Περικλέους Λεόντιος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 674

(2011) 3 ΑΑΔ 674

[*674]21 Οκτωβρίου, 2011

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ,

Εφεσείων - Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσίβλητης - Καθ’ ης η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 160/2008)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Απαιτούμενα προσόντα ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες κρίθηκε στην εξετασθείσα υπόθεση ότι υπήρχε έλλειψη δέουσας έρευνας σχετικά με την κατοχή από το ενδιαφερόμενο μέρος του προσόντος της δεκαετούς πείρας.

Ο εφεσείων αξίωσε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε απορριφθεί η προσφυγή του, κατά της επιλογής του ενδιαφερομένου μέρους για διορισμό στη θέση Διευθυντή Εμπορίου και Βιομηχανίας.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση, αποφάσισε ότι:

Πράγματι δεν φαίνεται να έγινε εν προκειμένω η δέουσα έρευνα. Ιδιαίτερα δεν παρέχεται καμιά απολύτως αιτιολογία, ενόψει μάλιστα και του γεγονότος ότι το σχέδιο υπηρεσίας περιορίζει ρητά την πείρα σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού. Δεν εξηγείται γιατί η υπηρεσία του ενδιαφερόμενου μέρους, που ήταν σε άλλα υπουργεία και στον ιδιωτικό τομέα, εμπίπτει στα θέματα αυτά τα οποία μάλιστα η ΣΕ κατέγραψε στον προαναφερθέντα πίνακα Α1 για σκοπούς διευκόλυνσής της στην εξέταση του θέματος. Ούτε εξηγείται σε πιο από τα θέματα που θεώρησε σχετικά στον εν λόγω πίνακα, εμπίπτουν οι δραστηριότητες του ενδιαφερόμενου μέρους. Όλα όσα αναφέρει η ευπαίδευτη συνήγορος του ενδιαφερόμενου μέρους στην αγόρευσή της, δεν φαίνεται να εξετάστηκαν από τη ΣΕ. Επο[*675]μένως δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, ότι αποτελούν αιτιολογία της απόφασής της να κρίνει προσοντούχο το ενδιαφερόμενο μέρος.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517,

Δημοκρατία ν. Γερμανού κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Νικολαΐδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 1412/06), ημερ. 3/10/08.

Α. Κωνσταντίνου, για τον Εφεσείοντα - Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 1412/2006.

Λ. Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, με Ε. Μόντη (κα), για την Εφεσίβλητη.

Α. Ευσταθίου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Χρίστο Μαληκκίδη.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.:  Με απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερ. 23/6/2006 διορίστηκαν στη θέση Διευθυντή Εμπορίου και Βιομηχανίας στο Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού το ενδιαφερόμενο μέρος Χρίστος Μαληκκίδης και ο Σόλων Κασίνης εφόσον επρόκειτο για την πλήρωση δυο κενών θέσεων.

Την ακύρωση του πιο πάνω διορισμού ζήτησαν ο εφεσείων με την προσφυγή 1412/2006 που στράφηκε μόνο κατά του ενδιαφερόμενου μέρους Μαληκκίδη και η Φρόσω Χατζηλούκα με την προσφυγή αρ. 1922/2006 η οποία επιπλέον προσέβαλε και τον διορισμό του Σόλωνα Κασίνη, διορισμό που προσέβαλε και τρίτο πρόσωπο ο Γιάννης Κοντός με την προσφυγή 1803/2006.  Οι προσφυγές εναντίον του Σόλωνα Κασίνη σε αργότερο στάδιο αποσύρθηκαν και έτσι οι υποθέσεις προχώρησαν μόνο για το διορισμό του [*676]ενδιαφερόμενου μέρους Μαληκκίδη.

Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν.  Προβλήθηκαν κατά την πρωτόδικη διαδικασία διάφοροι λόγοι ακυρώσεως. Γενικός ισχυρισμός ήταν ότι το ενδιαφερόμενο μέρος Μαληκκίδης δεν ήταν προσοντούχος για τη θέση γιατί δεν διέθετε δεκαετή πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, όπως απαιτεί το σχέδιο υπηρεσίας. Η πείρα που είχε ήταν σε θέματα περιβαλλοντικής ρύπανσης. Ούτε η Συμβουλευτική Επιτροπή (ΣΕ), ούτε η ΕΔΥ ερεύνησαν δεόντως το θέμα αυτό και ούτε αιτιολόγησαν την απόφαση τους γιατί να τον κρίνουν προσοντούχο.

Πέραν του πιο πάνω ισχυρισμού ο εφεσείων υποστήριξε ότι υπερείχε σημαντικά σε αξία και αρχαιότητα.  Δεχόταν όμως ότι ο ίδιος σε σύγκριση με το ενδιαφερόμενο μέρος υστερούσε στο πλεονέκτημα και στην προφορική εξέταση αφού η ΕΔΥ αξιολόγησε το ενδιαφερόμενο μέρος ως «εξαίρετος» και τον ίδιο ως «πάρα πολύ καλός».  Είχαν αμφότεροι τη σύσταση της ΣΕ αλλά ο εφεσείων είχε και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.  Είχε επίσης 7,5 χρόνια αρχαιότητα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.

Ο αδελφός δικαστής απέρριψε τον ισχυρισμό ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν ήταν προσοντούχος αφού, μεταξύ άλλων, έλαβε υπόψη και το ότι η θέση είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.  Αναφορικά με τους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως έκρινε ότι «η ουσία της υπόθεσης είναι η κατοχή του πλεονεκτήματος» και ότι η κατ’ 7,5 χρόνια αρχαιότητα του εφεσείοντα, ενόψει του ότι πρόκειται περί διευθυντικής θέσης, αποκτά ακόμα μικρότερη σημασία.  Αποφάσισε επίσης ότι ενόψει του πλεονεκτήματος και της έστω οριακής υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους στην προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ, στην οποία δεν φαίνεται να έδωσε ουσιαστική σημασία η ΕΔΥ, ήταν επιτρεπτή και η παραγνώριση της σύστασης του διευθυντή.  Κατέληξε λοιπόν στην απόρριψη της προσφυγής όπως και των δυο άλλων προσφυγών που είχαν συνεκδικαστεί.  Για το συγκεκριμένο θέμα ανάφερε τα εξής:

«Στην παρούσα υπόθεση, το πλεονέκτημα κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο διαθέτει επίσης την έστω και οριακή υπεροχή στην ενώπιον της Επιτροπής αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης. Θα πρέπει να πούμε στο σημείο αυτό ότι από το τηρηθέν πρακτικό δεν φαίνεται να έχει δοθεί στην υπεροχή αυτή ουσιαστική σημασία έτσι ώστε να παρακαμφθεί η σύσταση που είχε ο αιτητής από το Διευθυντή.  Η ουσία της υπόθεσης [*677]είναι η κατοχή του πλεονεκτήματος.»

Με την παρούσα έφεση που καταχωρήθηκε από τον εφεσείοντα/αιτητή στη 1412/2006 προσβάλλεται η πρωτόδικη απορριπτική απόφαση. 

Η έφεση βασίζεται σε 5 λόγους οι οποίοι συνοπτικά έχουν ως εξής:  (1) Η ΕΔΥ αγνόησε πλήρως τη σαφή υπεροχή του εφεσείοντα σε πείρα και αξία. (2) Αντιφατική συμπεριφορά της ΕΔΥ σε σχέση με το πλεονέκτημα, αρχαιότητα και σύσταση του Γενικού Διευθυντή-δυσμενής διάκριση σε βάρος του εφεσείοντα και άνιση μεταχείριση. (3)  Πλάνη της ΕΔΥ ως προς τα κριτήρια της αρχαιότητας και της διαφοράς στην απόδοση στην προφορική εξέταση.  (4)  Το ενδιαφερόμενο μέρος δεν είναι προσοντούχο γιατί δεν διαθέτει την απαιτούμενη πείρα-ελλιπής δέουσα έρευνα και (5) πείρα σε προηγούμενες θέσεις δεν έχει αποφασιστική σημασία. 

Αξιολογώντας τους λόγους έφεσης θα εξετάσουμε πρώτα τον τέταρτο λόγο, δηλαδή ότι εσφαλμένα κρίθηκε πρωτόδικα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν προσοντούχος. 

Το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης διαλάμβανε τα ακόλουθα:

«3(2)  Δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των Υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, από την οποία πενταετής τουλάχιστον υπηρεσία σε διευθυντικά/εποπτικά καθήκοντα, που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών».

Η ΣΕ που εξέτασε σε πρώτο στάδιο το κατά πόσο οι υποψήφιοι κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα και ειδικά αυτό της δεκαετούς πείρας ως ανωτέρω, κατέγραψε στο πρακτικό της ημερ. 19/10/2005 τις αρμοδιότητες που φαίνονται στο παράρτημα Α1 της έκθεσης της.  Ανέφερε σχετικά τα ακόλουθα:

«Σ’ ό,τι αφορά το Σχέδιο Υπηρεσίας, η Συμβουλευτική Επιτροπή, για να μπορέσει να αποφασίσει ποιοί υποψήφιοι πληρούν την παρ. 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας, σύμφωνα με την οποία απαιτείται «Δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των Υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, από την οποία πενταετής τουλάχιστον υπηρεσία σε διευθυντικά/εποπτικά καθήκοντα, που να περιλαμβάνουν προγραμματισμό, οργάνωση, [*678]καθοδήγηση, συντονισμό και έλεγχο εργασιών», κατέγραψε συνοπτικά τις αρμοδιότητες των Υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ως ακολούθως:

°  Ανάπτυξη του Εμπορίου, μέσω της αύξησης των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών.

°  Ανάπτυξη της Βιομηχανίας, με την επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης του τομέα της μεταποίησης και την ενθάρρυνση της δημιουργίας μονάδων υψηλής τεχνολογίας.

°  Καθορισμός ενεργειακής πολιτικής του κράτους, με γνώμονα τη διασφάλιση της επάρκειας ενέργειας για τις εμπορικές, βιομηχανικές και άλλες δραστηριότητες και τον περιορισμό των επιπτώσεων στο περιβάλλον.

°  Διαμόρφωση και παρακολούθηση της εφαρμογής της εκάστοτε νομοθεσίας για τα μέτρα και σταθμά.

°  Προώθηση της ποιότητας, της τυποποίησης και πιστοποίησης.

°  Εμπέδωση και διαφύλαξη συνθηκών υγιούς ανταγωνισμού στην κυπριακή αγορά και παροχή επαρκούς προστασίας στους καταναλωτές.

°  Ανάπτυξη του τουρισμού, με γνώμονα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού μας προϊόντος και τη διασφάλιση της αειφορίας του.

°  Διατήρηση, αναβίωση, ανάπτυξη της παραδοσιακής λαϊκής τέχνης και ενθάρρυνση σύγχρονης χειροτεχνίας μέσω της Υπηρεσίας Κυπριακής Χειροτεχνίας.

..............................................................................................................

Στη συνέχεια, η Συμβουλευτική Επιτροπή προχώρησε στην εξέταση των 28 αιτήσεων που διαβιβάστηκαν σ’ αυτήν από το Γραμματέα της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, έχοντας ενώπιον της κατάλογο με όλα τα στοιχεία των υποψηφίων, όπως αυτά καθορίζονται στην παρ. 7 της επιστολής του Γραμματέα της ΕΔΥ, και έκρινε ως ακολούθως:

Α.  Υποψήφιοι που διαθέτουν όλα τα απαιτούμενα από το Σχέ[*679]διο Υπηρεσίας προσόντα:

  1.  ...................................................................

  4.  Κασίνης Σόλων

  5.  Κοντός Γιάννης

  6.  Κουτσουπίδης Παναγιώτης

  7.  ...................................................................

  8.  Μαληκκίδης Χριστάκης

13.  Περικλέους Λεόντιος

19.  Χατζηλουκά Φρόσω

20.  -...................................................................»

Ο συνάδελφος πρωτόδικα ανάφερε σχετικά τα ακόλουθα:

«Τα σχέδια υπηρεσίας των προηγούμενων θέσεων που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος δείχνουν πως τα καθήκοντα που ασκούσε είναι σχετικά με ορισμένες από τις αρμοδιότητες που κατέγραψε η Συμβουλευτική Επιτροπή έτσι ώστε, να φαίνεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος πληροί την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης δεκαετή τουλάχιστον πείρα σε υπεύθυνη θέση, σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου.  Ειδικότερα, με τις αρμοδιότητες που αφορούν τη βιομηχανική ανάπτυξη, την ενέργεια και τον περιορισμό των επιπτώσεων στο περιβάλλον, αλλά και την προώθηση της ποιότητας.  Η σχετικότητα των καθηκόντων του ενδιαφερόμενου μέρους με τις καθορισθείσες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή υπηρεσίες, προκύπτει και από τις υπηρεσιακές του εκθέσεις.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή με βάση το σύνολο του φακέλου, κατέληξε στο συμπέρασμα, αφού προέβη σε δέουσα και επαρκή έρευνα, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα.  Όμως, και η Επιτροπή προέβη στη δέουσα έρευνα σε σχέση με το θέμα της κατοχής των προσόντων, μεταξύ των οποίων και το συγκεκριμένο. Αυτό προκύπτει από σχετική αναφορά στο πρακτικό.

Είναι προφανές ότι η Επιτροπή έλαβε υπ’ όψιν, εκτός της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής και άλλα δεδομένα, όπως τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, καθώς και τα σχέδια υπηρεσίας των θέσεων που κατείχαν.  Αυτό καθίσταται σαφές και από το πρακτικό της συνεδρίας κατά την οποία έγινε η αξιολόγηση των υποψηφίων.

[*680]Από το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων προκύπτει ότι η πείρα που απέκτησε το ενδιαφερόμενο μέρος από τη συνολική του υπηρεσία, τόσο στη Δημόσια Υπηρεσία στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων αλλά και στον Κυπριακό Οργανισμό Προώθησης Ποιότητας, όσο και στον ιδιωτικό τομέα, έχει απόλυτη σχέση και συνάφεια με την απαιτούμενη πείρα που καθορίζεται στην παράγραφο 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης.  Θα πρέπει να υπενθυμίσω εδώ ότι η θέση είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.»

Σε άλλο μέρος της απόφασης, όταν εξέταζε τον ίδιο λόγο στην προσφυγή 1803/2006, πέραν των πιο πάνω, ο συνάδελφος ανάφερε τα ακόλουθα:

«Επαναλαμβάνω ότι η θέση είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής. Αν η απαιτούμενη πείρα περιοριζόταν αποκλειστικά σ’ αυτήν του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, τότε θα μετατρεπόταν σε θέση προαγωγής και θα αποκλείονταν έτσι οι διεκδικητές της θέσης ως πρώτου διορισμού.»

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα παράθεσε, με αναφορά και στη γραπτή του αγόρευση κατά την πρωτόδικη διαδικασία (σελ. 20-23 των πρακτικών), τα διάφορα καθήκοντα του ενδιαφερόμενου μέρους. όπως τα δήλωνε ο ίδιος στις ετήσιες εκθέσεις αλλά και όπως φαίνονται στα σχέδια υπηρεσίας των θέσεων του Ανώτερου Λειτουργού Επιθεώρησης Εργασίας, Επιθεωρητή Περιβαλλοντικής Ρύπανσης Α΄ τάξεως και Επιθεωρητή Περιβαλλοντικής Ρύπανσης Β΄ Τάξεως και υποστήριξε ότι τα θέματα με τα οποία ασχολήθηκε, δεν εμπίπτουν στις δραστηριότητες ή τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού που ζητά το σχέδιο υπηρεσίας.  Αντίθετα αφορούν σε  δραστηριότητες ή αρμοδιότητες άλλου Υπουργείου (του Υπουργείου Εργασίας ή Υπουργείου Γεωργίας).  Από το 1986 που διορίστηκε στη δημόσια υπηρεσία μέχρι τον ουσιώδη χρόνο η πείρα του αφορούσε σε επιθεώρηση εργοστασίων για έλεγχο της εκπομπής ρυπαντικών ουσιών, μετρήσεις ποιότητας του αέρα, μετρήσεις αερίων εκπομπών και σκόνης από βιομηχανικές εγκαταστάσεις και συμμετοχή σε Τεχνικές Επιτροπές αρμόδιες για θέματα προστασίας του περιβάλλοντος από ρύπανση.

Εξετάσαμε τους πιο πάνω ισχυρισμούς του εφεσείοντα και τα όσα αναφέρουν η εφεσίβλητη/καθ’ ης η αίτηση και ενδιαφερόμενο μέρος προς απάντηση τους. Η εφεσίβλητη, πολύ επιγραμματικά και χωρίς εξήγηση, αναφέρει τα εξής:  «Τα σχέδια υπηρεσίας των προη[*681]γούμενων θέσεων που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος δείχνουν πως τα καθήκοντα που ασκούσε είναι σχετικά με ορισμένες από τις αρμοδιότητες που κατέγραψε η Συμβουλευτική Επιτροπή, έτσι ώστε, να φαίνεται ότι το ενδιαφερόμενο μέρος πληροί την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης δεκαετή τουλάχιστον πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες των υπηρεσιών του Υπουργείου Εμπορίου, ειδικότερα με τις αρμοδιότητες που αφορούν τη βιομηχανική ανάπτυξη, την ενέργεια και τον περιορισμό των επιπτώσεων στο περιβάλλον, αλλά και την προώθηση της ποιότητας.  Η σχετικότητα των καθηκόντων του ενδιαφερόμενου μέρους με τις καθορισθείσες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή υπηρεσίες, προκύπτει και από τις υπηρεσιακές του εκθέσεις». Συνεχίζει η δικηγόρος ότι η ΣΕ αλλά και η ΕΔΥ προέβηκαν στη δέουσα έρευνα.  Προχωρεί η εφεσίβλητη και αναφέρει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος απέκτησε την απαιτούμενη από το σχέδιο υπηρεσίας πείρα «τόσο στη δημόσια υπηρεσία στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αλλά και στον κυπριακό οργανισμό προώθησης ποιότητας, όσο και στον ιδιωτικό τομέα».

Η ευπαίδευτη δικηγόρος του ενδιαφερόμενου μέρους στο περίγραμμα αγόρευσης της αναφέρεται στις Σχολές από τις οποίες αποφοίτησε το ενδιαφερόμενο μέρος δηλαδή Σχολή Χημικής Μηχανικής του Εθνικού Μετσοβείου Πολυτεχνείου (ΛΙΑΝ ΚΑΛΩΣ με βαθμό 8,21) και στα δυο μεταπτυχιακά του προσόντα καθώς και στην πολύχρονη υπηρεσία του τόσο στον ιδιωτικό, όσο και στο δημόσιο τομέα, στο ότι συμμετείχε σε πολλά σεμινάρια και εκπαιδευτικά προγράμματα που αφορούν ένα ευρύ φάσμα θεμάτων στους τομείς ελέγχου της ρύπανσης, της ενέργειας και του περιορισμού των επιπτώσεων στο περιβάλλον, της ανάπτυξης του εμπορίου, της ανάπτυξης της βιομηχανίας και της προώθησης της ποιότητας.  Έκανε επίσης αναφορά στο ότι το ενδιαφερόμενο μέρος διετέλεσε μέλος σε διάφορα διοικητικά συμβούλια οργανισμών και διοικητικών συνδέσμων/σωμάτων. Επικαλέστηκε μεταξύ άλλων και υπηρεσία του ενδιαφερόμενου μέρους στο ΣΟΔΑΠ και εισηγήθηκε ότι όλα τα πιο πάνω δείχνουν ότι ικανοποιεί τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας.  Τονίζουν, τόσο η εφεσίβλητη όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος, ότι η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής, γεγονός στο οποίο έδωσε έμφαση και ο πρωτόδικος δικαστής.  Επικαλούνται νομολογία (Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517 και Δημοκρατία ν. Γερμανού κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93) σύμφωνα με την οποία, η ερμηνεία και εφαρμογή των σχεδίων υπηρεσίας επαφίεται στην κρίση του διορίζοντος οργάνου και η δικαστική επέμβαση επιτρέπεται μόνο στις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες η ερμηνεία που δίνεται δεν είναι εύλογα επιτρεπτή. 

[*682]Συμφωνούμε με την πιο πάνω αρχή.  Όμως το παράπονο του εφεσείοντα είναι ότι (α) δεν ερευνήθηκε δεόντως το θέμα και (β) ότι δεν παρέχεται αιτιολογία για την κατάληξη της Σ.Ε. και ΕΔΥ γιατί το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει το προαναφερθέν προσόν και ότι εσφαλμένα ο πρωτόδικος δικαστής κατέληξε ότι η περί του αντιθέτου κατάληξη της εφεσίβλητης ήταν ορθή.

Εξετάσαμε με προσοχή όλα όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά της ΣΕ και ΕΔΥ και τα όσα ανάπτυξαν οι συνήγοροι των διαδίκων και έχουμε καταλήξει ότι πράγματι δεν φαίνεται να έγινε η δέουσα έρευνα. Ιδιαίτερα δεν παρέχεται καμιά απολύτως αιτιολογία ενόψει μάλιστα και του γεγονότος ότι το σχέδιο υπηρεσίας περιορίζει ρητά την πείρα σε θέματα σχετικά με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.  Δεν εξηγείται γιατί η υπηρεσία του ενδιαφερόμενου μέρους, που ήταν σε άλλα υπουργεία και στον ιδιωτικό τομέα, εμπίπτει στα θέματα αυτά τα οποία μάλιστα η ΣΕ κατέγραψε στον προαναφερθέντα πίνακα Α1 για σκοπούς διευκόλυνσής της στην εξέταση του θέματος. Ούτε εξηγείται σε πιο από τα θέματα που θεώρησε σχετικά στον εν λόγω πίνακα, εμπίπτουν οι δραστηριότητες του ενδιαφερόμενου μέρους. Όλα όσα αναφέρει η ευπαίδευτη συνήγορος του ενδιαφερόμενου μέρους στην αγόρευση της δε φαίνεται να εξετάστηκαν από τη ΣΕ.  Επομένως δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη ότι αποτελούν αιτιολογία της απόφασης της να κρίνει προσοντούχο το ενδιαφερόμενο μέρος. 

Ενόψει των πιο πάνω καταλήγουμε ότι ο τέταρτος λόγος έφεσης ευσταθεί και επομένως η έφεση επιτυγχάνει γι’ αυτό το λόγο.  Κρίνουμε λοιπόν ότι δεν χρειάζεται να εξεταστούν οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον της εφεσίβλητης όπως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το δικαστήριο.

Μεταξύ του εφεσείοντα και ενδιαφερόμενου μέρους καμιά διαταγή για έξοδα.

Η προσβαλλόμενη, με την προσφυγή απόφαση, ακυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο