Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλος ν. Ανδρέα Ασσιώτη (2010) 3 ΑΑΔ 395

(2010) 3 ΑΑΔ 395

[*395]13 Ιουλίου, 2010

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 201/2009)

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες - Καθ’ ων η αίτηση,

ν.

ΑΝΔΡΕΑ ΑΣΣΙΩΤΗ,

Εφεσιβλήτου - Αιτητή.

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 205/2009)

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΚΤΩΡΙΔΗΣ,

Εφεσείων - Ενδιαφερόμενο Μέρος,

ν.

ΑΝΔΡΕΑ ΑΣΣΙΩΤΗ,

Εφεσιβλήτου - Αιτητή,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 201/2009, 205/2009)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Σχέδια υπηρεσίας ― Εφαρμογή απαίτησης «διοικητικής πείρας», που προβλέπεται στο σχέδιο υπηρεσίας ― Εναπόκειται στην κρίση του διορίζοντος οργάνου και δεν αναθεωρείται, εφόσον η απόφαση είναι εύλογα επιτρεπτή ― Περιστάσεις υπό τις [*396]οποίες κρίθηκε εύλογη η διοικητική κρίση στην εξετασθείσα υπόθεση.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Θέσεις πολύ ψηλά στη διοικητική ιεραρχία ― Βαρύτητα της προφορικής εξέτασης κατά την πλήρωσή τους ― Η ευρεία διακριτική ευχέρεια της Ε.Δ.Υ. και η διαπίστωση της μη υπέρβασής της στην κριθείσα περίπτωση, όπου τα πρόσθετα προσόντα του επιλεγέντος και η επίδοσή του στη συνέντευξη εγκύρως παραμέρισαν την υπέρ του παραληφθέντος σύσταση του Διευθυντή.

Με τις εφέσεις αμφισβητήθηκε η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε ακυρωθεί η επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους για πλήρωση της θέσης Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:

1.  Ζητούμενο εδώ είναι το κατά πόσο η Ε.Δ.Υ., με τα όσα καταγράφονται στο πρακτικό της, ερεύνησε, ερμήνευσε και εφάρμοσε ορθά τις πρόνοιες του επίδικου Σχεδίου Υπηρεσίας σε σχέση με τους όρους «υπεύθυνη θέση» και «διοικητική πείρα», αφού είναι καλά θεμελιωμένο ότι το δικαστήριο δεν προβαίνει το ίδιο σε αξιολόγηση της κατοχής ή μη των προσόντων των υποψηφίων, ούτε επεμβαίνει στην ερμηνεία που δίδεται, εκτός εάν αυτή δεν είναι εύλογα επιτρεπτή.  Η ερμηνεία και η εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας επαφίεται στην κρίση του διοικητικού οργάνου.

     Η κατάληξη της Ε.Δ.Υ., καθώς προκύπτει, ήταν αποτέλεσμα ορθής ερμηνείας και εφαρμογής του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Η αναφορά της, ότι θέσεις στη Δημόσια Υπηρεσία με μισθοδοτική κλίμακα Α8 και άνω θεωρούνται ως υπεύθυνες θέσεις, δε θα πρέπει να απομονωθεί από όσα γενικά επί του θέματος καταγράφονται στο πρακτικό της.

     Η επιλογή της θέσης του Λειτουργού Πολεοδομίας, 1ης Τάξης, στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, για σκοπούς του Σχεδίου Υπηρεσίας, ως «υπεύθυνης θέσης» και όχι άλλης κατώτερης θέσης στο Τμήμα, ήταν αποτέλεσμα εξέτασης των θέσεων που υποψήφιοι κατείχαν/κατέχουν και κατά πόσο από αυτές είχαν εμπλοκή στο όλο διοικητικό έργο.  Η Ε.Δ.Υ. ερεύνησε τόσο την αίτηση του αιτητή όσο και τους Φακέλους των Προσωπικών και των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, προτού καταλήξει και η ερμηνεία που δόθηκε είναι εύλογη. 

[*397]2.      Οι συνήγοροι και των δύο πλευρών συμφωνούν - και ορθά - ότι η επίδικη θέση είναι διευθυντική και, για την πλήρωσή της, δεν είναι άτοπο να δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης. Ως προς το ζήτημα της σημασίας της αρχαιότητας, σε περιπτώσεις διορισμού σε θέσεις διευθυντικές, η αρχαιότητα λαμβάνεται υπόψη, η σημασία της, όμως, δεν είναι ουσιαστική. Η βαρύτητα πρόσθετου προσόντος μη προβλεπόμενου από το Σχέδιο Υπηρεσίας, σχετικού, όμως, με τα καθήκοντα της θέσης έχει και αυτή νομολογιακά αναγνωριστεί.

     Στην παρούσα περίπτωση, το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο, από άποψης αξίας στη βάση των Υπηρεσιακών Εκθέσεων, ήταν ισοδύναμο με τον αιτητή, κατείχε πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, τα οποία, όπως αναγνωρίζει η νομολογία, παρέχουν πλεονέκτημα στον κάτοχό τους για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, εάν δε αυτός δεν επιλεγεί, θα πρέπει να δοθούν λόγοι που να τα αντισταθμίζουν.  Η αρχαιότητα του αιτητή, η οποία συνεκτιμήθηκε, ήταν πολύ περιορισμένης σημασίας: και επειδή αυτή ήταν αποτέλεσμα κλίμακας, αλλά και επειδή η επίδικη θέση βρίσκεται πολύ ψηλά στην ιεραρχία. 

     Σταθμίζοντας τα διάφορα αντίστοιχα δεδομένα των υποψηφίων, υπό το φως της δυνατότητας να δίδεται από την Ε.Δ.Υ. αυξημένη βαρύτητα στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, προκύπτει ότι η απόφασή της για επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους δε βρίσκεται εκτός των ορίων της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που αυτή είχε, η δε παράκαμψη της σύστασης του Γενικού Διευθυντή έχει αιτιολογηθεί με επάρκεια.

Οι εφέσεις επιτυγχάνουν. Οι αντεφέσεις απορρίπτονται. Επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων στην έφεση αρ. 201/09, 3.000 έξοδα πρωτοδίκως και κατ’ έφεση. Ουδεμία διαταγή εξόδων για  την έφεση αρ. 205/09 και τις αντεφέσεις.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164,

Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145,

Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517,

[*398]Δημοκρατία κ.ά. ν. Γερμανού κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93,

Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374,

Δημοκρατία κ.ά. ν. Γιαλλουρίδη κ.ά. (1990) 3 Α.Α.Δ. 4316,

Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Νικολάου κ.ά. (2007) 3 Α.Α.Δ. 18,

Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2007) 3 Α.Α.Δ. 96,

Δημοκρατία ν. Μιχαήλ (2008) 3 Α.Α.Δ. 341,

Δημοκρατία ν. Υψαρίδη κ.ά. (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 347,

Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1.

Εφέσεις.

Εφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Χατζηχαμπής, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 1302/08), ημερ. 12/11/09.

Λ. Ουστά, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσείοντες στην Α.Ε. Αρ. 201/09 και για τους Καθ’ ων η αίτηση στην Α.Ε. Αρ. 205/09.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Εφεσίβλητο, στην Α.Ε. Αρ. 201/09 και 205/09.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα, στην Α.Ε. Αρ. 205/09.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Η πλήρωση της θέσης του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, με το διορισμό σ’ αυτήν του Κτωρίδη Χριστόδουλου, (το «ενδιαφερόμενο μέρος»), από 1/7/2008, είχε ως αποτέλεσμα την καταχώριση από τον Ανδρέα Ασσιώτη, επίσης υποψήφιο για τη θέση, (ο «αιτητής»), της Προσφυγής Αρ. 1302/2008.

Αδελφός μας Δικαστής, ο οποίος επιλήφθηκε πρωτόδικα της [*399]υπόθεσης, με απόφασή του ημερομηνίας 12/11/2009, έκρινε, για λόγους στους οποίους θα αναφερθούμε σε μεταγενέστερο στάδιο, ότι συνέτρεχε λόγος ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης και την ακύρωσε.

Εναντίον της ακυρωτικής απόφασης καταχωρήθηκαν: από πλευράς των καθ’ ων η αίτηση, η Έφεση Αρ. 201/09 και, από πλευράς του ενδιαφερομένου μέρους, η Έφεση Αρ. 205/09.  Υπάρχουν, επίσης, αντεφέσεις από πλευράς του αιτητή. Οι εφέσεις και οι αντεφέσεις, λόγω της συνάφειάς τους, ακούστηκαν μαζί.

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Ε.Δ.Υ.»), μετά τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της επίδικης θέσης και την υποβολή γι’ αυτήν πέντε αιτήσεων από δημοσίους υπαλλήλους, αφού εξέτασε τις αιτήσεις και όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, περιλαμβανομένου του Σχεδίου Υπηρεσίας, διαπίστωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι πληρούσαν τα απαιτούμενα από αυτό προσόντα.  Κρίθηκαν υποψήφιοι:  ο αιτητής για διορισμό στη θέση και το ενδιαφερόμενο μέρος για προαγωγή σ’ αυτή.  Διαπίστωσε, επίσης, κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, ότι όλοι οι υποψήφιοι διέθεταν το επιπρόσθετο προσόν:  «Άριστη γνώση των ειδικών συνθηκών που αφορούν θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως στην Κύπρο ως και άλλων βασικών λειτουργιών που αποτελούν αρμοδιότητα του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως». Ακολούθως, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, (ο «Γενικός Διευθυντής»), ο οποίος παρίστατο στην προφορική εξέταση, αξιολόγησε το ενδιαφερόμενο μέρος «Σχεδόν Εξαίρετο» και τον αιτητή «Εξαίρετο», σύστησε για προαγωγή τον αιτητή και αποχώρησε.  Η Ε.Δ.Υ., στη συνέχεια, αξιολόγησε και η ίδια την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση.  Στο πρακτικό της καταγράφονται τα εξής:-

«3.         ΑΣΣΙΩΤΗΣ Ανδρέας:  Σχεδόν εξαίρετος.  Αντιμετώπισε την προφορική εξέταση με ψυχραιμία και αυτοπεποίθηση.  Με απαντήσεις κατά κανόνα σαφείς και πλήρεις έπεισε για το σχεδόν εξαίρετο επίπεδό του στο όλο αντικείμενο της προφορικής εξέτασης.  Με καθαρότητα λόγου και σκέψης επιχειρηματολογούσε με λογικούς συλλογισμούς και κατάληγε σχεδόν πάντοτε σε αιτιολογημένα συμπεράσματα.  Παρουσίασε αρκετά ενδιαφέρουσες ιδέες - εισηγήσεις για το Τμήμα.  Ώριμος, σοβαρός και με προσωπικότητα.

.........................................................................................................

[*400] 5.            ΚΤΩΡΙΔΗΣ Χριστόδουλος:  Εξαίρετος.  Με τις απαντήσεις του έπεισε για την απόλυτη επάρκειά του να ανταποκριθεί στα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης.  Με ευχέρεια λόγου έδωσε σαφέστατες και ακριβείς απαντήσεις στα ερωτήματα που υποβλήθηκαν.  Οι τοποθετήσεις του κάλυπταν πάντοτε το θέμα σε όλο το εύρος του, συνοδεύοντο δε με τα ανάλογα στην περίπτωση πειστικά επιχειρήματα.  Επέδειξε έκδηλη ευθυκρισία και ικανότητα αιτιολόγησης των θέσεων και απόψεών του.  Άτομο με γνώσεις και εμπειρίες μέσα από τις οποίες αντλεί και μεταδίδει ιδέες αξιόλογες και εφαρμόσιμες στο Τμήμα.  Ήρεμος, ώριμος, σοβαρός και με αυτοπεποίθηση.

Ακολούθως η Επιτροπή ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων.

Η Επιτροπή έλαβε δεόντως υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, όπως επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, το περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι όλοι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, Υπουργείο Εσωτερικών.

Η Επιτροπή έλαβε υπόψη τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων στο σύνολό τους, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία χρόνια.

Η Επιτροπή έλαβε επίσης υπόψη τα προσόντα των υποψηφίων καθώς και την αρχαιότητά τους.

Η Επιτροπή δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, Υπουργείο Εσωτερικών, για τον Ασσιώτη Ανδρέα και, αντί αυτού, επιλέγει τον Κτωρίδη Χριστόδουλο, ο οποίος, συγκρινόμενος με τον συστηθέντα, αξιολογήθηκε από την Επιτροπή σε υψηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, η οποία, σύμφωνα με την πάγια νομολογία, έχει αυξημένη βαρύτητα όταν πρόκειται για θέσεις ψηλά στην υπαλληλική ιεραρχία, όπου η επιτυχής εκτέλεση των καθηκόντων προϋποθέτει πρόσωπα που διαθέτουν προσωπικότητα, καθώς και διευθυντικές και διοικητικές ικανότητες.  Αναλυτικότερα, ο Κτωρίδης αξιολογήθηκε ως Εξαίρετος από την [*401]Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, που είναι και η υψηλότερη βαθμολογία της, ενώ ο Ασσιώτης ως Σχεδόν εξαίρετος, αξιολογήθηκε δηλαδή σε χαμηλότερο επίπεδο.

Πέραν αυτού, συγκρινόμενος ο Κτωρίδης με τον Ασσιώτη, ο πρώτος είναι ίσος σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ’ αυτές των τελευταίων ετών, στις οποίες αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, αξιολογούμενος ως καθόλα εξαίρετος.  Πέραν αυτού, υπερέχει σε προσόντα, καθότι, ενώ και οι δύο διαθέτουν το προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας επιπρόσθετο προσόν, αυτός διαθέτει πρόσθετα/ακαδημαϊκά προσόντα (M.A. in Environmental Planning και Μεταπτυχιακό Δίπλωμα στη Διεύθυνση με ειδίκευση στη Δημόσια Διοίκηση), τα οποία, αν και δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, εντούτοις είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και, συνεπώς, λαμβάνονται υπόψη και αποδίδεται σε αυτά η δέουσα βαρύτητα, ενώ ο Ασσιώτης δε διαθέτει, καθότι το μεταπτυχιακό του δίπλωμα (Master in Civil Design) είναι απαιτούμενο, σύμφωνα με την παράγραφο Α(1)(β) των απαιτούμενων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία κρίθηκε ως προσοντούχος υποψήφιος για τη θέση.  Επιπρόσθετα, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο Κτωρίδης υστερεί σε αρχαιότητα έναντι του Ασσιώτη, η οποία προκύπτει λόγω κλίμακας και η οποία, ωστόσο, ‘στις περιπτώσεις ανώτατων διευθυντικών θέσεων Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής έχει περιορισμένη σημασία’, σύμφωνα με πάγια νομολογία (βλ. Κοφτερός κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας).»

Ο αδελφός μας Δικαστής, αποδεχόμενος τη θέση του αιτητή - ότι από την πιο πάνω απόφαση ελλείπει η απαιτούμενη ειδική αιτιολογία για την παράκαμψη της σύστασης του Γενικού Διευθυντή - κατέληξε, κατ’ εφαρμογή των αποφασισθέντων στη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164 (απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας) - και προηγούμενης νομολογίας, ως εξής:- 

«Ότι η ΕΔΥ θεώρησε την ενώπιον της απόδοση των υποψηφίων ως αποφασιστικής σημασίας προκύπτει από το όλο σκεπτικό της.  Είναι γεγονός ανεφέρθη και στην υπεροχή του ΕΜ σε πρόσθετα προσόντα, αυτή όμως δεν ήταν σημαντική (ούτε νομολογιακά θα μπορούσε να ήταν), όπως προκύπτει και από το γεγονός ότι, ενώ συγκρίνοντας το ΕΜ με τον Αιτητή η ΕΔΥ την αναφέρει ως πρόσθετο λόγο επιλογής του ΕΜ, συγκρίνο[*402]ντας το ΕΜ με τους άλλους τρεις υποψήφιους οι οποίοι ήσαν ίσοι σε πρόσθετα προσόντα με το ΕΜ η ΕΔΥ τώρα βασίζεται συμπληρωματικά στην αρχαιότητα του ΕΜ έναντι τους για να δικαιολογήσει την επιλογή του πέραν της υπεροχής του στην προφορική εξέταση.  Αναφέρω αυτά για να καταδειχθεί ότι ο βασικός λόγος επιλογής του ΕΜ, και της συναφούς παράκαμψης της σύστασης του Διευθυντή, ήταν η καλύτερη αξιολόγηση του από την ΕΔΥ.»

Θα εξετάσουμε πρώτα το λόγο των αντεφέσεων, ο οποίος αφορά στον τρόπο με τον οποίο η Ε.Δ.Υ. θεώρησε ότι ο αιτητής διεκδικούσε την επίδικη θέση και ο οποίος, καίτοι προβαλλόταν με την προσφυγή, δεν εξετάστηκε.  Πεπλανημένα, ισχυρίζεται ο αιτητής, κρίθηκε ότι αυτός διεκδικούσε τη θέση ως πρώτου διορισμού και όχι ως προαγωγής, γεγονός που του στέρησε τη δυνατότητα το μεταπτυχιακό προσόν που κατείχε να του πιστωθεί ως πρόσθετο μη προβλεπόμενο αλλά σχετικό.  Τόσο ο ίδιος όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχαν πανεπιστημιακό δίπλωμα Αρχιτέκτονα - Μηχανικού, απαιτούμενο βασικό, και δεκαπενταετή, τουλάχιστον, πείρα σε υπεύθυνη θέση στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, σε θέματα που προβλέπει το Σχέδιο Υπηρεσίας.  Η Ε.Δ.Υ., καίτοι αυτός, από το 1985, κατείχε τη θέση του Λειτουργού Πολεοδομίας, 2ης Τάξης, Κλίμακα Α9, τα καθήκοντα της οποίας δεν είναι άλλα από τα καθήκοντα της θέσης του Λειτουργού Πολεοδομίας, 1ης τάξης, που κατείχε από το 1988 δεν έλαβε αυτήν υπόψη για σκοπούς υπολογισμού της απαιτούμενης από το Σχέδιο Υπηρεσίας δεκαπενταετούς πείρας.  Περιορίστηκε να υπολογίσει την πείρα του από το 1988.  Κατά την εξέταση και ερμηνεία της φράσης του Σχεδίου Υπηρεσίας «υπεύθυνη θέση», η Ε.Δ.Υ., ενώ ερμήνευσε ότι τέτοιες θέσεις στη Δημόσια Υπηρεσία είναι θέσεις μισθοδοτικής Κλίμακας Α8 και άνω, την υπηρεσία του στο τμήμα σε θέση με ψηλότερη κλίμακα δεν την υπολόγισε.

Οι εφεσείοντες και στις δύο εφέσεις αντιτείνουν στα πιο πάνω ότι η Ε.Δ.Υ., προτού εξετάσει το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο κάθε υποψήφιος διεκδικούσε τη θέση, προβληματίστηκε ιδιαίτερα, εξέτασε και ερμήνευσε με προσοχή τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, όπως και κάθε άλλο προαπαιτούμενο και ότι η κατάληξή της σε σχέση με τον αιτητή είναι καθ’ όλα εύλογη.

Θεωρούμε την παράθεση των απαιτούμενων από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντων για την επίδικη θέση και του το τι κατέγραψε η Ε.Δ.Υ. στο πρακτικό της σε σχέση με τις απαιτήσεις και την ερμηνεία του Σχεδίου Υπηρεσίας, για ό,τι εδώ ενδιαφέρει, χρή[*403]σιμη για τους σκοπούς εξέτασης του πιο πάνω λόγου:-

«3.  Απαιτούμενα  προσόντα:

Α. Για Πρώτο Διορισμό:

     (1)          (α)            Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στην Πολεοδομία και Χωροταξία και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σε κατάλληλο θέμα που σχετίζεται με τις αρμοδιότητες του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως,

ή

            (β)   (ι)   Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στην Αρχιτεκτονική ή Πολιτική Μηχανική ή Διαχείριση Ακινήτων ή Γεωγραφία ή Οικονομικές ή Κοινωνικές Επιστήμες ή άλλο θέμα αποδεκτό για εισδοχή για μεταπτυχιακές σπουδές στην Πολεοδομία και Χωροταξία, και

                   (ιι)  Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στην Πολεοδομία και Χωροταξία, ή μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος στην Πολεοδομία και Χωροταξία διετούς τουλάχιστο κύκλου σπουδών.

(Σημ.:  ‘Ο όρος Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο’.

     (2)          Δεκαετής τουλάχιστο μεταπτυχιακή πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως, από την οποία πενταετής τουλάχιστο διοικητική πείρα.

Β. Για Προαγωγή:

     (1)     Τα ίδια προσόντα που απαιτούνται πιο πάνω στην παράγραφο Α για Πρώτο Διορισμό, ή

(2)    (α) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν από τα αναφερόμενα στην παράγραφο Α(1)(β)(ι) πιο πάνω,

              (Σημ.:  ‘Ο όρος Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος καλύπτει και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο’·

και

              (β) δεκαπενταετής τουλάχιστον υπηρεσία, σε υπεύθυνη θέση στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως σε θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως από την οποία δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε Πολεοδομικούς Τομείς και πενταετής τουλάχιστο διοικητική πείρα.»

[*404]«Η Επιτροπή προβληματίστηκε ιδιαίτερα για την κατοχή από τους αιτητές για Πρώτο Διορισμό του προσόντος της ‘δεκαετούς τουλάχιστο μεταπτυχιακής πείρας σε υπεύθυνη θέση σε θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως, από την οποία πενταετής τουλάχιστο διοικητική πείρα’, όπως τούτο περιγράφεται στην παράγραφο Α(1)(2) των απαιτούμενων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, καθώς και με την κατοχή από τους αιτητές για Προαγωγή του προσόντος της ‘δεκαπενταετούς τουλάχιστον υπηρεσίας σε υπεύθυνη θέση στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως σε θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως από την οποία δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε Πολεοδομικούς Τομείς και πενταετή τουλάχιστο διοικητική πείρα’, σε συνάρτηση με το επίπεδο της υπό πλήρωση θέσης, η οποία είναι Διευθυντική.

Η Επιτροπή έκρινε ότι ο όρος ‘θέση’, που αναφέρεται στο οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας, δεν έχει τη στενή έννοια που οι περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμοι του 1990 έως 2006 ορίζουν και ότι δεν περιορίζεται στη δημόσια υπηρεσία.  Η άποψη αυτή της Επιτροπής ενισχύεται από το ότι η υπό πλήρωση θέση είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, δηλαδή μπορούν να διεκδικήσουν διορισμό και υποψήφιοι που δεν κατείχαν/κατέχουν θέση στη δημόσια υπηρεσία.  Η κατοχή θέσης στη δημόσια υπηρεσία αποτελεί προτίμηση.

Η Επιτροπή εξέτασε την κατοχή από τους αιτητές του πιο πάνω προσόντος, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και το είδος των καθηκόντων της/των θέσης/εων που οι αιτητές κατείχαν/κατέχουν στη δημόσια υπηρεσία, καθότι είναι όλοι δημόσιοι υπάλληλοι.  Επίσης, λήφθηκε υπόψη το ιεραρχικό επίπεδο της θέσης στη δομή του Τμήματος, Ανεξάρτητου Γραφείου ή Υπηρεσίας, καθώς και της δημόσιας υπηρεσίας γενικότερα. Σημειώνεται ότι στις περιπτώσεις όπου υπάρχουν Σχέδια Υπηρεσίας - και υπάρχουν για όλες τις θέσεις που οι αιτητές κατείχαν/κατέχουν στη δημόσια υπηρεσία - αυτά μελετήθηκαν επισταμένα από την Επιτροπή.

Περαιτέρω, η Επιτροπή έλαβε υπόψη το σύνολο των καθηκόντων των αιτητών στις θέσεις που κατείχαν/κατέχουν, ούτως ώστε να διαφανεί κατά πόσο, όσο αφορά στον Πρώτο Διορισμό, στη δεκαετή τουλάχιστο μεταπτυχιακή πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως περιλαμβάνεται πενταετής τουλάχιστο διοικητική πείρα, και, όσο αφορά στην Προαγωγή, στη δεκαπενταετή τουλάχιστον υπηρε[*405]σία σε υπεύθυνη θέση στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως σε θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οικήσεως περιλαμβάνονται δεκαετή τουλάχιστο πείρα σε Πολεοδομικούς Τομείς και πενταετή τουλάχιστο διοικητική πείρα.  Η Επιτροπή κατέγραψε για όλους τους αιτητές την από μέρους τους κατοχή ή μη του προσόντος αυτού και, επίσης, κατέγραψε για έναν έκαστο από τους αιτητές τις θέσεις που κατείχε ή/και κατέχει στην ιεραρχία της υπηρεσίας του ως ενδεικτικές της κατοχής ή όχι της πείρας σε υπεύθυνη θέση, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι η Επιτροπή δεν έλαβε υπόψη το σύνολο της πείρας που ο κάθε αιτητής απέκτησε σε όλες τις θέσεις που κατά καιρούς κατείχε στη δημόσια υπηρεσία.

Όλοι οι αιτητές είναι δημόσιοι υπάλληλοι και, συνεπώς, η Επιτροπή έλαβε υπόψη και τα καθήκοντα που αυτοί εκτελούσαν/ούν, όπως αυτά βεβαιώνονται και από τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεών τους.

Παρόλο που οι όροι μισθοδοσίας των αιτητών δεν αποτέλεσαν κριτήριο, εν τούτοις, για τους σκοπούς του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οίκησης, θέσεις στη δημόσια υπηρεσία με μισθοδοτική κλίμακα Α8 και άνω θεωρήθηκαν ως υπεύθυνες.  Η Επιτροπή, όμως, παρατήρησε ότι τούτο είναι απόρροια της συνεκτίμησης των στοιχείων που καθορίστηκαν για την ερμηνεία του όρου ‘υπεύθυνη θέση’, όπως αυτά καταγράφονται πιο πάνω, και όχι των μισθοδοτικών όρων. Άλλωστε, η Επιτροπή εξέτασε τις συγκεκριμένες θέσεις που οι αιτητές κατείχαν/κατέχουν στη δημόσια υπηρεσία και όχι τις θέσεις στη δημόσια υπηρεσία στο σύνολό τους και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο άλλες θέσεις στη δημόσια υπηρεσία με κλίμακα Α8 και άνω, αν εξετάζονταν, να μην μπορούσαν να θεωρηθούν ως ‘υπεύθυνες’.»

Ζητούμενο εδώ είναι το κατά πόσο η Ε.Δ.Υ., με τα όσα καταγράφονται στο πρακτικό της πιο πάνω, ερεύνησε, ερμήνευσε και εφάρμοσε ορθά τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας σε σχέση με τους όρους «υπεύθυνη θέση» και «διοικητική πείρα», αφού είναι καλά θεμελιωμένο ότι το δικαστήριο δεν προβαίνει το ίδιο σε αξιολόγηση της κατοχής ή μη των προσόντων των υποψηφίων, ούτε επεμβαίνει στην ερμηνεία που δίδεται, εκτός εάν αυτή δεν είναι εύλογα επιτρεπτή.  Η ερμηνεία και η εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας επαφίεται στην κρίση του διοικητικού οργάνου - (βλ. Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145· Βασιλείου ν. Δη[*406]μοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517 και Δημοκρατία κ.ά. ν. Γερμανού κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93).

Έχουμε εξετάσει τη θέση του αιτητή, υπό το φως των συζητηθέντων και αποφασισθέντων από την Ε.Δ.Υ., δε διαπιστώνουμε, όμως, οτιδήποτε από όσα αυτός προβάλλει. Η κατάληξη της Ε.Δ.Υ., καθώς προκύπτει, ήταν αποτέλεσμα ορθής ερμηνείας και εφαρμογής του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Η αναφορά της ότι θέσεις στη Δημόσια Υπηρεσία με μισθοδοτική κλίμακα Α8 και άνω θεωρούνται ως υπεύθυνες θέσεις δε θα πρέπει να απομονωθεί από όσα γενικά επί του θέματος καταγράφονται στο πρακτικό της, το οποίο έχουμε ήδη παραθέσει και δε θα το επαναλάβουμε.

Η επιλογή της θέσης του Λειτουργού Πολεοδομίας, 1ης Τάξης, στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, για σκοπούς του Σχεδίου Υπηρεσίας, ως «υπεύθυνης θέσης» και όχι άλλης κατώτερης θέσης στο Τμήμα, ήταν αποτέλεσμα εξέτασης των θέσεων που υποψήφιοι κατείχαν/κατέχουν και κατά πόσο από αυτές είχαν εμπλοκή στο όλο διοικητικό έργο.  Η Ε.Δ.Υ. ερεύνησε τόσο την αίτηση του αιτητή όσο και τους Φακέλους των Προσωπικών και των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων, προτού καταλήξει και δε βρίσκουμε η ερμηνεία που δόθηκε να μην είναι εύλογη.  Συνεπώς, ο λόγος αυτός των αντεφέσεων απορρίπτεται. 

Θα προχωρήσουμε, στη συνέχεια, να εξετάσουμε τις εφέσεις και, ταυτόχρονα, το δεύτερο λόγο των αντεφέσεων, λόγω της συνάφειάς του με τους λόγους των εφέσεων.

Υποστηρίζουν οι εφεσείοντες ότι εσφαλμένα διαπιστώθηκε πρωτοδίκως ότι ο λόγος επιλογής του ενδιαφερομένου μέρους και της παράκαμψης της σύστασης του Γενικού Διευθυντή ήταν η καλύτερη αξιολόγησή του από την Ε.Δ.Υ. στην προφορική εξέταση, ώστε να τυγχάνουν εφαρμογής τα αποφασισθέντα στη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω).  Είναι η θέση τους, με αναφορά στα προσόντα και την πείρα των μερών, ότι η παράκαμψη της σύστασης του Γενικού Διευθυντή αιτιολογήθηκε ειδικά από την Ε.Δ.Υ., όπως, ακριβώς, απαιτεί η νομολογία.  Η υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους σε προσόντα, υπέβαλαν, μη απαιτούμενα αλλά σχετικά, συνυπολογίστηκε, όπως συνυπολογίστηκε και η περιορισμένης σημασίας αρχαιότητα του αιτητή λόγω κλίμακας.

Οι συνήγοροι και των δύο πλευρών συμφωνούν - και ορθά - ότι η επίδικη θέση είναι διευθυντική και, για την πλήρωσή της, δεν είναι άτοπο να δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα στα αποτελέσματα της [*407]προφορικής εξέτασης. 

Σε σχέση με αυτό το ζήτημα, στην Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 374, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 396-397)

«Επανερχόμαστε, τέλος, στη βαρύτητα που η Ε.Δ.Υ. έδωσε στα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης.  Είναι προφανές ότι αυτά ήταν που έκλιναν την πλάστιγγα υπέρ του Π. Πούρου και του Λ. Παιονίδη.  Για τέτοιου είδους θέσεις δεν είναι όμως άτοπο να δίδεται σ’ αυτά ιδιαίτερη βαρύτητα.  Στην Αριστοτέλους ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 673 - η οποία αφορούσε σε διαδικασία βάσει του Ν. 1/90 - η Ολομέλεια εξέφρασε απόλυτη συμφωνία με το ακόλουθο απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση του Α.Ν. Λοΐζου, Π.:

‘Σ’ ό,τι αφορά τον προβαλλόμενο ισχυρισμό του αιτητή ότι η εντύπωση από τη συνέντευξη διαδραμάτισε αποκλειστικό ρόλο στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, θα πρέπει να υποδειχθεί ότι η θέση Διευθυντή του Τμήματος Γεωργίας είναι η ανώτατη θέση στο Τμήμα και όπως προκύπτει από τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης, που καθορίζονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας, είναι θέση με ευρείες διοικητικές ευθύνες.  Σε τέτοιες θέσεις η προσωπικότητα του κατόχου της αποτελεί σημαντικό στοιχείο, σ’ ό,τι αφορά την καταλληλότητά του για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης.

Ενόψει της πιο πάνω φύσης της θέσης, η Επιτροπή κατά την επιλογή του καταλληλότερου από τους υποψηφίους για προαγωγή στη θέση είχε ευρεία διακριτική εξουσία.  Η απόδοση των υποψηφίων στις ενώπιον της Επιτροπής συνεντεύξεις πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς αξιολόγησης και διακρίβωσης της αξίας τους.  (Βλέπε The Republic v. Zachariades (1986) 3 C.L.R. 852, 856 και The Republic v. Panayiotides (1987) 3 C.L.R. 1081, 1088).

Το Ανώτατο Δικαστήριο σε σειρά αποφάσεών του αποφάνθηκε ότι δύναται να αποδοθεί αυξημένη βαρύτητα στην απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, όταν η προσωπικότητα και οι ικανότητες του υποψηφίου είναι σημαντικές ιδιότητες, για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, όπως στην παρούσα υπόθεση.’

Έχοντας υπόψη μας το ισοζύγιο που προέκυπτε από τα υπόλοιπα αντίστοιχα δεδομένα των υποψηφίων, όπως και το κρι[*408]τήριο της βαρύτητας των αποτελεσμάτων της προφορικής εξέτασης, δεν μας είναι δυνατό να συμφωνήσουμε με την πρωτόδικη άποψη του συναδέλφου μας ότι η Ε.Δ.Υ. έδωσε στα εν λόγω αποτελέσματα υπέρμετρη βαρύτητα ή σημασία, ώστε να θεωρηθεί ότι ενήργησε έξω από τα όρια της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που της αναγνωρίζεται.  Θεωρούμε χρήσιμη την ακόλουθη υπόμνηση από τη Georghiou v. Republic (ανωτέρω) (στη σελ. 82):

.......................................................................................................»

Τα ίδια επαναλαμβάνονται στις Δημοκρατία κ.ά. ν. Γιαλλουρίδη κ.ά., (1990) 3 Α.Α.Δ. 4316· Κωνσταντίνου κ.ά. ν. Νικολάου κ.ά. (2007) 3 Α.Α.Δ. 18 και Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2007) 3 Α.Α.Δ. 96.

Στην Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά., (πιο πάνω) εξετάστηκε και το ζήτημα της σημασίας της αρχαιότητας σε περιπτώσεις διορισμού σε θέσεις διευθυντικές και αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η αρχαιότητα λαμβάνεται υπόψη, η σημασία της, όμως, δεν είναι ουσιαστική.

Η βαρύτητα πρόσθετου προσόντος μη προβλεπόμενου από το Σχέδιο Υπηρεσίας, σχετικού, όμως, με τα καθήκοντα της θέσης απασχόλησε και πάλι τη νομολογία στη Δημοκρατία ν. Μιχαήλ (2008) 3 Α.Α.Δ. 341, όπου αναφέρεται ότι:- (σελ. 344)

«Εν πάση δε περιπτώσει, δεν θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε και πως, ως θέμα κάποιας γενικής αρχής, είναι δυνατό να προσδιοριστεί εκ των προτέρων η όποια βαρύτητα ορισμένου στοιχείου κρίσης.  Αυτή δεν μπορεί παρά να είναι το αποτέλεσμα συσχετισμών και κρίσης στη βάση του συνόλου των δεδομένων της κάθε περίπτωσης (Βλ. συναφώς την απόφαση στην Γρηγορίου (Μιχαηλίδου) ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 275) η οποία, προερχόμενη από τη διοίκηση, ελέγχεται ως προς το εύλογό της και όχι με γνώμονα το κατά πόσο ορισμένη υπεροχή, σε ορισμένο τομέα, θεμελιώνει έκδηλη υπεροχή του επιλεγομένου.»

Έχουμε εξετάσει το πρακτικό της Ε.Δ.Υ. και, με κάθε εκτίμηση προς τον αδελφό μας Δικαστή, δεν έχουμε την ίδια άποψη μαζί του, ότι, δηλαδή, η Ε.Δ.Υ. έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στα αποτελέσματα της ενώπιόν της προφορικής εξέτασης και παρέλειψε να αιτιολογήσει ειδικά την απόκλισή της από τη σύσταση του Γενικού [*409]Διευθυντή.  Τα γεγονότα στη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, από την οποία καθοδηγήθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, ήταν διαφορετικά.   Εκεί η βαρύτητα που δόθηκε στην προφορική εξέταση από την Ε.Δ.Υ. εξουδετέρωσε εντεκάμηνη αρχαιότητα της αιτήτριας σε προηγούμενη θέση, πρόσθετο προσόν που αυτή κατείχε μη προβλεπόμενο αλλά σχετικό και την υπέρ της σύσταση του Γενικού Διευθυντή.  Στην παρούσα περίπτωση, το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο, από άποψης αξίας στη βάση των Υπηρεσιακών Εκθέσεων, ήταν ισοδύναμο με τον αιτητή, κατείχε πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, τα οποία, όπως αναγνωρίζει η νομολογία, παρέχουν πλεονέκτημα στον κάτοχό τους για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, εάν δε αυτός δεν επιλεγεί, θα πρέπει να δοθούν λόγοι που να τα αντισταθμίζουν - (βλ. Δημοκρατία ν. Υψαρίδη & Άλλου (Αρ. 2) (1993) 3 Α.Α.Δ. 347 και Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1).  Η αρχαιότητα του αιτητή, η οποία συνεκτιμήθηκε, ήταν πολύ περιορισμένης σημασίας: και επειδή αυτή ήταν αποτέλεσμα κλίμακας, αλλά και επειδή η επίδικη θέση βρίσκεται πολύ ψηλά στην ιεραρχία. 

Σταθμίζοντας τα διάφορα αντίστοιχα δεδομένα των υποψηφίων, υπό το φως της δυνατότητας να δίδεται από την Ε.Δ.Υ. αυξημένη βαρύτητα στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, καταλήγουμε ότι η απόφασή της για επιλογή του ενδιαφερομένου μέρους δε βρίσκεται εκτός των ορίων της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που αυτή είχε, η δε παράκαμψη της σύστασης του Γενικού Διευθυντή έχει αιτιολογηθεί με επάρκεια.

Οι εφέσεις επιτυγχάνουν.  Οι αντεφέσεις απορρίπτονται.  Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η απόφαση για προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως επικυρώνεται, με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

Επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων στην Έφεση Αρ. 201/09 €3.000,00 έξοδα, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ’ έφεση.

Σε σχέση με την Έφεση Αρ. 205/09 και τις αντεφέσεις καμιά διαταγή για έξοδα.

Οι εφέσεις επιτυγχάνουν. Οι αντεφέσεις απορρίπτονται. Επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων στην έφεση αρ. 201/09, 3.000 έξοδα πρωτοδίκως και κατ’ έφεση. Ουδεμία διαταγή εξόδων για  την έφεση αρ. 205/09 και τις αντεφέσεις.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο