DPD Milk Products Ltd ν. Υπουργείου Οικονομικών, διά του Τμήματος Τελωνείων (2011) 3 ΑΑΔ 351

(2011) 3 ΑΑΔ 351

[*351]9 Μαΐου, 2011

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

DPD MILK PRODUCTS LTD,

Εφεσείουσα - Αιτήτρια,

ν.

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,

Εφεσιβλήτου - Καθ’ oυ η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 177/2007)

 

Τελωνειακοί Δασμοί και Φόροι Καταναλώσεως ― Επιβολή φόρου κατανάλωσης μετά την εισαγωγή ― Η έρευνα στην οποία προέβη το Τελωνείο κρίθηκε ως γενομένη στην ορθή βάση και ως πλήρης και η κατάληξή της ως επαρκώς αιτιολογημένη και μη πεπλανημένη ― Περιστάσεις.

Τελωνειακοί Δασμοί και Φόροι Καταναλώσεως ― Ισχυρισμός περί επιβολής αναδρομικής φορολογίας απορρίφθηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.

Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές αρχές ― Η αρχή της καλής πίστης και της αναλογικότητας ― Δεν παραβιάστηκαν στην κριθείσα περίπτωση ― Ουδεμία αντιφατικότητα διαπιστώθηκε στην συμπεριφορά της διοίκησης.

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Απόπειρα διεύρυνσης του αντικειμένου της προσφυγής στο στάδιο της αναθεωρητικής έφεσης ― Δεν επετράπη, μετά και από αντιπαραβολή των λόγων εφέσεως προς τα νομικά σημεία του δικογράφου της Αιτήσεως Ακυρώσεως, (προσφυγής).

Η εφεσείουσα επιχείρησε να ανατρέψει την πρωτόδικη απόφαση, με την οποία είχαν επικυρωθεί οι σε βάρος της επιβληθέντες φόροι κατανάλωσης.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

[*352]1.      Τα παράπονα της Εφεσείουσας διέπονται από μια θεμελιακή παρερμηνεία του ζητούμενου. Με δεδομένη την ύπαρξη της φορολογικής κλάσης «απομιμήσεις τυριών», το ζητούμενο είναι κατά πόσο η διοίκηση ευλόγως κατέταξε τα εν λόγω προϊόντα στην εν λόγω κλάση. Είναι, προς τούτο, άσχετο αν οποιαδήποτε ισχύουσα νομοθεσία απαγορεύει την περιγραφή μη γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως τα εν λόγω, ως απομίμηση αυτών, ούτε βεβαίως τα προϊόντα τα ίδια φέρουν τέτοια περιγραφή. Εξ άλλου, η ονομασία της φορολογικής κλάσης ως «απομιμήσεις τυριών» δεν έχει απόλυτο τελεολογικό περιεχόμενο, αλλά αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του συγκεκριμένου φορολογικού σκοπού προς τον οποίο απευθύνεται. Τα προϊόντα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως απομιμήσεις τυριών για σκοπούς της συγκεκριμένης φορολογικής κλάσης. Η έννοια της απομίμησης εδώ αναφέρεται στα εμφανισιακά χαρακτηριστικά του προϊόντος και, ως εκ τούτου, παραμένει σθεναρή η αντίληψη του Τελωνείου ότι τα προϊόντα έφεραν τα χαρακτηριστικά του τυριού αλλά δεν ήσαν τυριά.

2.  Απορριπτέο είναι και το παράπονο της Εφεσείουσας για αναδρομική φορολογία. Η αναφορά, εκτός του ότι είναι ατυχής, αφού η νομική υποχρέωση προϋπήρχε, είναι και ανεδαφική, αφού το Τελωνείο, ενεργώντας μέσα σε λογικότατα πλαίσια (η βεβαίωση φέρει ημερομηνία 5.8.2005, μόλις λίγους μήνες μετά από την τελευταία εισαγωγή που ήταν την 8.6.2005), απλώς εφάρμοσε το νόμο που επέβαλλε την καταβολή φόρου κατανάλωσης τον οποίο η ίδια η Εφεσείουσα είχε αποφύγει, αφού δεν προχώρησε στην κατάθεση των προνοούμενων διασαφήσεων θέσης των προϊόντων σε ανάλωση.

3.  Χωρίς έρεισμα, για τον ίδιο λόγο, είναι και το παράπονο της Εφεσείουσας, ότι η απόφαση παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης και της αναλογικότητας. Ουδεμία αντιφατικότητα υπήρξε στη συμπεριφορά της διοίκησης.

4.  Οι υπόλοιπες εισηγήσεις της Εφεσείουσας, επιδιώκουν να εισάξουν διαστάσεις που αφορούν την Ευρωπαϊκή και άλλη νομοθεσία και που δεν είχαν εγερθεί και αποφασισθεί πρωτοδίκως.  Δεν είναι δυνατό εκ των υστέρων, και μάλιστα στο στάδιο της έφεσης, να επιτρέπεται διεύρυνση της προσφυγής με τον τρόπο που επιχειρήθηκε.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του [*353]Aνωτάτου Δικαστηρίου (Αρτέμης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 1358/05), ημερ. 16/10/07.

Α. Μαρκίδης με Π. Παναγιώτου, για την Εφεσείουσα.

Λ. Χριστοδουλίδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, με Μ. Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δ. Χατζηχαμπή, Δ..

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:  Η Εφεσείουσα, η οποία είναι εμπορική εταιρεία, έκανε, λίγο πριν από την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), τρεις εισαγωγές προϊόντων ελληνικής εταιρείας που περιλάμβαναν τυριά και ένα άλλο προϊόν ονομαζόμενο Top Yellow το οποίο παρουσίαζε τα χαρακτηριστικά του τυριού.  Τα τυριά ταξινομούντο στη δασμολογική κλάση 04.06 που είχε προτιμησιακό εισαγωγικό δασμό £0.57 το κιλό, ενώ άλλη δασμολογική κλάση, η 21.06, υπό τον τίτλο «απομιμήσεις τυριών», δεν είχε εισαγωγικό δασμό αλλά φόρο κατανάλωσης £1.40 το κιλό.  Η Εφεσείουσα, πραγματοποιώντας τις εισαγωγές, κατεχώρησε αντίστοιχες διασαφήσεις.  Σε αυτές το Top Yellow εδηλώθη ως “other cheese” και ως δασμολογικής κλάσης 04.06.  Μετά από την ένταξη της Κύπρου στην Ε.Ε., οπότε και δεν ίσχυαν πλέον εισαγωγικοί δασμοί για εισαγωγές από την Ελλάδα παρά μόνο φόροι κατανάλωσης, η Εφεσείουσα πραγματοποίησε και άλλες 9 εισαγωγές από την ίδια εταιρεία, που περιλάμβαναν και το Top Yellow και τα προϊόντα «Cheftoast”, “Formatoast”, “Altino”, “Alto di Pizza” και “Special”.  Για αυτές τις εισαγωγές η Εφεσείουσα, για σκοπούς απόδειξης της κοινοτικής προέλευσης των προϊόντων, κατέθεσε τα απαιτούμενα παραστατικά Τ2L (διασαφήσεις από την Ελλάδα). Τα εν λόγω προϊόντα, περιγραφόμενα ως «nutrition preparation”, είχαν ταξινομηθεί από το Ελληνικό Τελωνείο στη δασμολογική κλάση 2106 σε πέντε από τα T2L και στη δασμολογική κλάση 0406 στα υπόλοιπα.

Μετά από τις εισαγωγές, το Τελωνείο τέθηκε σε εγρήγορση όταν ο Τομέας Μετελέγχου του διαπίστωσε ότι, σε συνέχεια της καταχώρησης των T2L, η Εφεσείουσα παραλάμβανε τα προϊόντα χωρίς να καταβάλλει φόρο κατανάλωσης εντός του καθοριζομένου χρόνου υποβάλλοντας το σχετικό έντυπο και διασαφήσεις θέσης των προϊόντων σε ανάλωση.  Τότε το Τελωνείο, ανατρέχοντας σε όλες τις εν λόγω εισαγωγές της Εφεσείουσας, ζήτησε και εξασφάλισε [*354]στοιχεία από την Εφεσείουσα όσον αφορά τη χημική σύνθεση των προϊόντων, καταλήγοντας στη συνέχεια στο συμπέρασμα ότι όλα τα εν λόγω προϊόντα, παρά το ότι παρουσίαζαν τα χαρακτηριστικά του τυριού (και σημειωτέον ότι οι πλείστες διασαφήσεις αναφέροντο στη δασμολογική κλάση 0406), δεν ήσαν τυριά, θεωρούμενα ως «απομιμήσεις τυριών» για φορολογικούς σκοπούς και εμπίπτοντα στην κλάση 2106.  Εβασίσθη προς τούτο, πέραν των ανωτέρω στοιχείων, σε Δεσμευτικές Δασμολογικές πληροφορίες του Υπουργείου Οικονομικών, σε πληροφορίες του Διεθνούς Οργανισμού Τυποποίησης Τροφίμων της FAΟ/WHO και σε πληροφορίες ειδικού του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας.  Στη βάση της κατάληξης του Τελωνείου, απεστάλη στην Εφεσείουσα ανάλογη βεβαίωση τελωνειακής οφειλής.  Αυτή είναι που προσεβλήθη με προσφυγή της Εφεσείουσας.

Ο αδελφός μας Δικαστής ο οποίος διάγνωσε την προσφυγή την απέρριψε, αποφαινόμενος ότι δεν υπήρχε έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και ότι η επιβολή της φορολογίας δεν συνιστούσε επιβολή αναδρομικής φορολογίας, όπως είχε εισηγηθεί η Εφεσείουσα.  Το θέμα της δέουσας έρευνας και αιτιολογίας όπως και της πλάνης είναι στο επίκεντρο και των λόγων έφεσης, με ανάλογες προεκτάσεις στις άλλες εισηγήσεις της.  Παραπονείται η Εφεσείουσα, ως προς τούτο, ότι δεν εστάλησαν δείγματα των προϊόντων στο Κρατικό Χημείο για να εξακριβωθεί η χημική σύνθεση τους ώστε να καταταγούν στην ορθή φορολογική κλάση και ότι δεν διερευνήθηκε σε ποια κατηγορία κατατάσσοντο αυτά στη χώρα παραγωγής τους και την Ευρωπαϊκή Ένωση γενικά αλλά και σύμφωνα με τα έγγραφα που παρέδωσε η Εφεσείουσα, ενώ κακώς το Τελωνείο βασίσθηκε στις πληροφορίες της ειδικού του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας και του Υπουργείου Οικονομικών.  Γίνεται συναφώς παραπομπή στο ότι, καθ’ όσον με Ευρωπαϊκή Υπουργική Απόφαση (ΕΟΚ 1898/87) απαγορεύεται η ονομασία μη γαλακτοκομικών προϊόντων ως απομίμηση αυτών, δεν είναι δυνατό να γίνεται λόγος για φορολογική κατηγορία «απομιμήσεις τυριών».

Τα παράπονα της Εφεσείουσας διέπονται από μια θεμελιακή παρερμηνεία του ζητούμενου.  Με δεδομένη την ύπαρξη της φορολογικής κλάσης «απομιμήσεις τυριών», το ζητούμενο είναι κατά πόσο η διοίκηση ευλόγως κατέταξε τα εν λόγω προϊόντα στην εν λόγω κλάση. Είναι, προς τούτο, άσχετο αν οποιαδήποτε ισχύουσα νομοθεσία απαγορεύει την περιγραφή μη γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως τα εν λόγω, ως απομίμηση αυτών, ούτε βεβαίως τα προϊόντα τα ίδια φέρουν τέτοια περιγραφή.  Εξ άλλου, η ονομασία της φορολογικής κλάσης ως «απομιμήσεις τυριών» δεν έχει απόλυ[*355]το τελεολογικό περιεχόμενο, αλλά αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του συγκεκριμένου φορολογικού σκοπού προς τον οποίο απευθύνεται. Η ουσία του πράγματος έγκειτο στο ότι, καθ’ όσον με τα στοιχεία και τις πληροφορίες που έλαβε το Τελωνείο από την ίδια την Εφεσείουσα και άλλες πηγές του, διεφάνη ότι, όπως και η ίδια η Εφεσείουσα λέγει, δεν επρόκειτο για τυριά ως γαλακτοκομικά προϊόντα αλλά για προϊόντα φυτικών ελαίων, τα προϊόντα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν ως απομιμήσεις τυριών για σκοπούς της συγκεκριμένης φορολογικής κλάσης.  Η έννοια της απομίμησης εδώ αναφέρεται στα εμφανισιακά χαρακτηριστικά του προϊόντος και, ως εκ τούτου, παραμένει σθεναρή η αντίληψη του Τελωνείου ότι τα προϊόντα έφεραν τα χαρακτηριστικά του τυριού αλλά δεν ήσαν τυριά.  Και δεν είναι ορθή η εισήγηση της Εφεσείουσας ότι η κατάταξη των προϊόντων ως «απομιμήσεις τυριών» εβασίσθη στο απλοϊκό non sequitur – που θα ήταν – ότι εφ’ όσον αυτά δεν ήσαν τυριά πρέπει να ήσαν απομιμήσεις τυριών.  Θεωρούμε την έρευνα στην οποία προέβη το Τελωνείο ως γενομένη στην ορθή βάση και ως πλήρη και την κατάληξη της ως επαρκώς αιτιολογημένη και μη πεπλανημένη.  Να σημειώσουμε μάλιστα συναφώς, όπως ήδη παρατηρήσαμε, ότι στα έγγραφα που η ίδια η Εφεσείουσα κατέθεσε, και δη τις τρεις διασαφήσεις για τις εισαγωγές που έγιναν προ της ένταξης, το Top Yellow περιγράφετο ως «other cheese” και με κωδικό 04.06, και ότι, όσον αφορά τις εισαγωγές που έγιναν μετά την ένταξη, τα προϊόντα εμφανίζοντο επίσης με τον κωδικό 0406 στα τέσσερα T2L ενώ στα άλλα πέντε με τον κωδικό 2106, από το Τελωνείο Θεσσαλονίκης.  Και η ίδια η Εφεσείουσα λοιπόν είχε παρουσιάσει την κατάταξη των προϊόντων στον κωδικό 2106, που είναι ο κωδικός στον οποίο, βάσει του νόμου, τα εντασσόμενα σε αυτόν προϊόντα χαρακτηρίζονται ως «απομιμήσεις τυριών», όπως και στον κωδικό 0406, που είναι ο κωδικός για τα τυριά.

Προκύπτει ως εκ των ανωτέρω ότι απορριπτέο είναι και το παράπονο της Εφεσείουσας για αναδρομική φορολογία.  Η αναφορά, εκτός του ότι είναι ατυχής αφού η νομική υποχρέωση προϋπήρχε, είναι και ανεδαφική αφού το Τελωνείο, ενεργώντας μέσα σε λογικότατα πλαίσια (η βεβαίωση φέρει ημερομηνία 5.8.2005, μόλις λίγους μήνες μετά από την τελευταία εισαγωγή που ήταν την 8.6.2005), απλώς εφάρμοσε το νόμο που επέβαλλε την καταβολή φόρου κατανάλωσης τον οποίο η ίδια η Εφεσείουσα είχε αποφύγει αφού δεν προχώρησε στην κατάθεση των προνοούμενων διασαφήσεων θέσης των προϊόντων σε ανάλωση.

Χωρίς έρεισμα, για τον ίδιο λόγο, είναι και το παράπονο της Εφεσείουσας ότι η απόφαση παραβιάζει την αρχή της καλής πίστης [*356]και της αναλογικότητας.  Ουδεμία αντιφατικότητα υπήρξε στη συμπεριφορά της διοίκησης αφού όχι μόνο το Τελωνείο δεν έδωσε στην Αιτήτρια την εντύπωση ότι τα προϊόντα δεν θα εφορολογoύντο, και δη στην εν λόγω κλάση, αλλά μάλλον η ίδια η Εφεσείoυσα, παραλείποντας να καταθέσει τις διασαφήσεις θέσης σε ανάλωση, εμπόδισε τη διοίκηση να προβεί στις δέουσες ενέργειες της, με αποτέλεσμα να αναγκασθεί το Τελωνείο να ανατρέξει στα δεδομένα.

Οι υπόλοιπες εισηγήσεις της Εφεσείουσας επιδιώκουν να εισάξουν διαστάσεις που αφορούν την Ευρωπαϊκή και άλλη νομοθεσία και που δεν είχαν εγερθεί και αποφασισθεί πρωτοδίκως.  Δεν προτιθέμεθα να εξετάσουμε τέτοιες εισηγήσεις μέσα από τους λόγους έφεσης.  Να παρατηρήσουμε μάλιστα ότι τα νομικά σημεία της προσφυγής ήσαν τα εξής:

«1. Αντίκειται στον Περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμο (Ν.91(Ι)/2004).

 2.  Δεν είναι δεόντως ή καθόλου αιτιολογημένη.

 3.  Λήφθηκε καθ΄υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας.

 4.  Είναι παράνομη καθόσον ουσιαστικώς αποτελεί ανεπίτρεπτη αναδρομική επιβολή φόρου.

 5.  Δεν προηγήθηκε της έκδοσής της η δέουσα ή οποιαδήποτε έρευνα.

 6.  Η καθ΄ης η Αίτηση δεν έλαβε υπόψη γεγονότα, που έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη και/ή έλαβε υπόψη γεγονότα, που δεν έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη.

 7.  Είναι προϊόν νομικής και/ή πραγματικής πλάνης.

 8.  Είναι παράνομη, ως ληφθείσα και/ή προσκρούουσα στις διατάξεις των ακόλουθων άρθρων και/ή οποιουδήποτε από τα ακόλουθα άρθρα του Περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/99), δηλαδή των Άρθρων 7 και/ή 26(1) και/ή 28 και/ή 45 και/ή 46 και/ή 48 και/ή 50 και/ή 51.»

Πρόδηλο είναι ότι, πέραν της γενικότητας και αοριστίας των νομικών σημείων, που ουσιαστικά δεν είναι καν νομικά σημεία παρά απλή αναφορά σε γενικές αρχές, ουδεμία αναφορά γίνεται σε [*357]οποιαδήποτε ευρωπαϊκή διάσταση της υπόθεσης ή συγκεκριμένη Κυπριακή νομολογία πλην του Ν. 91(Ι)/2004 γενικώς.  Το μόνο δε που διατυπώνεται στα γεγονότα της προσφυγής είναι ότι, πριν από την επιστολή της 5.8.2005, η Εφεσείουσα «ουδέποτε εκλήθη να καταβάλει οιονδήποτε φόρο κατανάλωσης ενώ από την 1.5.2004 έπαψε να καταβάλλει εισαγωγικούς δασμούς». Δεν είναι δυνατό εκ των υστέρων, και μάλιστα στο στάδιο της έφεσης, να επιτρέπεται διεύρυνση της προσφυγής με τον τρόπο που επιχειρήθηκε.

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Η Εφεσείουσα θα καταβάλει τα έξοδα της Εφεσίβλητης όπως αυτά θα ψηφισθούν.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο