Ιωάννου Νικόλας ν. Φώτιου Θ. Γραβάνη και Άλλης (2011) 3 ΑΑΔ 913

(2011) 3 ΑΑΔ 913

[*913]23 Δεκεμβρίου, 2011

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΝΙΚΟΛΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,

Εφεσείων - Ενδιαφερόμενο Μέρος,

ν.

ΦΩΤΙΟΥ Θ. ΓΡΑΒΑΝΗ,

Εφεσιβλήτου - Αιτητή,

ν.

ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΔΙΟΙΚΟΥΣΑΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΤΟΥ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ’ ης η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 23/2009)

 

Αναθεωρητική Έφεση ― Κατάργηση δίκης ― Κατά πόσο χάνει το αντικείμενο της, έφεση που ασκείται από ενδιαφερόμενο μέρος, όταν η εκκαλούμενη ακυρωτική απόφαση έχει ήδη οδηγήσει τον καθ’ ου η αίτηση σε επανεξέταση ― Περαιτέρω, κατά πόσο το ενδιαφερόμενο μέρος διατηρεί το έννομό του συμφέρον προώθησης της έφεσης, εάν έχει αποδεχθεί τον αναδρομικό διορισμό του συνεπεία της επανεξέτασης ― Η δίκη δεν καταργείται και το ενδιαφερόμενο μέρος διατηρεί το έννομο συμφέρον του.

Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου (ΤΕΠΑΚ) ― Αρμοδιότητα διορισμού του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού ― Ανήκει στο Εκλεκτορικό Σώμα, η απόφαση του οποίου όμως δεν τελειούται παρά μόνο με την έγκρισή της από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή ― Συνέπειες ως προς την παθητική νομιμοποίηση, επί σχετικής προσφυγής βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

Ο εφεσείων επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε ακυρωθεί ο διορισμός του στη θέση καθηγητή του ΤΕΠΑΚ.

[*914]Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Δεν είναι ορθή η θέση του εφεσίβλητου, ότι η έφεση έχασε το αντικείμενό της.  Ο εφεσείων δεν πρέπει να αποστερηθεί του δικαιώματος έφεσης εναντίον της πρώτης ακυρωτικής απόφασης. Το γεγονός ότι η καθ’ ης η αίτηση, συμμορφώθηκε με την πρωτόδικη απόφαση και προχώρησε σε επανεξέταση, δεν επενεργεί, καταλυτικά στο δικαίωμα έφεσης του εφεσείοντα. Το ενδεχόμενο επιτυχίας της έφεσής του, δε θα είναι χωρίς σημασία γι’ αυτόν, αφού, πλέον, δε θα υπάρχει οτιδήποτε να συζητηθεί στην εκκρεμούσα Προσφυγή Αρ. 725/09. Ούτε το γεγονός του επαναδιορισμού του επενεργεί καταλυτικά στο έννομό του συμφέρον για προώθηση της έφεσης. Η ανεπιφύλακτη από αυτόν αποδοχή του επαναδιορισμού του, δε διασυνδέεται, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, με το δικαίωμα έφεσης, το οποίο αυτός είχε και άσκησε πριν από τον επαναδιορισμό του.

2.  Η αρμοδιότητα για διορισμό του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού (εκλελεγμένου) του ΤΕ.ΠΑ.Κ., ανήκει στο Εκλεκτορικό Σώμα, η απόφαση του οποίου, όμως, δεν τελειούται, παρά μόνο μετά την έγκρισή της από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή.  Τόσο το Εκλεκτορικό Σώμα όσο και Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή, αποτελούν κατά νόμο όργανα του ΤΕ.ΠΑ.Κ. Μετά την τελείωση της απόφασης, με την έγκρισή της από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή, η τελευταία την κοινοποίησε στον εφεσείοντα, οπόταν αυτή έπαυσε να είναι internum.

     Με δεδομένο ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε μετά την έγκριση από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή της απόφασης διορισμού του εφεσείοντα, η πρωτόδικη κατάληξη είναι ορθή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Κύρου ν. Πανεπιστημίου (2001) 3 Α.Α.Δ. 745,

Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 316,

 

Πολυβίου ν. Κεντρικού Φορέα Ισότ. Κατ. Βαρών (1999) 4 Α.Α.Δ. 185,

Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 685,

Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λ/κας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 475,

[*915]Συμβούλιο Κεντρικών Σφαγείων ν. Ρωσσίδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 39.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Ηλιάδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 911/06), ημερ. 9/1/2009.

Μ. Σπανού (κα), για τον Εφεσείοντα.

Α. Σ. Αγγελίδης, με Στ. Αγγελίδη (κα), για τον Εφεσίβλητο.

Γ. Σεραφείμ, για την Καθ’ ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Για την πλήρωση της θέσης Καθηγητή στην ειδικότητα Γεωργικής Φυτοπαθολογίας, στο Τμήμα Αγροτικής Παραγωγής και Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων, στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου - (το «ΤΕ.ΠΑ.Κ.») - υποψήφιοι ήταν ο εφεσείων και ο εφεσίβλητος. Το Εκλεκτορικό Σώμα, το οποίο διορίστηκε από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή του ΤΕ.ΠΑ.Κ., (η «Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή»), σε Έκθεσή του, μετά από προφορική συνέντευξη των δύο υποψηφίων, σύστησε για διορισμό τον εφεσείοντα. Η σύστασή του επικυρώθηκε από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή και στη θέση διορίστηκε ο εφεσείων.

Ο εφεσίβλητος, με προσφυγή του δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, αμφισβήτησε τη νομιμότητα του πιο πάνω διορισμού, προβάλλοντας ότι:-

(α)   Ο εφεσείων δεν ήταν προσοντούχος.

(β)   Η Έκθεση του Εκλεκτορικού Σώματος ήταν μεροληπτική, ανακριβής και αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων.

(γ)   Η σύνθεση και η λειτουργία του Εκλεκτορικού Σώματος έπασχε· και

(δ)   Η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή, απλά, επικύρωσε την απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος, χωρίς δική της έρευνα και αιτιολογία.

[*916]Ο εφεσείων πρόβαλε προδικαστικά δύο ζητήματα:-

(α)   Της εκτελεστότητας της επίδικης απόφασης· και

(β)   Του εννόμου συμφέροντος του εφεσίβλητου.

Η καθ’ ης η αίτηση υποστήριξε τη νομιμότητα της απόφασης, απορρίπτοντας όλους τους λόγους ακυρότητας που είχαν προβληθεί, χωρίς να τοποθετηθεί στο ζήτημα της εκτελεστότητάς της. 

Πρωτοδίκως, ήταν η θέση του εφεσείοντα ότι η απόφαση της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής, εναντίον της οποίας στρεφόταν η προσφυγή, δε συνιστούσε εκτελεστή διοικητική πράξη, αφού το όργανο με την αποφασιστική αρμοδιότητα για την εκλογή του ήταν, σύμφωνα με το Άρθρο 41(3)* του περί Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου Νόμου του 2003, (Ν. 198(Ι)/2003), (όπως τροποποιήθηκε και όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο), (ο «Νόμος), το Εκλεκτορικό Σώμα.  Η προσφυγή, εισηγήθηκε, εφόσον δε στρεφόταν εναντίον της απόφασης του Εκλεκτορικού Σώματος, απόφαση που ήταν η μόνη εκτελεστή, θα έπρεπε να απορριφθεί.  Περαιτέρω, υποστήριξε ότι ο εφεσίβλητος, εφόσον κρίθηκε ως μη κατάλληλος για διορισμό, δεν είχε έννομο συμφέρον να τον προσβάλει. 

Αδελφός μας Δικαστής, ο οποίος επιλήφθηκε πρωτόδικα της προσφυγής, έκρινε και τις δύο προδικαστικές ενστάσεις αβάσιμες και τις απέρριψε.  Με αναφορά στο Άρθρο 40(2) του Νόμου, κατέληξε ότι, εφόσον μεταξύ των αρμοδιοτήτων της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής περιλαμβανόταν ο διορισμός των Εκλεκτορικών Σωμάτων - (Άρθρο 41(1) του Νόμου) - όπως και η έγκριση της εκλογής ή ανέλιξης του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού (εκλελεγμένου) του ΤΕ.ΠΑ.Κ. - (Άρθρο 25(5) του Νόμου), η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εκτελεστή.  Επίσης, αποφάσισε ότι ο εφεσείων, εφόσον κρίθηκε ως μη κατάλληλος για διορισμό, διατηρούσε έννομο συμφέρον προσβολής της απόφασης.  Σε ό,τι αφορά την ουσία της προσφυγής, αποδεχόμενος ότι η σύνθεση και η λειτουργία του Εκλεκτορικού Σώματος έπασχε, ακύρωσε το διορισμό του εφεσείοντα. 

Ο εφεσείων, στις 20/2/2009, καταχώρισε την παρούσα έφεση, ενώ η καθ’ ης η αίτηση, συμμορφούμενη με το ακυρωτικό αποτέλεσμα της πιο πάνω προσφυγής, προχώρησε στην επανεξέταση, η [*917]οποία οδήγησε, στις 20/3/2009, στον αναδρομικό διορισμό του εφεσείοντα, τη νομιμότητα του οποίου ο εφεσίβλητος αμφισβήτησε με την Προσφυγή Αρ. 725/09, η οποία εκκρεμεί. 

Ο εφεσείων, με την παρούσα έφεση, αμφισβητεί μόνο την ορθότητα της απόρριψης της προδικαστικής ένστασης σε σχέση με την εκτελεστότητα της απόφασης. 

Ο εφεσίβλητος - αιτητής στην πρωτόδικη διαδικασία - μέσω του συνηγόρου του, έθεσε προδικαστικά ζήτημα απώλειας του αντικειμένου της έφεσης.  Με τον αναδρομικό διορισμό του εφεσείοντα, υποστήριξε, και την ανεπιφύλακτη από τον ίδιο αποδοχή του, αυτός απώλεσε το έννομό του συμφέρον για προώθηση της έφεσης.  Στην περίπτωση του εφεσείοντα, εισηγήθηκε, τυγχάνει εφαρμογής το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας.  Δεν είναι δυνατό ο ίδιος, από τη μια, να αποδέχεται ανεπιφύλακτα τον αναδρομικό διορισμό του και, από την άλλη, κατ’ έφεση, να ισχυρίζεται ότι αυτός έγινε από άλλο όργανο. 

Η κα Σπανού, για τον εφεσείοντα, με αναφορά στην Κύρου ν. Πανεπιστημίου (2001) 3 Α.Α.Δ. 745, υποστήριξε ότι δεν τίθεται ζήτημα απώλειας εννόμου συμφέροντός του, αφού αυτός δεν είχε άλλη επιλογή από την αποδοχή του αναδρομικού διορισμού του.  Σε ό,τι αφορά την απώλεια του αντικειμένου της έφεσης, επικαλούμενη τα αποφασισθέντα στη Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Κωνσταντινίδου κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 316, η οποία υιοθετήθηκε στις Πολυβίου ν. Κεντρικού Φορέα Ισότ. Κατ. Βαρών (1999) 4 Α.Α.Δ. 185 και Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 685, εισηγήθηκε ότι η έφεση δεν έχει απολέσει το αντικείμενό της.  Αμφισβητείται, υπέβαλε, όχι η αρμοδιότητα του οργάνου το οποίο προέβη στο διορισμό του εφεσείοντα αλλά το ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον οργάνου που δεν είναι το κατά νόμο αρμόδιο για διορισμό. 

Έχουμε εξετάσει τις θέσεις των δύο πλευρών, δε συμφωνούμε, όμως, με τη θέση του εφεσίβλητου ότι η έφεση έχασε το αντικείμενό της.  Καίτοι θεωρούμε ότι τα γεγονότα στις Πολυβίου ν. Κεντρικού Φορέα Ισότ. Κατ. Βαρών και Χαραλάμπους ν. Πουλλικά κ.ά., (πιο πάνω), στις οποίες η κ. Σπανού στηρίχτηκε, διαφοροποιούνται από τα γεγονότα της παρούσας, τα δε λεχθέντα στη Χρυσοστόμου κ.ά. ν. Κωνσταντινίδου κ.ά., (πιο πάνω), ήταν στα πλαίσια εξέτασης αίτησης απόρριψης έφεσης στο στάδιο της προδικασίας, κρίνουμε ότι ο εφεσείων δεν πρέπει να αποστερηθεί του δικαιώματος έφεσης εναντίον της πρώτης ακυρωτικής απόφασης.  Το γεγονός ότι η καθ’ ης η αίτηση, η οποία, σημειωτέον, ούτε στην πρωτόδικη διαδικασία [*918]ούτε ενώπιόν μας έθεσε θέμα εκτελεστότητας της απόφασης, συμμορφώθηκε με την πρωτόδικη απόφαση και προχώρησε σε επανεξέταση, δεν επενεργεί, καταλυτικά στο δικαίωμα έφεσης του εφεσείοντα.  Το ενδεχόμενο επιτυχίας της έφεσής του δε θα είναι χωρίς σημασία γι’ αυτόν, αφού, πλέον, δε θα υπάρχει οτιδήποτε να συζητηθεί στην εκκρεμούσα Προσφυγή Αρ. 725/09.  Ούτε το γεγονός του επαναδιορισμού του επενεργεί καταλυτικά στο έννομό του συμφέρον για προώθηση της έφεσης.  Η ανεπιφύλακτη από αυτόν αποδοχή του επαναδιορισμού του δε διασυνδέεται, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, με το δικαίωμα έφεσης, το οποίο αυτός είχε και άσκησε πριν από τον επαναδιορισμό του.

Ενόψει των πιο πάνω, θα εξετάσουμε το μοναδικό λόγο έφεσης, ο οποίος αφορά στο εύρημα πρωτοδίκως ότι η απόφαση του Εκλεκτορικού Σώματος δεν μπορούσε, από μόνη της, να αποτελέσει αντικείμενο αναθεωρητικού ελέγχου και ότι ορθά ο εφεσίβλητος έχει προσβάλει την απόφαση της καθ’ ης η αίτηση.

Ο εφεσείων, στα πλαίσια της ενώπιόν μας έφεσης, διατύπωσε, ουσιαστικά, τις ίδιες εισηγήσεις που είχε διατυπώσει και πρωτοδίκως, καλώντας μας να ανατρέψουμε τις πρωτόδικες διαπιστώσεις.  Χωρίς να διαφωνεί με τη διαπίστωση ότι μία απόφαση υποκείμενη σε έγκριση δεν τελειούται και δεν καθίσταται εκτελεστή, παρά μόνο μετά την παροχή της έγκρισης, υποστηρίζει ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προσβάλλεται όχι η απόφαση του κατά νόμο αρμόδιου οργάνου για διορισμό, που είναι το Εκλεκτορικό Σώμα, αλλά η απόφαση της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής, που δεν είναι η εκτελεστή.  Παραπονείται, επίσης, ότι πρωτοδίκως παραβλέφθηκαν εντελώς τα αποφασισθέντα στη Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λ/κας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 475

Αντίθετη ήταν η θέση του κ. Αγγελίδη, για τον εφεσίβλητο, ο οποίος υποστήριξε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, προσθέτοντας ότι η απαιτούμενη από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή έγκριση αποτελεί ουσιώδη τύπο και όχι απλή σφραγίδα.  Πρόκειται, κατέληξε, για διαδοχική συλλειτουργία δύο οργάνων για την ύπαρξη εκτελεστής πράξης.

Ο κ. Σεραφείμ, για την καθ’ ης η αίτηση, αναφέρθηκε, απλά, στο θεσμικό πλαίσιο το οποίο αφορά στο ΤΕ.ΠΑ.Κ.

Εξετάζοντας τα Άρθρα 40(2), 41(1), 41(3) και 25(5) του Νόμου, διαπιστώνουμε ότι η αρμοδιότητα για διορισμό του διδακτικού ερευνητικού προσωπικού (εκλελεγμένου) του ΤΕ.ΠΑ.Κ. ανήκει στο [*919]Εκλεκτορικό Σώμα, η απόφαση του οποίου, όμως, δεν τελειούται, παρά μόνο μετά την έγκρισή της από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή.  Τόσο το Εκλεκτορικό Σώμα όσο και Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή αποτελούν κατά νόμο όργανα του ΤΕ.ΠΑ.Κ.  Μετά την τελείωση της απόφασης, με την έγκρισή της από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή, η τελευταία την κοινοποίησε στον εφεσείοντα, οπόταν αυτή έπαυσε να είναι internum.   

Στη Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λ/κας κ.ά., (πιο πάνω), στην οποία η κ. Σπανού έκαμε αναφορά, τα γεγονότα ήταν εντελώς διαφορετικά.  Εκεί, υπήρχαν εντελώς ανεξάρτητα όργανα.  Το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο έκρινε το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης που εξέδωσε το Συμβούλιο Αποχετεύσεων, κρίθηκε ότι δεν είχε θέση ως διάδικος στην προσφυγή, αλλά ήταν εντελώς ανεξάρτητο όργανο.  Εδώ, το Εκλεκτορικό Σώμα και η Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή ανήκουν και τα δύο στο ΤΕ.ΠΑ.Κ.  Πρόσθετα με τα πιο πάνω, μελέτη του αιτητικού της προσφυγής αποκαλύπτει ότι εκείνο το οποίο προσβάλλεται είναι ο διορισμός του εφεσείοντα, ο οποίος τελειώθηκε με την έγκριση της Προσωρινής Διοικούσας Επιτροπής, ώστε δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αμφισβήτηση της νομιμότητας άλλης απόφασης από την απόφαση του διορισμού. 

Με δεδομένο ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε μετά την έγκριση από την Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή της απόφασης διορισμού του εφεσείοντα, η πρωτόδικη κατάληξη είναι ορθή - (βλ. Συμβούλιο Κεντρικών Σφαγείων ν. Ρωσσίδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 39).

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

                                                                              

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

*«(3)  Τα Εκλεκτορικά Σώματα προβαίνουν στην εκλογή των πρώτων Καθηγητών και Αναπληρωτών Καθηγητών του Πανεπιστημίου.»


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο