Χριστοδούλου Ειρήνη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 745

(2011) 3 ΑΑΔ 745

[*745]4 Νοεμβρίου, 2011

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΕΙΡΗΝΗ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ’ ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 817/2009)

 

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Νομική πλάνη ― Περιστάσεις στοιχειοθέτησής της στην κριθείσα περίπτωση απόφασης πλήρωσης της θέσης Αρχιπρωτοκολλητή, Δικαστική Υπηρεσία, Ανώτατο Δικαστήριο.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Επανεξέταση διορισμού ή προαγωγής μετά από ανάκληση της αρχικής απόφασης ― Κατά πόσο η πείρα του αρχικά επιλεγέντος στη θέση, η πλήρωση της οποίας ακυρώθηκε, χωρίς ο ίδιος να επαναδιοριστεί στη θέση, αλλά αντίθετα ο ανθυποψηφιός του, μπορεί να προσμετρήσει υπέρ του κατά την επανεξέταση στην ανώτερη θέση, την οποία διεκδικούν και οι δύο ― Επισκόπηση των σχετικών νομολογιακών πορισμάτων και αρνητική κατάληξη, ενόψει της ιδιαιτερότητας της κριθείσας περίπτωσης.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Επανεξέταση διορισμού ή προαγωγής μετά από ακυρωτική δικαστική απόφαση ― Το νομικό και πραγματικό καθεστώς που λαμβάνεται υπόψη κατά την επανεξέταση ― Το Άρθρο 58 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99) και το ερώτημα κατά πόσο μπορούσε να στοιχειοθετηθεί στην κριθείσα περίπτωση,  εξαίρεση από την γενική αρχή.

Η αιτήτρια προσέφυγε κατά της επιλογής της ενδιαφερομένης, για πλήρωση της θέσης Αρχιπρωτοκολλητή, στο Ανώτατο Δικαστήριο.

[*746]Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Τα επιχειρήματα της αιτήτριας είναι βάσιμα.  Η αιτήτρια δεν αναφέρθηκε στην πείρα της στα Πρωτοκολλητεία για να την εξομοιώσει προς άσκηση καθηκόντων νομικής φύσης και/ή δικηγορίας, όπως λανθασμένα φαίνεται να εξέλαβαν οι καθ’ ων η αίτηση. Ασφαλώς τα δύο προσόντα ήταν αυτοτελή και εναλλακτικά.  Ήταν όμως, ταυτόχρονα, ισοδύναμα και δεν ήταν εύλογα επιτρεπτό να απομονωθεί το ένα, ως ασφαλώς σχετικό, σε βάρος του άλλου, επίσης σχετικού, όταν η περίοδος από το χρόνο διορισμού στη θέση Πρωτοκολλητή υπερβαίνει κατά πολλά έτη την απαιτούμενη από το Σχέδιο Υπηρεσίας σχετική πείρα. Εν πάση περιπτώσει, η αιτήτρια ήταν αρχαιότερη ως εκ της ημερομηνίας προαγωγής και σε ανώτερη θέση. Ούτως ή άλλως, αφού στην αρχαιότητα η ΕΔΥ έδωσε οριακή σημασία, θα ετίθετο ζήτημα αναφορικά με τη σημασία που προσδόθηκε στην πείρα που αναφέρθηκε, ώστε να έχει λογικό έρεισμα η εισήγηση για εκδαπάνηση της πείρας στα Πρωτοκολλητεία με την αρχαιότητα. Σε συμφωνία με την εισήγηση της αιτήτριας, κρίνεται πως κατά πλάνη και, πάντως, όχι εύλογα, θεωρήθηκε ότι η διαφορά στην άσκηση των καθηκόντων νομικής φύσης και/ή δικηγορίας, για την περίοδο που αναφέρθηκε, πέραν της μικρής πριν από το διορισμό της αιτήτριας στη θέση του Πρωτοκολλητή, ήταν στοιχείο που επαύξησε την αξία της ενδιαφερομένης ως υπέρτερη σχετική πείρα.

2.  Η ΕΔΥ εν προκειμένω μέτρησε ως στοιχείο υπεροχής της ενδιαφερομένης έναντι της αιτήτριας, ως πείρα στη θέση Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή, περίοδο κατά την οποία, κατά νόμο, Βοηθός Αρχιπρωτοκολλητής είναι η αιτήτρια. Ασφαλώς πρόκειται για αντινομία και η νομολογία από την οποία η ΕΔΥ άντλησε βοήθεια, είναι άλλης μορφής πρόβλημα που επιλύει.

     Εδώ το ζήτημα είναι ιδιαίτερο και δεν αφορά στα προσόντα ή στα προαπαιτούμενα, αυτοτελώς. Αφορά στη συγκριτική υπεροχή της ενδιαφερομένης έναντι της αιτήτριας και αποδοχή της θέσης της ΕΔΥ θα σήμαινε πως παρά την εξαφάνιση της προαγωγής της ενδιαφερομένης στη θέση Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή και την αναδρομική προαγωγή σ’ αυτή της αιτήτριας, θα παραμείνει κατάλοιπο σοβαρού οφέλους της ενδιαφερομένης σε βάρος της αιτήτριας. Σε τελευταία δε ανάλυση, αν αυτή η θέση γινόταν δεκτή σε κάθε περίπτωση ακύρωσης προαγωγής ή διορισμού, ο δικαιωθείς θα βρίσκεται δυνητικά σε μειονεκτικότερη θέση έναντι του συναδέλφου του, που κρίθηκε ότι παρανόμως προάχθηκε.

[*747]3.      Η ΕΔΥ κατέληξε στην επιλογή της, όπως η ίδια το λέγει άλλωστε, από τη συνεκτίμηση όλων των δεδομένων, όπως τα καταγράφει. Η εκτός του ουσιώδους χρόνου πείρα αποτιμήθηκε ρητώς ως στοιχείο κρίσης που προσέδιδε συγκριτικά υπέρτερη αξία στην ενδιαφερομένη. Δεν ήταν με κανένα τρόπο «επικουρικό» ή «δευτερεύον» στοιχείο. Ασφαλώς δεν ήταν το μόνο, αλλά αυτό ισχύει για όλα τα στοιχεία που συνεκτιμήθηκαν.

     Κατά συνέπεια, πεπλανημένα η ΕΔΥ αποτίμησε το στοιχείο της πείρας και κατά τις τρεις πτυχές του.  Στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Χριστοδούλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1677/2005, ημερ. 15.3.2007,

Χριστοδούλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164,

Αντωνίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1072/09, ημερ. 13.7.2011,

Καραγιώργης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669,

Ξενοφώντος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 501/2002, ημερ. 12.2.2004,

Παναγή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1583/06, ημερ. 17.9.2007,

Fitzgerald v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 263,

Λεοντίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 70,

Θεοφυλάκτου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 322.

Προσφυγή.

Άν. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.

Ρ. Παπαέτη - Χατζηκώστα (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

[*748]Π. Πολυβίου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Κωνσταντινίδης.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.:  Προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ημερομηνίας 20.5.2009, με την οποία η Άρτεμις Αντωνίου (η ενδιαφερομένη) διορίστηκε στη θέση Αρχιπρωτοκολλητή, Δικαστική Υπηρεσία, Ανώτατο Δικαστήριο.  Όπως και σε ανάλογη προηγούμενη περίπτωση αναλάβαμε η Πλήρης Ολομέλεια την εκδίκαση της υπόθεσης.

Πρόκειται για τη δεύτερη απόφαση για διορισμό της ενδιαφερομένης στη θέση και θα είναι χρήσιμο, ενόψει των ζητημάτων που συζητήθηκαν, να έχουμε υπόψη το ιστορικό.  Αυτό διασυνδέεται και προς την πλήρωση της θέσης του Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή στην οποία εμπλέκονται και πάλιν η αιτήτρια και η ενδιαφερομένη.

Μετά την ακυρωτική απόφαση στην Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 1677/2005, ημερομηνίας 15.3.07, με την απόφαση της ΕΔΥ, ημερομηνίας 7.5.2007, η ενδιαφερομένη είχε διοριστεί στη θέση Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή από 15.12.2005. Στη συνέχεια, διορίστηκε στη θέση Αρχιπρωτοκολλητή από την 1.8.2007.  Ο διορισμός της ενδιαφερομένης στη θέση Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή ακυρώθηκε με την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164 και, με νέα απόφαση, διορίστηκε στη θέση η αιτήτρια, επίσης από τις 15.12.2005. Αυτό σήμαινε διαφοροποίηση της αρχαιότητας που ήταν στοιχείο κρίσης κατά τη λήψη της απόφασης για τη θέση του Αρχιπρωτοκολλητή και, συνακολούθως, εκείνη η απόφαση ανακλήθηκε.  Ακολούθησε επανεξέταση και είναι στο πλαίσιο της που εκδόθηκε η απόφαση που προσβάλλεται με την παρούσα.  Σημειώνουμε ότι η προσφυγή που ασκήθηκε κατά του διορισμού της αιτήτριας στη θέση του Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή απορρίφθηκε με την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Άρτεμις Αντωνίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 1072/09, ημερομηνίας 13.7.2011.

Η αιτήτρια και η ενδιαφερομένη ήταν ισάξιες με βάση τη βαθμολογία τους στις υπηρεσιακές εκθέσεις.  Η αιτήτρια ήταν αρχαιότερη από την ενδιαφερομένη και, περαιτέρω, κατείχε πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν, μη απαιτούμενο, που κρίθηκε ως σχετικό προς τα καθήκοντα της θέσης (Master of Public Sector Manage[*749]ment).  Εν τούτοις, η ΕΔΥ επέλεξε ως καταλληλότερη την ενδιαφερομένη με αιτιολογία ως ακολούθως:  H αρχαιότητα είχε οριακή σημασία, στο πρόσθετο προσόν της αιτήτριας αποδόθηκε η «ανάλογη βαρύτητα» αλλά η ενδιαφερομένη γενικά υπερείχε για λόγους που εξειδικεύτηκαν:

-      Κατά την προφορική εξέταση που διεξάχθηκε στο πλαίσιο της αρχικής διαδικασίας, η ενδιαφερομένη αξιολογήθηκε ως εξαίρετη ενώ η αιτήτρια ως πάρα πολύ καλή.

-      Η ενδιαφερομένη «διαθέτει ενάμισι χρόνο άσκηση καθηκόντων νομικής φύσεως και/ή δικηγορίας περισσότερο από τη Χριστοδούλου, στοιχείο που προσμετρά και επαυξάνει την αξία της αφού η άσκηση καθηκόντων νομικής φύσεως και/ή η άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος αποτελεί απαιτούμενο προσόν της παραγράφου 1(α) του Σχεδίου Υπηρεσίας και προσδίδει, σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία, στο στοιχείο της αξίας (βλ. Δημοκρατία ν. Σπύρου Κόκκινου (2005) 3 Α.Α.Δ. 199 και Κυπριακή Δημοκρατία ν. Μάριου Παπαχριστοδούλου (2002) 3 Α.Α.Δ. 329).».

-      Η ενδιαφερομένη «υπερείχε της Χριστοδούλου και σε πραγματική πείρα 3½ χρόνων, στοιχείο που προσμετρά στην αξία της, αφού από το Δεκέμβριο του 2005 - Ιούλιο του 2007 κατείχε τη θέση Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή, τα καθήκοντα και οι ευθύνες του Σχεδίου Υπηρεσίας του οποίου είναι περίπου ίδια με τα καθήκοντα και τις ευθύνες του Σχεδίου Υπηρεσίας του Αρχιπρωτοκολλητή» και «από τον Αύγουστο του 2007 – Μάιο του 2009 κατείχε τη θέση του Αρχιπρωτοκολλητή». Αναφέρθηκε συναφώς σε νομολογία ως ακολούθως:

«Η Επιτροπή κατέληξε στη πιο πάνω απόφαση έχοντας υπόψη σχετική επί του θέματος Νομολογία και συγκεκριμένα τις αποφάσεις στις (Ανδρέας Καραγιώργης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669), 501/02 (Ανδρέας Ξενοφώντος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 12.2.04) και 1583/2006 (Λοΐζος Παναγή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 17.9.07), σύμφωνα με την οποία: ‘Η πείρα που αποκτήθηκε σε συγκεκριμένη θέση εφόσον συνεπάγεται πραγματική υπηρεσία δεν μπορεί να αγνοηθεί ούτε να διαγραφεί, έστω και αν ο διορισμός στη θέση αυτή ακυρωθεί ή ανακληθεί εκ των υστέρων.  Η πείρα παραμένει ως πραγματικό γεγονός».

[*750]Η αιτήτρια καταλογίζει στην ΕΔΥ πλάνη σε σχέση και με τις τρεις πτυχές της υπέρτερης πείρας που αναγνωρίστηκε υπέρ της ενδιαφερομένης και θα εξετάσουμε, βεβαίως, την κάθε περίπτωση ξεχωριστά.

Άσκηση καθηκόντων νομικής φύσης και/ή δικηγορίας

Είναι παραδεκτό και από την αιτήτρια ότι η ενδιαφερομένη είχε περισσότερο χρόνο άσκησης της δικηγορίας κατά περίπου 1½ χρόνο, όπως σημείωσε η ΕΔΥ.  Είναι όμως ταυτόχρονα αναντίλεκτο πως αυτή η διαφορά, κατά το πλείστο μέρος της, οφειλόταν στο απλό γεγονός πως η αιτήτρια διέκοψε την άσκηση της δικηγορίας το 1988 οπότε διορίστηκε ως Πρωτοκολλητής.  Ενώ η ενδιαφερομένη διέκοψε τη δικηγορία το 1989 οπότε, επίσης διορίστηκε ως Πρωτοκολλητής. Είχε λοιπόν η ενδιαφερομένη περισσότερη άσκηση δικηγορίας και η αιτήτρια περισσότερη άσκηση των καθηκόντων Πρωτοκολλητή.  Είναι η εισήγηση της αιτήτριας πως η πείρα που αποκτήθηκε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο είναι τουλάχιστον ίσης βαρύτητας ακριβώς ενόψει του Σχεδίου Υπηρεσίας στο οποίο η ίδια η ΕΔΥ παρέπεμψε. Απαιτούμενο προσόν δεν ήταν μόνο η από δέκα χρόνια άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος αλλά, με την παράγραφο 1(β), και η δεκαετής πείρα στη λειτουργία Πρωτοκολλητείων των Δικαστηρίων δυνάμει της οποίας μάλιστα, αφού καμιά δεν είχε δεκαετή άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος, ήταν προσοντούχοι.  Πράγματι το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, με την παράγραφο 1(α) και 1(β) απαιτεί, ισοδυνάμως βεβαίως, πέραν του πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος στα νομικά και δεκαετή τουλάχιστον άσκηση καθηκόντων νομικής φύσης από την οποία επταετής τουλάχιστον άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος ή δεκαετής τουλάχιστον πείρα στη λειτουργία Πρωτοκολλητείων των Δικαστηρίων.

Οι καθ’ ων η αίτηση αντιτείνουν ως ακολούθως:  H μεγαλύτερη υπηρεσία της αιτήτριας στη θέση Πρωτοκολλητή μέτρησε γι’ αυτήν ως αρχαιότητα. Περαιτέρω, το Σχέδιο Υπηρεσίας διαχωρίζει τα δυο, ως ξεχωριστά προσόντα και αφού «η πείρα της αιτήτριας στη θέση Πρωτοκολλητή αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος των απαιτούμενων προσόντων για διεκδίκηση της θέσης ως πείρα στη λειτουργία των Πρωτοκολλητείων, δεν θα μπορούσε να λογιστεί διπλά και ως πείρα στην άσκηση καθηκόντων νομικής φύσεως».  Ήταν ορθό να υπολογιστεί υπέρ της ενδιαφερομένης η άσκηση καθηκόντων νομικής φύσης πριν το διορισμό τους, αντιστοίχως, στη θέση Πρωτοκολλητή.

[*751]Η ενδιαφερομένη αφού επεκτάθηκε σε καταγραφή λεπτομερειών για την τεκμηρίωση της διαφοράς του 1½ χρόνου, υποστήριξε πως εφόσον η πείρα της αιτήτριας στη λειτουργία των Πρωτοκολλητείων υπολογίστηκε ως απαιτούμενο προσόν για τη διεκδίκηση της θέσης, «δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί δυο φορές».  Ορθά, επομένως, η ΕΔΥ έδωσε βαρύτητα στην άσκηση καθηκόντων νομικής φύσης και/ή δικηγορίας «αφού αυτή η πείρα δεν είχε χρησιμοποιηθεί από καμιά».

Συνοψίζουμε και την απάντηση της αιτήτριας.  Πριν από τον ουσιώδη χρόνο, η αιτήτρια και η ενδιαφερομένη είχαν καταλάβει τη θέση Πρωτοκολλητή Α’ και, πάντως, δεν προέκυπτε ζήτημα αναδρομής για τη διαπίστωση της κατοχής του απαιτούμενου προσόντος της πείρας, στο αρχικό διάστημα, από τότε που αντιστοίχως οι δυο κατέλαβαν τη θέση του Πρωτοκολλητή.  Ώστε, σε τελική ανάλυση, το γεγονός ότι η αιτήτρια διορίστηκε ενωρίτερα στη θέση Πρωτοκολλητή να λειτουργήσει αντί υπέρ της σε βάρος της.

Κρίνουμε βάσιμα τα επιχειρήματα της αιτήτριας.  Η αιτήτρια δεν αναφέρθηκε στην πείρα της στα Πρωτοκολλητεία για να την εξομοιώσει προς άσκηση καθηκόντων νομικής φύσης και/ή δικηγορίας, όπως λανθασμένα φαίνεται να εξέλαβαν οι καθ’ ων η αίτηση.  Ασφαλώς τα δυο προσόντα ήταν αυτοτελή και εναλλακτικά.  Ήταν όμως, ταυτόχρονα, ισοδύναμα και δεν θεωρούμε πως ήταν εύλογα επιτρεπτό να απομονωθεί το ένα, ως ασφαλώς σχετικό, σε βάρος του άλλου, επίσης σχετικού, όταν η περίοδος από το χρόνο διορισμού στη θέση Πρωτοκολλητή υπερβαίνει κατά πολλά έτη την απαιτούμενη από το Σχέδιο Υπηρεσίας σχετική πείρα.  Σημειώνουμε δε πως, εν πάση περιπτώσει, η αιτήτρια ήταν αρχαιότερη ως εκ της ημερομηνίας προαγωγής και σε ανώτερη θέση. Ούτως ή άλλως, αφού στην αρχαιότητα η ΕΔΥ έδωσε οριακή σημασία, θα ετίθετο ζήτημα αναφορικά με τη σημασία που προσδόθηκε στην πείρα που αναφέρθηκε, ώστε να έχει λογικό έρεισμα η εισήγηση για εκδαπάνηση της πείρας στα Πρωτοκολλητεία με την αρχαιότητα.  Σε συμφωνία με την εισήγηση της αιτήτριας, καταλήγουμε πως κατά πλάνη και, πάντως, όχι εύλογα, θεωρήθηκε ότι η διαφορά στην άσκηση των καθηκόντων νομικής φύσης και/ή δικηγορίας, για την περίοδο που αναφέρθηκε, πέραν της μικρής πριν από το διορισμό της αιτήτριας στη θέση του Πρωτοκολλητή, ήταν στοιχείο που επαύξησε την αξία της ενδιαφερομένης ως υπέρτερη σχετική πείρα.

Σημειώνουμε πως τέτοιο θέμα συζητήθηκε και στην προσφυγή 1072/09, αλλά σε κάπως διαφοροποιημένο πλαίσιο.  Η ενδιαφερομένη, αιτήτρια σε εκείνη την περίπτωση, πρότεινε ως λόγο ακυρό[*752]τητας την πλάνη ως προς τη χρονική έκταση της υπεροχής της με αναφορά στο χρόνο άσκησης της δικηγορίας.  Δεν έγινε δεκτός ο ισχυρισμός για τέτοια πλάνη αλλά προστέθηκε πως, ούτως ή άλλως, και άλλως πως να είχαν τα πράγματα, η συζητηθείσα διαφορά δεν θα προσέδιδε στην αιτήτρια επαύξηση αξίας  σε βαθμό που να ανέτρεπε την κατάσταση πραγμάτων.

Η πείρα από το Δεκέμβριο 2005 μέχρι Ιούλιο 2007

Έχουμε δει πως η ενδιαφερομένη, για το πιο πάνω διάστημα, υπηρέτησε ως Βοηθός Αρχιπρωτοκολλητής. Όμως ο διορισμός της στη θέση ακυρώθηκε και, ασφαλώς, εξαφανίστηκε.  Ακολούθησε ο διορισμός της αιτήτριας στη θέση, αναδρομικά από 15.12.05, ο οποίος και, όπως αναφέραμε, επικυρώθηκε.  Επομένως, η ΕΔΥ μέτρησε ως στοιχείο υπεροχής της ενδιαφερομένης έναντι της αιτήτριας, ως πείρα στη θέση Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή, περίοδο κατά την οποία, κατά νόμο, Βοηθός Αρχιπρωτοκολλητής είναι η αιτήτρια. Ασφαλώς πρόκειται για αντινομία και η νομολογία από την οποία η ΕΔΥ άντλησε βοήθεια, η οποία μαζί και με άλλη συζητήθηκε και ενώπιόν μας, είναι άλλης μορφής πρόβλημα που επιλύει.

Στην υπόθεση Καραγιώργης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669, που ήταν η πρώτη, τέθηκε ζήτημα αναφορικά με το κύρος εμπιστευτικών/υπηρεσιακών εκθέσεων όταν η προαγωγή/διορισμός του ενδιαφερομένου, για τις περιόδους που εκείνες κάλυπταν, ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο.  Η θέση ήταν πως, με την ακύρωση του διορισμού/προαγωγής, εκείνες οι εκθέσεις εξαλείφθηκαν.  Η Ολομέλεια, με αναφορά και σε προηγούμενη νομολογία, έκρινε πως η ακύρωση «δεν συνεπάγεται εξάλειψη της πραγματικής του υπηρεσίας σ’ αυτές και της πραγματικής αξιολόγησης της απόδοσης του στις ίδιες θέσεις».  Είχαν ετοιμαστεί νόμιμα για τα καθήκοντα που εκτελούσαν και «η ακυρωτική απόφαση δεν επηρεάζει πράξεις, οι οποίες έγιναν νόμιμα στον ουσιώδη χρόνο».

Στην υπόθεση Ανδρέας Ξενοφώντος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 501/2002, ημερομηνίας 12.2.04, το ερώτημα ήταν αν ο ενδιαφερόμενος κατείχε το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόν της πείρας.  Αποφασίστηκε, με αναφορά στην Καραγιώργης (ανωτέρω) και στην Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου, Αι Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως έναντι της Διοικήσεως, 1988, σελ. 292 και 293 πως η πείρα που απέκτησε από την πραγματική του υπηρεσία σε μια θέση δεν μπορούσε να αγνοηθεί ή να διαγραφεί επειδή ακυρώθηκε ή ανακλήθηκε ο διορισμός στη θέση.

[*753]Η Λοΐζος Παναγή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή 1583/06, ημερομηνίας 17.9.07 αφορούσε αίτημα για αποκατάσταση δυνάμει του Άρθρου 45 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90 όπως τροποποιήθηκε) και κρίθηκε, με αναφορά στις προηγούμενες υποθέσεις, πως τέτοια πείρα θα έπρεπε να συνυπολογιστεί, παρά την ακύρωση.

Η αιτήτρια θεωρεί ότι η πιο πάνω νομολογία ξεπεράστηκε από την απόφαση της Ολομέλειας Fitzgerald v. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 263. Με αυτή την εισήγηση διαφωνούν οι καθ’ ων η αίτηση και η ενδιαφερομένη.  Κατά τη δική τους άποψη τα γεγονότα και το θέμα της ήταν διαφορετικά. Κρίθηκε σε εκείνη την υπόθεση πως η απαιτούμενη πείρα για την εγγραφή στο Μητρώο Κτηματομεσιτών θα έπρεπε να προέρχεται από νόμιμη εργασία στον τομέα. Ο αλλοδαπός εφεσείων, κατά τη σχετική περίοδο, βρισκόταν παράνομα στην Κύπρο, πάντως χωρίς δικαίωμα εργασίας και «παράνομη πράξη δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για αποκόμιση οφέλους». Αντίθετα, «η πείρα για να μπορεί να προσμετρήσει ως προσόν για την έκδοση άδειας κτηματομεσίτη θα πρέπει να έχει αποκτηθεί με νόμιμο τρόπο».

Δεν είναι ανάγκη να εμπλακούμε σε συζήτηση αναφορικά με το συσχετισμό και τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τις πιο πάνω αποφάσεις.  Εδώ το ζήτημα είναι ιδιαίτερο και δεν αφορά στα προσόντα ή στα προαπαιτούμενα, αυτοτελώς.  Αφορά στη συγκριτική υπεροχή της ενδιαφερομένης έναντι της αιτήτριας και αποδοχή της θέσης της ΕΔΥ θα σήμαινε πως παρά την εξαφάνιση της προαγωγής της ενδιαφερομένης στη θέση Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή και την αναδρομική προαγωγή σ’ αυτή της αιτήτριας, θα παραμείνει κατάλοιπο σοβαρού οφέλους της ενδιαφερομένης σε βάρος της αιτήτριας.  Σε τελευταία δε ανάλυση, αν αυτή η θέση γινόταν δεκτή σε κάθε περίπτωση ακύρωσης προαγωγής ή διορισμού, ο δικαιωθείς θα βρίσκεται δυνητικά σε μειονεκτικότερη θέση έναντι του συναδέλφου του που κρίθηκε ότι παρανόμως προάχθηκε. Να έχουμε δε υπόψη και τη νομολογία μας σε σχέση με την αρχή της αποκατάστασης, όπου έγινε αναφορά και στην Κοντόγιωργα - Θεοχαροπούλου (ανωτέρω) στη σελίδα 267 και 275. Στις Λεοντίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 70 και Θεοφυλάκτου ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 322, στις οποίες, ακριβώς, κρίθηκε ότι ο δικαιωθείς υπάλληλος ο οποίος προάχθηκε ή διορίστηκε αναδρομικά, είχε δικαίωμα να χρησιμοποιήσει την πλασματική υπηρεσία που προέκυπτε για σκοπούς είτε προαγωγής είτε μισθολογικών ωφελημάτων.  Καταλήγουμε πως κατά πλάνη η ΕΔΥ θεώρησε ως στοιχείο υπεροχής της ενδιαφερομένης, την πείρα στη θέση Βοηθού Αρχιπρωτοκολλητή.

[*754]Η πείρα από τον Αύγουστο 2007 μέχρι Μάρτιο 2009

Αυτό το χρονικό διάστημα, το δέχονται και οι καθ’ ων η αίτηση και η ενδιαφερομένη, βρίσκεται εκτός του ουσιώδους χρόνου.  Ήταν ασφαλώς μεταγενέστερο και αφορά στην περίοδο κατά την οποία υπηρέτησε η ενδιαφερομένη ως Αρχιπρωτοκολλητής, πριν την ανάκληση του διορισμού της.  Η αιτήτρια αναφέρθηκε στη νομολογία μας πως η επανεξέταση γίνεται στη βάση του νομικού και πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατά το χρόνο της αρχικής απόφασης και, βεβαίως, ούτε αυτό το αντιμάχονται οι καθ’ ων η αίτηση και η ενδιαφερομένη.  Πρόκειται για πάγια αρχή που κωδικοποιήθηκε εν τέλει με το Άρθρο 58 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 [Ν. 158(Ι)/99].  Οι καθ’ ων η αίτηση και η ενδιαφερομένη θεωρούν πως υπήρχε περιθώριο για τη νόμιμη συνεκτίμηση και αυτής της μεταγενέστερης πείρας.  Επικαλούνται συναφώς νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας όπως την αναφέρει η Κοντόγιωργα - Θεοχαροπούλου στο πιο πάνω Σύγγραμμα, ακριβώς στις σελ. 292 και 293.  Κατ’ εξαίρεση από τη γενική αρχή «δεν αποκλείεται να ληφθούν υπόψη και μεταγενέστερα στοιχεία, εφόσον όμως αυτά λαμβάνονται υπόψη επικουρικά ως δευτερεύοντα». Εισηγούνται ότι, ακριβώς, η πείρα αυτή εκτιμήθηκε όχι ως αυτοτελές αλλά ως επικουρικό στοιχείο, σε συνάρτηση προς τα άλλα, προς ενίσχυση ήδη διαμορφωμένης κρίσης περί την αξία, όπως αυτή φαινόταν από το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης αλλά και τα άλλα που συνέθεταν το σκεπτικό της ΕΔΥ.

Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με αυτές τις εισηγήσεις.  Η ΕΔΥ κατέληξε στην επιλογή της, όπως η ίδια το λέγει άλλωστε, από τη συνεκτίμηση όλων των δεδομένων, όπως τα καταγράφει.  Η πείρα που τώρα συζητούμε αποτιμήθηκε ρητώς ως στοιχείο κρίσης που προσέδιδε συγκριτικά υπέρτερη αξία στην ενδιαφερομένη.  Δεν ήταν με κανένα τρόπο «επικουρικό» ή «δευτερεύον» στοιχείο.  Ασφαλώς δεν ήταν το μόνο, αλλά αυτό ισχύει για όλα τα στοιχεία που συνεκτιμήθηκαν.

Καταλήγουμε πως κατά πλάνη, ως ανωτέρω, η ΕΔΥ αποτίμησε το στοιχείο της πείρας και κατά τις τρεις πτυχές του και πως στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας.

Αναπτύχθηκαν επιχειρήματα και σε σχέση με τη βαρύτητα της προφορικής εξέτασης, της αρχαιότητας και των προσόντων αλλά ασφαλώς δεν είναι δυνατό να προχωρήσουμε στην εξέταση ζητημάτων στη βάση υποθέσεων.  Εναπόκειται στην ΕΔΥ να επανεξετάσει τα δεδομένα στη βάση του δεδικασμένου που αυτή η από[*755]φαση δημιουργεί. 

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο