Ασπρομάλλης Γιώργος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 905

(2011) 3 ΑΑΔ 905

[*905]23 Δεκεμβρίου, 2011

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΣΠΡΟΜΑΛΛΗΣ,

Εφεσείων - Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσίβλητης - Καθ’ ης η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 192/2008)

 

Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Ερμηνεία του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης Επιθεωρητή Α΄ (Μέση Εκπαίδευση) ― Αντιφατική η στάση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας στην κριθείσα περίπτωση ― Διαπίστωση παράβασης των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης ― Συνέπειες.

Ο εφεσείων αξίωσε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε απορριφθεί η προσφυγή του κατά της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στην θέση Επιθεωρητή Α΄ (Μέση Εκπαίδευση) για την Φυσική.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Στην παρούσα περίπτωση, μετά την απόσυρση της Αναθεωρητικής Έφεσης Αρ. 195/08, και ανεξάρτητα της κατάληξης στην υπό έφεση απόφαση, η οποία, σημειωτέον, δεν εξέτασε το λόγο ακυρότητας σε σχέση με την παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, η Επιτροπή είχε υποχρέωση, στα πλαίσια της καλής πίστης, να επανεξετάσει τη θέση της. Η αντιφατική στάση της - για τις ίδιες θέσεις, άλλοτε να θεωρεί τον εφεσείοντα υποψήφιο και άλλοτε να επικαλείται ότι από την έκβαση της έφεσης θα επηρεαστεί ενδιαφερόμενο πρόσωπο - δεν εντάσσει την περίπτωση στα πλαίσια της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

[*906]Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 527/01, ημερ. 30.5.2002,

Ασπρομάλλης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 132/07, ημερ. 7.11.2008.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Γαβριηλίδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 779/05), ημερ. 24/10/2008.

Γ. Σεραφείμ, για τον Εφεσείοντα.

Ελ. Λοϊζίδου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, (η Επιτροπή»), με απόφασή της, ημερομηνίας 3/3/2005, προήγαγε τη Θεοφανώ Ευθυμίου Χειμωνίδου στη θέση Επιθεωρητή Α΄ (Μέση Εκπαίδευση) για τη Φυσική.  Ο εφεσείων, ο οποίος, μεταξύ άλλων, είχε υποβάλει αίτηση για τη θέση, κρίθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και, στη συνέχεια, από την Επιτροπή ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο συνδρομής των προσόντων της θέσης, που είχε καθοριστεί στις 17/1/2005, δεν πληρούσε την πρόνοια της παραγράφου 3(3) του Σχεδίου Υπηρεσίας αναφορικά με την εκπαιδευτική υπηρεσία δεκαπέντε, τουλάχιστον, ετών στη Δημόσια Εκπαίδευση της Κύπρου.  Με προσφυγή του, που καταχώρισε σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος, αμφισβήτησε τη νομιμότητα της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους και, ταυτόχρονα, τη νομιμότητα της απόφασης αποκλεισμού του από τη διαδικασία, ως μη προσοντούχου.

Αδελφός μας Δικαστής, ο οποίος επιλήφθηκε πρωτόδικα της προσφυγής, αφού αναφέρθηκε σε νομική Γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, η οποία δόθηκε με αφορμή προγενέστερη διαδικασία προαγωγής σε θέση όπως η παρούσα, από την οποία ο εφεσείων και πάλι αποκλείστηκε, και αφού υιοθέτησε τα [*907]αποφασισθέντα στη Φαίδωνας Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 527/01, ημερ. 30/5/02, κατέληξε ότι η διοίκηση δεν είχε αποκλείσει με κανονιστικές ρυθμίσεις - (σχέδιο υπηρεσίας) - ή διοικητική πρακτική τη λήψη υπόψη της προηγούμενης υπηρεσίας του εφεσείοντα στη Δημόσια Υπηρεσία άλλου κράτους· απλά, με το Σχέδιο Υπηρεσίας, καθόρισε τα απαιτούμενα προσόντα για προαγωγή σε συγκεκριμένη θέση στην Κυπριακή Δημοκρατία - (εν προκειμένω, τη θέση του Επιθεωρητή Α΄ (Μέση Εκπαίδευση) για τη Φυσική) - τα οποία ο εφεσείων δεν κατείχε.

Ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πιο πάνω απόφασης με δύο λόγους έφεσης, στους οποίους θα αναφερθούμε, αφού πρώτα παραθέσουμε απόσπασμα της επιστολής της Επιτροπής σε σχέση με την προηγούμενη διαδικασία προαγωγής σε θέση ως η επίδικη, στην οποία ο εφεσείων ήταν υποψήφιος, τη Γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα επί του θέματος και το σκεπτικό της απόφασης στη Φαίδωνας Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (πιο πάνω), το οποίο υιοθετήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο για απόρριψη της προσφυγής.

Απόσπασμα από επιστολή της Επιτροπής ημερομηνίας 4/11/2003:-

«3.  Το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό αναφορά θέσης στο μέρος 3 (Απαιτούμενα Προσόντα) απαιτεί, μεταξύ άλλων, ‘εκπαιδευτική υπηρεσία δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ετών από τα οποία:

(α)   τα δύο να ήταν σε θέση όχι κατώτερη από εκείνη του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης· και

(β)   τα πέντε τουλάχιστο στη Μέση Εκπαίδευση.’

4.  Ο κος Γεώργιος Ασπρομάλλης, ο οποίος είναι ο ένας από τους αιτητές που η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν συμπεριέλαβε στον κατάλογο των προτεινομένων που ετοίμασε, διορίστηκε στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης από τις 16.12.2002.  Συνεπώς μέχρι την ημερομηνία συνδρομής των προσόντων, που ήταν η 1.9.2003, συμπλήρωσε μόνο 8 μήνες και 16 ημέρες υπηρεσία στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης. Ο κος Ασπρομάλλης εργάστηκε επίσης περιοδικά για 16 συνολικά χρόνια ως επιστημονικός συνεργάτης στο Ινστιτούτο Θεωρητικής και Φυσικής Χημείας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών της Ελλάδος, αρχικά σε θέση που αντιστοιχούσε στην πανεπιστημιακή βαθμίδα του λέκτορα και στη συνέχεια σε θέση που αντιστοιχούσε στην πανεπιστημιακή θέση του επί[*908]κουρου καθηγητή.  (Σχετική βεβαίωση του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, ημερ. 4.9.2003, επισυνάπτεται).

5.  Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας προβληματίστηκε κατά πόσο η υπηρεσία του κου Ασπρομάλλη στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών μπορεί να θεωρηθεί ως υπηρεσία σε θέση όχι κατώτερη από εκείνη του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης που απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης.  Μετά από μελέτη του θέματος αυτού, η Επιτροπή κατέληξε στη θέση ότι η αναφερόμενη υπηρεσία του κου Ασπρομάλλη δεν μπορεί να θεωρηθεί ως υπηρεσία για τους σκοπούς που απαιτεί το Σχέδιο Υπηρεσίας της συγκεκριμένης θέσης.  Και τούτο γιατί, κατά την άποψη της Επιτροπής, ο νομοθέτης όταν συνέτασσε το συγκεκριμένο Σχέδιο Υπηρεσίας είχε υπόψη του το εκπαιδευτικό σύστημα της Κύπρου και γι’ αυτό δεν θεωρείται ορθό να μεταφέρονται και να λαμβάνονται υπόψη σε διαδικασίες προαγωγών στην εκπαιδευτική υπηρεσία της Κύπρου τα δεδομένα των εκπαιδευτικών συστημάτων άλλων χωρών.  Γι’ αυτό η Επιτροπή έχει την άποψη ότι ο κος Ασπρομάλλης δεν κατέχει το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας της αναφερόμενης θέσης προσόν της εκπαιδευτικής υπηρεσίας δύο τουλάχιστο ετών σε θέση όχι κατώτερη από εκείνη του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης.»

Γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 20/11/2003:-

«Σε απάντηση της επιστολής σας με αριθμό φακ. 12.3.03, 15.15.24.3.33, ημερομηνίας 4 Νοεμβρίου 2003, σχετικά με το πιο πάνω θέμα, σας πληροφορώ ότι η άποψή μου συγκλίνει με αυτή της Επιτροπής η οποία αναλύεται εκτενώς στις παραγράφους 1-8 της πιο πάνω επιστολής σας.

Περαιτέρω, και προς ενίσχυση της θέσης της Επιτροπής σας, αναφέρω ότι η περίπτωση του ενός εκ των δύο υποψηφίων, ήτοι του κου Γεώργιου Ασπρομάλλη, έχει και νομολογιακό προηγούμενο.  Προς ενημέρωσή σας, επισυνάπτω εσωκλείστως αντίγραφο της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση αρ. 527/01, Φαίδωνας Παπαδόπουλος ν. Ε.Ε.Υ., ημερ. 30.5.02, όπου σε πολύ παρόμοια περιστατικά με αυτά της παρούσας, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ως ορθή και νόμιμη την απόφαση της Επιτροπής να μην θεωρήσει την υπηρεσία εκπαιδευτικού στην Ελλάδα, ως ‘δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία’ για σκοπούς σχεδίου υπηρεσίας.

[*909]Σημειώνεται ότι και στην υπόθεση Παπαδόπουλος (ανωτέρω) επρόκειτο για πλήρωση θέσης Επιθεωρητή Α΄ (Μέση Εκπαίδευση), με πανομοιότυπο σχέδιο υπηρεσίας με την παρούσα περίπτωση.»

Σκεπτικό απόφασης στη Φαίδωνας Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας:-

«Εκείνο που παραγνωρίζεται είναι το γεγονός της απαίτησης του Σχεδίου Υπηρεσίας για ‘εκπαιδευτική υπηρεσία δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ετών’ και όχι για προϋπηρεσία. Και, περαιτέρω, το ότι τα δύο έτη σε θέση όχι κατώτερη του Βοηθού Διευθυντή, καθορίζονται ως μέρος αυτής της δεκαπενταετούς υπηρεσίας. Δεν φαίνεται, λοιπόν, να υπήρχε περιθώριο για διαφοροποίηση. Δεν καλυτερεύει όμως η θέση του αιτητή.  Αντίθετα, θα προέκυπτε ζήτημα και σε σχέση με την αναγνώριση πως είχε την απαιτούμενη δεκαπενταετή εκπαιδευτική υπηρεσία.   Απαιτείτο ‘υπηρεσία’ και όχι ‘προϋπηρεσία’ και για τα δύο σκέλη και ο αποκλεισμός του αιτητή, με αναφορά στην έννοια του όρου ‘υπηρεσία’, ήταν ορθός όσο και αν περιορίστηκε στο ζήτημα των δύο ετών. Ο ορισμός του όρου ‘υπηρεσία’ στους Κανονισμούς, όπως τον συνόψισα, είναι σαφής.  Εντάσσεται σε αυτή μόνο περίοδος μετά το διορισμό στην μόνιμη θέση που κατείχε ο εκπαιδευτικός λειτουργός και ο αιτητής διορίστηκε ως Καθηγητής το 1992.

Η αναφορά του Κανονισμού 3(1)(γ) σε υπηρεσία ή προϋπηρεσία και σε δημόσιο σχολείο της Ελλάδας για σκοπούς και προαγωγής, δεν πρέπει να παραπλανήσει. Όχι μόνο γιατί ο Κανονισμός τελεί υπό τους ορισμούς των ερμηνευτικών διατάξεων του.  Κυρίως γιατί ο Κανονισμός δεν λειτουργεί κατά αναίρεση ή διαφοροποίηση των Σχεδίων Υπηρεσίας.  Και το έχουμε από το Άρθρο 24(3) του Περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (Ν.10/69 όπως τροποποιήθηκε) πως ‘Σχέδιο Υπηρεσίας μιας θέσης ..... δυνατό να προνοεί ως προϋπόθεση διορισμού ή προαγωγής υπηρεσία σε θέση στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία’.  Άλλες διατάξεις του Νόμου, σε σχέση με το διορισμό και την προαγωγή, αναφέρονται στην ‘υπηρεσία’ ή στην ‘προϋπηρεσία’ ως κριτηρίων που προσμετρούν στις διεκδικήσεις υποψηφίων κατά σύγκριση προς άλλους και όχι με την έννοια του απαιτούμενου προσόντος.  Ακριβώς δε, σε εκείνες τις περιπτώσεις, περιλαμβάνεται και πρόνοια για τη δυνατότητα καθορισμού με Κανονισμούς και σχολείων, σχολών, ιδρυμάτων ή υπηρεσιών από τα οποία μπορεί να προέλθει, άλλων από [*910]τα καθοριζόμενα στον ίδιο τον Νόμο.  Σχετικό είναι το Άρθρο 28Β(3)(γ) και (13) ως προς τις θέσεις πρώτου διορισμού και το Άρθρο 35Β(4)(γ) ως προς τις θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής το οποίο περιλαμβάνει και ορισμούς των δύο όρων όμοιους ως προς τη χρονική διάσταση με εκείνους των Κανονισμών.  Επομένως, άλλο ο συνυπολογισμός της υπηρεσίας ή της προϋπηρεσίας σε σχέση με τους διορισμούς ή τις προαγωγές για σκοπούς προσδιορισμού της προτεραιότητας μεταξύ των προσοντούχων υποψηφίων και άλλο ο καθορισμός από Σχέδιο Υπηρεσίας των απαιτούμενων προσόντων για μια θέση.  Εδώ το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτεί ‘υπηρεσία’ και στην απουσία αντένδειξης αυτή μπορεί να έχει μόνο την έννοια που της αποδίδουν οι νομοθετικές διατάξεις. Η απόφαση της Ολομέλειας στην Ελένη Αυγερινού ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 702 που επικαλέστηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, είναι σχετική.  Τις διατάξεις σε σχέση με την έννοια της ‘υπηρεσίας’ τις έχω αναφέρει.  Υπάρχουν όμως και άλλες σε σχέση με τους υπόλοιπους όρους που χρησιμοποιούνται στο Σχέδιο Υπηρεσίας. Όπως ορθά επισημαίνουν οι καθ’ ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, το Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτεί τα δυο έτη να είναι σε ‘θέση όχι κατώτερη από εκείνη του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης’.  Κατά τις ερμηνευτικές διατάξεις του Νόμου:

α) ‘θέσις’ σημαίνει θέσιν εν τη δημοσία εκπαιδευτική υπηρεσία και ‘δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία’ σημαίνει ‘την υπηρεσία την περιλαμβάνουσαν τας θέσεις επιθεωρητών, καθηγητών και διδασκάλων ως και οιασδήποτε άλλας θέσεις ήθελε καθορίσει το Υπουργικόν Συμβούλιον και εκπαιδευτική υπηρεσία θα ερμηνεύηται αναλόγως’.

β) ‘σχολείον σημαίνει δημόσιον σχολείον και δημόσιον σχολείον σημαίνει σχολείον, την ευθύνη της διοικήσεως και συντηρήσεως του οποίου φέρει η Δημοκρατία και το οποίον δεν διέπεται υπό ετέρου νόμου και περιλαμβάνει σχολείον κηρυχθέν δι’ αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου, δημοσιευομένης εις την επίσημον εφημερίδα της Δημοκρατίας, ως δημόσιον σχολείον διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.’

γ)  Ο ‘Βοηθός Διευθυντής’ και ο ‘Διευθυντής’ καλύπτονται από τον ορισμό του δάσκαλος που ‘σημαίνει τον εκπαιδευτικό λειτουργό ο οποίος υπηρετεί σε δημόσιο σχολείο δημοτικής εκπαίδευσης’.»

[*911]Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή εσφαλμένα δεν τον πίστωσε με την υπηρεσία του στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών της Ελλάδος, η οποία του είχε αναγνωριστεί για σκοπούς προαγωγών από την ίδια, με επιστολή της ημερομηνίας 15/2/1996.  Προς υποστήριξη του ισχυρισμού του, παραπέμπει στη Γιώργος Ασπρομάλλης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 132/07, ημερ. 7/11//08, όπου η απόφαση για τον αποκλεισμό του από τη διαδικασία προαγωγής για την πλήρωση και πάλι θέσης ως η επίδικη ακυρώθηκε.  Εκεί, ο Χατζηχαμπής, Δ., υιοθετώντας τα αποφασισθέντα στη Φαίδωνας Παπαδόπουλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, (πιο πάνω), στο λόγο της οποίας στηρίχτηκε και εδώ ο αδελφός μας Δικαστής, κατέληξε ότι ο όρος «εκπαιδευτική υπηρεσία» εννοεί υπηρεσία μετά το διορισμό στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία στην Κύπρο και, ως εκ τούτου, η ερμηνεία που έδωσαν σ’ αυτόν η Συμβουλευτική Επιτροπή και η Επιτροπή δεν ήταν πεπλανημένη.  Στη συνέχεια, όμως, στα πλαίσια εξέτασης ισχυρισμού του εφεσείοντα ότι η αναγνώριση της υπηρεσίας του στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών της Ελλάδος ως «εκπαιδευτική υπηρεσία» για σκοπούς των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) (Τροποποιητικοί) Κανονισμών του 1995, (Κ.Δ.Π. 306/95), ήταν αναγνώριση για όλους τους σκοπούς των εν λόγω Κανονισμών, περιλαμβανομένης της προαγωγής, έκρινε ότι το γεγονός αυτό δέσμευε την Επιτροπή και, σύμφωνα με τις αρχές της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης, η συγκεκριμένη προαγωγή έπρεπε να ακυρωθεί.

Εναντίον της πιο πάνω ακυρωτικής απόφασης, η Επιτροπή καταχώρισε την Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 195/08, η οποία, όμως, στις 9/3/2010, απορρίφθηκε από το Δικαστήριο, μετά την καταχώριση γραπτής ειδοποίησης απόσυρσής της.  Το περιεχόμενο της εν λόγω ειδοποίησης έχει ως εξής:-

«Αναφορικά με την πιο πάνω έφεση επειδή η εφεσείουσα έλαβε απόφαση όπως από τώρα και στο εξής ο όρος ‘εκπαιδευτική υπηρεσία’ στο Σχέδιο Υπηρεσίας Επιθεωρητή Α΄ (Μέση Εκπαίδευση) θα ερμηνεύεται ότι περιλαμβάνει όλη την αναγνωρισμένη, σύμφωνα με τους σχετικούς Κανονισμούς, υπηρεσία εκπαιδευτικού λειτουργού, και όχι μόνο την υπηρεσία του σε δημόσια σχολεία της Κύπρου, απόφαση που επηρεάζει την παρούσα έφεση, παρακαλώ όπως δοθεί η άδεια του Σεβαστού Δικαστηρίου όπως αποσύρω την εν λόγω έφεση με €400 + Φ.Π.Α. υπέρ του εφεσίβλητου.»

Η εφεσίβλητη, με τη γραπτή αγόρευση της συνηγόρου της - κατά [*912]την ημερομηνία ορισμού της υπόθεσης για ακρόαση δεν υπήρξε εμφάνιση εκ μέρους της - χωρίς να αμφισβητεί ότι ο λόγος απόσυρσης της Αναθεωρητικής Έφεσης Αρ. 195/08 ήταν ως έχει εκτεθεί πιο πάνω, υπέβαλε ότι, επειδή υπάρχουν αντίθετες πρωτόδικες αποφάσεις και ενδιαφερόμενο μέρος το οποίο θα επηρεαστεί από την έκβαση της έφεσης, «..., το ορθότερο είναι να αφεθεί το Εφετείο να αποφασίσει ποια είναι η ορθή ερμηνεία του Σχεδίου Υπηρεσίας». 

Δεν προτιθέμεθα να σχολιάσουμε την πιο πάνω θέση, σημειώνουμε, όμως, ότι αναμένεται από τους συνηγόρους της Δημοκρατίας να εξετάζουν τα δεδομένα της κάθε περίπτωσης και να συμβουλεύουν, ανάλογα, τη διοίκηση.

Στην παρούσα περίπτωση, μετά την απόσυρση της Αναθεωρητικής Έφεσης Αρ. 195/08, για τους λόγους που έχουμε προαναφέρει, και ανεξάρτητα της κατάληξης στην υπό έφεση απόφαση, η οποία, σημειωτέον, δεν εξέτασε το λόγο ακυρότητας σε σχέση με την παραβίαση των αρχών της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης λόγω αναγνώρισης της υπηρεσίας του εφεσείοντα στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών της Ελλάδος ως εκπαιδευτικής υπηρεσίας για σκοπούς της Κ.Δ.Π. 306/95, η Επιτροπή είχε υποχρέωση, στα πλαίσια της καλής πίστης, να επανεξετάσει τη θέση της.  Η αντιφατική στάση της - για τις ίδιες θέσεις, άλλοτε να θεωρεί τον εφεσείοντα υποψήφιο και άλλοτε να επικαλείται ότι από την έκβαση της έφεσης θα επηρεαστεί ενδιαφερόμενο πρόσωπο - δεν εντάσσει την περίπτωση στα πλαίσια της καλής πίστης και της χρηστής διοίκησης.

Η έφεση επιτυγχάνει.

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.  Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

Σε ό,τι αφορά τα έξοδα, αυτά, πρωτοδίκως και κατ’ έφεση, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο