Κυπριακή Δημοκρατία ν. Γιώργου Θεοδώρου (2013) 3 ΑΑΔ 373

(2013) 3 ΑΑΔ 373

[*373]6 Ιουνίου, 2013

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Εφεσείουσα - Καθ’ ης η αίτηση,

ν.

ΓΙΩΡΓΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,

Εφεσίβλητου - Aιτητή.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 47/12)

 

Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή, σε αντιδιαστολή προς πράξη στερούμενη εκτελεστότητας ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες κρίθηκε ως μη εκτελεστή η απόφαση της Ε.Δ.Υ. στην εξετασθείσα υπόθεση.

Η Δημοκρατία αξίωσε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε ακυρωθεί η απόφαση της Ε.Δ.Υ., αναφορικά με την αναγνώριση προϋπηρεσίας στον εφεσίβλητο.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση, αποφάσισε ότι:

 

Γίνεται αποδεκτή η εισήγηση της Εφεσείουσας-Καθ’ ης η αίτηση, ότι δεν ήταν εντός της αρμοδιότητας της Ε.Δ.Υ. να αποφασίσει το επίδικο αίτημα, αφού το αίτημα αυτό, στο στάδιο που υποβλήθηκε, ήταν θεωρητικής φύσης, για το οποίο δεν είχε αρμοδιότητα να αποφασίζει και θα έπρεπε να το εξετάσει μόνο σε περίπτωση που εγειρόταν άμεσα σε σχέση με διαδικασία ενώπιόν της, που θα αφορούσε π.χ. διαδικασία προαγωγής ή σχετική με άδειες ή άλλα ωφελήματα. Η μέγιστη σημασία που μπορεί να αποδοθεί στην προσβαλλόμενη πράξη, είναι πως αποτελεί έκφραση της πρόθεσης της Ε.Δ.Υ. να κρίνει το θέμα έτσι, εάν και όταν αυτό εγερθεί άμεσα ενώπιόν της. Κατά συνέπεια, η Προδικαστική Ένσταση ευσταθεί.

Η έφεση πέτυχε με έξοδα.

[*374]Έφεση.

Έφεση από την Εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1057/10), ημερ. 30/1/2012.

Λ. Γρηγορίου (κα), για Εφεσείουσα.

Κ. Γεωργίου (κα) και Α. Αγρότη (κα), για Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Π.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Ο Εφεσίβλητος-Αιτητής κατέχει μόνιμη θέση Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου στην Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, από τις 3 Ιουλίου, 2006.

Προηγουμένως είχε εργαστεί στην ίδια θέση ως έκτακτος για άλλα τέσσερα χρόνια και πριν το διορισμό του στην τελευταία αυτή θέση, είχε εργαστεί στην Ελλάδα ως σχολικός ψυχολόγος με καθήκοντα παρόμοια με αυτά που ασκεί τώρα.

Με επιστολή της δικηγόρου του, ημερομηνίας 13/11/2009, ο Εφεσίβλητος-Αιτητής, υπέβαλε αίτημα για αναγνώριση της πιο πάνω προϋπηρεσίας του στην Ελλάδα, ως υπηρεσίας στην Κύπρο και συνυπολογισμό της για σκοπούς προαγωγής (πείρα και αρχαιότητα), αδειών και άλλων ωφελημάτων, εφαρμόζοντας την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Συνοδευόταν η πιο πάνω επιστολή και με σχετική βεβαίωση του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων της Ελληνικής Δημοκρατίας και βεβαιώσεις που ανέλυαν την υπηρεσία και τα καθήκοντα του στην Ελλάδα.

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) ζήτησε γνωμάτευση από τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας, η οποία στη γνωμάτευση της αναφέρει μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

«……………………………………………………………………

10. Με άλλα λόγια, τέτοια αρχαιότητα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, ανεξάρτητα από το πότε αυτή αποκτήθηκε, εφόσον ο εργαζόμενος ασκεί σήμερα και εν πάση περιπτώσει μετά την προ[*375]σχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δικαιώματα ελεύθερης διακίνησης.»

Σε επιστολή της με ημερομηνία 25 Απριλίου, 2010, επιπροσθέτως η Νομική Υπηρεσία γνωμάτευσε και τα ακόλουθα:

«Η γνωμάτευση περιορίστηκε μόνο στο θέμα της αρχαιότητας αλλά το ίδιο σκεπτικό θα μπορούσε να αποτελέσει βάση για μη αναγνώριση της προϋπηρεσίας για σκοπούς μισθολογικής κατάταξης και σύνταξης όταν η υπηρεσία αυτή εμπίπτει στα πλαίσια εργοδότησης που άρχισε και ολοκληρώθηκε πριν την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν η εργοδότηση άρχισε και συνεχίστηκε μετά την ένταξη, τότε η προϋπηρεσία πριν την ένταξη θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη.

4. Καθόσον αφορά δε την περίπτωση του κου Γεωργίου, ισχύει η θέση της Νομικής Υπηρεσίας όπως διατυπώθηκε στην πιο πάνω γνωμάτευση, ότι δηλαδή εφόσον η προϋπηρεσία στην Ελλάδα ήταν εξ ολοκλήρου πριν την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και δεν ασκήθηκε κανένα δικαίωμα μετακίνησης του ως εργαζόμενος στα πλαίσια των δικαιωμάτων μετακίνησης που του παρέχει το κοινοτικό κεκτημένο, τότε η προϋπηρεσία του στην Ελλάδα δεν μπορεί να του αναγνωριστεί είτε για σκοπούς αρχαιότητας είτε για σκοπούς μισθολογικής κατάταξης και σύνταξης. »

Σε συνεδρία της η Ε.Δ.Υ. στις 17 Μαΐου, 2010, αφού εξέτασε τη γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας, αποφάσισε τα ακόλουθα:

«Με βάση τα πιο πάνω, η Επιτροπή αποφάσισε όπως δοθεί απάντηση στη Δικηγόρο κα Κάλια Γεωργίου ότι το αίτημα του πελάτη της δεν μπορεί να ικανοποιηθεί, ενόψει του γεγονότος ότι η υπηρεσία του πελάτη της ΘΕΟΔΩΡΟΥ Γεώργιου, Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου, Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, αποκτήθηκε σε κράτος μέλος πριν την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και να προωθηθεί η διαδικασία πλήρωσης τριών κενών μόνιμων θέσεων προαγωγής στη θέση Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου Α΄, Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού.»

(Η υπογράμμιση είναι δική μας)

Ακολούθως, η Ε.Δ.Υ. πληροφόρησε το συνήγορο του Εφεσίβλη[*376]του-Αιτητή με επιστολή της ημερομηνίας 27 Μαΐου, 2010 (Παράρτημα 7 στην Ένσταση), με το ακόλουθο περιεχόμενο:

«Σε συνέχεια της επιστολής μας με ημερομηνία 13.1.10 σχετικά με το αίτημα του πελάτη σας Θεοδώρου Γεώργιου, Εκπαιδευτικού Ψυχολόγου, Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, για αναγνώριση της υπηρεσίας του στην Ελλάδα για σκοπούς προαγωγής (πείρα και αρχαιότητα), αδειών και λοιπών ωφελημάτων, σας πληροφορώ ότι η Επιτροπή για την εξέταση του θέματος αποφάσισε όπως ζητήσει σχετικά νομική γνωμάτευση από το Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος σε απαντητική επιστολή του ενημέρωσε την Επιτροπή πως ο Θεοδώρου Γεώργιος, Εκπαιδευτικός Ψυχολόγος, Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, δεν μπορεί να επωφεληθεί των χρόνων απασχόλησής του στην Ελλάδα για σκοπούς αρχαιότητας.

2. Ενόψει των πιο πάνω, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας αποφάσισε όπως μη γίνει αποδεκτό το εν λόγω αίτημα του πελάτη σας.»

Πρωτοδίκως, ο ευπαίδευτος συνάδελφος μας που εκδίκασε την προσφυγή, απέρριψε προδικαστική ένσταση με την οποία η Εφεσείουσα-Καθ’ ης η αίτηση υπέβαλε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εκτελεστή, αφού ήταν απλώς πληροφοριακού περιεχομένου. Η προδικαστική αυτή ένσταση απορρίφθηκε, αφού θεωρήθηκε ότι η πράξη ήταν εκτελεστή ως αμέσως επηρεάζουσα τα δικαιώματα του Εφεσίβλητου-Αιτητή.

Ακολούθως, ο ευπαίδευτος συνάδελφος προχώρησε και εξέτασε τους άλλους λόγους ακυρότητος και, μεταξύ άλλων, θεώρησε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αναιτιολόγητη, καταλήγοντας σε ακύρωσή της.

Με τους λόγους έφεσης, η Εφεσείουσα-Καθ’ ης η αίτηση επανεγείρει το θέμα της προδικαστικής ένστασης και προσβάλλει και όλα τα λοιπά ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένης και της κατάληξης πως η επιστολή που κοινοποιούσε την προσβαλλόμενη απόφαση που είναι το αντικείμενο της προσφυγής, είναι αναιτιολόγητη.

Θα προχωρήσουμε πρώτα να εξετάσουμε το θέμα της προδικαστικής ένστασης. Πρόβαλε η συνήγορος του Εφεσίβλητου-Αιτητή πως το θέμα αυτό δεν μπορούσε να εγερθεί, καθόσον η αιτιολογία [*377]και η επιχειρηματολογία που προβάλλεται τώρα από την άλλη πλευρά, δεν υπήρξε αντικείμενο εξέτασης πρωτοδίκως. Είναι προφανές ότι το θέμα είχε εγερθεί πρωτοδίκως, αφού εξετάστηκε και αποφασίστηκε από το Δικαστήριο, ασχέτως του ποια ήταν τότε η επιχειρηματολογία. Εν πάση περιπτώσει, το θέμα εκτελεστότητας διοικητικής πράξης συνιστά θέμα δημοσίας τάξεως που μπορεί να εγερθεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ακόμα και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.

Είναι η εισήγηση της ευπαίδευτης συνήγορου της Εφεσείουσας-Καθ’ ης η αίτηση ότι δεν ήταν εντός της αρμοδιότητας της Ε.Δ.Υ. να κρίνει και να αποφασίσει επί του αιτήματος που της υποβλήθηκε, αφού το θέμα δεν εγειρόταν σε συνάρτηση με οποιοδήποτε αίτημα σχετικό με άδειες ή άλλα ωφελήματα, και ότι ως εκ τούτου, η επιστολή ήταν απλώς πληροφοριακού χαρακτήρα. Τέτοιο αίτημα, που θα επηρέαζε τα δικαιώματα του Εφεσίβλητου-Αιτητή, θα μπορούσε μόνο να εξεταστεί σε συνάρτηση με συγκεκριμένη περίπτωση διαδικασίας, όταν αυτό θα εγειρόταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ., όπως π.χ. διαδικασία προαγωγής.

Στο Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου Επαμεινώνδα Σπηλιωτόπουλου, Δέκατη Έκδοση, αναφέρονται τα πιο κάτω, στις σελ. 496-497:

«Συνεπώς δεν προσβάλλονται παραδεκτώς με αίτηση ακυρώσεως πράξεις των διοικητικών οργάνων που στερούνται εκτελεστότητας επειδή δεν θεσπίζουν κανόνα δικαίου. Οι κυριότερες από τις πράξεις αυτές είναι:

……………………………………………………………

ε) Πράξεις που εκδόθηκαν χωρίς νόμιμο έρεισμα (ΣΕ 1480, 2992/1985, 2253/1986, 124/1987). Εντούτοις, σε πολλές περιπτώσεις το ΣΕ εξετάζει την αίτηση ακυρώσεως και δέχεται ως λόγο ακυρώσεως την αναρμοδιότητα (κατωτ. αριθ. 496).»

Αποδεχόμαστε την εισήγηση του ευπαίδευτου συνήγορου της Εφεσείουσας-Καθ’ ης η αίτηση ότι δεν ήταν εντός της αρμοδιότητας της Ε.Δ.Υ. να αποφασίσει το αίτημα, αφού το αίτημα αυτό, στο στάδιο που υποβλήθηκε ήταν θεωρητικής φύσης, για το οποίο δεν είχε αρμοδιότητα να αποφασίζει, και θα έπρεπε να το εξετάσει μόνο σε περίπτωση που εγειρόταν άμεσα σε σχέση με διαδικασία ενώπιον της, που θα αφορούσε π.χ. διαδικασία προαγωγής ή σχετική με άδειες ή άλλα ωφελήματα.

[*378]Η μέγιστη σημασία που μπορεί να αποδοθεί στην προσβαλλόμενη πράξη είναι πως αποτελεί έκφραση της πρόθεσης της Ε.Δ.Υ. να κρίνει το θέμα έτσι, εάν και όταν αυτό εγερθεί άμεσα ενώπιόν της, όπως πιο πάνω εξηγήσαμε. Κατά συνέπεια, κρίνουμε πως η Προδικαστική Ένσταση ευσταθεί.

Υπό το φως των πιο πάνω, η Έφεση επιτυγχάνει, η πρωτόδικη  απόφαση παραμερίζεται, και η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του Εφεσίβλητου-Αιτητή, τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ’ έφεση.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο