Κυπριακή Δημοκρατία ν. Βραχίμη Ι. Χατζηχάννα και Άλλων (2010) 3 ΑΑΔ 324

(2010) 3 ΑΑΔ 324

[*324]18 Ιουνίου, 2010

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες - Καθ’ ων η αίτηση,

ν.

ΒΡΑΧΙΜΗ Ι. ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑ, κ.ά.,

Εφεσιβλήτων - Αιτητών.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 113/2007)

________________________

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Συμβουλευτική Επιτροπή ― Σύνθεση ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε νόμιμη η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στην εξετασθείσα υπόθεση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προφορική συνέντευξη ― Η ακυρότητα στην περίπτωση που λαμβάνεται υπόψη η απόδοση στην συνέντευξη, όταν σε αυτήν δεν έχουν λάβει μέρος όλοι οι υποψήφιοι.

Η Δημοκρατία επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία ακυρώθηκε η επιλογή των ενδιαφερομένων μερών για την πλήρωση των επιδίκων θέσεων Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση εν μέρει, αποφάσισε ότι:

1.  Σε σχέση με τη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ορθά αυτής προήδρευσε εν προκειμένω ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, αφού, κατά τον ουσιώδη χρόνο, η θέση του Διευθυντή Διοικήσεως, η οποία δεν είχε καταργηθεί, ήταν η αμέσως ανώτερη της επίδικης.  Η κατάργηση της εν λόγω θέσης, σύμφωνα με τον περί Προϋπολογισμού Νόμο του 2000, θα επερχόταν με την κένωσή της, η οποία, όμως, τον ουσιώδη χρόνο δεν είχε ακόμα επέλθει.  Το γεγονός ότι οι θέσεις του Διευθυντή Διοικήσεως είχαν διπλοσταυρωθεί στον Προϋπολογισμό, δεν οδη[*325]γούσε στην ταυτόχρονη κατάργησή τους, αλλά αυτή τελούσε υπό την αίρεση της κένωσής τους.  Οι θέσεις υπήρχαν και οι κάτοχοί τους απολάμβαναν των δικαιωμάτων τους και εκτελούσαν τα καθήκοντα αυτών.  Διαφορετική κατάληξη θα οδηγούσε στο παράδοξο να υπάρχουν κάτοχοι ανύπαρκτων θέσεων.    

2.  Παρά την επιτυχία του πρώτου λόγου έφεσης, σημειώνεται ότι, σε σχέση με τον δεύτερο λόγο έφεσης, η σύγκριση της εφεσίβλητης - αιτήτριας στην Προσφυγή Αρ. 870/05 με το ενδιαφερόμενο μέρος 1, όπως ορθά διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, έγινε κατά παράβαση του ενιαίου μέτρου κρίσης, αφού, ενώ σε όλα τα άλλα στοιχεία τα εν λόγω πρόσωπα εμφανίζονται στην αξιολόγησή τους να είναι ίσα, το ενδιαφερόμενο μέρος 1, το οποίο δεν υπεβλήθη σε προφορική εξέταση, χαρακτηρίστηκε ως «Εξαίρετο», ενώ η προαναφερόμενη εφεσίβλητη - αιτήτρια, η οποία στην προφορική εξέταση έκανε «πολύ καλή» εντύπωση, χαρακτηρίστηκε ως «Πάρα πολύ Καλή».  Κατά συνέπεια ο δεύτερος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται. 

3.  Η έφεση επιτυγχάνει σε σχέση με τον πρώτο λόγο έφεσης, με €1.300 έξοδα υπέρ των εφεσειόντων.  Η πρωτόδικη απόφαση, στην έκταση που αυτή αφορά την προαγωγή των Ελευθέριου Οικονομίδη, Φίλιππου Φιλίππου και Λάμπρου Λάμπρου και τα έξοδα παραμερίζεται. Επικυρώνεται σ’ ό,τι αφορά την ακύρωση της προαγωγής του Ανδρέα Μ. Σάββα.

     Θα πρέπει, στη συνέχεια, να οριστούν οι προσφυγές, για να εξεταστούν οι εγειρόμενοι με αυτές λόγοι ακύρωσης.

     Τα έξοδα πρωτόδικα θα αποφασιστούν στο τέλος των υποθέσεων.

Διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 3) (2001) 4 Α.Α.Δ. 502,

Παρούτη κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1005/2000 κ.ά., ημερ. 8.11.2001,

Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 655.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή [*326]του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υποθέσεις Aρ. 741/05, 870/05, 929/05), ημερ. 13/6/07.

Μ. Σπηλιωτοπούλου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας,  για τους Εφεσείοντες.

Β. Χατζηχάννας, Εφεσίβλητος - Αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 741/05 παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Μ. Καλλιγέρου, για την Εφεσίβλητη - Αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 870/05.

Ξ. Ευγενίου, για την Εφεσίβλητη - Αιτήτρια στην Προσφυγή Αρ. 929/05.

Ε. Σάββα, Διαχειρίστρια της περιουσίας του Ενδιαφερομένου Μέρους Α. Σάββα.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Στα πλαίσια των Υποθέσεων Αρ. 741/05, 870/05 και 929/05, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, αδελφός μας Δικαστής, για λόγους στους οποίους θα αναφερθούμε, ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Ε.Δ.Υ.»), ημερομηνίας 28/3/2005, με την οποία, κατά τη διαδικασία επανεξέτασης της πλήρωσης τεσσάρων θέσεων Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού, διορίστηκαν αναδρομικά από 1/6/2000 τα ενδιαφερόμενα μέρη: 1.  Ανδρέας Μ. Σάββα, 2. Ελευθέριος Οικονομίδης, 3. Φίλιππος Φιλίππου και 4. Λάμπρος Λάμπρου.  Αμφισβητήθηκε η νομιμότητα του διορισμού, στην Προσφυγή Αρ. 870/05 όλων των ενδιαφερομένων μερών, στην Προσφυγή Αρ. 741/05 των ενδιαφερομένων μερών 1, 3 και 4 και στην Προσφυγή Αρ. 929/05 των ενδιαφερομένων μερών 2, 3 και 4.

Σύμφωνα με το ιστορικό της υπόθεσης, η πρώτη απόφαση προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών ακυρώθηκε με αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίες επικυρώθηκαν κατ’ έφεση - σε σχέση με τα ενδιαφερόμενα μέρη 3 και 4, απόφαση Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 3) (2001) 4 Α.Α.Δ. 502 - και, σε σχέση με τα ενδιαφερόμενα μέρη 1 και 2, απόφαση Παρούτη κ.ά. ν. Δημοκρα[*327]τίας, Υποθ. Αρ. 1005/2000 και 1115/2000, ημερ. 8.11.2001. Αποτέλεσμα ήταν η επανεξέταση της πλήρωσης των θέσεων.  Οι θέσεις δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, για σκοπούς συμμόρφωσης με το ακυρωτικό αποτέλεσμα, οι δε αιτήσεις που υποβλήθηκαν, μαζί με τον Κατάλογο των υποψηφίων για προαγωγή στη διαδικασία που ακυρώθηκε, αποστάληκαν στη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία προέβη στη διενέργεια προφορικών συνεντεύξεων, σύμφωνα με την προβλεπόμενη από το Άρθρο 34 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), (όπως τροποποιήθηκε), (ο «Νόμος), διαδικασία και σύστησε στην Ε.Δ.Υ. 16 υποψηφίους, μεταξύ των οποίων τους  αιτητές και τα τέσσερα ενδιαφερόμενα μέρη. 

Η Ε.Δ.Υ., σε συνεδρία της ημερομηνίας 11/3/2005, αφού εξέτασε την Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, υιοθέτησε τα πορίσματά της και, σε νέα συνεδρία της στις 28/3/2005, αφού έλαβε υπόψη της τη σύσταση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, η οποία ήταν υπέρ των ενδιαφερομένων μερών, υπό το φως των ενώπιόν της στοιχείων, περιλαμβανομένων και των πορισμάτων της Συμβουλευτικής Επιτροπής, έκρινε τα ενδιαφερόμενα μέρη ότι υπερείχαν, γενικά, των υπολοίπων υποψηφίων και αποφάσισε να τους προσφέρει προαγωγή στην επίδικη θέση, αναδρομικά από 1/6/2000. 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο τη θέση του εφεσίβλητου - αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 741/05 περί κακής συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, επειδή αυτής προήδρευσε ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού αντί ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, κατ’ εφαρμογή της επιφύλαξης του Άρθρου 32(1)(δ)(ιι)* του Νόμου, ακύρωσε την απόφαση για την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών, με το εξής σκεπτικό:-

«Η διερεύνηση του θέματος ανάγεται στην ερμηνεία των προνοιών του περί Προϋπολογισμού Νόμου του 2000 που εφαρμοζόταν κατά τον ουσιώδη χρόνο.  Το σχετικό Κεφάλαιο που αφορά στις θέσεις του Διευθυντή Διοικήσεως στις Γενικές Κατηγορίες Προσωπικού παρατίθεται:

 

[*328]ΔΕΛΤΙΟ ΔΑΠΑΝΩΝ 2000 TABLE OF EXPENDITURE

Θέσεις

Posts

__________

1999 2000

12        8

Λεπτομέρειες Δαπάνης

Details of Expenditure

ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ     ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ - συνεχ. -

GENERAL CATEGORIES OF STAFF - contd.

++ Διευθυντές Διοικήσεως (Κλίμακα Α15) -         Administrative Directors      (Scale A15). 

ΕΠΕΞΗΓΗΣΕΙΣ-MEMORANDA

.......Κενουμένης οποιασδήποτε θέσης Διευθυντή Διοικήσεως (Κλίμακα Α15) αυτή θα καταργείται και θα αντικαθίσταται ως ακολούθως:

Τέσσερις θέσεις Διευθυντή διοικήσεως (Κλίμακα Α15) οι κάτοχοι των οποίων υπηρετούσαν στις 31.8.1998, οι τρεις στην Υπηρεσία Δημόσιας διοικήσεως και Προσωπικού και ο ένας στο Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος θα καταργούνται και θα αντικαθίστανται με τρεις νέες θέσεις Πρώτου Λειτουργού Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού (Κλίμακα Α14), Υπηρεσία Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού και με μία νέα θέση Πρώτου Λειτουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Τέσσερις θέσεις Διευθυντή Διοικήσεως (Κλίμακα Α15) θα αντικαθίστανται όταν κενώνονται με ισάριθμες θέσεις Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού (Κλίμακα Α14) κάτω από το Εδάφιο 5, Νόμος Αρ. 50(ΙΙ)/99.

[*329]Το 2000 που ξεκίνησε η διαδικασία πλήρωσης των θέσεων, οι 8 θέσεις Διευθυντών Διοικήσεως διπλοσταυρώθηκαν.  Αυτό συνεπάγονταν κατάργηση των εν λόγω θέσεων χωρίς δυνατότητα επαναπλήρωσής τους. Επρόκειτο για κατάργηση των εν λόγω θέσεων ταυτόχρονα με την κένωση και αντικατάστασή τους.  Συνεπώς, οι εν λόγω τέσσερις θέσεις του Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού (Κλ. Α14) κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν οι αμέσως κατώτερες μισθολογικά από την θέση του Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης, αφού αντικατέστησαν τις οριστικά καταργηθείσες ισάριθμες ενδιάμεσες θέσεις του Διευθυντή Διοικήσεως (κλίμακα Α15). Στη διαδικασία πλήρωσης τους, σύμφωνα με την προαναφερθείσα πρόνοια του Ν.1/90, Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής έπρεπε να ήταν ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών και όχι ο κ. Παπαγεωργίου, Διευθυντής Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν είχε νόμιμη συγκρότηση, γεγονός που εκθεμελιώνει τη διαδικασία λήψης της επίδικης απόφασης και καθιστά την επίδικη απόφαση ακυρωτέα στο σύνολο της. Η νομιμότητα της συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι από τα θέματα που εξετάζονται και αυτεπαγγέλτως και παρά το γεγονός ότι δεν εγείρεται τέτοιος λόγος με τις δυο άλλες προσφυγές, (στην 870/2005 προσβάλλεται η παρανομία της σύνθεσης της Συμβουλευτικής υπό άλλη πτυχή), θα πρέπει να επιτύχουν και αυτές οι προσφυγές για τον ίδιο λόγο.»

Περαιτέρω, ακύρωσε την προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους 1, για έναν από τους λόγους ακυρότητας που προβλήθηκαν στην Προσφυγή Αρ. 870/05 και αφορούσε στη διεξαγωγή προφορικών συνεντεύξεων από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και την επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους 1, το οποίο είχε συστηθεί από αυτήν, παρά το γεγονός ότι αυτό δεν είχε υποβληθεί στην προφορική εξέταση.  Ήταν η θέση της αιτήτριας ότι το ενδιαφερόμενο μέρος 1, το οποίο είχε στο μεταξύ αποβιώσει όταν έγιναν οι προφορικές συνεντεύξεις και δεν είχε υποβληθεί στη δοκιμασία τους, χαρακτηρίστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή ως «Εξαίρετο», ενώ η ίδια, η οποία είχε υποβληθεί στην προφορική εξέταση χαρακτηρίστηκε ως «Πολύ Καλή».

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο τον πιο πάνω λόγο ακύρωσης, έκρινε ότι, καίτοι η διενέργεια των συνεντεύξεων, αυτή καθ’ εαυτή, δεν ήταν παράνομη, εντούτοις, επειδή η Συμβουλευτική Επιτροπή, κατά τη σύγκριση της εφεσίβλητης - αιτήτριας στην Προσφυγή Αρ. 870/05 - (η «αιτήτρια») - με το ενδιαφερόμενο μέρος [*330]1, έλαβε υπόψη της τα αποτελέσματα των προφορικών συνεντεύξεων, παραβιάστηκε το ενιαίο μέτρο κρίσης.  Έκρινε ότι αιτήτρια και ενδιαφερόμενο μέρος:-

«... ήταν ισοδύναμοι στα προσόντα, στην αξία και στην αρχαιότητα με ελαφρές αποκλίσεις υπέρ της αιτήτριας στις αξιολογικές εκθέσεις πριν το 1994 και επίσης οριακή αρχαιότητα υπέρ της σε προηγούμενη θέση.  Παρόλα αυτά, η κ. Παρούτη έκανε ‘πολύ καλή’ εντύπωση στη συνέντευξη και συστήθηκε ως πάρα πολύ καλή προς την Ε.Δ.Υ. ενώ το ενδ. μέρος που δεν υποβλήθηκε σε συνέντευξη συστήθηκε ως ‘εξαίρετος’. Φαίνεται δηλαδή ότι το κριτήριο των συνεντεύξεων λήφθηκε τελικά υπόψη, άνισα και μόνο σε βάρος της αιτήτριας.»

Οι εφεσείοντες, με αναφορά στη Βραχίμης Ι. Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 665, υποστήριξαν ότι οι επίδικες θέσεις δεν είναι αμέσως κατώτερες της θέσης του Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, ώστε να τυγχάνει εφαρμογής η επιφύλαξη του Άρθρου 32(1)(δ)(ιι) του Νόμου, η οποία προβλέπει ότι:-

«Νοείται ότι όταν πρόκειται για πλήρωση θέσης με μισθοδοτική κλίμακα αμέσως κατώτερη από τη θέση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, ως Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής ενεργεί ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών και ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού συμμετέχει ως ένα από τα άλλα τέσσερα μέλη.»

Κατώτερη των επιδίκων θέσεων, ισχυρίζονται, δεν είναι η θέση του Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού αλλά η θέση του Διευθυντή Διοικήσεως, η δε αναφορά στον περί Προϋπολογισμού Νόμο του 2000 ότι οι θέσεις του Διευθυντή Διοικήσεως ήταν διπλοσταυρωμένες δεν οδηγεί, άνευ ετέρου, στο συμπέρασμα ότι αυτές έπαυσαν να υπάρχουν.  Υπήρχαν παράλληλα με τις θέσεις Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού.  Εφόσον δε, κατά τον ουσιώδη χρόνο, δεν είχαν κενωθεί, ορθά ως Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής ορίστηκε ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού. 

Τόσο ο εφεσίβλητος - αιτητής στην Προσφυγή Αρ. 741/05, όσο και η κ. Καλλιγέρου για την αιτήτρια υποστήριξαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.  Η κ. Ευγενίου δεν έλαβε θέση.  Οι λόγοι της έφεσης, ανέφερε, δεν αφορούν την εφεσίβλητη - αιτήτρια [*331]στην Προσφυγή Αρ. 925/05. Εάν επιτύχει η έφεση, ανέφερε, ως προς τον πρώτο λόγο έφεσης και θα ακουστούν οι υποθέσεις, θα αγορεύσει.     

Στη Βραχίμης Ι. Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 665, στην οποία η συνήγορος των εφεσειόντων μας παρέπεμψε, το ζήτημα της συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής τέθηκε και πάλι από τον εφεσίβλητο - αιτητή στην Προσφυγή Αρ. 741/05, κατά τρόπο, όμως, γενικό και χωρίς αναφορά στο χρόνο που επήλθε η μετονομασία των θέσεων του Διευθυντή Διοικήσεως. Θεωρούμε ότι, καίτοι στην εν λόγω υπόθεση δεν αποφασίστηκε ευθέως το ζήτημα που εδώ εγείρεται, τα εκεί λεχθέντα είναι βοηθητικά για τους σκοπούς της παρούσας έφεσης.

Έχουμε εξετάσει τα όσα οι συνήγοροι ενώπιόν μας αλλά και με τις γραπτές αγορεύσεις τους εισηγήθηκαν.  Με κάθε εκτίμηση προς τον αδελφό μας Δικαστή, δε συμμεριζόμαστε την κατάληξή του σε σχέση με τη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Θεωρούμε ότι ορθά αυτής προήδρευσε ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, αφού, κατά τον ουσιώδη χρόνο, η θέση του Διευθυντή Διοικήσεως, η οποία δεν είχε καταργηθεί, ήταν η αμέσως ανώτερη της επίδικης.  Η κατάργηση της εν λόγω θέσης, σύμφωνα με τον περί Προϋπολογισμού Νόμο του 2000, απόσπασμα του οποίου έχει ήδη παρατεθεί, θα επερχόταν με την κένωσή της, η οποία, όμως, τον ουσιώδη χρόνο δεν είχε ακόμα επέλθει.  Το γεγονός ότι οι θέσεις του Διευθυντή Διοικήσεως είχαν διπλοσταυρωθεί στον Προϋπολογισμό δεν οδηγούσε στην ταυτόχρονη κατάργησή τους, αλλά αυτή τελούσε υπό την αίρεση της κένωσής τους.  Οι θέσεις υπήρχαν και οι κάτοχοί τους απολάμβαναν των δικαιωμάτων τους και εκτελούσαν τα καθήκοντα αυτών.  Διαφορετική κατάληξη θα οδηγούσε στο παράδοξο να υπάρχουν κάτοχοι ανύπαρκτων θέσεων.    

Παρά την επιτυχία του πρώτου λόγου έφεσης, θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε και το δεύτερο, ο οποίος αφορά στην ακύρωση της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους 1. Υποστηρίζουν οι εφεσείοντες, με παραπομπή στα πρακτικά της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερομηνίας 11/3/2005, ότι αυτή, κατά τη διατύπωση της γενικής κρίσης της και τη σύγκριση της αιτήτριας με το ενδιαφερόμενο μέρος 1, δεν έλαβε υπόψη της την εντύπωση που αποκόμισε από την προφορική εξέταση.

Ανάγνωση των αποσπασμάτων της αξιολόγησης της Συμβου[*332]λευτικής Επιτροπής*, κάθε άλλο παρά αποκαλύπτει αυτό που οι εφεσείοντες εισηγούνται.  Η σύγκριση της αιτήτριας με το ενδιαφερόμενο μέρος 1, όπως ορθά διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, έγινε κατά παράβαση του ενιαίου μέτρου κρίσης, αφού, ενώ σε όλα τα άλλα στοιχεία τα εν λόγω πρόσωπα εμφανίζονται στην αξιολόγησή τους να είναι ίσα, το ενδιαφερόμενο μέρος 1, το οποίο δεν υπεβλήθη σε προφορική εξέταση, χαρακτηρίστηκε ως «Εξαίρετο», ενώ η αιτήτρια, η οποία στην προφορική εξέταση έκανε «πολύ καλή» εντύπωση, χαρακτηρίστηκε ως «Πάρα πολύ Καλή». 

Καταλήγουμε ότι ο δεύτερος λόγος έφεσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Η έφεση, για τους λόγους που έχουμε προαναφέρει, επιτυγχάνει σε σχέση με τον πρώτο λόγο έφεσης, με €1.300 έξοδα υπέρ των εφεσειόντων.  Η πρωτόδικη απόφαση, στην έκταση που αυτή αφορά την προαγωγή των Ελευθέριου Οικονομίδη, Φίλιππου Φιλίππου και Λάμπρου Λάμπρου και τα έξοδα παραμερίζεται. Επικυρώνεται σ’ ό,τι αφορά την ακύρωση της προαγωγής του Ανδρέα Μ. Σάββα.

Θα πρέπει, στη συνέχεια, να ορίσουμε τις προσφυγές, για να εξετάσουμε τους εγειρόμενους με αυτές λόγους ακύρωσης.

Τα έξοδα πρωτόδικα θα αποφασιστούν στο τέλος των υποθέσεων.

Διαταγή ως ανωτέρω.

* (Βλ. Ν.4(Ι)/2001)

*           «Παρούτη Ελένη

Έκανε ‘πολύ καλή’ εντύπωση στην προφορική εξέταση.  Από 15.2.1997 και μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, κατέχει τη θέση Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού στο Γ.Δ.Π.  Έχει εξαίρετες Υπηρεσιακές Εκθέσεις για την περίοδο 1995-1999.  Είναι κάτοχος τίτλων BA of Economics, Post-Graduate Diploma in Management and Marketing του MIM και Master in Public Sector Management από το CIIM.  Άλλα προσόντα αναφέρονται στον Προσωπικό της Φάκελο.  Διαθέτει τόσο το πλεονέκτημα όσο και την προτίμηση που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης.

Γενική κρίση:  ‘Πάρα πολύ καλή’

            Σάββα Ανδρέας

Κατέχει, από 15.2.1997 και μέχρι τον ουσιώδη χρόνο, τη θέση Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού στο Γ.Δ.Π.  Έχει εξαίρετες Υπηρεσιακές Εκθέσεις για την περίοδο 1995-1999.  Είναι κάτοχος τίτλων BA in Business Administration και Master of Development Studies του Ινστιτούτου Κοινωνικών Σπουδών της Χάγης.  Άλλα προσόντα αναφέρονται στον Προσωπικό του Φάκελο.  Διαθέτει τόσο το πλεονέκτημα όσο και την προτίμηση που προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης.

Γενική κρίση:  ‘Εξαίρετος’»


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο