Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2015) 3 ΑΑΔ 319

ECLI:CY:AD:2015:D427

(2015) 3 ΑΑΔ 319

[*319]15 Ιουνίου, 2015

 

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΩΣ ΑΣΚΟΥΝ ΤΗΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ

153.8 (1) (2) (3) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Μέλη]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 112.4 ΚΑΙ 153.7 (4) ΚΑΙ 153.8 (1)

(2) (β) (3) ΚΑΙ (4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

ΑIτηση του ΓενικοY ΕισαγγελEα τηΣ ΔημοκρατΙΑΣ για ΑΠΟλυση του ΒοηθοΥ ΓενικοΥ ΕισαγγελΕωΣ τηΣ

ΔημοκρατΙΑΣ δια ΑνΑρμοστη ΣυμΠεριφορΑ (Aρ. 2).

 

(Αίτηση Αρ. 1/2015)

 

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Σύνταγμα ― Άρθρα 112 και 153 του Συντάγματος σε συνδυασμό ― Αίτηση για απόλυση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας ― Προδικαστικά θέματα που ηγέρθησαν από τον καθ’ ου η αίτηση αναφορικά με την δικαιοδοσία του δικάζοντος την Αίτηση Συμβουλίου ― Ποιος νομιμοποιείται να καταχωρίσει την Αίτηση και ποιό το μέτρο αποδείξεως στην διαδικασία εξέτασής της.

 

Στα πλαίσια εκδίκασης της ιδιότυπης Αίτησης για απόλυση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως για ανάρμοστη συμπεριφορά, τέθηκαν δύο προδικαστικά ζητήματα από τον καθ’ ου η αίτηση τα οποία συνάντησαν ένσταση από πλευράς του Αιτητή.

 

Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συνεδριάζουσα ως το δικάζον την Αίτηση Συμβούλιο που προβλέπεται στο Άρθρο 153.8(1)(2)(3) του Συντάγματος, αποφάσισε ως ακολούθως:

 

1.  Οι εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα καθορίζονται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο Μέρος VI, Κεφ. 1. Στο Άρθρο 112.2 του Συντάγματος, στο οποίο βασίζεται η αίτηση, προνοείται ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας προΐσταται της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, η οποία είναι ανεξάρτητη Υπηρεσία. Έχει το δικαίωμα να ακούεται υπό παντός δικαστηρίου. Είναι ο Νομικός Σύμβουλος της Δημοκρατίας και ασκεί κάθε εξουσία ή καθήκον καθοριζόμενο ή ανατιθέμενο εις αυτόν διά του Συντάγματος ή δια Νό[*320]μου. Έχει δικαίωμα και εξουσία, κατά την κρίση του και προς το δημόσιο συμφέρον, να κινεί, διεξάγει, επιλαμβάνεται, συνεχίζει ή διακόπτει οιανδήποτε διαδικασία (Άρθρον 113 του Συντάγματος). Το Άρθρο 153.8(2) αφορά στην αρμοδιότητα του παρόντος Συμβουλίου, το οποίον καθιδρύεται δυνάμει του Άρθρου 153.8(1). Το Συμβούλιο κέκτηται αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφασίζει επί παντός θέματος αναφερομένου, μεταξύ άλλων, εις την απόλυσην ή τον τερματισμό του διορισμού του Προέδρου ή των Μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου και κατ’ επέκταση και των ανεξάρτητων Αξιωματούχων του Κράτους, δηλαδή του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, οι οποίοι υπηρετούν υπό τους ιδίους όρους, όπως οι Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Άρθρον 112.4 του Συντάγματος). Είναι η θέση των ευπαιδεύτων συνηγόρων του Καθ’ ου η αίτηση ότι αίτηση, όπως η προκείμενη, μπορεί να υποβληθεί μόνον υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος διόρισε τον Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα. Είναι επίσης η θέση τους ότι το παρόν Συμβούλιο δεν έχει εξουσία να απολύσει το Βοηθό Γενικού Εισαγγελέως, όπως ζητείται στην αίτηση, αλλά μόνον να αποφασίσει αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό ανάρμοστη συμπεριφορά του. Είναι γεγονός ότι στο Άρθρον 153.8(2) δεν καθορίζεται ρητά ποιος έχει δικαίωμα να υποβάλει σχετική αίτηση στο Συμβούλιο για την απόλυση των ανεξαρτήτων Αξιωματούχων του Κράτους. Λαμβάνοντας όμως υπόψη τις πρόνοιες του Άρθρου 153.8(4), ότι η απόφαση του Συμβουλίου είναι δεσμευτική για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες συμφώνως προς την απόφαση, ως και τις ευρύτατες εξουσίες που παρέχονται στο Γενικό Εισαγγελέα από το Σύνταγμα και το Νόμο, κρίνουμε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας έχει δικαίωμα, προς το δημόσιο συμφέρον, να καταχωρεί αίτηση απόλυσης ανεξάρτητου Αξιωματούχου, όπως την παρούσα. Όσον αφορά τη δικαιοδοσία του παρόντος Συμβουλίου, παρατηρούμε ότι είναι ορθή η θέση των ευπαιδεύτων συνηγόρων του Καθ’ ου η αίτηση ότι το παρόν Συμβούλιο δεν έχει αρμοδιότητα να «απολύσει», τυπικά, το Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα, όπως ζητείται στην αίτηση. Έχει, όμως, αρμοδιότητα να αποφασίσει επί παντός θέματος αναφερομένου στην απόλυση του εν λόγω Αξιωματούχου. Ως εκ τούτου κρίνουμε ότι έχει εξουσία να επιληφθεί της παρούσας αίτησης, η οποία βασίζεται ρητά στα Άρθρα 153.8(2) και 112.4 του Συντάγματος, και να αποφασίσει αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό ανάρμοστη συμπεριφορά και την απόλυση του, και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σύμφωνα με το Άρθρο 153.8(4) του Συντάγματος, είναι δεσμευμένος να προβεί στις δέουσες ενέργειες συμφώνως προς την απόφαση του Συμβουλίου. Επομένως εκτιμούμε ότι η αίτηση καλύπτει, στην ουσία της, την επιδιωκόμενη θεραπεία.

 

2.  Μέλημά μας, είναι η διεξαγωγή δίκαιης διαδικασίας και εξετάσαμε το [*321]κατά πόσον ο καθορισμός του μέτρου της απόδειξης στο παρόν στάδιο είναι απαραίτητος ή επιθυμητός για σκοπούς δίκαιης διαδικασίας και διασφάλισης των δικαιωμάτων των διαδίκων. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι αυτό δεν είναι ούτε απαραίτητο, ούτε επιθυμητό, στο παρόν στάδιο. Δεν θα ήταν ορθό, κατά την εκτίμηση μας, το εκδικάζον Συμβούλιο να καθορίσει σ’ αυτό το προκαταρκτικό στάδιο και χωρίς να γνωρίζει τα γεγονότα, το μέτρο της απόδειξης που θα ισχύσει στην προκείμενη περίπτωση.  Κατά την εκτίμηση μας τα δικαιώματα του Καθ’ ου η αίτηση διασφαλίζονται επαρκώς από δύο παράγοντες: (α) ότι το βάρος της απόδειξης το φέρει ο Αιτητής-Γενικός Εισαγγελέας και (β) ότι ο Καθ’ ου η αίτηση έχει το δικαίωμα να ακούσει όλη την υπόθεση εναντίον του και στη συνέχεια να προβάλει τις δικές του θέσεις.  Το ζήτημα του μέτρου της απόδειξης θα απασχολήσει το Συμβούλιο στο κατάλληλο στάδιο της διαδικασίας, αφού ακούσει τους ισχυρισμούς που προβάλλονται, την επιχειρηματολογία των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων επί του θέματος, και λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη φύση της διαδικασίας.

 

3.  Για τους προαναφερόμενους λόγους οι προδικαστικές ενστάσεις του Καθ’ ου η αίτηση, αλλά και η αίτηση του ημερ. 10.6.2015, για οδηγίες, απορρίπτονται.

 

Οι προδικαστικές ενστάσεις και η αίτηση για οδηγίες απορρίφθηκαν.

 

Αίτηση - Προδικαστικές Ενστάσεις.

 

Προδικαστικές Ενστάσεις και Αίτηση για οδηγίες στα πλαίσια της Αίτησης του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας για Απόλυση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας διά Ανάρμοστη Συμπεριφορά.

 

Γ. Τριανταφυλλίδης, Χρ. Κληρίδης και Αχ. Αιμιλιανίδης, για τον Αιτητή.

 

Π. Αγγελίδης, Χρ. Πουργουρίδης και Χ. Σταυράκης, για τον Καθ’ ου η αίτηση.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Ηγέρθηκαν από τους ευπαιδεύτους συνηγόρους του Καθ’ ου η αίτηση δύο προδικαστικά θέματα, τα οποία, κατά την εισήγηση τους, αφορούν την δικαιοδοσία του παρόντος Συμβουλίου, αλλά και το δικαίωμα του Γενικού Εισαγγελέα-Αι[*322]τητή να υποβάλει την υπό εξέταση αίτηση.

 

Επιπρόσθετα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Καθ’ ου η αίτηση καταχώρησαν την αίτηση, ημερ. 10.6.2015, με την οποία ζητούν διάφορες οδηγίες αναφορικά με την περαιτέρω πορεία της κυρίως αίτησης.

 

Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Αιτητή παρέδωσαν σήμερα ένσταση στην αίτηση ημερ. 10.6.2015 και επιχειρηματολόγησαν προς αντίκρουση των θέσεων του Καθ’ ου η αίτηση.

 

Εξετάσαμε με πολλή προσοχή τις εισηγήσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων των δύο πλευρών έχοντας πάντοτε ως γνώμονα μας τη διεξαγωγή δίκαιης διαδικασίας και την διασφάλιση των δικαιωμάτων των δύο πλευρών. Όπως ήδη αναφέραμε πρόκειται για ιδιότυπη διαδικασία στην οποίαν μάλιστα δεν υπάρχει ουσιαστική καθοδήγηση από τη νομολογία.

 

Αναφορικά με το δικαίωμα ή το έννομο συμφέρον του Αιτητή-Γενικού Εισαγγελέα να καταχωρήσει την υπό εξέταση αίτηση παρατηρούμε τα εξής:

 

Οι εξουσίες του Γενικού Εισαγγελέα καθορίζονται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, στο Μέρος VI, Κεφ. 1. Στο Άρθρο 112.2 του Συντάγματος, στο οποίο βασίζεται η αίτηση, προνοείται ότι ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας προίσταται της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, η οποία είναι ανεξάρτητη Υπηρεσία. Έχει το δικαίωμα να ακούεται υπό παντός δικαστηρίου. Είναι ο Νομικός Σύμβουλος της Δημοκρατίας και ασκεί κάθε εξουσία ή καθήκον καθοριζόμενο ή ανατιθέμενο εις αυτόν διά του Συντάγματος ή δια Νόμου. Έχει δικαίωμα και εξουσία, κατά την κρίση του και προς το δημόσιο συμφέρον, να κινεί, διεξάγει, επιλαμβάνεται, συνεχίζει ή διακόπτει οιανδήποτε διαδικασία (Άρθρον 113 του Συντάγματος).

 

Το Άρθρο 153.8(2) αφορά στην αρμοδιότητα του παρόντος Συμβουλίου, το οποίον καθιδρύεται δυνάμει του Άρθρου 153.8(1). Το Συμβούλιο κέκτηται αποκλειστικήν αρμοδιότητα να αποφασίζει επί παντός θέματος αναφερομένου, μεταξύ άλλων, εις την απόλυσην ή τον τερματισμό του διορισμού του Προέδρου ή των Μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου και κατ’ επέκταση και των ανεξάρτητων Αξιωματούχων του Κράτους, δηλαδή του Γενικού Εισαγγελέα και του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, οι οποίοι υπηρετούν υπό τους ιδίους όρους, όπως οι Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Άρθρον 112.4 του Συντάγματος).

[*323]Είναι η θέση των ευπαιδεύτων συνηγόρων του Καθ’ ου η αίτηση ότι αίτηση, όπως η προκείμενη, μπορεί να υποβληθεί μόνον υπό του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο οποίος διόρισε τον Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα. Είναι επίσης η θέση τους ότι το παρόν Συμβούλιο δεν έχει εξουσία να απολύσει το Βοηθό Γενικού Εισαγγελέως, όπως ζητείται στην αίτηση, αλλά μόνον να αποφασίσει αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό ανάρμοστη συμπεριφορά του.

 

Είναι γεγονός ότι στο Άρθρον 153.8(2) δεν καθορίζεται ρητά ποιος έχει δικαίωμα να υποβάλει σχετική αίτηση στο Συμβούλιο για την απόλυση των ανεξαρτήτων Αξιωματούχων του Κράτους.  Λαμβάνοντας όμως υπόψιν τις πρόνοιες του Άρθρου 153.8(4), ότι η απόφαση του Συμβουλίου είναι δεσμευτική για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες συμφώνως προς την απόφαση, ως και τις ευρύτατες εξουσίες που παρέχονται στο Γενικό Εισαγγελέα από το Σύνταγμα και το Νόμο, κρίνουμε ότι ο Γενικός Εισαγγελέας έχει δικαίωμα, προς το δημόσιο συμφέρον, να καταχωρεί αίτηση απόλυσης ανεξάρτητου Αξιωματούχου, όπως την παρούσα.

 

Όσον αφορά τη δικαιοδοσία του παρόντος Συμβουλίου, παρατηρούμε ότι είναι ορθή η θέση των ευπαιδεύτων συνηγόρων του Καθ’ ου η αίτηση ότι το παρόν Συμβούλιο δεν έχει αρμοδιότητα να «απολύσει», τυπικά, το Βοηθό Γενικού Εισαγγελέα, όπως ζητείται στην αίτηση. Έχει, όμως, αρμοδιότητα να αποφασίσει επί παντός θέματος αναφερομένου στην απόλυση του εν λόγω Αξιωματούχου. Ως εκ τούτου κρίνουμε ότι έχει εξουσία να επιληφθεί της παρούσας αίτησης, η οποία βασίζεται ρητά στα Άρθρα 153.8(2) και 112.4 του Συντάγματος, και να αποφασίσει αναφορικά με την κατ’ ισχυρισμό ανάρμοστη συμπεριφορά και την απόλυση του, και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, σύμφωνα με το Άρθρο 153.8(4) του Συντάγματος, είναι δεσμευμένος να προβεί στις δέουσες ενέργειες συμφώνως προς την απόφαση του Συμβουλίου. Επομένως εκτιμούμε ότι η αίτηση καλύπτει, στην ουσία της, την επιδιωκόμενη θεραπεία.

 

Όσον αφορά την αίτηση για οδηγίες, ημερ. 10.6.2015, παρατηρούμε ότι οι θεραπείες των παραγράφων (α) και (β), με τις οποίες ζητείται η ευθυγράμμιση του περιεχομένου της αίτησης με το σχετικό Διαδικαστικό Κανονισμό του 2015 και η απάλειψη των σημείων της αίτησης που δεν συνάδουν με το Διαδικαστικό Κανονισμό, έχουν ουσιαστικά κριθεί στην προηγούμενη ενδιάμεση απόφαση του Συμβουλίου, ημερ. 27.5.2015. Η θεραπεία της παραγράφου (γ) της υπό αναφορά αίτησης, με την οποίαν ζητείται απάλειψη και διαγραφή, ουσιαστικά, επιπόλαιων και ενοχλητικών μερών της αίτησης, δεν συγκεκριμενοποιεί τα σημεία της αίτησης τα οποία είναι, κατ’ ισχυρισμόν, [*324]επιπόλαια και ενοχλητικά. Είναι λοιπόν γενικός και αόριστος ο τρόπος με τον οποίο είναι διατυπωμένη η θεραπεία της παραγράφου (γ) και δεν μπορεί να επιτύχει. Σημειώσαμε, όμως, την απόσυρση, εκ μέρους του Αιτητή, του αιτήματος για διαθεσιμότητα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, εκκρεμούσης της εκδίκασης της αίτησης. Η παράγραφος (δ) της αίτησης για οδηγίες, για αποκάλυψη ενόρκως όλου του μαρτυρικού υλικού που έχει στην κατοχή του ο Αιτητής, περιλαμβανομένου και του πορίσματος του Ποινικού Ανακριτή κ. Καλλή, επίσης έχει κριθεί, ουσιαστικά, από την προηγούμενη ενδιάμεση απόφαση μας ημερ. 27.5.2015. Το μαρτυρικό υλικό προς απόδειξη της υπόθεσης του αιτητή θα παρουσιαστεί από αυτόν κατά την ενώπιον μας διαδικασία ή θα συμφωνηθεί.

 

Η θεραπεία της παραγράφου (ε) της αίτησης για οδηγίες, με την οποία ζητείται ο καθορισμός του μέτρου απόδειξης, στο παρόν προκαταρκτικό στάδιο, μας απασχόλησε ιδιαίτερα. Μέλημα μας είναι η διεξαγωγή δίκαιης διαδικασίας και εξετάσαμε το κατά πόσον ο καθορισμός του μέτρου της απόδειξης στο παρόν στάδιο είναι απαραίτητος ή επιθυμητός για σκοπούς δίκαιης διαδικασίας και διασφάλισης των δικαιωμάτων των διαδίκων. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι αυτό δεν είναι ούτε απαραίτητο, ούτε επιθυμητό, στο παρόν στάδιο. Δεν θα ήταν ορθό, κατά την εκτίμηση μας, το εκδικάζον Συμβούλιο να καθορίσει σ’ αυτό το προκαταρκτικό στάδιο και χωρίς να γνωρίζει τα γεγονότα, το μέτρο της απόδειξης που θα ισχύσει στην προκείμενη περίπτωση. Κατά την εκτίμηση μας τα δικαιώματα του Καθ’ ου η αίτηση διασφαλίζονται επαρκώς από δύο παράγοντες: (α) ότι το βάρος της απόδειξης το φέρει ο Αιτητής-Γενικός Εισαγγελέας και (β) ότι ο Καθ’ ου η αίτηση έχει το δικαίωμα να ακούσει όλη την υπόθεση εναντίον του και στη συνέχεια να προβάλει τις δικές του θέσεις.

 

Το ζήτημα του μέτρου της απόδειξης θα απασχολήσει το Συμβούλιο στο κατάλληλο στάδιο της διαδικασίας αφού ακούσει τους ισχυρισμούς που προβάλλονται, την επιχειρηματολογία των ευπαιδεύτων συνηγόρων των διαδίκων επί του θέματος, και λαμβάνοντας υπόψιν την ιδιαίτερη φύση της διαδικασίας.

 

Για τους προαναφερόμενους λόγους οι προδικαστικές ενστάσεις του Καθ’ ου η αίτηση, αλλά και η αίτηση του ημερ. 10.6.2015, για οδηγίες, απορρίπτονται.

 

Οι προδικαστικές ενστάσεις και η αίτηση για οδηγίες απορρίπτονται.

.



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο