Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ευανθίας Γρηγορίου (2013) 3 ΑΑΔ 365

(2013) 3 ΑΑΔ 365

[*365]6 Ιουνίου, 2013

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσειόντων - Καθ’ ων η Αίτηση,

ν.

ΕΥΑΝΘΙΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ,

Εφεσίβλητης - Αιτήτριας.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 190/2010)

 

Διοικητικό Όργανο Συλλογικά όργανα ― Σύνθεση ― Άρθρο 22 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99) ― Περιστάσεις της παραβίασής του από την σύνθεση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας στην κριθείσα περίπτωση.

Η Δημοκρατία επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης ακύρωσης της επίδικης απόφασης της Ε.Ε.Υ..

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

 

Ζήτημα σύνθεσης διοικητικού οργάνου εξετάστηκε από την Ολομέλεια, σε πρόσφατη απόφαση της πλειοψηφίας στην Αντέννα Λίμιτεδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 242. Το λεκτικό του πρακτικού ημερομηνίας 23/5/2007 εν προκειμένω, δεν υποδηλοί οτιδήποτε άλλο από αυτά που πρωτοδίκως κρίθηκαν. Ανεξάρτητα, όμως, από τα πιο πάνω, και αν ακόμη γινόταν δεκτό ότι η κα Σ. Ζαβού, όταν συζητείτο το ζήτημα της εφεσίβλητης, δεν ήταν παρούσα, η μη συμμετοχή της οφειλόταν στην προσπάθεια της Επιτροπής να διασώσει τη διαδικασία, η οποία άρχισε στην απουσία της, λόγω συμμετοχής της σε συνέδριο, προσπάθεια, όμως, που δεν ήταν σύμφωνη με το Άρθρο 22 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99).

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

[*366]Αναφερόμενη Υπόθεση:

Αντέννα Λίμιτεδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 242.

Έφεση.

Έφεση από τoυς Εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1494/08), ημερ. 5/10/2010.

Ε. Συμεωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Ε. Χειμώνας, για Πιερίδη και Πιερίδη, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Απόφαση των εφεσειόντων, ημερομηνίας 18/6/2008, με την οποία επιβλήθηκε στην εφεσίβλητη, καθηγήτρια Φιλολογικών, μετά από πειθαρχική διαδικασία, η ποινή της απόλυσης από 1/7/2008, ακυρώθηκε από αδελφό μας Δικαστή, στα πλαίσια της Προσφυγής Αρ. 1494/2008, για το λόγο ότι η σύνθεση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, (η «Επιτροπή»), έπασχε.

Περαιτέρω και ανεξάρτητα από την πιο πάνω κατάληξη, το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε με ακόμη ένα λόγο ακύρωσης που πρόβαλε η εφεσίβλητη - αυτόν της παραβίασης της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης, λόγω αποστέρησης του δικαιώματος ακρόασης τόσο πριν από τη διαπίστωση της ενοχής της όσο και πριν από την επιβολή της ποινής. Έκρινε, σε ό,τι αφορά το δικαίωμα ακρόασης, το οποίο υφίσταται τόσο πριν τη διαπίστωση της ενοχής προσώπου που αντιμετωπίζει πειθαρχική δίκη όσο και κατά την επιβολή της ποινής, ότι, στην περίπτωση της εφεσίβλητης, όλες οι νομοθετικές και συνταγματικές διατάξεις για προάσπιση των δικαιωμάτων της, τα οποία η ίδια απεμπόλησε, τηρήθηκαν κατά το πρώτο στάδιο, δεν τηρήθηκαν, όμως, κατά το δεύτερο στάδιο, αφού η Επιτροπή, μετά που την βρήκε ένοχη, προχώρησε σε επιβολή της ποινής, στην απουσία της.

Τα γεγονότα, όπως αυτά καταγράφονται στην πρωτόδικη από[*367]φαση, έχουν ως εξής:-

«Στις 24.4.07 η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού διαβίβασε στην Ε.Ε.Υ. κατηγορητήριο που περιλάμβανε πέντε πειθαρχικές κατηγορίες εναντίον της αιτήτριας, όπως διατυπώθηκαν από το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Οι τέσσερις πρώτες, αφορούσαν στο πειθαρχικό παράπτωμα του Άρθρου 48(1)(δ) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 (εφεξής ‘ο Νόμος’) όπως τροποποιήθηκε, ήτοι:

‘Ενέργεια ή συμπεριφορά κατά τρόπον ο οποίος δυνατόν να δυσφημήσει την εκπαιδευτική υπηρεσία γενικώς ή την θέσιν αυτού ειδικώς, ή ο οποίος δυνατόν να τείνει εις κλονισμόν της εμπιστοσύνης του κοινού εις την εκπαιδευτικήν υπηρεσία κατά παράβαση του Άρθρου 48(1)(δ) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 όπως τροποποιήθηκε.’

Η πέμπτη κατηγορία διατυπωνόταν ως εξής:

‘Παρέλειψες να εκτελέσεις πιστώς και ανελλιπώς τα καθήκοντα σου κατά παράβαση του Άρθρου 48(1)(β) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969 όπως τροποποιήθηκε.’

Η διαδικασία ξεκίνησε στις 14.5.07 όπου η Ε.Ε.Υ. αποφάσισε να καλέσει την αιτήτρια να προσέλθει ενώπιον της στις 23.5.07, για ακρόαση των πειθαρχικών κατηγοριών εναντίον της. Η αιτήτρια δεν προσήλθε στην εν λόγω συνεδρία για λόγους υγείας και η υπόθεση αναβλήθηκε στις 14.6.07, όπου της απαγγέλθηκαν οι κατηγορίες τις οποίες η αιτήτρια δεν παραδέχθηκε. Η ακρόαση συνεχίστηκε στις 18.10.07 όπου δόθηκε εκ νέου αναβολή για τις 13.12.07 λόγω υποχρεώσεων του δικηγόρου της αιτήτριας και άδειας ασθενείας της ίδιας. Από τις 13.12.07 δόθηκαν ακόμη δυο αναβολές, στις 31.1.08 και 14.2.08 πάλιν για λόγους ασθενείας της αιτήτριας που προσκόμιζε σχετικά ιατρικά πιστοποιητικά. Στην τελευταία αυτή συνεδρία η Ε.Ε.Υ. αποδέχθηκε αίτημα της κατηγορούσας αρχής για τροποποίηση των κατηγοριών 3 και 4 (λεπτομέρειες πειθαρχικών παραπτωμάτων). Γνωστοποίησε επίσης στην αιτήτρια με επιστολή ημερ. 1.2.08 την απόφαση της ότι η αναβολή της ακρόασης της υπόθεσης για τις 14.2.08 ήταν η τελευταία και ότι αν δεν παρουσιαζόταν κατά την εν λόγω ημερομηνία τότε η Επιτροπή θα προχωρούσε, χωρίς άλλη ειδοποίηση, στη συνέχιση και ακρόαση της υπόθεσης στην απουσία της.

[*368]Η Ε.Ε.Υ. στη συνεδρία ημερ. 14.2.08 αποδέχθηκε το αίτημα αναβολής που πρόβαλε ο νέος δικηγόρος της αιτήτριας προκειμένου να του δοθεί χρόνος να μελετήσει την υπόθεση ώστε να μπορέσει να υπερασπιστεί την πελάτιδα του. Στις 7.3.08 συνεχίσθηκε, στην απουσία της αιτήτριας, η ακρόαση της υπόθεσης με την κατάθεση των πρώτων μαρτύρων κατηγορίας. Απούσα ήταν η αιτήτρια και στις 19.3.08 όπου συνεχίστηκε η κατάθεση των υπολοίπων μαρτύρων κατηγορίας. Συνεπώς η ακρόαση της υπόθεσης ολοκληρώθηκε στην απουσία της αιτήτριας και η δικηγόρος της κατηγορούσας αρχής υπέβαλε τη γραπτή της αγόρευση στην Ε.Ε.Υ. στις 23.4.08. Ενώ η Ε.Ε.Υ. μελετούσε την απόφαση που επιφύλαξε, οι νέοι δικηγόροι της αιτήτριας με επιστολές τους ημερ. 17.4.08 και 16.5.08 ζήτησαν συνάντηση με την Επιτροπή προκειμένου να ακουστούν οι απόψεις της πελάτιδας τους σχετικά με την πειθαρχική της υπόθεση, προτού εκδοθεί η τελική απόφαση. Το αίτημα της αιτήτριας εξετάστηκε σε συνάρτηση με το ιστορικό των αλλεπάλληλων απουσιών της από την εκδίκαση της υπόθεσης και απορρίφθηκε με το εξής σκεπτικό, όπως καταγράφεται στην επιστολή ημερ. 6.6.08 προς τους δικηγόρους της.

‘(ε)  Η κατάθεση των μαρτύρων κατηγορίας συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε στις 19.3.2008 στην απουσία και πάλιν της κας Γρηγορίου. Με την ολοκλήρωση της κατάθεσης των μαρτύρων κατηγορίας και δεδομένου ότι η κα Γρηγορίου επέλεξε να μην παρευρίσκεται στη διαδικασία, η Επιτροπή έδωσε στη δικηγόρο της Νομικής Υπηρεσίας, η οποία εκπροσωπούσε την κατηγορούσα αρχή, προθεσμία μέχρι τις 23.4.2008 για να υποβάλει τη γραπτή της αγόρευση. Η δικηγόρος της Νομικής Υπηρεσίας πράγματι υπέβαλε τη γραπτή της αγόρευση μέσα στην προθεσμία που τέθηκε.’

Στη συνέχεια η Ε.Ε.Υ. αφού αξιολόγησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία και τη μαρτυρία, βρήκε την αιτήτρια ένοχη σε όλες τις κατηγορίες και της επέβαλε την ποινή της απόλυσης από 1.7.08. Το καταληκτικό απόσπασμα της προσβαλλόμενης απόφασης έχει ως εξής:

‘Δεδομένου ότι η καθ’ ης η δίωξη επέλεξε να μην παρευρίσκεται στην ακροαματική διαδικασία, η Επιτροπή έκρινε ότι δεν ενδείκνυτο να την καλέσει σε απολογία. Γι’ αυτό, η Επιτροπή προχώρησε στην επιβολή ποινής στην καθ’ ης η δίωξη. Θεωρώντας ότι τα αδικήματα που διέπραξε είναι πολύ σοβαρά, η Επιτροπή έκρινε ότι υπό τις περιστάσεις η αρμόζουσα ποινή που δικαιολογείται να επιβληθεί στην καθ’ ης η δίωξη είναι η [*369]ποινή της απόλυσης. Γι’ αυτό της επιβάλλει την ποινή της απόλυσης από την 1.7.2008. Συνεπακόλουθα της ποινής αυτής, η Επιτροπή αποφάσισε να διαγράψει την καθ’ ης η δίωξη από τον πίνακα διοριστέων καθηγητών Φιλολογικών στον οποίο είναι εγγεγραμμένη.’»

Οι εφεσείοντες, με ένα λόγο έφεσης, αμφισβητούν την πιο κάτω διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου:-

«Σύμφωνα με τις πρόνοιες του συγκεκριμένου άρθρου και τη νομολογία, (βλ. Στυλιανού κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 308, Κόρτας κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 67), η αλλαγή στη σύνθεση της Επιτροπής με τη συμμετοχή της κας Ζαβού, η οποία ενώ απουσίαζε στην πρώτη συνεδρία, ήταν παρούσα στις επόμενες, θα ήταν απολύτως έγκυρη εφόσον απλά ενημερωνόταν σχετικά με το περιεχόμενο της πρώτης συνεδρίας, η οποία εξάλλου ήταν προκαταρκτική. Αντ’ αυτού, ενώ η κα Ζαβού ήταν συνεχώς παρούσα, όχι μόνο δεν ενημερώθηκε, αλλά ούτε συμμετείχε στη συζήτηση του θέματος. Δεν μπορώ να αντιληφθώ σε τι αποσκοπούσε η μη συμμετοχή της κας Ζαβού στη συζήτηση θέματος μιας συνεδρίας, παρά την ταυτόχρονη παρουσία της. Μόνο η απουσία της θα μπορούσε να δικαιολογηθεί με την καταγραφείσα αιτιολογία ‘των άλλων υπηρεσιακών υποχρεώσεων’. Σε κάθε περίπτωση η παρουσία της κας Ζαβού στις συνεδρίες της Επιτροπής και η παράλειψη αποχώρησης της αφού δεν επρόκειτο να λάβει μέρος στη διαδικασία, καθιστά δίχως άλλο τρωτή τη σύνθεση της βάσει του Άρθρου 22 (Ν. 158(Ι)/99).

Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι, από τα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής ημερομηνίας 23/5/2007, στα οποία η κα Σ. Ζαβού δηλώνεται ως παρούσα και επεξηγείται, με αστερίσκο στο όνομά της, ότι αυτή, λόγω άλλων υπηρεσιακών υποχρεώσεων, δεν έλαβε μέρος στο θέμα που αφορούσε την πειθαρχική δίωξη της εφεσίβλητης, δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα στο οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε, δηλαδή ότι η ίδια ήταν παρούσα αλλά δεν έλαβε μέρος. Η παράλειψη ρητής αναφοράς στα πρακτικά ότι η κα Σ. Ζαβού ήταν απούσα δε μεταβάλλει την πραγματικότητα, όπως αυτή προκύπτει από τη διευκρίνιση ότι το εν λόγω μέλος δεν έλαβε μέρος στο θέμα που αφορούσε την εφεσίβλητη, λόγω άλλων υπηρεσιακών υποχρεώσεων. Η διευκρίνιση αυτή το μόνο που υποδηλοί είναι τη φυσική απουσία της εφεσίβλητης. Η κα Συμεωνίδου, προς υποστήριξη της θέσης της, έθεσε ενώπιόν μας το σύνολο των πρακτικών της Επιτροπής που αφορούν το θέμα της εφεσίβλητης αλλά και πολλά άλλα θέματα που πραγματεύθηκε [*370]η Επιτροπή κατά τις συνεδρίες της στις ημερομηνίες που αυτά αναφέρονται, με σκοπό να καταδείξει ότι η καταγραφή του ονόματος της κας Σ. Ζαβού στα πρακτικά ως παρούσας αφορούσε τα άλλα θέματα.

Ζήτημα σύνθεσης διοικητικού οργάνου εξετάστηκε από την Ολομέλεια, η οποία, σε πρόσφατη απόφαση της πλειοψηφίας στην Αντέννα Λίμιτεδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 242, ανέφερε τα εξής:-

«Κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου στις συνεδρίες του συλλογικού οργάνου πρέπει κατ’ αρχή να μετέχουν όλα τα μέλη που το συγκροτούν. Βλ. Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο Α.Ι. Τάχος, 4η έκδ., σελ. 284. Η υποχρέωση αυτή εκπηγάζει από το οφειλόμενο καθήκον άσκησης της εκ του Νόμου καθορισμένης αρμοδιότητας του οργάνου. Το δικαίωμα του πολίτη ικανοποιείται μόνο, όταν η απόφαση για το θέμα που τον αφορά λήφθηκε κατόπιν συζήτησης από αρμόδιο όργανο που συνεδρίασε με νόμιμη σύνθεση. Η απουσία μέλους από δεόντως συγκληθείσα συνεδρίαση του οργάνου επιτρέπεται μόνο όταν η απουσία κρίνεται εξ αντικειμένου δικαιολογημένη. Εν ολίγοις, η κατ’ αρχήν υποχρέωση του διοικητικού οργάνου είναι να επιλαμβάνεται της εξέτασης θέματος όπως αυτό (το όργανο) είναι συγκροτημένο.  Η μη συμμετοχή μέλους κατά πλάνη ως προς τη δυνατότητα συμμετοχής, επάγεται παράνομη σύνθεση. Το ίδιο και η καταχρηστική μη συμμετοχή προς εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού.  Βλ. Kyprianou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 210, Mitides v. Republic (1988) 3(Β) C.L.R. 737, Paschalis v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 1897, Καρακόκκινος κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων (2004) 4(Β) Α.Α.Δ. 956, Κόρτας ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 67, Δημητρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 A.A. 74.

..............................................................................................................

... Ο νόμος κατ’ αρχήν προβλέπει ότι το συλλογικό όργανο δεν μπορεί να λάβει έγκυρη απόφαση εκτός αν κατά τη συνεδρία αυτή επαναληφθεί από την αρχή η διαδικασία και η συζήτηση που προηγήθηκε οπότε σε τέτοια περίπτωση θεωρείται ότι η συζήτηση της υπόθεσης άρχισε και τέλειωσε έγκυρα στην τελευταία συνεδρία. Η ρύθμιση αυτή συνάδει με την αρχή ότι τα μέλη του συλλογικού οργάνου πρέπει να έχουν, το καθένα ξεχωριστά, γνώση επί όλων των στοιχείων και γεγονότων ώστε να μπορούν να σταθμίσουν αυτά τα στοιχεία κλπ για να αποφασίσουν εγκύρως επί του συγκεκριμένου θέματος.

Σύμφωνα με το νόμο, η επανάληψη της διαδικασίας από την αρχή δεν απαιτείται όταν πρόκειται για απουσία από συνεδρία που ασχολήθηκε με προκαταρκτικά θέματα ή όταν τα μέλη που λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη λήψη της απόφασης.»

Έχουμε εξετάσει όσα οι εφεσείοντες προώθησαν ενώπιόν μας, δε συμφωνούμε, όμως, με αυτά. Είμαστε απόλυτα σύμφωνοι με τις καταλήξεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, τις οποίες έχουμε παραθέσει πιο πάνω. Το λεκτικό του πρακτικού ημερομηνίας 23/5/2007 δεν υποδηλοί οτιδήποτε άλλο από αυτά που πρωτοδίκως κρίθηκαν.  Εξέταση του συνόλου των πρακτικών που τέθηκαν ενώπιόν μας φανερώνει ότι ο χρόνος μη συμμετοχής της κας Σ. Ζαβού στις συγκεκριμένες συνεδρίες ήταν ελάχιστος*, έτσι ώστε δεν μπορεί να ευσταθεί η διευκρίνιση ότι αυτή δεν έλαβε μέρος, λόγω άλλων υπηρεσιακών υποχρεώσεων. Ενδεικτικά, στο πρακτικό ημερομηνίας 2/10/2007, η συνεδρία φαίνεται να άρχισε στις 10.00 π.μ. Η κα Σ. Ζαβού συμμετείχε στα θέματα Α.1 - Α.4. Δε συμμετείχε στο θέμα Α.5, που αφορούσε την εφεσίβλητη, το οποίο καταγράφεται σε τέσσερις μόνο γραμμές. Στη συνέχεια, εξετάστηκαν άλλα ζητήματα, στα οποία αυτή συμμετείχε.

Ανεξάρτητα, όμως, από τα πιο πάνω, και αν ακόμη γινόταν δεκτό ότι η κα Σ. Ζαβού, όταν συζητείτο το ζήτημα της εφεσίβλητης, δεν ήταν παρούσα, η μη συμμετοχή της οφειλόταν στην προσπάθεια της Επιτροπής να διασώσει τη διαδικασία, η οποία άρχισε στην απουσία της, λόγω συμμετοχής της σε συνέδριο, προσπάθεια, όμως, που δεν ήταν σύμφωνη με το Άρθρο 22 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/99).

Σε ό,τι αφορά το ζήτημα του δικαιώματος ακρόασης, για το οποίο, βέβαια, δεν υπάρχει έφεση, θεωρούμε ορθά τα όσα αναφέρθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο σε σχέση με το στάδιο επιβολής της ποινής. Σε ό,τι αφορά τη διαπίστωση ότι η πειθαρχική διαδικασία μέχρι το στάδιο της ενοχής υπήρξε άμεμπτη, διατηρούμε επιφυλάξεις και τούτο, γιατί, από τα ενώπιόν μας τεθέντα, φαίνε[*372]ται ότι η Επιτροπή, μετά από αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής, στην απουσία της εφεσίβλητης, επέτρεψε την τροποποίηση του κατηγορητηρίου, για την οποία η τελευταία δεν έλαβε γνώση. Δε θα σχολιάσουμε, όμως, περαιτέρω το θέμα αυτό.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο