Μεταφορική Εταιρεία Λουβάρα "ΜΕΛ" Λτδ και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2014) 3 ΑΑΔ 554

ECLI:CY:AD:2014:C911

(2014) 3 ΑΑΔ 554

[*554]28 Νοεμβρίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]

 

  1. ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΟΥΒΑΡΑ «ΜΕΛ» ΛΤΔ (537/10),

  2. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΛΟΥΚΑ (540/10),

  3. ΕΛΕΝΗ ΜΙΤΣΙΔΗ (559/10),

  4. ΕΛΕΝΗ ΧΡΙΣΤΟΥ (564/10),

  5. ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΟΥΣΗΣ (567/10),

  6. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΤΣΙΝΩΝΤΑΣ (569/10),

  7. ΛΑΜΠΡΟΣ ΛΑΜΠΡΟΥ (580/10),

  8. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΥ (632/10),

  9. ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΝΔΡΕΟΥ (746/10),

10. ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΘΕΟΦΙΛΟΥ (747/10),

11. ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ (763/10),

12. ΛΕΩΦΟΡΕΙΑ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ (805/10),

13. Π.Ε.Α.Λ. ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ (ΞΥΛΙΑΤΟΥ), ΟΡΟΥΝΤΑΣ, ΛΑΓΟΥΔΕΡΩΝ, ΣΑΡΑΝΤΙ, ΞΥΛΙΑΤΟΥ ΛΤΔ (852/10),

 

Αιτητές,

 

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

 

Καθ’ ων η αίτηση.

 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 537/2010, 540/2010, 559/2010, 564/2010, 567/2010, 569/2010, 580/2010, 632/2010, 746/2010, 747/2010, 763/2010, 805/2010, 852/2010)

 

 

Ο περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμοι του 2001 μέχρι (αρ.2) του 2009 ― Περιεχόμενο ρύθμισης και ανάλυση ― Η εφαρμογή προνοιών των Νόμων στην εξετασθείσα υπόθεση υπήρξε καταλυτική για την τύχη των προσφυγών ― Περιστάσεις.

 

Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή σε αντιδιαστολή προς πράξη στερούμενη εκτελεστότητας ― Ειδικά η πράξη πληροφοριακού χαρακτή[*555]ρα ― Πώς το περιεχόμενο της επίδικης εδώ «διοικητικής απόφασης» κρίθηκε αποκλειστικά πληροφοριακό και οδήγησε στην διαγραφή όλων των προσφυγών.

 

Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου επελήφθη το πρώτον των παρουσών συνεκδικασθεισών προσφυγών, αλλά περιορίστηκε στην εξέταση μόνο των όρων του παραδεκτού τους, χωρίς να χρειαστεί να αχθεί σε κρίση επί της ουσίας της διαφοράς.

 

Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας ως απαράδεκτες όλες τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:

 

1.  Οι εξεταζόμενες προσφυγές στρέφονται κατά της γνωστοποίησης της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος των επίδικων Συμβάσεων. Το ερώτημα που τίθεται, είναι κατά πόσον οι προσβαλλόμενες πράξεις παρήγαγαν έννομα αποτελέσματα στους αιτητές ή δεν παρήγαγαν τέτοια αποτελέσματα ως πληροφοριακές μόνον πράξεις, με τις οποίες το Τμήμα πληροφορούσε τους αιτητές για την καθορισθείσα ημερομηνία έναρξης της ισχύος των, ήδη συναφθεισών συμβάσεων, με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Σύμφωνα με το Άρθρο 16Β(1) επιτρέπεται η χρήση των υφιστάμενων αδειών από τους υφιστάμενους κατόχους τους (αιτητές) μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας. Από την ημερομηνία εκείνη, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, οι υφιστάμενες άδειες παύουν να ισχύουν. Οι αιτητές δεν προσέβαλαν τους χρονικούς περιορισμούς που τέθηκαν στις άδειες τους όταν αυτές εξεδόθησαν την 8.4.2009 και στη συνέχεια επεκτάθηκαν την 14.7.2009 και 28.12.2009, ούτε και προσέβαλαν τη συνάρτηση της διάρκειας της ισχύος των αδειών τους προς την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των προαναφερόμενων Συμβάσεων. Οι αιτητές δεν έχουν δικαίωμα τώρα, να παραπονούνται για τις συνέπειες της μη προσβολής εκ μέρους τους εκείνων των πράξεων και να επιδιώκουν, ουσιαστικά, την έμμεση προσβολή εκείνων των πράξεων μέσω της προσβολής της απλής πληροφόρησης τους για την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων.

 

2.  Ο τερματισμός της ισχύος των αδειών του αιτητή δεν επήλθε αυτονόμως με τον καθορισμό της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος της Σύμβασης, αλλά με τις ίδιες τις πρόνοιες του Νόμου και των αδειών του, οι οποίες συναρτούσαν τη διάρκειά τους προς την εν λόγω ημερομηνία. Το ότι ο αιτητής ενημερώθηκε για την εν λόγω ημερομηνία και τις συνέπειές της, δεν καθιστά την ενημέρωση, η οποία ήταν αναγκαία εκ του Νόμου, και για σκοπούς [*556]των περαιτέρω διαδικασιών αποζημίωσης, εκτελεστή διοικητική πράξη, αφού η μεταβολή της νομικής κατάστασης του αιτητή δεν επήλθε με αυτή, αλλά με τα ως άνω προηγηθέντα, τα οποία δεν προσεβλήθησαν.

 

3.  Στις παρούσες υποθέσεις οι προσβαλλόμενες πράξεις συνιστούν, απλώς, απευθείας εφαρμογή νομοθετικής πρόνοιας, χωρίς την έκφραση βούλησης εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση. Οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι μη εκτελεστές διοικητικές πράξεις, καθότι με αυτές οι αιτητές πληροφορήθηκαν απλώς για την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων (τις οποίες δεν είχαν προσβάλει), καθώς και τις συνέπειες της έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη, γι’ αυτούς, σύμφωνα και πάλι με τις πρόνοιες του Νόμου. Δεν υπάρχουν εκτελεστές διοικητικές πράξεις καθότι η Διοίκηση δεν εξέφρασε τη βούλησή της κατά τρόπο που παράγει έννομα αποτελέσματα για τους αιτητές. Απλώς τους πληροφόρησε για την ημερομηνία από την οποία, σύμφωνα με το Νόμο, οι άδειές τους θα έχαναν την ισχύ τους, αυτόματα, και ως αποτέλεσμα των προνοιών των Νόμων. Τους ζήτησε και κάποια στοιχεία που αφορούν τους ίδιους και τα οχήματά τους, αλλά αυτό δεν διαφοροποιεί την κατάσταση.

 

Οι προσφυγές απορρίφθηκαν με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Αποφάσεις:

 

Χρ. Σ. Χριστοφίδης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 772,

 

Καλαπαλίκκη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 818,

 

Χρυσοστόμου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 522/10, ημερ. 22.7.11,

 

Τσόκκος ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 546/10, ημερ. 22.7.11,

 

Μούζουρος ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 558/10, ημερ. 22.7.11,

 

Απόφαση του Ελληνικού Συμβουλίου της Επικρατείας, Υπόθ. Αρ. 406/45, ημερ. 28.11.1945,

 

Αλεξάνδρου v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) 2001 3 Α.Α.Δ. 14.

 

Προσφυγές.

 

Ι. Βιολάρης και Χρ. Καρύδης για Α. Πατσαλίδη και Συνεργάτες, [*557]για τους Αιτητές στις Υποθ. αρ. 537/10, 540/10, 559/10, 564/10, 567/10, 569/10, 580/10 και 632/10.

 

Λ. Λουκαϊδης με Λ. Πατσαλίδου (κα.), για τους Αιτητές στις Υποθ. αρ. 746/10, 747/10 και 763/10.

 

Α. Χρίστου (κα.) για Ιωαννίδης, Δημητρίου ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές στις Υποθ. αρ. 805/10 και 852/10.

 

Μ. Θεοκλήτου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ’ ων η αίτηση.

 

Α. Κουντουρή (κα.) με Στ. Μαξούτη (κα.) για Τ. Παπαδόπουλο και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για το Ε/Μ Εταιρεία Μεταφοράς Επιβατών Λεμεσού Λτδ (ΕΜΕΛ), στις Υποθ. αρ. 537/10, 746/10 και 747/10.

 

Α. Κουντουρή (κα.) με Στ. Μαξούτη (κα.) για Τ. Παπαδόπουλο και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για το Ε/Μ Οργανισμός Συγκοινωνιών Επαρχίας Λευκωσίας Λτδ (ΟΣΕΛ), στις Υποθ. αρ. 540/10, 564/10, 567/10, 569/10, 805/10 και 852/10.

 

Α. Κουντουρή (κα.) με Στ. Μαξούτη (κα.) για Τ. Παπαδόπουλο και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για το Ε/Μ Οργανισμός Συγκοινωνιών Επαρχίας Πάφου Λτδ (ΟΣΥΠΑ), στις Υποθ. αρ. 580/10 και 763/10.

 

Καμία εμφάνιση, για το Ε/Μ Εταιρεία Μ.Ε. Λεωφορεία Αμμοχώστου Λτδ, στην Υποθ. αρ. 559/10.

 

Π. Σιακαλλής για Παπαχαραλάμπους και Αγγελίδη ΔΕΠΕ, για το Ε/Μ Λεωφορεία Λάρνακας «Ζήνων» Λτδ, στην Υποθ. αρ. 632/10.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Πρόεδρο Μ.Μ. Νικολάτο.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με τις παρούσες προσφυγές προσβάλλεται η «απόφαση» των καθ’ ων η αίτηση, ημερ. 8.4.2010 (Γνωστοποίηση Ημερομηνίας Έναρξης Ισχύος της Σύμβασης Παραχώρησης Δημόσιας Υπηρεσίας Εσωτερικών Οδικών Μεταφορών σε Τακτικές γραμμές, σε διάφορες περιοχές της Κύπρου). Η γνωστο[*558]ποίηση αφορά στο Άρθρο 16Β(1) των περί Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμων του 2001 μέχρι (αρ. 2) του 2009.

 

Με την προσβαλλόμενη «απόφαση» πληροφορούνταν, μεταξύ άλλων, οι αιτητές ότι η 5η Ιουλίου 2010 ορίστηκε ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος της προαναφερόμενης σύμβασης και επομένως ότι οι άδειες οδικής χρήσης των επιβατικών οχημάτων των αιτητών, παύουν να ισχύουν, οριστικά και αμετάκλητα, από την προαναφερόμενη ημερομηνία.

 

Με την «απόφαση», ζητείτο επίσης από τους αιτητές να δώσουν κάποια στοιχεία, μεταξύ άλλων, ως προς τον αριθμό εγγραφής των οχημάτων τους.

 

Στα πλαίσια εκδίκασης των υποθέσεων αυτών οι καθ’ ων η αίτηση προέβαλαν πέντε προδικαστικές ενστάσεις. Η πρώτη προδικαστική ένσταση αφορά στη θέση ότι οι προσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις. Η δεύτερη  αφορά στην κατ’ ισχυρισμό έλλειψη εννόμου συμφέροντος εκ μέρους των αιτητών να προσβάλουν τις προσβαλλόμενες  πράξεις, λόγω μη αμφισβήτησης της πράξης των καθ’ ων η αίτηση να αναθέσουν τις επίδικες συμβάσεις παραχώρησης αποκλειστικών δικαιωμάτων, στα ενδιαφερόμενα μέρη. Η τρίτη προδικαστική ένσταση αφορά στην κατ’ ισχυρισμό έλλειψη εννόμου συμφέροντος των αιτητών, λόγω μη αμφισβήτησης όρου που επιβλήθηκε στις επίδικες άδειες τους και ο οποίος συναρτούσε την ημερομηνία λήξης τους, με την έναρξη της ισχύος των συμβάσεων παραχώρησης αποκλειστικών δικαιωμάτων στα ενδιαφερόμενα μέρη. Η τέταρτη προδικαστική ένσταση αφορά σε κατ΄ ισχυρισμό έλλειψη εννόμου συμφέροντος των αιτητών, ένεκα επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας. Η πέμπτη προδικαστική ένσταση αφορά σε ιδιαίτερα περιστατικά που επηρεάζουν το έννομο συμφέρον των αιτητών σε συγκεκριμένες προσφυγές και ειδικά τις 564/10, 567/10, 569/10, 747/10 και 805/10.

 

Με τη συναίνεση των διαδίκων και με οδηγίες του δικαστηρίου ακούσαμε όλους τους ενδιαφερομένους επί των προδικαστικών ενστάσεων μόνον και επιφυλάξαμε απόφαση για το θέμα αυτό.

 

Αναφορικά με των πρώτη προδικαστική ένσταση η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ’ ων η αίτηση εισηγήθηκε ότι οι προσβαλλόμενες, με τις προσφυγές, πράξεις δεν αποτελούν εκτελεστές [*559]διοικητικές πράξεις, αλλά πράξεις πληροφοριακού περιεχόμενου. Αναφέρθηκε σε σχετική νομολογία, μεταξύ άλλων, στις αποφάσεις Χρ. Σ. Χριστοφίδης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 772 και Καλαπαλίκκη κ.α. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 818. Αναφέρθηκε επίσης σε αποφάσεις σε τρεις προσφυγές και συγκεκριμένα την Υποθ. 522/10, Χρυσοστόμου ν. Δημοκρατίας, ημερ. 22.7.11, του Χατζηχαμπή, Δ., όπως ήταν τότε, την Υποθ. 546/10, Τσόκκος ν. Δημοκρατίας, ημερ. 22.7.11, του ίδιου Δικαστή και Μούζουρος ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 558/10, ημερ. 22.7.11, πάλι του ίδιου Δικαστή.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών απέρριψαν τη θέση ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις και εισηγήθηκαν ότι είναι τέτοιες πράξεις εφόσον παράγουν έννομα αποτελέσματα. Κατά την εισήγηση των ευπαιδεύτων συνηγόρων των αιτητών, χωρίς τον καθορισμό της ημερομηνίας παραχώρησης της σύμβασης και τη γνωστοποίηση της ημερομηνίας, η οποία έγινε με τις προσβαλλόμενες πράξεις, δεν θα ίσχυαν οι ακυρώσεις των αδειών των αιτητών. Ο κ. Λουκαϊδης, εκ μέρους αιτητών, αναφέρθηκε σε σχετική νομολογία και ειδικά στην Απόφαση του Ελληνικού Συμβουλίου της Επικρατείας στην Υπόθεση αρ. 406/45, ημερ. 28.11.1945. Υποστήριξαν επίσης ότι οι αιτητές έχουν το απαιτούμενο έννομο συμφέρον.

 

Τις θέσεις του κ. Λουκαϊδη, ο οποίος εμφανίστηκε για μερικούς από τους αιτητές, υποστήριξαν με την επιχειρηματολογία τους και οι υπόλοιποι ευπαίδευτοι συνήγοροι των υπολοίπων αιτητών, ενώ τις θέσεις των καθ’ ων η αίτηση υποστήριξαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των ενδιαφερομένων μερών.

 

Οι περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα Νόμοι του 2001 μέχρι (αρ. 2) του 2009, στο εξής οι Νόμοι, θεσπίστηκαν για σκοπούς εφαρμογής του Κανονισμού ΕΚ 1370/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου, 2007. Το Άρθρο 16Β (1) των Νόμων προνοεί ότι, κατ΄ εξαίρεση προς τις διατάξεις του Άρθρου 16Α, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί της Πρόσβασης στο Επάγγελμα του Οδικού Μεταφορέα (Τροποποιητικού) (αρ. 2) Νόμου του 2009 (Ν 101(Ι)/2009), κάθε υφιστάμενος πάροχος δύναται να συνεχίζει να ασκεί τις οδικές χρήσεις που αναφέρονται στην Άδεια «Ε» ή την Άδεια Οδικής Χρήσης που κατέχει για το επιβατηγό του όχημα κατά την πιο πάνω ημερομηνία, μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της Σύμβασης Παραχώρησης Δημόσιας Υπηρεσίας που συνομολογείται από την Αναθέτουσα [*560]Αρχή με το Δημόσιο Φορέα Δημόσιας Υπηρεσίας για την παροχή δημόσιας υπηρεσίας εσωτερικών οδικών επιβατικών μεταφορών στη γεωγραφική περιοχή ή στη διαστική διαδρομή δραστηριότητας του επιβατηγού οχήματος του υφιστάμενου παρόχου:  «Νοείται ότι η αναθέτουσα αρχή γνωστοποιεί γραπτώς στους επηρεαζόμενους υφιστάμενους παρόχους, αμέσως μετά την υπογραφή σύμβασης παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας, την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της σύμβασης παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας που αφορά στη συγκεκριμένη περιοχή στην οποία οι υφιστάμενοι πάροχοι παρέχουν εσωτερικές οδηγίες επιβατικές μεταφορές σε τακτικές γραμμές, βάσει της άδειας «Ε» ή της άδειας οδικής χρήσης των επιβατηγών τους οχημάτων: Νοείται, περαιτέρω, ότι, από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της σύμβασης παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας που αναφέρεται στην πρώτη επιφύλαξη, η άδεια «Ε» ή η άδεια οδικής χρήσης του επιβατηγού οχήματος κάθε επηρεαζόμενου υφιστάμενου παρόχου παύει να ισχύει οριστικά και αμετάκλητα. ………….».

 

Με τις προσβαλλόμενες «αποφάσεις», οι καθ’ ων η αίτηση πληροφόρησαν τους αιτητές ότι, με βάση την πρώτη επιφύλαξη του Εδαφίου (1) του Άρθρου 16Β των Νόμων «η 5η Ιουλίου, 2010 έχει οριστεί ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος της Σύμβασης Παραχώρησης Δημόσιας Υπηρεσίας που αφορά στη συγκεκριμένη περιοχή ……,  στην οποία, ως υφιστάμενος πάροχος, με βάση τα στοιχεία του Τμήματος Οδικών Μεταφορών, παρέχεται επί του παρόντος εσωτερικές οδικές επιβατικές μεταφορές σε τακτικές γραμμές, βάσει της άδειας «Ε» ή της άδειας οδικής χρήσης των επιβατικών σας οχημάτων. …….. Με βάση τη δεύτερη επιφύλαξη του εδαφίου (1) του Άρθρου 16Β των Νόμων η άδεια «Ε» ή η άδεια οδικής χρήσης κάθε επιβατικού σας οχήματος, που χρησιμοποιείται για εσωτερικές οδικές επιβατικές μεταφορές σε τακτικές γραμμές, παύει να ισχύει οριστικά και αμετάκλητα από την πιο πάνω ημερομηνία, δηλαδή από την 5η Ιουλίου, 2010.»

 

Της προαναφερόμενης γνωστοποίησης, προηγήθηκε, στις 22.9.2009, διάταγμα του αρμόδιου Υπουργού Συγκοινωνιών και Έργων, δυνάμει του Άρθρου 16Γ (6) των Νόμων, με το οποίο καθόρισε τις πέντε γεωγραφικές περιοχές της Νήσου σε σχέση με τις οποίες το Τμήμα Οδικών Μεταφορών (το Τμήμα), ως αρμόδιο τμήμα και αναθέτουσα αρχή δυνάμει του Ν 96(Ι)/2009, μπορούσε να συνομολογήσει συμβάσεις παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας.

 

Την 25.9.2009 το Τμήμα προέβη στη προκήρυξη διαγωνισμού [*561]για τη συνομολόγηση τέτοιας σύμβασης και οι αιτητές, οι οποίοι ήταν υφιστάμενοι πάροχοι για σκοπούς του Άρθρου 16Β (3), δεν υπέβαλαν, όπως εδικαιούντο, αίτηση συμμετοχής. Συμβάσεις υπεγράφησαν με τα ενδιαφερόμενα μέρη και δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης την 21.1.2010. Μετά την πάροδο 75 ημερών, για σκοπούς προσφυγής, το Τμήμα, την 7.4.2010, καθόρισε την 5.7.2010 ως ημερομηνία έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων και την αμέσως επόμενη μέρα, 8.4.2010, γνωστοποίησε αυτό το γεγονός και στους υφιστάμενους παρόχους, περιλαμβανομένων των αιτητών, δυνάμει του Άρθρου 16Β, παρατηρώντας ταυτόχρονα ότι, δυνάμει του Άρθρου 16Β(1) η οποιαδήποτε υφιστάμενη άδεια θα έπαυε να ισχύει από την ημερομηνία εκείνη, σύμφωνα με τις απαγορευτικές διατάξεις του Άρθρου 16Α.

 

Οι εξεταζόμενες προσφυγές στρέφονται κατά της γνωστοποίησης της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων.  Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσον οι προσβαλλόμενες πράξεις παρήγαγαν έννομα αποτελέσματα στους αιτητές ή δεν παρήγαγαν τέτοια αποτελέσματα ως πληροφοριακές μόνον πράξεις, με τις οποίες το Τμήμα πληροφορούσε τους αιτητές για την καθορισθείσα ημερομηνία έναρξης της ισχύος των, ήδη συναφθεισών συμβάσεων, με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και παρατηρούμε τα εξής:

 

Σύμφωνα με το Άρθρο 16Β(1) επιτρέπεται η χρήση των υφιστάμενων αδειών από τους υφιστάμενους κατόχους τους (αιτητές) μέχρι την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων παραχώρησης δημόσιας υπηρεσίας.  Από την ημερομηνία εκείνη, σύμφωνα με το ίδιο άρθρο, οι υφιστάμενες άδειες παύουν να ισχύουν. Οι αιτητές δεν προσέβαλαν τους χρονικούς περιορισμούς που τέθηκαν στις άδειες τους όταν αυτές εξεδόθησαν την 8.4.2009 και στη συνέχεια επεκτάθηκαν την 14.7.2009 και 28.12.2009, ούτε και προσέβαλαν τη συνάρτηση της διάρκειας της ισχύος των αδειών τους προς την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των προαναφερόμενων Συμβάσεων.

 

Ενόψει των προαναφερομένων κρίνουμε ότι οι αιτητές δεν έχουν δικαίωμα τώρα, να παραπονούνται για τις συνέπειες της μη προσβολής εκ μέρους τους εκείνων των πράξεων και να επιδιώκουν, ουσιαστικά, την έμμεση προσβολή εκείνων των πράξεων μέσω της προσβολής της απλής πληροφόρησης τους για την [*562]ημερομηνία έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων.

 

Όπως ανέφερε ο Χατζηχαμπής, Δ. (όπως ήταν τότε), στις αποφάσεις στις προαναφερόμενες τρεις προσφυγές «ο τερματισμός της ισχύος των αδειών του αιτητή δεν επήλθε αυτονόμως με τον καθορισμό της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος της Σύμβασης, αλλά με τις ίδιες τις πρόνοιες του Νόμου και των αδειών του, οι οποίες συναρτούσαν τη διάρκεια τους προς την εν λόγω ημερομηνία. Το ότι ο αιτητής ενημερώθηκε για την εν λόγω ημερομηνία και τις συνέπειες της δεν καθιστά την ενημέρωση, η οποία ήταν αναγκαία εκ του Νόμου, και για σκοπούς των περαιτέρω διαδικασιών αποζημίωσης, εκτελεστή διοικητική πράξη αφού η μεταβολή της νομικής κατάστασης του αιτητή δεν επήλθε με αυτή αλλά με τα ως άνω προηγηθέντα, τα οποία δεν προσεβλήθησαν.» Συμφωνούμε με αυτό το σκεπτικό και το υιοθετούμε.

 

Η προαναφερόμενη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με αρ. 406/45 διακρίνεται από τις παρούσες υποθέσεις καθότι, σε εκείνη την υπόθεση, εκτός από την ενημέρωση που έγινε στον αιτητή αναφορικά με τις διατάξεις του σχετικού νόμου,  του κοινοποιείτο και απόφαση Υπουργού, με την οποίαν ο αιτητής θεωρήθηκε ως επανελθών εις το βαθμόν του εισηγητού και όχι εις το βαθμό του Διευθυντή Β΄ Τάξεως από τον οποίον είχε προηγουμένως υποβιβασθεί.

 

Στην υπόθεση Αλεξάνδρου v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) 2001 3 Α.Α.Δ. 14, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη, διότι παρήγε έννομα αποτελέσματα για τον αιτητή. Αυτός μετακινείτο από μιαν υπηρεσία σε άλλη και διοριζόταν σε άλλη θέση από εκείνη που είχε πρωτοδιοριστεί, με διαφορετικά καθήκοντα, και χωρίς την αποδοχή του. Η υπόθεση Αλεξάνδρου (ανωτέρω,) επίσης, διακρίνεται από τις παρούσες υποθέσεις, επί των γεγονότων.

 

Στην Χριστοφίδης (ανωτέρω) κρίθηκε ότι η επιβολή τόκου σε βεβαιωθέντα φόρο εισοδήματος, σύμφωνα με απευθείας πρόβλεψη του σχετικού νόμου, δεν συνιστούσε εκτελεστή διοικητική πράξη.

 

Στην Καλαπαλίκκης (ανωτέρω) ακολουθήθηκε η Χριστοφίδης (ανωτέρω) και κρίθηκε ότι η επιβολή τόκου επιβαρύνσεως δεν αποτελούσε εκτελεστή πράξη, καθότι προβλεπόταν απευθείας από το νόμο, «χωρίς το θέμα να εξαρτάται από τη βούληση» του διοικητικού οργάνου.

[*563]Στις παρούσες υποθέσεις οι προσβαλλόμενες πράξεις συνιστούν, απλώς, απευθείας εφαρμογή νομοθετικής πρόνοιας, χωρίς την έκφραση βούλησης εκ μέρους των καθ’ ων η αίτηση.

 

Για τους προαναφερόμενους λόγους θεωρούμε την πρώτη προδικαστική ένσταση ως βάσιμη. Οι προσβαλλόμενες πράξεις είναι μη εκτελεστές διοικητικές πράξεις, καθότι με αυτές οι αιτητές πληροφορήθηκαν απλώς για την ημερομηνία έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων (τις οποίες δεν είχαν προσβάλει), καθώς και τις συνέπειες της έναρξης της ισχύος των Συμβάσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη, γι’ αυτούς, σύμφωνα και πάλι με τις πρόνοιες του Νόμου. Δεν υπάρχουν εκτελεστές διοικητικές πράξεις καθότι η Διοίκηση δεν εξέφρασε τη βούληση της κατά τρόπο που παράγει έννομα αποτελέσματα για τους αιτητές. Απλώς τους πληροφόρησε για την ημερομηνία από την οποία, σύμφωνα με το Νόμο, οι άδειες τους θα έχαναν την ισχύ τους, αυτόματα, και ως αποτέλεσμα των προνοιών των Νόμων. Τους ζήτησε και κάποια στοιχεία που αφορούν τους ίδιους και τα οχήματά τους, αλλά αυτό δεν διαφοροποιεί την κατάσταση.

 

Κατά συνέπεια, οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα εις βάρος των αιτητών και υπέρ των καθ’ ων η αίτηση. Καμιά διαταγή για έξοδα για τα ενδιαφερόμενα μέρη. Τα έξοδα καθορίζονται σε €1.000.- για κάθε προσφυγή.

 

Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο