Κυπριακή Δημοκρατία ν. Κυβέλης Αναστασίου (2011) 3 ΑΑΔ 519

(2011) 3 ΑΑΔ 519

[*519]1 Ιουλίου, 2011

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείοντες,

ν.

ΚΥΒΕΛΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,

Εφεσίβλητης.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 163/2008)

 

Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή, σε αντιδιαστολή προς πράξη στερούμενη εκτελεστότητας ― Περιστάσεις του εκτελεστού χαρακτήρα της προσβαλλόμενης πράξης στην κριθείσα περίπτωση ― Η προδικαστική ένσταση ότι η πράξη ήταν βεβαιωτική απορρίφθηκε.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έλλειψη δέουσας έρευνας που απολήγει και σε έλλειψη αιτιολογίας ― Περιστάσεις της στοιχειοθέτησής τους στην κριθείσα περίπτωση.

Η Δημοκρατία αμφισβήτησε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε ακυρωθεί η απόφαση των καθ’ ων η αίτηση, να απορρίψουν αίτημα της εφεσίβλητης σχετικό με την ανάκληση της αποδοχής της αίτησης αφυπηρέτησής της.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Οι λόγοι έφεσης που προβλήθηκαν δεν ευσταθούν.  Στην τέταρτη επιστολή της εφεσίβλητης ημερ. 16.3.2007, είχαν τεθεί δύο νέα στοιχεία, τα οποία ήταν σοβαρά και οι εφεσείοντες όφειλαν να τα είχαν ερευνήσει, αλλά δεν το έπραξαν.  Τα δύο αυτά στοιχεία θα έπρεπε να είχαν ληφθεί δεόντως υπόψιν.  Οι εφεσείοντες, είναι προφανές, ότι δεν ερεύνησαν τα προαναφερόμενα στοιχεία, αλλά ούτε και εξέδωσαν οποιανδήποτε νέα αιτιολογημένη απόφαση, στο αίτη[*520]μα της εφεσίβλητης ημερ. 16.3.2007.

Και η αρχική απόφαση των εφεσειόντων ημερ. 26.4.2006 δεν ήταν προϊόν δέουσας έρευνας, εφόσον λήφθηκε με παραγνώριση του περιεχομένου της δεύτερης επιστολής της εφεσίβλητης, αλλά και της τηλεφωνικής της επικοινωνίας με το Διευθυντή, που έγιναν πριν τις 26.4.2006 και θα έπρεπε να είχαν συνυπολογισθεί. Το αίτημα της εφεσίβλητης ημερ. 16.3.2007, θα έπρεπε να είχε εξεταστεί υπό το πρίσμα και αυτών των γεγονότων, και όχι όπως εξετάστηκε και αποφασίστηκε στις 30.3.2007.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Imcs Intercollege Ltd v. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρωπίνου Δυναμικού Κύπρου (2008) 3 Α.Α.Δ. 296.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Ερωτοκρίτου, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 805/07), ημερ. 4/9/08.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσείοντες.

Α. Ευτυχίου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η εφεσίβλητη-αιτήτρια, που κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν Βοηθός Ασφαλιστικός Λειτουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με χειρόγραφη σημείωση της ημερ. 27.2.2006, η οποία παραλήφθηκε στις 24.3.2006, ζήτησε άδεια να αφυπηρετήσει πρόωρα.  Το αίτημα της διαβιβάστηκε στην ΕΔΥ με επιστολή της Αναπληρώτριας Διευθύντριας του Τμήματος, ημερ. 11.4.2006.  

Στη συνέχεια η εφεσίβλητη έστειλε και δεύτερη χειρόγραφη επιστολή η οποία δεν φέρει ημερομηνία άλλα φέρει σφραγίδα αρχείου ότι παραλήφθηκε, όμως η ημερομηνία παραλαβής είναι δυσανάγνωστη.  Οι εφεσείοντες-καθ’ ων η αίτηση δέχθηκαν,  στην πρω[*521]τόδικη διαδικασία, ότι η δεύτερη επιστολή της εφεσίβλητης στάληκε στις 22.4.2006.  Με την επιστολή αυτή η εφεσίβλητη ζήτησε όπως αγνοηθεί η προηγούμενη επιστολή της και εξέφρασε την επιθυμία να συνεχίσει να εργάζεται. Η δεύτερη επιστολή της εφεσίβλητης παρελήφθη από την ΕΔΥ στις 5.6.2006.  Στο μεταξύ όμως η ΕΔΥ, στη συνεδρία της ημερ. 26.4.2006, χωρίς να έχει υπόψη της τη δεύτερη επιστολή της αιτήτριας, επιλήφθηκε του αρχικού της αιτήματος και αποφάσισε να της επιτρέψει να αφυπηρετήσει πρόωρα, από 3.4.2006. Η πρόωρη αφυπηρέτηση της δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερ. 12.5.2006 και με αριθμό γνωστοποίησης 2909.

Ακολούθησε τρίτη επιστολή της εφεσίβλητης-αιτήτριας ημερ. 1.6.2006 προς τον Πρόεδρο της ΕΔΥ στην οποίαν αναφερόταν ότι η εφεσίβλητη επιθυμούσε να εξακολουθήσει να εργάζεται και ότι το αρχικό της αίτημα για πρόωρη αφυπηρέτηση οφειλόταν σε προσωπικά και οικογενειακά προβλήματα που είχαν, στο μεταξύ, ξεπεραστεί. 

Η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερ. 14.6.2006 έλαβε γνώση της τρίτης επιστολής της εφεσίβλητης, ημερ. 1.6.2006, και έκρινε ότι η σχέση της εφεσίβλητης και του κράτους είχε διακοπεί με την αποδοχή της αρχικής αίτησης της για πρόωρη αφυπηρέτηση και τη σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Ως εκ τούτου το αίτημα της εφεσίβλητης απορρίφθηκε.  Στα σχετικά πρακτικά της ΕΔΥ δεν αναφέρεται οτιδήποτε για τη δεύτερη επιστολή της αιτήτριας με την οποία ανακαλούσε το αρχικό της αίτημα. 

Η ΕΔΥ ενημέρωσε την αιτήτρια-εφεσίβλητη για την προαναφερόμενη απόφαση της με επιστολή ημερ. 19.6.2006. 

Η εφεσίβλητη επανήλθε με νέα αίτηση της, σε τέταρτη επιστολή της προς την ΕΔΥ ημερ. 16.3.2007 με την οποία ζητούσε ανάκληση της αρχικής απόφασης της ΕΔΥ ημερ. 26.4.2006 με την οποίαν η ΕΔΥ αποδέχθηκε το αίτημα της αιτήτριας για πρόωρη αφυπηρέτηση.  Στην τέταρτη αυτή επιστολή η αιτήτρια-εφεσίβλητη αναφερόταν, μεταξύ άλλων, στη δεύτερη της επιστολή με την οποίαν ζητούσε να αγνοηθεί η πρώτη της επιστολή καθώς επίσης και σε τηλεφωνική ειδοποίηση που η ίδια έδωσε στο Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων στην οποία τον ενημέρωνε για το περιεχόμενο της δεύτερης επιστολής της.  Στην επιστολή αυτή η εφεσίβλητη υπογράμμιζε το γεγονός ότι η ΕΔΥ, είχε πάρει την απόφαση της ημερ. 26.4.2006, χωρίς να έχει υπόψη της τη δεύτερη επιστολή της εφεσίβλητης.  

[*522]Η ΕΔΥ με επιστολή της ημερ. 30.3.2007, απάντησε στην εφεσίβλητη ότι το περιεχόμενο της τέταρτης επιστολής της είχε σημειωθεί και της επισύναψε αντίγραφο της προηγούμενης επιστολής της ημερ. 19.6.2006 με την οποίαν είχε κρίνει ότι, με την αποδοχή του αρχικού αιτήματος της αιτήτριας-εφεσίβλητης, επήλθε διακοπή κάθε δεσμού μεταξύ του κράτους και της αιτήτριας και ως εκ τούτου το αίτημα της δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό.

Με την προσφυγή της ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου η εφεσίβλητη προσέβαλε την προαναφερόμενη απόφαση της ΕΔΥ ημερ. 30.3.2007.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε προδικαστική ένσταση των καθ’ ων η αίτηση-εφεσειόντων ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη και συμφώνησε με την εφεσίβλητη-αιτήτρια ως προς τους λόγους ακύρωσης.  Αναφορικά με την προδικαστική ένσταση το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στην απόφαση της Ολομέλειας στην Imcs Intercollege Ltd v. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρωπίνου Δυναμικού Κύπρου (2008) 3 Α.Α.Δ. 296, και τόνισε ότι εάν η επαναφορά ενός αιτήματος συνοδεύεται από ουσιώδη νέα στοιχεία, η Διοίκηση έχει υποχρέωση να προβεί σε νέα έρευνα και να εκδώσει αιτιολογημένη απόφαση η οποία συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη και όχι απλά επιβεβαιωτική της προηγούμενης απόφασης. Στην παρούσα υπόθεση το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι υπήρχαν δύο νέα στοιχεία τα οποία η εφεσίβλητη έθεσε υπόψη των εφεσειόντων με την επιστολή της ημερ. 16.3.2007 (τέταρτη επιστολή).  Αυτά τα στοιχεία ήταν η πληροφόρηση για την αποστολή και τη λήψη της επιστολής της αιτήτριας ημερ. 22.4.2006, με την οποία αυτή απέσυρε το αίτημα της για πρόωρη αφυπηρέτηση και επιπρόσθετα, η έγκαιρη τηλεφωνική ειδοποίηση της στο Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων για το περιεχόμενο και την αποστολή της δεύτερης επιστολής της.  Τα δύο αυτά στοιχεία ήταν σοβαρά, όπως έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο, ήταν στοιχεία τα οποία οι εφεσείοντες δεν είχαν λάβει υπόψη τους κατά τη λήψη της απόφασης τους στις 26.4.2006, με την οποία επέτρεψαν στην εφεσίβλητη να αφυπηρετήσει πρόωρα, και επομένως η άρνηση της Διοίκησης να προβεί σε νέα έρευνα και να επανεξετάσει το αίτημα, για ανάκληση της αρχικής απόφασης, ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη. 

Ως προς την ουσία της υπόθεσης το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι οι εφεσείοντες όφειλαν να είχαν προβεί σε νέα έρευνα, με βάση τα νέα στοιχεία που τους απέστειλε η εφεσίβλητη, δεν προέβησαν σε τέτοια έρευνα και επομένως η προσβαλλόμενη απόφαση [*523]έπασχε λόγω μη διεξαγωγής δέουσας έρευνας αλλά και λόγω έλλειψης αιτιολογίας.  Το πρωτόδικο δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη απόφαση και επεδίκασε έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης.

Με την έφεση τους οι εφεσείοντες προσβάλλουν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με τέσσερις λόγους.  Το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε όταν έκρινε ότι:

1.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ημερ. 30.3.2007 ήταν εκτελεστή διοικητική  πράξη και όχι βεβαιωτική όπως εισηγούνταν οι καθ’ ων η αίτηση-εφεσείοντες στην προδικαστική τους ένσταση.

2.  Οι εφεσείοντες είχαν υποχρέωση επανεξέτασης του τελευταίου αιτήματος της εφεσίβλητης.

3.  Οι εφεσείοντες δεν διεξήγαγαν δέουσα έρευνα, και

4.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αναιτιολόγητη.

Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι και οι τέσσερις λόγοι έφεσης δεν ευσταθούν.  Συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι στην τέταρτη επιστολή της εφεσίβλητης ημερ. 16.3.2007 είχαν τεθεί δύο νέα στοιχεία τα οποία ήταν σοβαρά, και οι εφεσείοντες όφειλαν να τα είχαν ερευνήσει αλλά δεν το έπραξαν.  Τα δύο στοιχεία αυτά, όπως ορθά παρατήρησε το πρωτόδικο δικαστήριο, ήταν η αποστολή και λήψη της δεύτερης επιστολής της εφεσίβλητης, από τους εφεσείοντες, πριν την κρίσιμη συνεδρίαση της 26.4.2006, και η τηλεφωνική επικοινωνία της εφεσίβλητης με το Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, επίσης πριν τις 26.4.2006, με την οποία η εφεσίβλητη πληροφορούσε το Διευθυντή για το  περιεχόμενο της δεύτερης επιστολής της.  Συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο πως τα δύο προαναφερόμενα στοιχεία θα έπρεπε να είχαν ληφθεί δεόντως υπόψιν.  Οι εφεσείοντες, είναι προφανές, ότι δεν ερεύνησαν τα προαναφερόμενα στοιχεία αλλά ούτε και εξέδωσαν οποιανδήποτε νέα αιτιολογημένη απόφαση, στο αίτημα της εφεσίβλητης ημερ. 16.3.2007. 

Στη βάση των προαναφερομένων κρίνουμε ότι η αρχική απόφαση των εφεσειόντων ημερ. 26.4.2006 δεν ήταν προϊόν δέουσας έρευνας, εφόσον λήφθηκε, με παραγνώριση του περιεχομένου της δεύτερης επιστολής της εφεσίβλητης αλλά και της τηλεφωνικής της επικοινωνίας με το Διευθυντή, που έγιναν πριν τις 26.4.2006 και θα έπρεπε να είχαν συνυπολογισθεί.  Το αίτημα της εφεσίβλητης ημερ. 16.3.2007, θα έπρεπε να είχε εξεταστεί υπό το πρίσμα και αυτών των γεγονότων, και όχι όπως εξετάστηκε και αποφασίστηκε στις 30.3.2007.

[*524]Για τους προαναφερόμενους λόγους η έφεση απορρίπτεται και η πρωτόδικη απόφαση επιβεβαιώνεται.  Έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ της εφεσίβλητης όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο