(2010) 3 ΑΑΔ 464
[*464]28 Σεπτεμβρίου, 2010
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΤΡΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΑΓΛΑΝΤΖΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 119/2007)
Δήμοι ― Δήμος Αγλαντζιάς ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Θέση Δημοτικού Γραμματέα ― Το απαιτούμενο προσόν της διοικητικής πείρας ― Η αυστηρότητα με την οποία πρέπει να ερμηνεύεται η σχετική πρόνοια στα σχέδια υπηρεσίας ― Διάκριση της διοικητικής πείρας από την πείρα σε εποπτικά καθήκοντα ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε ότι η διερεύνηση της κατοχής του προσόντος της διοικητικής πείρας δεν ήταν η δέουσα στην εξετασθείσα υπόθεση.
Ο εφεσείων αξίωσε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε απορριφθεί η προσφυγή του κατά του διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Δημοτικού Γραμματέα του εφεσίβλητου Δήμου.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Το δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κρίση της διοίκησης και να αποφασίζει πρωτογενώς κατά πόσο υπάρχει ή όχι η απαιτούμενη διοικητική πείρα. Οι διατάξεις για τα τυπικά προσόντα πρέπει να ερμηνεύονται στενά και δεν χωρεί χαλάρωση της απαίτησης του σχεδίου υπηρεσίας για πείρα ορισμένης διάρκειας.
Το Δημοτικό Συμβούλιο εν προκειμένω αρκέστηκε σε απλή ανάγνωση επτά βεβαιώσεων από προηγούμενους εργοδότες του ενδιαφερόμενου μέρους, για να δεκτεί ότι το προσόν της πείρας ικανοποιείτο. Οι βεβαιώσεις αυτές όμως δεν δικαιολογούσαν την παράλειψη διενέργειας περαιτέρω έρευνας.
[*465]Η άσκηση διοικητικών καθηκόντων δεν προϋποθέτει εποπτεία, οργάνωση ή κατεύθυνση προσωπικού. Τα δύο δεν είναι ταυτόσημα.
Όταν διορίζον όργανο βρίσκεται αντιμέτωπο με έννοιες λίγο πολύ ακαθόριστες, όπως για παράδειγμα «διοικητική πείρα» ή «εποπτικά καθήκοντα», θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να καθορίζει τη φύση των εννοιών αυτών και επιπλέον να εξηγεί με τρόπο που να καθιστά δυνατό το δικαστικό έλεγχο, γιατί τη συγκεκριμένη πείρα τη δέχεται ως διοικητική, είτε ως τέτοια που να θεωρείται ότι ο υποψήφιος ασκούσε εποπτικά καθήκοντα.
Οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να προβούν σε δέουσα έρευνα ως προς την πείρα που διέθετε το ενδιαφερόμενο μέρος.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1638,
Στυλιανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 387,
Δημοσθένους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1103/2006, ημερ. 3.10.2007,
Ασσιώτης ν. Θ.Ο.Κ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 1012.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 953/05), ημερ. 19/7/07.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.
Μιχ. Παπαπέτρου, για τους Εφεσίβλητους.
Μαρ. Καλλιγέρου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Η παρούσα διαδικασία αφορά στο διορι[*466]σμό Δημοτικού Γραμματέα στο Δήμο Αγλαντζιάς. Η θέση προκηρύχθηκε στις 3.12.2004. Ύστερα από αξιολόγηση των προσόντων από το Κέντρο Επιστημονικής Επιμόρφωσης, Αξιολόγησης και Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Κύπρου (Κ.ΕΠ.Ε.Α.Α.), το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε στις 24.2.2005 όπως όλοι οι υποψήφιοι, πλην δύο που δεν είχαν τα ακαδημαϊκά προσόντα, κληθούν σε γραπτή εξέταση. Περαιτέρω αποφασίστηκε όπως οι υποψήφιοι προσκομίσουν βεβαιώσεις για τη διοικητική τους πείρα.
Ύστερα από αξιολόγηση των πτυχίων των υποψηφίων από το Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών και την προφορική εξέταση των τεσσάρων υποψηφίων που είχαν πετύχει στις εξετάσεις (δηλαδή των αιτητών και του ενδιαφερόμενου μέρους), αποφασίστηκε από το Συμβούλιο η απόδοση 3 μονάδων στους κατόχους μεταπτυχιακού τίτλου επιπέδου Master και μίας μονάδας σε άλλους τίτλους που είχαν σχέση με τη διοίκηση. Το Συμβούλιο κατέληξε ότι οι 3 μονάδες για τον τίτλο του Master θα έπρεπε να δοθούν μόνο στο ενδιαφερόμενο μέρος αφού μόνο αυτός κατείχε τον τίτλο.
Ακολούθησε προφορική εξέταση των υποψηφίων και στη συνέχεια το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση.
Οι προσφυγές που καταχώρησαν οι εφεσείοντες απορρίφθηκαν από το πρωτόδικο δικαστήριο για να επακολουθήσουν δύο εφέσεις. Η μία από αυτές, η Α.Ε. 134/07 που είχε καταχωρηθεί από τον αιτητή Μιχάλη Θεοδούλου, σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας αποσύρθηκε.
Ο εφεσείων επαναλαμβάνει την επιχειρηματολογία που προέβαλε και πρωτοδίκως, ότι δηλαδή οι καθ’ ων η αίτηση δεν ερεύνησαν κατά πόσο το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε την απαιτούμενη οκταετή πείρα. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι από τα στοιχεία του φακέλου προέκυπτε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος διέθετε την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας διοικητική πείρα. Η ενδεχόμενη δε διαφορά πέντε ημερών που δυνατόν να υπήρχε για συμπλήρωση των οκτώ χρόνων πείρας, σίγουρα δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι επηρέαζε καταλυτικά την εγκυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης, αφού το Δημοτικό Συμβούλιο είχε ενώπιον του επαρκείς και αξιόπιστες βεβαιώσεις, τόσο για τη χρονική διάρκεια της πείρας, όσο και για την άσκηση διοικητικών καθηκόντων, όπως προβλέπεται στα σχέδια υπηρεσίας της θέσης.
[*467]Το σχέδιο υπηρεσίας προέβλεπε, μεταξύ άλλων, και οκταετή τουλάχιστον διοικητική πείρα σε υπεύθυνη θέση από την οποία τριετή τουλάχιστον πείρα σε εποπτικά καθήκοντα που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών και προσωπικού.
Από ένα υπολογισμό του συνόλου της πείρας του ενδιαφερόμενου μέρους, όπως αυτή καταγράφεται στα στοιχεία του διοικητικού του φακέλου, φαίνεται ότι υπερβαίνει τα οκτώ χρόνια. Σε αντίθετη περίπτωση δεν θα συμφωνούσαμε, με όλο το σεβασμό με το πρωτόδικο δικαστήριο, ότι η έλλειψη λίγων ημερών ήταν άνευ σημασίας.
Κατ’ αρχάς το δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κρίση της διοίκησης και να αποφασίζει πρωτογενώς κατά πόσο υπάρχει ή όχι η απαιτούμενη διοικητική πείρα, ούτε βέβαια και να κρίνει ότι η τυχόν διαφορά των 5 ημερών δεν επηρέαζε καταλυτικά την εγκυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Η απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας είναι για χρονική διάρκεια πείρας οκτώ ετών και αν το ενδιαφερόμενο μέρος δεν είχε πείρα συμπληρωμένων οκτώ ετών, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί προσοντούχο. Το δικαστήριο δεν έχει την εξουσία να υποκαταστήσει την ελλείπουσα κρίση της διοίκησης, στην περίπτωση βέβαια που είχε θεωρηθεί ότι το ενδιαφερόμενο μέρος, παρά την έλλειψη 5 ημερών κρινόταν ότι διέθετε τη διοικητική πείρα. Είναι γνωστό ότι οι διατάξεις για τα τυπικά προσόντα πρέπει να ερμηνεύονται στενά και δεν χωρεί χαλάρωση της απαίτησης του σχεδίου υπηρεσίας για πείρα ορισμένης διάρκειας.
Όπως έχει λεχθεί και στην υπόθεση Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 1638, το δικαστήριο δεν διεξάγει πρωτογενή έρευνα και δεν ασκεί ουσιαστική κρίση επί του θέματος της κατοχής των αναγκαίων προσόντων, αλλά ελέγχει την παράλειψη διενέργειας επαρκούς έρευνας προς διαπίστωση της πραγματικής κατάστασης, την πιθανότητα ύπαρξης πλάνης περί τα πράγματα και την υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας του αρμοδίου οργάνου.
Το Δημοτικό Συμβούλιο αρκέστηκε σε απλή ανάγνωση επτά βεβαιώσεων από προηγούμενους εργοδότες του ενδιαφερόμενου μέρους για να δεκτεί ότι το προσόν της πείρας ικανοποιείτο. Σε συμφωνία με τον εφεσείοντα καταλήγουμε ότι οι βεβαιώσεις δεν δικαιολογούν την παράλειψη διενέργειας περαιτέρω έρευνας, ως όφειλαν οι καθ’ ων η αίτηση, για να εξακριβώσουν όχι μόνο τη διάρκεια της πείρας, αλλά και το επίπεδό της. Είναι εντελώς αδιευκρίνιστο, για παράδειγμα, αν το ενδιαφερόμενο μέρος ικανο[*468]ποιούσε τη δεύτερη πρόνοια περί πείρας, δηλαδή κατά πόσο διέθετε τριετή τουλάχιστον πείρα σε εποπτικά καθήκοντα που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών και προσωπικού.
Όπως πολύ ορθά επισημάνθηκε στην υπόθεση Στυλιανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 387, 393, η άσκηση διοικητικών καθηκόντων δεν προϋποθέτει εποπτεία, οργάνωση ή κατεύθυνση προσωπικού. Τα δύο δεν είναι ταυτόσημα. Τα διοικητικά καθήκοντα και η διοικητική πείρα που κτάται με την άσκησή τους είναι έννοια ευρύτερη και περιλαμβάνει την εμπλοκή στο πλαίσιο της υπηρεσίας ενός λειτουργού, στο καθόλου διοικητικό έργο (βλέπε ακόμα Δημοσθένους ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1103/2006, ημερ. 3.10.2007).
Εξ άλλου όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Ασσιώτης ν. ΘΟΚ (1999) 3 Α.Α.Δ. 1012, όσο πιο μακρόχρονη και ορισμένου είδους είναι η διοικητική πείρα που απαιτείται για την εκτέλεση κάποιων καθηκόντων και αρμοδιοτήτων που προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας, τόσο πιο ενδελεχής πρέπει να είναι η διερεύνηση προς διακρίβωση του κατά πόσο ο υποψήφιος κατέχει το συγκεκριμένο προσόν.
Στην παρούσα υπόθεση κρίνουμε ότι οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να καθορίσουν την έννοια της διοικητικής πείρας του ενδιαφερόμενου μέρους και κυρίως το μέγεθος της πείρας σε εποπτικά καθήκοντα.
Όταν διορίζον όργανο βρίσκεται αντιμέτωπο με έννοιες λίγο πολύ ακαθόριστες, όπως για παράδειγμα «διοικητική πείρα» ή «εποπτικά καθήκοντα», θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να καθορίζει τη φύση των εννοιών αυτών και επιπλέον να εξηγεί με τρόπο που να καθιστά δυνατό το δικαστικό έλεγχο, γιατί τη συγκεκριμένη πείρα τη δέχεται ως διοικητική, είτε ως τέτοια που να θεωρείται ότι ο υποψήφιος ασκούσε εποπτικά καθήκοντα.
Υπό τις περιστάσεις καταλήγουμε ότι οι εφεσίβλητοι παρέλειψαν να προβούν σε δέουσα έρευνα ως προς την πείρα που διέθετε το ενδιαφερόμενο μέρος και συνεπώς η έφεση θα πρέπει να επιτύχει.
Η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με €2.000 έξοδα υπέρ του εφεσείοντα, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο