ECLI:CY:AD:2015:C390
(2015) 3 ΑΑΔ 268
[*268]4 Ιουνίου, 2015
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]
ΤΣΙΜΕΝΤΟΠΟΙΪΑ ΒΑΣΙΛΙΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,
Εφεσείoυσα - Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Εφεσιβλήτων - Καθ’ ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 66/2010)
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Έννομο συμφέρον ― Έννοια και εμβέλεια κατά την θεωρία και νομολογία ― Η απαίτηση της αμεσότητας του εννόμου συμφέροντος ― Δεν επληρούτο στην κριθείσα περίπτωση όπου το συμφέρον της εφεσείουσας ήταν κατ’ αντανάκλαση και αφού μεσολαβούσε το συμφέρον τρίτου ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Η εφεσείουσα ισχυρίστηκε ενώπιον της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατ’ έφεση ότι η πρωτόδικη κρίση περί απαράδεκτου της προσφυγής ήταν εσφαλμένη.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Η ύπαρξη έννομου και άμεσου συμφέροντος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για προσβολή διοικητικής πράξης. Ο αιτητής πρέπει να πιθανολογήσει το έννομο συμφέρον του. Το έννομο συμφέρον πρέπει να προσδιορίζεται και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ή από εκείνα που υποβάλλει ο αιτητής. Η εφεσείουσα προς υποστήριξη του ισχυρισμού ότι έχει έννομο συμφέρον, στηρίζεται στις συμφωνίες που υπέγραψε με τους εργολάβους της. Το συμφέρον πρέπει να είναι άμεσο, δηλαδή να συνδέεται ευθέως με τον αιτητή και ο ίδιος να υφίσταται ζημιά από την προσβαλλόμενη πράξη και όχι άλλο πρόσωπο με το οποίο συνδέεται. Η σχέση, δηλαδή, μεταξύ προσβαλλόμενης πράξης και προσφεύγοντος, πρέπει να είναι άμεση. Δεν πρέπει, συνεπώς, να παρεμβάλ[*269]λεται συμφέρον τρίτου, σε τρόπο ώστε, η ζημιά του αιτητή να εμφανίζεται ως αντανακλαστική συνέπεια εκείνης που υφίσταται το πρόσωπο που θίγεται άμεσα από την πράξη. Προκύπτει συναφώς εν προκειμένω ότι το κόστος για τα καύσιμα βαρύνει τους εργολάβους. Οποιαδήποτε διαφοροποίηση ως προς το θέμα αυτό θα οδηγήσει σε αναθεώρηση των συμφωνηθέντων τιμών. Τυχόν απαλλαγή θα έχει, ως συνέπεια, τη μείωση του κόστους των καυσίμων, το οποίο καταβάλλεται από τους εργολάβους. Συνεπώς, η σχετική απαλλαγή θα έχει ως πρώτους αποδεκτές τους εργολάβους, οι οποίοι και θα ωφεληθούν πρωτίστως, όπως αναφέρθηκε και πρωτοδίκως. Στη συνέχεια, και εάν η διαφοροποίηση είναι τέτοιας έκτασης τότε αναμένεται ότι θα αναθεωρηθούν και οι τιμές και τα ποσά που θα καταβάλει η εφεσείουσα στους εργολάβους. Το συμφέρον της εφεσείουσας κατά συνέπεια εδώ δεν είναι άμεσο άλλα κατ’ αντανάκλαση. Το συμφέρον που έχει θιγεί δεν ανήκει απευθείας στην εφεσείουσα άλλα σε τρίτους - τους εργολάβους. Η εφεσείουσα δεν είναι πρόσωπο του οποίου το έννομο συμφέρον έχει προσβληθεί, ευθέως, με την προσβαλλόμενη πράξη. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως προς την έλλειψη έννομου συμφέροντος, είναι ορθή.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 A.A.Δ. 73,
Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλια (1990) 3 Α.Α.Δ. 928.
Έφεση.
Έφεση από την Αιτήτρια εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 458/06), ημερομηνίας 29/3/2010.
Αλ. Μαρκίδης με Π. Παναγιώτου και Ιφ. Στυλιανίδου (κα) για Ε. Στυλιανίδη, για την Εφεσείουσα.
Μ. Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.
Cur. adv. vult.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κ. Παμπαλλής.
[*270]ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα στις 11 Οκτωβρίου 2004 διεκδίκησε, με βάση το Άρθρο 44(1)(δ) του περί Φόρων Καταναλώσεως Νόμου του 2004 Ν. 91(Ι)/2004, απαλλαγή από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης πετρελαίου που χρησιμοποιείται για την παραγωγή τσιμέντου. Με διάφορες επιστολές της, ημερ. 19 Οκτωβρίου 2004 και 9 Νοεμβρίου 2004, επεξηγούσε τον τρόπο χρήσης του πετρελαίου για τον οποίο ζητείτο απαλλαγή. Οι εφεσίβλητοι ικανοποίησαν μερικώς το αίτημα της εφεσείουσας, η οποία υπέβαλε, και πάλι, αίτημα προσκομίζοντας νέα και συμπληρωματικά στοιχεία. Οι εφεσίβλητοι ακολούθως προέβηκαν σε νέα έρευνα και με απόφαση τους ημερ. 21 Δεκεμβρίου 2005 ενέκριναν το αίτημα, μόνο σε σχέση με δύο απορροφητικές μηχανές.
Το αίτημα της εφεσείουσας, αναφορικά με απαλλαγή από τον ειδικό φόρο σε σχέση με τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται σε εκσκαφείς, φορτωτήρες, φορτηγά οχήματα που χρησιμοποιούνταν για τη λατόμευση και μεταφορά πρώτων υλών, από τους εργολάβους με τους οποίους είχε συμβληθεί η εφεσείουσα, απερρίφθη. Εναντίον της πιο πάνω απόρριψης η εφεσείουσα είχε καταχωρίσει προσφυγές.
Αδελφός μας Δικαστής, που εκδίκασε τις εν λόγω προσφυγές τις απέρριψε κρίνοντας ότι, η εφεσείουσα στερείτο έννομου συμφέροντος εφόσον δεν επωμίζεται η ιδία το κόστος των εν λόγω καυσίμων. Ανέφερε ότι, είναι οι εργολάβοι που θα δικαιούνταν σε υποβολή αιτήματος για απαλλαγή και ότι το συμφέρον το οποίο επιδιώκει να προστατεύσει η εφεσείουσα είναι έμμεσο εφόσον αυτό ουσιαστικά πηγάζει από τον επηρεασμό του συμφέροντος των εργολάβων. Επομένως κατέληξε οι προσφυγές ήταν αλυσιτελείς καθότι η ενδεχόμενη ακύρωση θα ωφελούσε πρωτίστως τους εργολάβους.
Η εφεσείουσα αμφισβητεί την ορθότητα της κατάληξης αυτής του Δικαστηρίου ιδιαιτέρως ότι στερείται έννομου συμφέροντος. Το έννομο συμφέρον της, όπως αναφέρει, δεν επηρεάζεται από το γεγονός ότι δεν είναι ιδιοκτήτρια των εν λόγων μηχανημάτων, αφού κατά τον επίδικο χρόνο είχε το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης τους καθώς και ότι επωμιζόταν η ίδια το κόστος των καυσίμων. Παρέπεμψε, προς στήριξη του ισχυρισμού της, στις πρόνοιες των συμβολαίων που είχε συνάψει με τους εργολάβους - ιδιοκτήτες των οχημάτων/μηχανημάτων.
Οι εφεσίβλητοι αντιθέτως εισηγήθηκαν ότι το συμφέρον της εφεσείουσας είναι έμμεσο και όχι άμεσο εφόσον παρεμβάλλεται [*271]το συμφέρον των ιδιοκτητών των μηχανημάτων, οι οποίοι καταβάλλουν το κόστος των καυσίμων.
Σε όλες τις συμφωνίες τις οποίες είχε συνάψει η εφεσείουσα με τους εργολάβους της (τεκμήρια Α), υπάρχει όρος ότι τα καύσιμα, περιλαμβάνονται στις υποχρεώσεις του εργολάβου.
Επίσης προβλέπεται σε άλλο όρο ότι:
«Σε περίπτωση διαφοροποίησης συνθηκών που επηρεάζουν σημαντικά το κόστος του ΕΡΓΟΛΑΒΟΥ (π.χ καύσιμα Α.Τ.Α., κλπ), όπως επίσης και τον τρόπο εκτέλεσης της εργασίας, τότε τα δυο Μέρη θα συνέρχονται για συζήτηση και αναθεώρηση των αρχικά συμφωνηθέντων όρων και τιμών.»
Στις συμφωνίες καθορίζονται επίσης και οι συντελεστές κόστους για τα καύσιμα.
Η ύπαρξη έννομου και άμεσου συμφέροντος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για προσβολή διοικητικής πράξης. Ο αιτητής πρέπει να πιθανολογήσει το έννομο συμφέρον του. (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 A.A.Δ. 73). Όπως αναφέρει ο Δαγτόγλου στο σύγγραμμα του Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 4η Έκδοση, στη σελίδα 577:
«…προσφυγή μπορεί να ασκήσουν μόνον εκείνοι που μπορούν εύλογα να ισχυριστούν (πιθανολογήσουν) ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει έννομο συμφέρον τους.»
Το έννομο συμφέρον πρέπει να προσδιορίζεται και να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ή από εκείνα που υποβάλλει ο αιτητής (Σπηλιωτόπουλος, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 14η Έκδοση, Δεύτερος Τόμος, σελ. 82).
Η εφεσείουσα προς υποστήριξη του ισχυρισμού ότι έχει έννομο συμφέρον στηρίζεται στις συμφωνίες που υπέγραψε με τους εργολάβους της.
Το συμφέρον πρέπει να είναι άμεσο, δηλαδή να συνδέεται ευθέως με τον αιτητή και ο ίδιος να υφίσταται ζημιά από την προσβαλλόμενη πράξη και όχι άλλο πρόσωπο με το οποίο συνδέεται. Η σχέση, δηλαδή, μεταξύ προσβαλλόμενης πράξης και προσφεύγοντος, πρέπει να είναι άμεση. (Οικονομίδης ν. Επιτροπής Δημόσιας Υγείας Κάτω Ακουρδάλια (1990) 3 Α.Α.Δ. 928).
[*272]Δεν πρέπει, συνεπώς, να παρεμβάλλεται συμφέρον τρίτου, σε τρόπο ώστε, η ζημιά του αιτητή να εμφανίζεται ως αντανακλαστική συνέπεια εκείνης που υφίσταται το πρόσωπο που θίγεται άμεσα από την πράξη. (Βλ. Μιχαήλ Δένδια "Διοικητικόν Δίκαιον", Τόμος Γ', σελ. 273-277, Τσάτσου "Η Αίτησις Ακυρώσεως", 3η Έκδοση, σελ. 53).
Στο σύγγραμμα του Μιχ. Δ. Στασινόπουλου “Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών”, σελ. 199 και 201, αναφέρεται ότι:
«Προσωπικόν είναι το συμφέρον του αιτούντος όταν αφορά αυτόν προσωπικώς και ουχί τον γενικόν κύκλον των πολιτών ..... Το υπό του αιτούντος προβαλλόμενον προσωπικόν συμφέρον πρέπει να συνδέεται αμέσως προς το πρόσωπον αυτού. Τούτο σημαίνει ότι εις την αιτιώδη σχέσιν την υφιστάμενην μεταξύ της εκδόσεως της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξεως και της προκαλούμενης εις τον αιτούντα βλάβης δεν πρέπει να παρεμβάλληται συμφέρον τρίτου, απ’ ευθείας υπό της πράξεως ταύτης θιγόμενον, εις τρόπον ώστε η βλάβη του αιτούντος να παρίσταται ως έμμεσος και κατ’ αντανάκλασιν συνέπεια της βλάβης του αμέσως υπό της πράξεως θιγομένου.»
Στο σύγγραμμα Το Έννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως, της Γλυκερίας Σιούτη, στη σελίδα 131 αναφέρεται:
«Όταν στην αιτιώδη σχέση μεταξύ της προσβαλλομένης πράξης και της βλάβης, που επικαλείται ο αιτών παρεμβάλλεται η ενέργεια και το συμφέρον τρίτου, τότε το έννομο συμφέρον δεν είναι άμεσο, ακόμη και εάν ενδέχεται να ζημιωθούν τα έννομα συμφέροντα του αιτούντος εμμέσως η αντανακλαστικώς.»
Προκύπτει συναφώς ότι το κόστος για τα καύσιμα βαρύνει τους εργολάβους. Οποιαδήποτε διαφοροποίηση ως προς το θέμα αυτό θα οδηγήσει σε αναθεώρηση των συμφωνηθέντων τιμών. Τυχόν απαλλαγή θα έχει, ως συνέπεια, τη μείωση του κόστους των καυσίμων, το οποίο όπως έχουμε αναφέρει καταβάλλεται από τους εργολάβους. Συνεπώς, η σχετική απαλλαγή θα έχει ως πρώτους αποδεκτές τους εργολάβους, οι οποίοι και θα ωφεληθούν πρωτίστως, όπως αναφέρθηκε και πρωτοδίκως. Στη συνέχεια, και εάν η διαφοροποίηση είναι τέτοιας έκτασης τότε αναμένεται ότι θα αναθεωρηθούν και οι τιμές και τα ποσά που θα καταβάλει η εφεσείουσα στους εργολάβους.
Το συμφέρον της εφεσείουσας κατά συνέπεια δεν είναι άμεσο [*273]άλλα κατ’ αντανάκλαση. Το συμφέρον που έχει θιγεί δεν ανήκει απευθείας στην εφεσείουσα άλλα σε τρίτους - τους εργολάβους. Η εφεσείουσα δεν είναι πρόσωπο του οποίου το έννομο συμφέρον έχει προσβληθεί, ευθέως, με την προσβαλλόμενη πράξη.
Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ως προς την έλλειψη έννομου συμφέροντος, είναι ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 ως έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο