δυο υποθέσεων έχουν μεγάλη ομοιότητα, ανεξάρτητα αν εργάζονταν σε διαφορετικά τμήματα, αρκετή για να εφαρμόζεται το σκεπτικό της εν λόγω υπόθεσης και στην παρούσα, όπως αποφάσισε, έστω και πολύ συνοπτικά, το πρωτόδικο Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 577,

Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2000) 4 Α.Α.Δ. 1194.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Γαβριηλίδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 1161/05), ημερ. 3/9/07.

Π. Μιχαήλ, για τους Εφεσείοντες - Αιτητές.

Λ. Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους - Καθ’ ων η αίτηση.

Α. Μ. Κλεάνθους, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 13, Κωνσταντίνο Δαμιανού.

Καμιά εμφάνιση, για τα υπόλοιπα Ενδιαφερόμενα Μέρη.

Cur. adv. vult.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Μ. Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.:  Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η απόφαση αδελφού Δικαστή ημερ. 3/9/07 (που εκδόθηκε στην προσφυγή αρ. [*214]1161/05), με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή των εφεσειόντων που μαζί με άλλους 3 αιτητές είχαν καταχωρήσει κατά της προαγωγής 13 ενδιαφερομένων μερών οι οποίοι εργάζονταν στο Τμήμα Δημοσίων Έργων ως ωρομίσθιοι εργάτες στη θέση Επιστάτη Α. Κλίμακα Ε10.

Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση

Οι εφεσείοντες εργάζονταν ως ωρομίσθιοι εργάτες στο Τμήμα Δημοσίων Έργων (το Τμήμα).  Στις 30.1.2004 το Τμήμα κυκλοφόρησε εσωτερική ανακοίνωνση προς το ωρομίσθιο προσωπικό για υποβολή αιτήσεων για την πλήρωση 12 κενών θέσεων Επιστάτη Κλ. Ε10 (ακολούθως κενώθηκε ακόμα μία θέση).  Υποβλήθηκαν 128 συνολικά αιτήσεις.  Πέντε από τους αιτητές υπέβαλαν αίτηση.  Ο εφεσείων αρ. 3 (αιτητής αρ. 5), Γ. Παντελή, δεν υπέβαλε αίτηση.

Η πλήρωση των ωρομίσθιων θέσεων Επιστάτη Κλ. Ε10 διέπεται από τον Κανονισμό 42 των Όρων Απασχόλησης Ωρομίσθιου Κυβερνητικού Προσωπικού, οι οποίοι είναι προϊόν συλλογικών συμβάσεων και άλλων, κατά καιρούς, συμφωνιών μεταξύ της εργοδοτικής και της εργατικής πλευράς.

Ορίστηκε Επιτροπή Αξιολόγησης και διενεργήθηκαν συνεντεύξεις, στις οποίες προσήλθαν 121 υποψήφιοι.  Η Επιτροπή Αξιολόγησης, αφού εξέτασε όλα τα στοιχεία των υποψηφίων, προέβη σε αξιολόγηση τους και, ακολούθως, τους κατέταξε σε σειρά προτεραιότητας.  Στην αξιολόγηση αυτή βασίστηκε και η σχετική σύσταση του Διευθυντή του Τμήματος προς το Διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού με την οποία συστήθηκαν 13 υποψήφιοι για προαγωγή στη θέση ωρομίσθιου Επιστάτη Κλ. Ε10.  Στους συστηθέντες δεν περιλαμβανόταν κανένας από τους εφεσείοντες.  Στη συνέχεια, ο Διευθυντής του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, με επιστολή του ημερ. 24/6/05 πληροφόρησε το Διευθυντή του Τμήματος ότι αποφασίστηκε η προαγωγή των 13 συστηθέντων στη θέση Επιστάτη Κλ. Ε10 από 1/1/05. Οι εφεσείοντες έλαβαν γνώση της απόφασης για προαγωγή των 13 συστηθέντων στις 20/8/05 και με την προαναφερθείσα προσφυγή επιδίωξαν την ακύρωση της προαγωγής των εν λόγω προσώπων.  Στην πορεία η προσφυγή κατά της προαγωγής του Γ. Λοϊζίδη αποσύρθηκε. 

Κατά την πρωτόδικη διαδικασία, η δικηγόρος των εφεσιβλήτων προέβαλε την προδικαστική ένσταση ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει την προσφυγή, καθότι η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία προήχθηκαν οι 12 συστηθέντες (ενδιαφερόμενα μέρη), εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου [*215]και όχι του δημόσιου δικαίου.

Ο συνάδελφος πρωτόδικα δέχτηκε την προδικαστική ένσταση και απέρριψε την προσφυγή με το εξής σύντομο σκεπτικό:

«Η ένσταση ευσταθεί.  Σχετική είναι η απόφαση της Ολομέλειας στην Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 577, η οποία και καλύπτει πλήρως το θέμα και ανατρέπει όλους τους περί του αντιθέτου ισχυρισμούς των αιτητών.  Η εργοδότηση τόσο των αιτητών όσο και των ενδιαφερομένων μερών λειτουργεί στη βάση ιδιωτικής διευθέτησης, έξω από τα πλαίσια του δημοσίου δικαίου.»

Οι εφεσείοντες επιδιώκουν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης με την παρούσα έφεση που στηρίζεται στους ακόλουθους λόγους έφεσης:

(α)   ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη,

(β)   ότι είναι αποτέλεσμα λανθασμένης εκτίμησης των πραγματικών δεδομένων και συγκεκριμένα των όρων εργασίας των εφεσειόντων και ενδιαφερομένων μερών,

(γ)   ότι η εργοδότηση εφεσειόντων και ενδιαφερομένων μερών ήταν τέτοια που ενέπιπτε στην έννοια του Άρθρου 122 του Συντάγματος και κατά συνέπεια στη σφαίρα του δημοσίου και όχι του ιδιωτικού δικαίου.

Όπως ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων έτσι και εμείς θα εξετάσουμε τους τρεις λόγους μαζί, αφού είναι αλληλένδετοι μεταξύ τους, ιδιαίτερα οι (β) και (γ).

Αρχίζοντας από τον (α) λόγο έφεσης, ότι δηλαδή η πρωτόδικη απόφαση στερείται αιτιολογίας, είμαστε της άποψης ότι αυτός δεν ευσταθεί, αφού αυτή ενσωματώνει ως αιτιολογία το σκεπτικό της απόφασης της Ολομέλειας στην προαναφερθείσα Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, της οποίας τα γεγονότα, όπως έκρινε ο συνάδελφος πρωτόδικα, είναι παρόμοια.  Επομένως υπάρχει αιτιολογία.  Το κριτήριο είναι αν η αιτιολογία αυτή είναι νόμιμη και τούτο εξαρτάται από την απόφασή μας στους (β) και (γ) λόγους έφεσης.

Ήταν η θέση του συνηγόρου των εφεσειόντων ότι ο συνάδελφος πρωτόδικα έπρεπε να εφαρμόσει τα όσα αποφασίστηκαν στην υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2000) 4 Α.Α.Δ. 1194όπου ο Νικολαΐδης Δ. αποφάσισε ότι η εργοδότηση του εφεσείοντα αρ. 1 στην παρούσα, (που ήταν ο ίδιος αιτητής και σε εκείνη την περίπτωση) ήταν τέτοιας φύσης που ενέπιπτε στη σφαίρα του δημο[*216]σίου δικαίου.  Η υπόθεση εκείνη αφορούσε επιβολή πειθαρχικής  ποινής υποβιβασμού στη μισθοδοτική κλίμακα και ο εφεσείων αρ. 1 προσέβαλε την απόφαση με προσφυγή.  Ηγέρθηκε παρόμοια προδικαστική ένσταση η οποία όμως απορρίφθηκε από το δικαστήριο.  Έκρινε ότι ο εφεσείων αρ. 1 (αιτητής σε εκείνη την περίπτωση) πληρούσε όλες τις προϋποθέσεις του Άρθρου 122 του Συντάγματος και επομένως η εργοδότηση του ενέπιπτε στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου.  Σημειώνουμε ότι η εν λόγω απόφαση δεν έχει εφεσιβληθεί.

Παραθέτουμε το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Νικολαϊδη Δ, που έκρινε ότι η εργοδότηση του εφεσείοντα 1 ήταν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου.

«Το Άρθρο 122 του Συντάγματος προβλέπει ότι ο όρος «δημόσιος υπάλληλος» δεν περιλαμβάνει την υπηρεσία εργατών, εκτός αν αυτοί απασχολούνται τακτικά ως εργάτες σε μόνιμα έργα της Δημοκρατίας και οιουδήποτε από τους αναφερόμενους στο Άρθρο οργανισμούς ή νομικά πρόσωπα.

Ο αιτητής πληροί και τις δύο πιο πάνω προϋποθέσεις.  Κατ’ αρχήν προσελήφθη στο Τμήμα Δημοσίων Έργων από το 1984 ως ωρομίσθιος υπάλληλος, ο μισθός του καταβάλλεται επί μηνιαίας βάσης από τον Ιούνιο του 1987, απολαμβάνει δε όλα τα οφέλη που απολαμβάνουν οι υπάλληλοι που απασχολούνται τακτικά στο ίδιο τμήμα, όπως για παράδειγμα άδεια απουσίας, ασθένειας, σύνταξη και ταμείο προνοίας.  Από 1.1.1992 κατέχει τη θέση Επιτηρητή Κατασκευαστικών Έργων στην κλίμακα Ε8, ενώ με την προσβαλλόμενη απόφαση του Επαρχιακού Μηχανικού Λευκωσίας ημερ. 28.6.1999 υποβιβάστηκε στη θέση Οικοδόμου, κλίμακα Ε7.  Σημειώνεται ότι ο όρος «κυβερνητικός εργάτης» μετονομάστηκε σε «ωρομίσθιος υπάλληλος» και περιλαμβάνει το πρόσωπο που προσλαμβάνεται και απασχολείται στην κυβερνητική υπηρεσία και πληρώνεται πάνω σε ωριαία βάση εκτελώντας χειρωνακτική εργασία.  Τα πιο πάνω πληρούν την προϋπόθεση του Άρθρου 122 για τακτική απασχόληση.

Ο αιτητής υπηρετεί από το 1984 στο Τμήμα Δημοσίων Έργων το οποίο υπάγεται στο Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων.  Το τμήμα στο οποίο εργάζεται ο αιτητής απασχολείται συνεχώς με τη βελτίωση ή δημιουργία χώρων και εγκαταστάσεων κοινής ωφελείας.  Έτσι πληρούται και η δεύτερη προϋπόθεση για απασχόληση σε μόνιμα έργα της Δημοκρατίας.

Ο τερματισμός απασχόλησης προσωρινών υπαλλήλων που υπη[*217]ρετούσαν στο δημόσιο επί συμβάσει ή επί ημερήσιας βάσης αλλά για ικανοποίηση μόνιμων αναγκών της υπηρεσίας ή τακτικών εργατών που η υπηρεσία τους θεωρείται δημόσια υπηρεσία μέσα στην έννοια του Άρθρου 122 του Συντάγματος, κρίθηκε ότι εμπίπτει στο πεδίο του δημοσίου δικαίου (Pantelidou v. Republic, 4 R.S.C.C. 100, Paschalidou v. Republic (1969) 3 C.L.R. 297 και Androkli v. Republic (1985) 3 C.L.R. 11). Βλέπε όμως και Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 329/97 κ.ά, ημερ. 29.5.1998).»

Η τελευταία υπόθεση, στο πιο πάνω απόσπασμα, είναι η πρωτόδικη απόφαση της Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 577, που ακολούθησε και εφάρμοσε ο συνάδελφος πρωτόδικα στην παρούσα υπόθεση.  Έγινε αναφορά και στην πιο πάνω υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2000) 4 Α.Α.Δ. 1194Η Ολομέλεια ανάφερε σχετικά τα ακόλουθα:

«Οι εφεσείοντες μας παρέπεμψαν και στην απόφαση του Νικολαϊδη, Δ, στην υπόθεση Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2000) 4 Α.Α.Δ. 1194, στην οποία είχε κριθεί ότι η απασχόληση ήταν απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία, επιχειρηματολογώντας ότι η απόφαση αυτή και όχι η άλλη απόφαση Κωνσταντίνου θα έπρεπε να είχε ακολουθηθεί.  Να πούμε βεβαίως ότι το θέμα δεν είναι το ποία απόφαση πρέπει να ακολουθηθεί, αφού η κάθε απόφαση βασίζεται στα δικά της πραγματικά στοιχεία, αλλά ακριβώς η εφαρμογή της ισχύουσας αρχής σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση στη βάση των εν λόγω στοιχείων της.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, και έτσι έχει αντικρυσθεί το θέμα στη νομολογία, ότι το σημείο αναχώρησης είναι το Άρθρο 122, καθ’ όσον είναι η υπαγωγή του Αιτητή στη δημόσια υπηρεσία που καθιστά τη διαφορά που προκύπτει από τέτοια υπηρεσία θέμα δημοσίου δικαίου ενστασσόμενο στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.»

Αναφέρει στη συνέχεια η Ολομέλεια ότι «η νομική βάση της υπόθεσης καλύπτεται αποκλειστικά από τις διατάξεις του Άρθρου 122 του Συντάγματος, όπου καθορίζονται οι όροι «δημόσιος υπάλληλος» και «δημόσια υπηρεσία» πράγμα που εξετάζεται με βάση το σύνολο των γεγονότων της κάθε υπόθεσης και κατέληξε ότι, με βάση τα γεγονότα της εν λόγω υπόθεσης, η εργοδότηση ήταν στα πλαίσια ιδιωτικού δικαίου, όπως είχε αποφασίσει και ο πρωτόδικος δικαστής και έτσι απέρριψε την έφεση.

[*218]Στην εν λόγω υπόθεση της Ολομέλειας (Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας) δυο «ωρομίσθιοι εργάτες» χαρακτηριζόμενοι ως Εργάτες Β (Αχθοφόροι) στο Αεροδρόμιο Πάφου, προσέβαλαν την προαγωγή συναδέλφων τους στη θέση Καθαριστή Αεροδρομίων.  Πρωτόδικα έγινε αποδεκτή η θέση των καθ’ ων η αίτηση ότι η εργοδότηση τους ήταν στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και σχετική έφεση τους, όπως ήδη αναφέρθηκε, απορρίφθηκε.  Ο εφεσείων 1 σε εκείνη την υπόθεση ήταν στην υπηρεσία από 23/12/92 ο δε εφεσείων 2 από 7/12/89.  Στις 9/5/00 Επιτροπή, καλούμενη Τμηματική Επιτροπή, που συστάθηκε από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων στα πλαίσια μη θεσμοθετημένων Κανονισμών αποφάσισε την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών.  Οι εφεσείοντες επικαλέστηκαν το μακρό και τακτικό της εργοδότησης τους σε μόνιμο έργο της Δημοκρατίας για να ισχυρισθούν ότι καλύπτονται από το Άρθρο 122, γεγονός το οποίο η Ολομέλεια αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να απομονωθεί και να του δοθεί βαρύνουσα σημασία.  Συγκεκριμένα στη σελ. 585 ανάφερε τα ακόλουθα:

«Στην προκειμένη περίπτωση αδυνατούμε να διαπιστώσουμε έρεισμα στην εισήγηση ότι υπήρξε λανθασμένη προσέγγιση ή κρίση στην εφεσιβαλλόμενη απόφαση.  Τα στοιχεία στα οποία εβασίσθη το Δικαστήριο ήσαν τέτοια που δικαιολογούσαν την άποψη του για το θέμα.  Δεν μπορούσε να απομονωθεί το γεγονός, και να του δοθεί βαρύνουσα σημασία, σημαντικό και αν ήταν, ότι οι Εφεσείοντες απασχολούντο συνεχώς για χρόνια στο Αεροδρόμιο. Η διάρκεια και συνέχεια της εργοδότησης αφ’ εαυτής δεν απαντούν το ερώτημα, ούτε είναι ταυτόσημες οι έννοιες «απασχολούνται τακτικώς» και «απασχολούνται συνεχώς και επί μακρό». Είναι η ίδια η φύση της απασχόλησης τους που ήταν το ζητούμενο.  Και, ως προς τούτο, τα «εξωτερικά γνωρίσματα» ή η «λειτουργική σχέση» της απασχόλησης τους, όπως το έθεσε ο αδελφός μας Δικαστής, δεν καταδείκνυαν σχέση δημόσιας υπηρεσίας.  Η όλη δομή, όσο και οι επί μέρους πρόνοιες των μη θεσμοθετημένων κανονισμών που αφορούσαν την απασχόληση τους ως ωρομίσθιοι κυβερνητικοί εργάτες είχε ως βάση και ως επίκεντρο συλλογική σύμβαση εργασίας, που προσιδιάζει στο ιδιωτικό δίκαιο, και υπόκειται μάλιστα κάθε τόσο σε επαναδιαπραγμάτευση και ανανέωση.  Δεν υπάρχει συσχετισμός της απασχόλησης των ωρομίσθιων εργατών στο Αεροδρόμιο, όπως οι Εφεσείοντες, στη βάση των έτσι διαμορφωθέντων και μη θεσμοθετημένων κανονισμών που τη διέπουν, προς την απασχόληση στη δημόσια υπηρεσία στη βάση των νόμων και των θεσμοθετημένων κανονισμών που τη διέπουν, που να δικαιολογεί το χαρακτηρισμό της ως «δημόσια υπηρεσία».  Είναι προς την απα[*219]σχόληση βάσει σχέσης ιδιωτικού δικαίου που προσιδιάζει η απασχόληση των Εφεσειόντων, με το κράτος ως εργοδότη προς εξασφάλιση χειρονακτικής εργασίας και όχι ως υπεύθυνο της λειτουργίας της κυβερνητικής μηχανής αυτής καθ’ αυτής. Η πρόσληψη, υπηρεσία και απόλυση τους, όπως και ο Κώδικας Βιομηχανικών Σχέσεων, το Ταμείο Προνοίας και το Σχέδιο Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης και Ευημερίας που ισχύουν, με έντονο το στοιχείο της συντεχνιακής διάστασης, διέπονται από την αντίληψη σχέσης ιδιωτικού δικαίου.  Δεν μπορεί να γίνεται λόγος για δημόσια υπηρεσία.»

Συγκρίνοντας τη φύση και όρους υπηρεσίας των εφεσειόντων στην παρούσα υπόθεση με αυτούς των εφεσειόντων στην προαναφερθείσα απόφαση της Ολομέλειας στην Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Δημοκρατίας, βρίσκουμε ότι τα γεγονότα των δυο υποθέσεων έχουν μεγάλη ομοιότητα, ανεξάρτητα αν εργάζονταν σε διαφορετικά τμήματα, αρκετή για να εφαρμόζεται το σκεπτικό της εν λόγω υπόθεσης και στην παρούσα, όπως αποφάσισε, έστω και πολύ συνοπτικά, ο συνάδελφος πρωτόδικα.

Ενόψει των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα πλέον ΦΠΑ εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων.

Μεταξύ εφεσειόντων και ενδιαφερομένων μερών καμιά διαταγή για έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο