Μανούχος Κώστας ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2013) 3 ΑΑΔ 613

(2013) 3 ΑΑΔ 613

[*613]8 Ιουλίου, 2013

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ,

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΚΩΣΤΑΣ ΜΑΝΟΥΧΟΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσιβλήτων.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 172/2009)

 

Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ― Προαγωγές ― Σύσταση του Διευθυντή ― Η απαίτηση ειδικής αιτιολογίας για παραγνώρισή της ― Δεν δόθηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.

Ο εφεσείων αξίωσε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε απορριφθεί η προσφυγή του κατά της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Τμηματάρχη.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

 

Με όλο τον προσήκοντα σεβασμό προς το πρωτόδικο δικαστήριο, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση των εφεσιβλήτων υπάρχει ειδική αιτιολογία για την παράκαμψη της σύστασης του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή των εφεσιβλήτων. Τί συνιστά ειδική αιτιολογία για την παράκαμψη της σύστασης του Διευθυντή επεξηγείται στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην προκείμενη περίπτωση οι εφεσίβλητοι δεν έκριναν τη σύσταση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή ως ανεπαρκή ή μη αιτιολογημένη, ώστε να δικαιολογείται η απόκλιση από αυτή. Δεν βασίστηκαν σε οποιαδήποτε καλύτερη εντύπωση που το Ε/Μ έκανε, κατά την προφορική συνέντευξη, έναντι του εφεσείοντα. Σημείωσαν απλά και μόνο ότι η αρχαιότητα του εφεσείοντα υπερκαλύπτεται από το υπέρτερο προσόν του Ε/Μ, αφήνοντας όμως εντελώς ασχολίαστη τη θέση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή ότι ο εφεσείων υπερείχε σε απόδοση, επίδοση, καταλληλό[*614]τητα και πείρα και ότι διαχρονικά είχε καλύτερη βαθμολογία.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Παπαδόπουλος κ.ά. ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (2002) 3 Α.Α.Δ. 276,

Δημοκρατία κ.ά. ν. Ασσιώτη κ.ά. (2010) 3 Α.Α.Δ. 395,

Σωτηρίου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2009) 3 Α.Α.Δ. 445,

Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 446,

Ιωάννου ν. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 624,

Χαμπουλλάς ν. Σαββίδη κ.ά. (2006) 3 Α.Α.Δ. 112,

Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164.

Έφεση.

Έφεση από τον Εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Παπαδοπούλου, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1031/07), ημερ. 30/9/2009.

Μ. Καλλιγέρου (κα.), για τον Εφεσείοντα.

Κ. Χ" Ιωάννου, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται ως εσφαλμένη με τρεις λόγους έφεσης:

1.  Επειδή το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα έκρινε ότι η αναφορά, στην προσβαλλόμενη απόφαση των εφεσιβλήτων, σε υπέρτερα προσόντα του Ε.Μ., ως αιτιολογία για παράκαμψη των συστάσεων υπέρ του εφεσείοντος, δε συνιστούσε πλάνη περί τα πράγματα.

[*615]2.      Επειδή το πρωτόδικο δικαστήριο πλανήθηκε όταν αποφάσισε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση των εφεσιβλήτων ήταν ειδικά αιτιολογημένη και εντός των επιτρεπτών ορίων της διακριτικής ευχέρειας, και

3.  Επειδή το πρωτόδικο δικαστήριο πλανήθηκε όταν θεώρησε πως η αναφορά από τη δικηγόρο του εφεσείοντα στην απόφαση Παπαδόπουλος κ.ά. ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (2002) 3 Α.Α.Δ. 276 έγινε για να υποδειχθεί ότι αυτή αφορούσε στα ίδια γεγονότα.

Ο πρώτος λόγος έφεσης αφορά στην επικύρωση, από το πρωτόδικο δικαστήριο, της θέσης των εφεσιβλήτων ότι τα υπέρτερα προσόντα του Ε.Μ. ήταν ικανά να υποσκελίσουν τις συστάσεις του Συμβουλίου Προσωπικού των καθ’ ων η αίτηση αλλά και του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή τους, υπέρ του εφεσείοντα-αιτητή.  Είναι θέση του εφεσείοντα ότι, εφόσον στο σχέδιο υπηρεσίας της επίδικης θέσης, που ήταν θέση προαγωγής στη μόνιμη θέση Τμηματάρχη (Οικονομικό Προσωπικό) στην Α.ΤΗ.Κ. (εφεσίβλητους), τα απαραίτητα προσόντα ήταν είτε η κατοχή του επαγγελματικού τίτλου του μέλους του Chartered Association of Certified Accountants, είτε πανεπιστημιακός τίτλος στη Λογιστική και τα Οικονομικά, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι το Ε.Μ., που κατείχε και επαγγελματικό και ακαδημαϊκό τίτλο, είχε υπέρτερα προσόντα έναντι του εφεσείοντα, ο οποίος κατείχε μόνο τον επαγγελματικό τίτλο. Δε θεωρούμε απαραίτητο να αποφασίσουμε αυτό το ζήτημα, εν όψει της απόφασης μας για το δεύτερο λόγο έφεσης, που ακολουθεί.

Ο δεύτερος λόγος έφεσης αφορά στην κατ’ ισχυρισμό έλλειψη ειδικής αιτιολογίας, στην προσβαλλόμενη απόφαση, για τον υπερακοντισμό των συστάσεων του Συμβουλίου Προσωπικού της Α.ΤΗ.Κ. (εφεσιβλήτων), αλλά και του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή της Α.ΤΗ.Κ., υπέρ του εφεσείοντα. Ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής, μετά από διεξοδική μελέτη όλων των δεδομένων και των πρακτικών του Συμβουλίου Προσωπικού της Α.ΤΗ.Κ., αλλά και του περιεχομένου των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων, εισηγήθηκε την προαγωγή του εφεσείοντα στην επίδικη θέση επειδή, κατά την άποψη του, ο υπάλληλος αυτός «υπερέχει των άλλων υποψηφίων σε απόδοση, επίδοση και ουσιαστική καταλληλότητα όσον αφορά την προς πλήρωση θέση, αφού έλαβα υπόψιν την εκτενή επαγγελματική του πείρα σε θέματα Οικονομικών και Λογιστικής, την αρχαιότητά του, τη διαχρονικά καλύτερη βαθμολογία του και την κατοχή του επαγ[*616]γελματικού τίτλου Certified Accountant από το 1987».

Στην προσβαλλόμενη απόφαση, την οποίαν το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ως ειδικά αιτιολογημένη, στο σημείο της παράκαμψης της σύστασης του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή, οι εφεσίβλητοι ανέφεραν σχετικά τα εξής: Οι δύο υποψήφιοι (εφεσείων και Ε.Μ.) έχουν την ίδια βαθμολογία τα τελευταία 3 χρόνια και το Ε.Μ. υπερέχει σε προσόντα αφού κατέχει τόσο επαγγελματικό τίτλο όσο και ακαδημαϊκό τίτλο στη Λογιστική και τα Οικονομικά, στοιχείο που ενισχύει την καταλληλότητα του για την επίδικη θέση.   Έγινε αναφορά στην μεγαλύτερη αρχαιότητα του εφεσείοντα, στοιχείο που επεσήμανε και ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής στην εισήγηση του για προαγωγή του εφεσείοντα, αλλά κρίθηκε ότι τα υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα του Ε.Μ. υπερκαλύπτουν τη διαφορά αρχαιότητας η οποία ήταν μόνον εννέα μήνες.

Το πρωτόδικο δικαστήριο, απέρριψε την εισήγηση για παραγνώριση της σύστασης του Διευθυντή υπέρ του αιτητή, χωρίς ειδική αιτιολογία. Έκρινε ότι «τα όσα το Συμβούλιο κατέγραψε στο πρακτικό του συνιστούν επαρκή αιτιολογία, επεξηγείται ο λόγος γιατί αυτό δεν ακολούθησε τη σύσταση. Στην παρούσα περίπτωση, δε χωρεί αμφιβολία ότι το Συμβούλιο, στην εξουσία του οποίου ήταν η επιλογή του καταλληλότερου για προαγωγή, είχε ενώπιον του δύο εξαίρετους και, εν πολλοίς, ισοδύναμους σε αξία υποψήφιους. Η εκτίμησή του ότι η κατοχή από το Ε.Μ. του πανεπιστημιακού τίτλου στη Λογιστική και τα Οικονομικά το καθιστούσαν καταλληλότερο για εκπλήρωση των καθηκόντων της θέσης, παρά την κατά εννιά μήνες αρχαιότητα του αιτητή, συνιστά την απαιτούμενη από τη νομολογία ειδική αιτιολογία. Η άσκηση της εξουσίας του Συμβουλίου δε βρίσκεται εκτός των αποδεκτών πλαισίων, για να δικαιολογείται επέμβαση του Δικαστηρίου».

Με όλο τον προσήκοντα σεβασμό προς το πρωτόδικο δικαστήριο, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση των εφεσιβλήτων υπάρχει ειδική αιτιολογία για την παράκαμψη της σύστασης του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή των εφεσιβλήτων. Ο Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής έκρινε τον εφεσείοντα ως τον καταλληλότερο για την πλήρωση της επίδικης θέσης, αφού έλαβε υπόψη την εκτενή επαγγελματική του πείρα, την αρχαιότητα του, τη διαχρονικά καλύτερη βαθμολογία του και τον επαγγελματικό του τίτλο. Κατά την άποψή του, ο εφεσείων υπερείχε του Ε.Μ. σε πείρα, απόδοση, επίδοση [*617]και ουσιαστική καταλληλότητα. Στην προσβαλλόμενη απόφαση δε γίνεται οποιαδήποτε ειδική αναφορά στη σύσταση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή, και γιατί αυτή παραγνωρίζεται προς όφελος των υπέρτερων προσόντων του Ε.Μ.. Το μόνο που αναφέρεται είναι ότι τα υπέρτερα ακαδημαϊκά προσόντα του Ε.Μ. υπερκαλύπτουν τη διαφορά αρχαιότητας, κατά εννέα μήνες, του εφεσείοντα. Συγκεκριμένα παρατηρούμε ότι ουδόλως σχολιάζεται η σύσταση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή ως προς τη διαχρονικά καλύτερη βαθμολογία του εφεσείοντα, την υπεροχή του σε απόδοση, επίδοση και καταλληλότητα και στην εκτενή επαγγελματική του πείρα σε θέματα Οικονομικών και Λογιστικής.

Τί συνιστά ειδική αιτιολογία για την παράκαμψη της σύστασης του Διευθυντή επεξηγείται στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δέστε: Δημοκρατία κ.ά. ν. Ασσιώτη κ.ά. (2010) 3 Α.Α.Δ. 395, Σωτηρίου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2009) 3 Α.Α.Δ. 445, Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 446, Ιωάννου ν. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 624, Χαμπουλλάς ν. Σαββίδη κ.ά. (2006) 3 Α.Α.Δ. 112 και Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164).

Η ειδική αιτιολογία για απόκλιση από τις συστάσεις του Διευθυντή πρέπει, σύμφωνα με τη νομολογία μας, να είναι καθαρή, ειδική, πειστική και επαρκής (Δέστε: Ιωάννου, ανωτέρω). Στην προκείμενη περίπτωση οι εφεσίβλητοι δεν έκριναν τη σύσταση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή ως ανεπαρκή ή μή αιτιολογημένη ώστε να δικαιολογείται η απόκλιση από αυτή. Δε βασίστηκαν σε οποιαδήποτε καλύτερη εντύπωση που το Ε.Μ. έκανε, κατά την προφορική συνέντευξη, έναντι του εφεσείοντα. Σημείωσαν απλά και μόνο ότι η αρχαιότητα του εφεσείοντα υπερκαλύπτεται από το υπέρτερο προσόν του Ε.Μ., αφήνοντας όμως εντελώς ασχολίαστη τη θέση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή ότι ο εφεσείων υπερείχε σε απόδοση, επίδοση, καταλληλότητα και πείρα και ότι διαχρονικά είχε καλύτερη βαθμολογία.

Ενόψει των προαναφερομένων θεωρούμε το δεύτερο λόγο έφεσης ως βάσιμο και ως εκ τούτου η έφεση επιτυγχάνει γι’ αυτό το λόγο, και δεν είναι απαραίτητο, υπό τις περιστάσεις, να εξετάσουμε και τον τρίτο λόγο έφεσης αναφορικά με την εφαρμογή της απόφασης Παπαδόπουλος (ανωτέρω) στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης.

Κατά συνέπεια, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Παρα[*618]μερίζεται επίσης και η προσβαλλόμενη απόφαση των εφεσιβλήτων.  Έξοδα πρωτόδικα και κατ’ έφεση υπέρ του εφεσείοντα, να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το Δικαστήριο.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο